Έκθεση: Οι πλούσιες χώρες καταστέλλουν όλο και πιο βίαια τις ειρηνικές διαμαρτυρίες για το κλίμα
Με ολοένα και πιο σκληρή καταστολή αντιμετωπίζουν οι κυβερνήσεις των πλούσιων δημοκρατικών χωρών του παγκόσμιου βορρά, τις ειρηνικές διαδηλώσεις για το κλίμα, επικρίνοντας μάλιστα ταυτόχρονα, τις χώρες του νότου για παρόμοιες πρακτικές, αποκαλύπτει έκθεση της Διεθνούς Οργάνωσης για τα Δικαιώματα του Κλίματος.
Σύμφωνα με τον Guardian, η έκθεση δείχνει πως Αυστραλία, Γερμανία, Γαλλία, Κάτω Χώρες, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ, μεταχειρίζονται όλο και πιο σκληρά και τιμωρητικά τους ακτιβιστές για το κλίμα, ενώ διαπιστώνει πως η καταστολή στις χώρες αυτές όπως και οι μακροχρόνιες ποινές φυλάκισης, η προληπτική κράτηση και η παρενόχληση, αποτελούν παραβίαση της νομικής ευθύνης των κυβερνήσεων για την προστασία των βασικών δικαιωμάτων της ελευθερίας της έκφρασης, του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι.
Την ίδια ώρα, αυτές οι κυβερνήσεις, όπως αναφέρει η έκθεση, επικρίνουν συχνά τα καθεστώτα στις αναπτυσσόμενες χώρες επειδή δεν σέβονται το δικαίωμα στην ειρηνική διαμαρτυρία. «Οι κυβερνήσεις πολύ συχνά υιοθετούν μια τόσο ισχυρή άποψη σχετικά με το δικαίωμα στην ειρηνική διαμαρτυρία σε άλλες χώρες – αλλά όταν δεν τους αρέσουν ορισμένα είδη διαμαρτυριών στην πατρίδα τους, ψηφίζουν νόμους και αναπτύσσουν την αστυνομία για να τις σταματήσουν», δήλωσε ο Μπραντ Άνταμς, διευθυντής της Climate Rights International.
Σε ολόκληρη την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, ακτιβιστές που συμμετέχουν σε ειρηνικές διαδηλώσεις για το κλίμα, σε αρκετές περιπτώσεις έχουν χαρακτηριστεί ως χούλιγκαν, σαμποτέρ ή οικοτρομοκράτες από τους πολιτικούς και τα μέσα ενημέρωσης.
Υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και περιβαλλοντικοί ακτιβιστές έχουν εκφράσει ανησυχίες για την καταστολή και έχουν καλέσει τις κυβερνήσεις να προστατεύσουν το δικαίωμα στη μη βίαιη διαμαρτυρία. «Αυτοί οι υπερασπιστές ουσιαστικά προσπαθούν να σώσουν τον πλανήτη και με αυτόν τον τρόπο να σώσουν την ανθρωπότητα», δήλωσε πέρυσι στον Guardian η Mary Lawlor, ειδική εισηγήτρια του ΟΗΕ για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. «Πρόκειται για ανθρώπους που θα έπρεπε να προστατεύουμε, αλλά θεωρούνται από τις κυβερνήσεις και τις εταιρείες ως απειλή που πρέπει να εξουδετερωθεί. Στο τέλος πρόκειται για την εξουσία και την οικονομία» πρόσθεσε.
Η έκθεση διαπιστώνει επίσης ότι αντί οι κυβερνήσεις των πλούσιων χωρών να λάβουν επείγοντα μέτρα για την ταχεία μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων και την αναχαίτιση της οικολογικής κατάρρευσης, προσπαθούν να σταματήσουν εκείνους που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, συμμετέχοντας σε διαμαρτυρίες και πολιτική ανυπακοή.
«Δεν χρειάζεται να συμφωνείτε με τις τακτικές των ακτιβιστών για το κλίμα για να καταλάβετε τη σημασία της υπεράσπισης των δικαιωμάτων τους στη διαμαρτυρία και στην ελευθερία του λόγου», δήλωσε ο Άνταμς. «Αντί να φυλακίζουν τους διαδηλωτές για το κλίμα και να υπονομεύουν τις πολιτικές ελευθερίες, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους την έκκλησή τους να αναλάβουν επείγουσα δράση για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης».
Χαιρετίζοντας την έκθεση του ΟΗΕ τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου δήλωσε: «Αυτά τα δικαιώματα [της ειρηνικής συνάθροισης και διαμαρτυρίας] είναι ουσιώδη για τη λειτουργία της κοινωνίας, παρέχοντας στους πολίτες μια πλατφόρμα για να υπερασπιστούν τη θετική αλλαγή. Παρ’ όλα αυτά, ο χώρος των πολιτών αμφισβητείται όλο και περισσότερο, καθώς αυταρχικές κυβερνήσεις και φορείς, που αισθάνονται ευάλωτοι στον έλεγχο και τη λογοδοσία, προσπαθούν να φιμώσουν τη διαφωνία».
Η Διεθνής Οργάνωση για τα Δικαιώματα του Κλίματος κάλεσε τις δημοκρατικές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο να σταματήσουν την αυταρχική καταστολή και να προστατεύσουν τα δικαιώματα των ανθρώπων στη διαμαρτυρία.
«Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να βλέπουν τους διαδηλωτές και τους ακτιβιστές για το κλίμα ως συμμάχους στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής και όχι ως εγκληματίες», δήλωσε ο Άνταμς. «Η καταστολή των ειρηνικών διαδηλώσεων δεν αποτελεί μόνο παραβίαση των βασικών τους δικαιωμάτων, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί από τις καταπιεστικές κυβερνήσεις ως πράσινο φως για να κυνηγήσουν τους υπερασπιστές του κλίματος, του περιβάλλοντος και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις χώρες τους».