ΣτΕ / Θέμα αντισυνταγματικότητας για τα αυθαίρετα στους ακάλυπτους των πολυκατοικιών
Πολλαπλώς και καταφανώς αντισυνταγματική κρίνει το Ε΄ Τμήμα του ΣτΕ διάταξη που προστέθηκε στον δεύτερο κατά σειρά νόμο για την τακτοποίηση αυθαίρετων κατασκευών και παράνομων χρήσεων (Ν. 4178/2013) και στους ακάλυπτους χώρους των πολυκατοικιών με απλή πλειοψηφία των συνιδιοκτητών. Όμως για την τελική απόφαση παραπέμπει στην Ολομέλεια του ανώτατου δικαστηρίου διότι το «ζήτημα της συνταγματικότητας» της παραπάνω ρύθμισης «δεν έχει κριθεί από την Ολομέλεια».
Το Ε΄ Τμήμα στην ομόφωνη απόφαση του 91/2024 καθιστά σαφές ότι η τακτοποίηση αυθαιρεσιών «κατά το μέρος που αφορά κοινόχρηστους χώρους στον υποχρεωτικά ακάλυπτο χώρο του ακινήτου ο οποίος κατά τις σχετικές πολεοδομικές διατάξεις παραμένει αδόμητος, λόγω εφαρμογής του οικείου ρυμοτομικού σχεδίου προκειμένου να μην υπάρχει υπέρβαση της επιτρεπόμενης κάλυψης της περιοχής» προσκρούει πρωτίστως στο άρθρο 24 του συντάγματος για την προστασία του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος. Και αυτό διότι ανατρέπεται και νοθεύεται ο ορθολογικός πολεοδομικός σχεδιασμός, με αποτέλεσμα «να επέρχεται αλλοίωση της λειτουργικότητας των οικισμών και επιδείνωση των όρων διαβιώσεως των κατοίκων, δεδομένου ότι αυτή η αναστολή επέρχεται με μόνη την υποβολή αιτήσεως του ενδιαφερομένου και των σχετικών δικαιολογητικών και την καταβολή του οριζομένου στον νόμο ποσού ειδικού προστίμου, χωρίς ειδική για κάθε αυθαίρετο κρίση αρμόδιου οργάνου της διοικήσεως, ύστερα από εκτίμηση πολεοδομικών και κτιριολογικών κριτηρίων, που σχετίζονται με το μέγεθος, τη χρήση, το είδος και τη σημασία της αυθαίρετης κατασκευής, καθώς και με τις επιπτώσεις της στον χώρο που την περιβάλλει, τη συνολική δηλαδή επιβάρυνση της περιοχής».
Οπως επισημαίνεται στην απόφαση, η ρύθμιση έρχεται σε αντίθεση και με τις συνταγματικές αρχές του Κράτους Δικαίου (άρθρο 25 παράγραφος 1 του Συντάγματος) του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου (άρθρο 2 παράγραφος 1) και της ισότητας (άρθρο 4 παράγραφος 1). Μεταξύ άλλων, σημειώνει ότι θεμελιώδης επιδίωξη του Κράτους Δικαίου είναι η πραγμάτωση του Δικαίου στην Πολιτεία, που επιτυγχάνεται με τη διαφύλαξη του κύρους του νόμου, ενώ το κράτος υποχρεούται να εγγυάται υπέρ των πολιτών την πιστή εφαρμογή των νόμων, να προασπίζει τα νομίμως και όχι τα παρανόμως κτηθέντα από τους πολίτες αγαθά κ.ο.κ. Για την παραβίαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι νομοταγείς πολίτες που έχουν ιδιοκτησία στην ίδια περιοχή με τους αυθαιρετούντες βρίσκονται συγκριτικά σε «μειονεκτική μοίρα», γιατί «θα υφίστανται του λοιπού εις το διηνεκές τις δυσμενείς πολεοδομικές συνέπειες των αυθαίρετων κατασκευών των γειτόνων τους, οι οποίες, αν και επιβαρύνουν τους όρους διαβιώσεως, διαφεύγουν την κατεδάφισή τους». Η διάταξη που επιτρέπει τακτοποιήσεις αυθαιρέτων είναι αυτή του άρθρου 11 παράγραφος 1, περίπτωση δ, υποπερίπτωση ι, του Νόμου 4178/2013.