Σήμερα η εκλογή Μέρκελ στο αξίωμα της καγκελαρίου της Γερμανίας, για 4η φορά
Στις 10:00 (ώρα Ελλάδος) θα πραγματοποιηθεί στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο η επίσημη επανεκλογή της 'Αγγελα Μέρκελ στην θέση της Καγκελαρίου για τέταρτη φορά. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του διευθυντή της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματός της (CDU) Μίχαελ Γκρόσερ-Μπρέμερ, η εκλογή της θα επιτευχθεί με άνεση, από την πρώτη ψηφοφορία.
Εφόσον η κυρία Μέρκελ εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία (355 ψήφους επί συνόλου 709 βουλευτών) στην πρώτη προσπάθεια, ο ομοσπονδιακός Πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ θα την ανακηρύξει Καγκελάριο.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα, στις 13:00 (ώρα Ελλάδος) θα ορκιστεί ενώπιον του Κοινοβουλίου και θα ακολουθήσει η ορκωμοσία των νέων υπουργών. Μέχρι τώρα όλοι οι Καγκελάριοι της Ομοσπονδιακής Γερμανίας έχουν εκλεγεί, έστω και οριακά όπως ο Κόνραντ Αντενάουερ, από την πρώτη ψηφοφορία.
Τα κόμματα της συγκυβέρνησης (CDU, CSU, SPD) καταλαμβάνουν συνολικά 399 έδρες και ο κ. Γκρόσε-Μπρέμερ θεωρεί ότι η κυρία Μέρκελ μπορεί να εκλεγεί χωρίς απολύτως καμία διαρροή, προειδοποιεί ωστόσο να μην γίνουν εικασίες, καθώς η ψήφος είναι μυστική και η στήριξη στην κυρία Μέρκελ ενδέχεται να μην προέλθει αποκλειστικά από τους βουλευτές των κομμάτων του «μεγάλου συνασπισμού». Σύμφωνα με τον ίδιο, η πρώτη συνεδρίαση του νέου υπουργικού συμβουλίου αναμένεται να γίνει αύριο στις 18:00 (ώρα Ελλάδος). Την επόμενη Τετάρτη η Καγκελάριος θα μιλήσει στην Ολομέλεια της Βουλής.
Στους 35 ανέρχεται ο αριθμός των κοινοβουλευτικών υφυπουργών στη νέα κυβέρνηση
Εκτός από την Καγκελάριο και τους 15 υπουργούς, στη νέα γερμανική κυβέρνηση θα υπηρετούν από σήμερα και 35 υφυπουργοί -δύο περισσότεροι από ό,τι στο απερχόμενο σχήμα- τα ονόματα των οποίων διέρρευσαν χθες βράδυ στον γερμανικό Τύπο. Ανάμεσά τους είναι παλιοί γνώριμοι, όπως ο Χανς Γιοάχιμ Φούχτελ, ο Μίχαελ Ροτ ή ο Τόμας Ράχελ.
Ο κ. Φούχτελ μετακινείται από το υπουργείο Οικονομικής Συνεργασίας στο υπουργείο Αγροτικής Οικονομίας, ενώ ο κ. Ροτ παραμένει στο υπουργείο Εξωτερικών, αρμόδιος για τις Ευρωπαϊκές Υποθέσεις, υπό τον Χάικο Μάας, όπως και ο κ. Ράχελ στο υπουργείο Παιδείας και Έρευνας υπό την Άνια Κάρλιτσεκ.
Μεταξύ των νέων προσώπων που αναλαμβάνουν θέση υφυπουργού είναι ο μέχρι πρότινος Γενικός Γραμματέας του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) Πέτερ Τάουμπερ, ο οποίος επανέρχεται έπειτα από ένα διάστημα απουσίας για λόγους υγείας και τοποθετείται στο υπουργείο Άμυνας, υπό την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αλλά και η Μισέλ Μιντεφέρινγκ, σύζυγος του πρώην Προέδρου του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) Φραντς Μιντεφέρινγκ, η οποία θα γίνει υφυπουργός Εξωτερικών, με αρμοδιότητα την πολιτιστική διπλωματία. Στην κυβέρνηση παραμένει ο Μίχαελ Μάιστερ, μέχρι τώρα υφυπουργός Οικονομικών, ο οποίος μετακινείται στο υπουργείο Παιδείας και Έρευνας.
