Στη φυλακή ο ιερέας που βίαζε μέσα στην εκκλησία
Στις τηλεοπτικές σειρές που παρακολουθεί το ανήλικο κορίτσι το οποίο τον κατήγγειλε ως βιαστή, απέδωσε, στην απολογία του, ο 36χρονος κατηγορούμενος ιερέας τις ειδεχθείς και νοσηρές πράξεις που αντιμετωπίζει. Αν και αρνήθηκε όσα του αποδίδονται, δεν κατάφερε να πείσει ανακριτή και εισαγγελέα που τον έκριναν, μετά την απολογία του, προφυλακιστέο.
Εγκαταλείποντας πλέον το σενάριο πως η 17χρονη μαθήτρια τον είχε ερωτευτεί αλλά εκείνος δεν ενέδωσε, ενώπιον του ανακριτή ο ιερέας ισχυρίστηκε ότι όλα όσα υποστηρίζει σε βάρος του προέρχονται από τα σενάρια των τηλεοπτικών σειρών που παρακολουθεί το κορίτσι και την έχουν επηρεάσει!
Για τις δικαστικές αρχές πάντως που προχώρησαν στην έκδοση του εντάλματος σύλληψης σε βάρος του, τρεις μήνες μετά την καταγγελία της ανήλικης, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της δράσης του 36χρονου ιερέα και, τόσο η ιδιότητά του, όσο και το γεγονός πως εκμεταλλευόταν την εμπιστοσύνη που είχαν σε εκείνον τα θύματά του, δείχνουν την εγκληματική του ροπή και την ικανότητά του να επαναλάβει τα σεξουαλικά του εγκλήματα και στο μέλλον.
Ο ίδιος ο ιερέας, κατά τη διάρκεια της απολογίας του, εμφανίστηκε προκλητικός και απαθής στη βαρύτητα των καταγγελιών που οδήγησαν και στη σύλληψή του. Έκανε δε λόγο για επιβεβαίωση των ισχυρισμών του από την ιατροδικαστική εξέταση στην ανήλικη, υποστηρίζοντας πως είναι επηρεασμένη από τις σειρές που βλέπει στην τηλεόραση.
«Δεδομένου ότι το μείζον αποδείχθηκε, αντικειμενικά και απόλυτα, ψευδές, δεν υπάρχει χρεία διερεύνησης του ελάσσονος (ασελγών πράξεων κλπ), ούτε των κινήτρων της καταγγέλλουσας που είναι αδιάφορα για την διαπίστωση και απόδειξη της βασιμότητας της εις βάρος μου κατηγορίας.» αναφέρει ο ιερέας και προσθέτει:
«Εξάλλου, το νεαρό της ηλικίας της και τα προγράμματα που έβλεπε στην τηλεόραση (13 reasons why), θα ήταν επαρκή ως κίνητρα, καθώς η σειρά αυτή ιστορεί τους 13 λόγους για τους οποίους ένα όμορφο κορίτσι αυτοκτόνησε, επειδή βιάσθηκε από έναν συμμαθητή της και όλοι οι φίλοι, συμμαθητές, γονείς, καθηγητές της απέδειξαν ότι πρέπει να αυτοκτονήσει, διότι δεν είναι σημαντική για κανέναν…. Αυτά τα απαράδεκτα προγράμματα, καθοδηγούν τον ψυχισμό, το συναίσθημα και τις πράξεις των εφήβων μας και μπορεί να τους οδηγήσουν σε αποτρόπαιες πράξεις, αυτοκτονίας, ή ψευδών καταγγελιών, καθώς επιφέρουν ταύτιση με την πρωταγωνίστρια. Ιδιαίτερα το απόσπασμα, «είχα χαθεί, δεν ένιωθα το σώμα μου», κλπ που κατέθεσε η ανήλικη, ταυτίζεται με απόσπασμα από την σειρά που εκφωνεί η πρωταγωνίστρια».
