Νοσταλγία με την ταινιοθήκη της ΕΡΤ 3 : «Μοντέρνοι Καιροί » του Τσάρλι Τσάπλιν
του Γιάννη Ν. Γκακίδη
Είναι δύσκολο να γράψει κανείς για μια ταινία που τη θεωρεί από τις καλύτερες της ιστορίας του σινεμά. Είναι ακόμη δυσκολότερο να γράψει κανείς για τον Τσάρλι Τσάπλιν. Το σινεμά κατά τεκμήριο καταγράφει την εποχή του και δύσκολα μπορεί μια ταινία να έχει διαχρονική αξία και επικαιρότητα. Όταν λοιπόν ο Τσάπλιν έφτιαξε τους «Μοντέρνους Καιρούς» δεν γνωρίζω αν είχε και προφητική διάθεση. Νομίζω πως, κανένας μέχρι σήμερα δεν έχει καταγράψει το ζοφερό παρόν μας, η ζοφερότητα του οποίου έχει συχνά-πυκνά το άλλοθι της τεχνολογικής εξέλιξης, τουλάχιστον εφάμιλλα με τον Τσάπλιν.
Στις μέρες μας η τεχνολογία αποκαλείται ψηφιακή.
Με τους «Μοντέρνους Καιρούς» έδειξε σε όλους πως, δεν είναι μόνο μαέστρος του βωβού κινηματογράφου, αλλά γνωρίζει να αξιοποιεί το επίτευγμα του ήχου με τον καλύτερο τρόπο. Δεν βρίσκω καλύτερο κοινωνικό και πολιτικό σχολιαστή στο σινεμά με τόση συμπύκνωση και ταυτόχρονα με το χάρισμα της «ανάλαφρης» θέασης. Βλέπεται από τους πάντες, από παιδιά μέχρι γέρους, από «πρωτόγονους» μέχρι διανοούμενους. Καυστικός όσο δεν γίνεται, αποδομητικός, υπονομευτικός και πάντα τόσο γλυκός και γοητευτικός ο τσαπλινικός αλητάκος. Δε νομίζω πως έχει κανείς αμφιβολία ότι, οι ταινίες του όπως και οι «Μοντέρνοι Καιροί» αποδομούν τον μύθο του αμερικάνικου ονείρου, υπονομεύουν τη βιτρίνα του καπιταλιστικού συστήματος. Γι’ αυτό φυσικά και δεν έγινε ποτέ αποδεκτός από το αμερικάνικο σύστημα. Όποιος δεν έχει δει την ταινία αυτή έχει χρέος απέναντι στον εαυτό του να την δει και όποιος την έχει δει, αισθάνεται την ανάγκη να την ξαναδεί. Σήμερα είναι πιο επίκαιρη από το 1936.
Το σύστημα αφού έχει σκοτώσει έναν πατέρα, μεταφορικά και κυριολεκτικά, δια της ανεργίας και της κρατικής βίας, με περισσή υποκρισία θέλει να προσφέρει θαλπωρή στα ορφανά. Και ενώ η μεγαλύτερη κόρη αγγίζει το αμερικάνικο θαύμα δια της συγκυρίας, έρχεται ο ίδιος ο μηχανισμός να τις γκρεμίσει ακόμη και την όποια πιθανότητα για μια καλύτερη ζωή. Και το όνειρο τόσο της κοπέλας, όσο και του γνωστού αλητάκου που υποδύεται ο Τσάπλιν, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα πιάτο φαγητό ένα χορτάτο στομάχι. Πόσο επίκαιρο είναι, τόσο για την παρούσα οικονομική κατάσταση, όσο για το ιδεολογικό πλαίσιο που κινείται σήμερα ο σύγχρονος άνθρωπος, τον καταναλωτισμό.
Τα σκάγια του Τσάπλιν παίρνουν και τον θεσμό της εκκλησίας για την υποκριτική της στάση, που αρκείται στην υποτιθέμενη απαλλακτική των ευθυνών της «φιλανθρωπία» και πνευματική υποστήριξη. Όσο για την ελευθερία που τόσα έχουν γραφτεί, έρχεται σε δεύτερη μοίρα και ενίοτε είναι και αδιάφορη, για κάποιον που πεινάει. Στην καταγραφή του Τσάπλιν δεν είναι μόνο στο στόχαστρο ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η χρήση και κατάχρηση της τεχνολογίας, αλλά και το απάνθρωπο πλαίσιο εργασίας και ζωής που δημιουργεί. Κατασκευάζεται μηχανή αυτόματης σίτισης, ώστε μην χρειάζεται διάλειμμα για γεύμα ο εργαζόμενος. Φοβερή ιδέα. Στόχος όλων των προσπαθειών είναι μόνο το κέρδος και αυτό που δίνει νόημα στη ζωή, οι ανθρώπινες σχέσεις παραγκωνίζονται και αξαφανίζονται. Βλέπεται καμιά διαφορά με το σήμερα; Ευτυχώς κατά την άποψη του Τσάπλιν υπάρχει ελπίδα διαφυγής και για τούτο βάζει τους δύο ήρωές του να έχουν αποδράσει στο τέλος. Εκτός των άλλων ο Τσάπλιν έγραφε και την μουσική των ταινιών του. Και εδώ συνοδεύουν καταπληκτικά το οπτικό υλικό του. Ο υπονομευτή και αποδομητής της μυθολογίας του αμερικάνικου ονείρου είναι κοντά μας δια της τεχνολογίας. Έχει και τα καλά της η τεχνολογία, αρκεί να είναι λογικός και ουμανιστής ο χρήστης.