Το μοναδικό νέο υφυπουργείο αφορά την Ψηφιακή Πολιτική και υπάγεται απευθείας στην Καγκελαρία. Θα το αναλάβει η Ντοροτέ Μπερ, στέλεχος των βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), η υφυπουργός Συγκοινωνιών στην απερχόμενη κυβέρνηση.
Σύμφωνα με την Westdeutsche Zeitung, οι «κοινοβουλευτικοί» υφυπουργοί, όπως ονομάζονται, αφού είναι και βουλευτές, αμείβονται με περίπου 20.000 ευρώ μηνιαίως, καθώς λαμβάνουν 12.000 μισθό, 5.000 από την μισή βουλευτική αποζημίωση και 3.000 ευρώ (αφορολόγητα) για τα έξοδά τους. Σύμφωνα με την εφημερίδα, καθένας από αυτούς κοστίζει στον γερμανό φορολογούμενο περίπου 500.000 ετησίως, γεγονός το οποίο επικρίνει αυστηρά ο πρόεδρος της Ένωσης Φορολογουμένων, Ράινερ Χολτσνάγκελ: «Έχουμε το μεγαλύτερο και ακριβότερο Κοινοβούλιο, έχουμε πίσω μας την πιο μακρά περίοδο σχηματισμού κυβέρνησης, έχουμε μια προγραμματική συμφωνία με ρεκόρ στα έξοδα -- και τώρα πρέπει οι πολίτες να χρηματοδοτήσουν και την μεγαλύτερη μέχρι σήμερα ομάδα κοινοβουλευτικών υφυπουργών. Ένας σε κάθε υπουργείο θα ήταν αρκετός. Με τέτοια κυβέρνηση θα ενισχυθεί περαιτέρω η δυσαρέσκεια για τους πολιτικούς», δηλώνει στην WZ.
Στο γερμανικό πολιτικό σύστημα οι κοινοβουλευτικοί υφυπουργοί εντάχθηκαν το 1967. Τα καθήκοντά τους αφορούν αποκλειστικά την εκπροσώπηση των υπουργών τους όπου δεν μπορούν να παρευρεθούν οι ίδιοι και δεν αναλαμβάνουν κάποια ευθύνη στο εσωτερικό των υπουργείων τους. Την ευθύνη για τους διάφορους τομείς κάθε υπουργικού χαρτοφυλακίου αναλαμβάνουν υφυπουργοί - δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι είναι επίσης περίπου 30.
Εφόσον η κυρία Μέρκελ εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία (355 ψήφους επί συνόλου 709 βουλευτών) στην πρώτη προσπάθεια, ο ομοσπονδιακός Πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ θα την ανακηρύξει Καγκελάριο.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα, στις 13:00 (ώρα Ελλάδος) θα ορκιστεί ενώπιον του Κοινοβουλίου και θα ακολουθήσει η ορκωμοσία των νέων υπουργών. Μέχρι τώρα όλοι οι Καγκελάριοι της Ομοσπονδιακής Γερμανίας έχουν εκλεγεί, έστω και οριακά όπως ο Κόνραντ Αντενάουερ, από την πρώτη ψηφοφορία.
Τα κόμματα της συγκυβέρνησης (CDU, CSU, SPD) καταλαμβάνουν συνολικά 399 έδρες και ο κ. Γκρόσε-Μπρέμερ θεωρεί ότι η κυρία Μέρκελ μπορεί να εκλεγεί χωρίς απολύτως καμία διαρροή, προειδοποιεί ωστόσο να μην γίνουν εικασίες, καθώς η ψήφος είναι μυστική και η στήριξη στην κυρία Μέρκελ ενδέχεται να μην προέλθει αποκλειστικά από τους βουλευτές των κομμάτων του «μεγάλου συνασπισμού». Σύμφωνα με τον ίδιο, η πρώτη συνεδρίαση του νέου υπουργικού συμβουλίου αναμένεται να γίνει αύριο στις 18:00 (ώρα Ελλάδος). Την επόμενη Τετάρτη η Καγκελάριος θα μιλήσει στην Ολομέλεια της Βουλής.