Ο 36χρονος ιερέας που είναι πατέρας τριών παιδιών, υποστηρίζει, στο απολογητικό του υπόμνημα, πως το διάστημα που φέρεται να διέπραξε τους βιασμούς είχε υποστεί πάρεση και αντιμετώπιζε πρόβλημα. «Με βάση τα αντικειμενικά στοιχεία, δεν υπάρχουν ενδείξεις τέλεσης των κακουργηματικών πράξεων για τις οποίες κατηγορούμαι.» αναφέρει ο κατηγορούμενος ισχυριζόμενος , μάλιστα, ότι το διάστημα κατά το οποίο η ανήλικη καταγγέλλει ότι βιάστηκε ο ίδιος αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα υγείας. «Είχα υποστεί πάρεση προσωπικού νεύρου, είχε παραλύσει το πρόσωπό μου δεξιά, υποβλήθηκα σε μαγνητική τομογραφία και έλαβα κορτιζονούχα θεραπεία. Το πρόβλημα αυτό με απασχόλησε σοβαρά για 2 περίπου μήνες, πριν και μετά την ημερομηνία της 8/4», ισχυρίζεται, σημειώνοντας ότι ουδέποτε στο παρελθόν διέπραξε κάποια αξιόποινη πράξη
Ο κατηγορούμενος δεν παραλείπει να δηλώσει πως είναι νομοταγής πολίτης για να αποφύγει τη φυλακή. «Είμαι 36 χρονών πατέρας τριών ανήλικων παιδιών, διαβιώ μετά της συζύγου μου, πρεσβυτέρας, και έχω υποστηρικτικό περιβάλλον, τον πατέρα μου και τον αδελφό μου, επίσης ιερείς, οι οποίοι με στηρίζουν και θα με επιτηρούν, εφεξής, προς άρσιν κάθε ανησυχίας Σας.» υποστηρίζει λέγοντας πως «Τα αδικήματα περί την γενετήσια ελευθερία, είναι δυσκόλως ανιχνεύσιμα, διότι συνήθως, στηρίζονται μόνο σε μαρτυρίες. Κατά συνέπεια το συνήθως συμβαίνον είναι να εξαγάγονται συμπεράσματα από την δικαστική αρχή με αξιολόγηση, του λόγου της καταγγέλουσας-παθούσας, προς τον λόγο του κατηγορουμένου. Η έμφυτη τάση των ανθρώπων είναι να πιστεύουμε τον καταγγέλλοντα, με την μόνιμη αναρώτηση «γιατί να το πει αυτό η καταγγέλλουσα αν δεν έχει συμβεί», (αντίθετα βεβαίως στα δικαστικά θέσφατα του τεκμηρίου αθωότητας που απαιτεί δικανική πεποίθηση, δηλαδή απόδειξη της κατηγορίας).
Στην περίπτωσή μου όμως, κι ευτυχώς για μένα, η ανήλικη (και η οικογένειά της που με καταγγέλλουν), αναφέρεται σε γεγονότα ευχερώς και αντικειμενικά διαγνώσιμα.».
Ο κατηγορούμενος έστρεψε τα βέλη του στο ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε σε βάρος του στο οποίο ως αιτιολογία αναφέρεται ότι: «Από την μέχρι τώρα διενεργηθείσα επί της προκείμενης υπόθεσης αστυνομική προανάκριση και κύρια ανάκριση, συντρέχουν σοβαρές ενδείξεις ότι ο ανωτέρω κατηγορούμενος έχει τελέσει τις ως άνω αξιόποινες πράξεις, εκ των οποίων η πρώτη, Τρίτη και τέταρτη είναι κακουργηματικής φύσης και τιμωρούνται με κάθειρξη. Επιπλέον, με βάση τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των ως άνω αδικημάτων, της ευαίσθητης ηλικίας του θύματος (14 ετών), της μεθοδικής και συστηματικής προσέγγισης αυτής και της καλλιέργειας κλίματος εμπιστοσύνης στο πλαίσιο εκμετάλλευσης της ιδιότητάς του ως κληρικού, με απώτερο στόχο την τέλεση των ανωτέρω πράξεων, της εξακολουθητικής εγκληματικής ροπής του κατηγορουμένου, συνεκτιμώντας την ως άνω ιδιότητά του και το γεγονός ότι τυγχάνει και υπεύθυνος κατηχητικών σχολείων της ενορίας όπου υπηρετεί, ερχόμενος σε επαφή με άλλους ανήλικους, κρίνεται ότι αν αφεθεί ελεύθερος, είναι πολύ πιθανό να διαπράξει άλλα εγκλήματα, επομένως θεωρείται αναγκαία η σύλληψή του».
Παράλληλα, ο 36χρονος χρησιμοποίησε ως άλλοθι και το γεγονός ότι δεν είχε εντοπιστεί να διαπράττει σεξουαλικό έγκλημα, τους τρεις μήνες, μετά την καταγγελία της 17χρονης.
