Καλλιό ’ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή...

επιμέλεια Γιώργος Δρούκας

Η αρπαγή ζώων από τη φύση και ο εγκλεισμός τους είναι το άκρον άωτον του ανθρώπινου θράσους και της ασέβειας προς το ζωικό βασίλειο.

Οχι, δεν πρέπει να προκαλεί καμία έκπληξη η είδηση της δολοφονίας ενός χιμπατζή από τους ανθρώπους του Αττικού Πάρκου. Ούτε πρώτη φορά είναι που συμβαίνει -θυμηθείτε τα δύο τζάγκουαρ που δολοφόνησαν το πρόσφατο 2018- ούτε υπήρχε οποιοσδήποτε λόγος για να περιμένουμε μια διαφορετική αντιμετώπιση.

Γιατί να περιμένουμε, άλλωστε, κάτι καλύτερο από μια φυλακή ζώων που στόχο έχει αποκλειστικά και μόνο το κέρδος; Πώς μας ήρθε πως θα έκαναν κάτι διαφορετικό οι άνθρωποι που απάγουν ζώα από το φυσικό τους περιβάλλον -ή τα αγοράζουν έτοιμα από άλλους απαγωγείς- και τα κλείνουν σε φυλακές ως εκθέματα για το φιλοθέαμον κοινό που πληρώνει για να καταναλώνει δυστυχία;

Οχι, ούτε ήταν «η κακιά στιγμή» ούτε η εκτέλεση του ζώου ήταν η τελευταία, απευκταία λύση. Δεν εξετάστηκε ποτέ καμία άλλη λύση, όπως η νάρκωση του χιμπατζή, και αυτό φαίνεται απολύτως ξεκάθαρα και στις ελλιπέστατες έως... ασυνάρτητες δικαιολογίες των υπευθύνων του Αττικού Πάρκου, που δεν φρόντισαν καν να ευθυγραμμίσουν την υπερασπιστική τους γραμμή. Ενας λέει πως το πρωτόκολλο λέει θανάτωση, άλλος λέει πως δεν υπήρχε όπλο με υπνωτικά βελάκια, άλλος λέει πως... ε, ήταν δύσκολο, μωρέ, να πετύχουν το ζώο με τα βελάκια οπότε του έριξαν κατ’ ευθείαν με την καραμπίνα. Καταλάβαμε.

Ούτε, φυσικά, θα ήταν όλα καλά αν ο χιμπατζής είχε ναρκωθεί και επιστραφεί στη φυλακή του, διότι ουδέποτε έπρεπε να βρίσκεται εκεί. Η αρπαγή ζώων από τη φύση και ο εγκλεισμός τους είναι το άκρον άωτον του ανθρώπινου θράσους και της ασέβειας προς το ζωικό βασίλειο.

Δεν υπάρχει ούτε ένα ζώο που να μη δυστυχεί όταν του στερείται η ελευθερία· ούτε ο άνθρωπος ούτε ο χιμπατζής (του οποίου το DNA διαφέρει από το ανθρώπινο μόλις κατά 1%) ούτε τα δελφίνια, που στο ίδιο αισχρό «πάρκο» βασανίζονται για να κάνουν επιδείξεις για τα μάτια των επισκεπτών, ούτε τα πτηνά που δεν αντέχουν σε κλουβί, όσο μεγάλο κι αν είναι αυτό, ούτε οι μέλισσες ούτε το χρυσόψαρο στη γυάλα.

Γνωρίζω καλά πως δεν είμαι ο μόνος που συγκινήθηκε βαθιά από το σάλτο του χιμπατζή προς την ελευθερία του, από την οποία τον χώριζαν ανέκαθεν πυκνά ηλεκτροφόρα σύρματα που του μάθαιναν με τον πιο βίαιο τρόπο να κάθεται στ’ αυγά του και να αποδέχεται τη σκλαβιά του. Κι ενώ αυτά τα σύρματα τον αποθάρρυναν κάθε μέρα της έγκλειστης ζωής του, ο χιμπατζής αποφάσισε να υποστεί το ηλεκτροσόκ και να δραπετεύσει.

Εζησε περίπου είκοσι πέντε λεπτά ελεύθερος: τραυματισμένος από το ρεύμα, μπερδεμένος καθώς βρισκόταν σε άγνωστο χώρο, αλλά έξω από το καταραμένο κλουβί που τον δέσμευε τόσα χρόνια. Υστερα μια σφαίρα έσκισε τη σάρκα του και τον άφησε νεκρό. Πέθανε, όμως, ελεύθερος. Αυτά τα είκοσι πέντε λεπτά που έζησε έξω από τη φυλακή, νιώθοντας το ακαταμάχητο κάλεσμα του φυσικού του περιβάλλοντος, ήταν τα μόνα που είχαν ένα νόημα, μια αξία σε μια ζωή υποδουλωμένη.

Με τον κίνδυνο να γίνω ακόμα περισσότερο δυσάρεστος, όμως, θα υπενθυμίσω πως οι ζωολογικοί κήποι δεν είναι τα μόνα κλουβιά που θα πρέπει να σπάσουν. Οι αγελάδες, τα γουρούνια, οι κότες και όλα τα άλλα ζώα που στοιβάζονται κατά χιλιάδες μέσα σε φρικτά εκτροφεία περιμένοντας τη σφαγή τους, έχουν ακριβώς την ίδια δίψα για ελευθερία που είχε και ο χιμπατζής του Αττικού.

Ποιοι είμαστε εμείς που αποφασίζουμε πως η δική μας ζωή είναι πιο πάνω από αυτήν του χιμπατζή και αυτή του χιμπατζή πιο πάνω από τις ζωές εκείνων που σφάζονται για να φτάσουν στο πιάτο μας;

Λευτεριά, λευτεριά, σε όσα είναι σε κλουβιά - ανθρώπινα και μη.

https://www.efsyn.gr