Στους 35 ανέρχεται ο αριθμός των κοινοβουλευτικών υφυπουργών στη νέα κυβέρνηση
Εκτός από την Καγκελάριο και τους 15 υπουργούς, στη νέα γερμανική κυβέρνηση θα υπηρετούν από σήμερα και 35 υφυπουργοί -δύο περισσότεροι από ό,τι στο απερχόμενο σχήμα- τα ονόματα των οποίων διέρρευσαν χθες βράδυ στον γερμανικό Τύπο. Ανάμεσά τους είναι παλιοί γνώριμοι, όπως ο Χανς Γιοάχιμ Φούχτελ, ο Μίχαελ Ροτ ή ο Τόμας Ράχελ.
Ο κ. Φούχτελ μετακινείται από το υπουργείο Οικονομικής Συνεργασίας στο υπουργείο Αγροτικής Οικονομίας, ενώ ο κ. Ροτ παραμένει στο υπουργείο Εξωτερικών, αρμόδιος για τις Ευρωπαϊκές Υποθέσεις, υπό τον Χάικο Μάας, όπως και ο κ. Ράχελ στο υπουργείο Παιδείας και Έρευνας υπό την Άνια Κάρλιτσεκ.
Μεταξύ των νέων προσώπων που αναλαμβάνουν θέση υφυπουργού είναι ο μέχρι πρότινος Γενικός Γραμματέας του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) Πέτερ Τάουμπερ, ο οποίος επανέρχεται έπειτα από ένα διάστημα απουσίας για λόγους υγείας και τοποθετείται στο υπουργείο Άμυνας, υπό την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αλλά και η Μισέλ Μιντεφέρινγκ, σύζυγος του πρώην Προέδρου του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) Φραντς Μιντεφέρινγκ, η οποία θα γίνει υφυπουργός Εξωτερικών, με αρμοδιότητα την πολιτιστική διπλωματία. Στην κυβέρνηση παραμένει ο Μίχαελ Μάιστερ, μέχρι τώρα υφυπουργός Οικονομικών, ο οποίος μετακινείται στο υπουργείο Παιδείας και Έρευνας.
Το μοναδικό νέο υφυπουργείο αφορά την Ψηφιακή Πολιτική και υπάγεται απευθείας στην Καγκελαρία. Θα το αναλάβει η Ντοροτέ Μπερ, στέλεχος των βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), η υφυπουργός Συγκοινωνιών στην απερχόμενη κυβέρνηση.
Σύμφωνα με την Westdeutsche Zeitung, οι «κοινοβουλευτικοί» υφυπουργοί, όπως ονομάζονται, αφού είναι και βουλευτές, αμείβονται με περίπου 20.000 ευρώ μηνιαίως, καθώς λαμβάνουν 12.000 μισθό, 5.000 από την μισή βουλευτική αποζημίωση και 3.000 ευρώ (αφορολόγητα) για τα έξοδά τους. Σύμφωνα με την εφημερίδα, καθένας από αυτούς κοστίζει στον γερμανό φορολογούμενο περίπου 500.000 ετησίως, γεγονός το οποίο επικρίνει αυστηρά ο πρόεδρος της Ένωσης Φορολογουμένων, Ράινερ Χολτσνάγκελ: «Έχουμε το μεγαλύτερο και ακριβότερο Κοινοβούλιο, έχουμε πίσω μας την πιο μακρά περίοδο σχηματισμού κυβέρνησης, έχουμε μια προγραμματική συμφωνία με ρεκόρ στα έξοδα -- και τώρα πρέπει οι πολίτες να χρηματοδοτήσουν και την μεγαλύτερη μέχρι σήμερα ομάδα κοινοβουλευτικών υφυπουργών. Ένας σε κάθε υπουργείο θα ήταν αρκετός. Με τέτοια κυβέρνηση θα ενισχυθεί περαιτέρω η δυσαρέσκεια για τους πολιτικούς», δηλώνει στην WZ.
Στο γερμανικό πολιτικό σύστημα οι κοινοβουλευτικοί υφυπουργοί εντάχθηκαν το 1967. Τα καθήκοντά τους αφορούν αποκλειστικά την εκπροσώπηση των υπουργών τους όπου δεν μπορούν να παρευρεθούν οι ίδιοι και δεν αναλαμβάνουν κάποια ευθύνη στο εσωτερικό των υπουργείων τους. Την ευθύνη για τους διάφορους τομείς κάθε υπουργικού χαρτοφυλακίου αναλαμβάνουν υφυπουργοί - δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι είναι επίσης περίπου 30.