«Η χρονική απόσταση τόσο από την περιγραφόμενη τέλεση των αδικημάτων, όσο και από την καταγγελία τους, το γεγονός ότι στο μεταξύ, δεν υπάρχει καμία ένδειξη τέλεσης εκ μέρους μου άλλου αδικήματος (ούτε στα 2 χρόνια που μεσολάβησαν από το 2020, ούτε στους 3 μήνες που μεσολάβησαν από την καταγγελία), επιπλέον δε η θέση μου ως κληρικού, σε αργία, (με απόφαση της Αρχιεπισκοπής, μετά την δημοσίευση της εις βάρος μου εκκρεμούσης δικογραφίας), αποδεικνύουν την εξαρχής έλλειψη ερείσματος του εντάλματος σύλληψής σας και πάντως, σήμερα, το εκ θέσεως αδύνατον τέλεσης νέων αδικημάτων εκ μέρους μου, σύμφωνα με τα περιγραφόμενα στο ένταλμά Σας, καθώς ήδη δεν θα έχω καμία πρόσβαση στον ναό, ή σε ανήλικους εκ της ιδιότητάς μου, ως κληρικού.» ισχυρίστηκε λέγοντας: «Αν πράγματι υπήρχαν ενδείξεις τέλεσης εκ μέρους μου των αδικημάτων για τα οποία κατηγορούμαι, ροπή μου προς την τέλεση όμοιων αδικημάτων και άρα κίνδυνος να τελέσω τέτοιας φύσεως αδικήματα, τότε στο χρονικό διάστημα τουλάχιστον από τον Οκτώβριο του 2021 που καταγγέλθηκαν και η αστυνομία ερευνούσε σχετικά με το πρόσωπό μου, θα είχα συλληφθεί επ’αυτοφώρω να τελώ παρόμοιο αδίκημα. Σε κάθε περίπτωση, η επέκεινα θέση μου σε αργία αφαιρεί το βασικό σας επιχείρημα, ότι έρχομαι σε καθημερινή επαφή με ανήλικους, ως κληρικός και κατηχητής.» Ο κατηγορούμενος υπογραμμίζει στο υπόμνημα του ότι «δεν ήμουν ούτε άγνωστης διαμονής, ούτε φυγόδικος, ούτε παρασκεύαζα την φυγή μου, κατά την διάρκεια των 3 μηνών που ήταν γνωστή στις διωκτικές αρχές η εις βάρος μου καταγγελία, ώστε να δικαιολογείται η εξαιρετική περίπτωση έκδοσης εντάλματος συλλήψεως, αντί της ορθής πεπατημένης, της ενδεδειγμένης κλήσης μου σε τακτική απολογία.»
Η συνήγορος του ιερέα, Ειρήνη Μαρούπα μετά την απόφαση για την προφυλάκισή του, δήλωσε:
«Η Δικαιοσύνη οφείλει να αποδίδεται με βάση τις αποδείξεις, όχι με το συναίσθημα. Τα αντικειμενικά στοιχεία της δικογραφίας, αποδεικνύουν ότι ο βιασμός της καταγγέλλουσας ανήλικης, με συνουσία κατά φύσει και παρά φύσει, επανειλλημένως, δεν συνέβησαν ποτέ.
Ιδίως η ιατροδικαστική εξέταση αποκλείει τον βιασμό καθώς δεν υφίσταται διάρρηξη του παρθενικού υμένα.
Ο ποινικός κώδικας και η ποινική δικονομία ισχύουν για όλους τους κατηγορούμενους και όλα τα αδικήματα.
Ο Πατήρ Στέφανος δεν είναι ύποπτος φυγής, ούτε επικίνδυνος τέλεσης νέων αδικημάτων. Το αποδεικνύει αυτό, το χρονικό διάστημα των 2 ετών από την φερόμενη διάπραξη των αδικημάτων, και οι 3 μήνες από την καταγγελία των αδικημάτων στην ΓΑΔΑ . Εξάλλου, δεν συνελήφθη επ´ αυτοφώρω. Έπρεπε να αφεθεί ελεύθερος μέχρι το δικαστήριο. Αυτό είναι το δίκαιο, το νόμιμο, το σωστό για την συγκεκριμένη υπόθεση.».