25 Γενάρη: Ο πρόλογος του αύριο για τη νεολαία της χώρας!
του Γιάννη Τόλιου, υποψήφιου βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ στη Β' Αθηνών.
Οι νέοι και οι νέες μιας χώρας δεν αποτελούν απλώς μια ηλικιακή κατηγορία – αποτελούν τον πρόλογο σε μια ιστορία που διαδραματίζεται στο μέλλον. Με αυτή την έννοια, όταν η σημερινή νέα γενιά γίνει στο μέλλον η κύρια παραγωγική ομάδα, θα ξεκινήσει τον εργασιακό της βίο, το επίπεδο διαβίωσης της, αλλά και τους αγώνες της από το σημείο που θα ολοκληρωθεί η έκβαση των πραγμάτων στο παρόν.
Υπό αυτό το πρίσμα, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: αν η σημερινή νέα γενιά παραλάβει στο μέλλον τα πράγματα ως έχουν, αν οι συσχετισμοί ανάμεσα στις δυνάμεις της εργασίας και στην ολιγαρχία μείνει ανέγγιχτη, αν – με λίγα λόγια – το «Μνημόνιο» παραμείνει, τότε θα ξεκινήσει με πολύ συγκεκριμένους όρους να γράφει το τότε παρόν της.
Ήδη από την αρχή του Μνημονίου, ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε δύο ξεκάθαρες τοποθετήσεις.
Η πρώτη τοποθέτηση, εν μέσω σύγχυσης και παραπληροφόρησης για το Μνημόνιο,ήταν ότι «υποθηκεύεται το μέλλον του ελληνικού λαού», οτί τα μέτρα αυτά δεν είναι μόνο για αυτή τη γενιά εργαζομένων, αλλά και για τις επόμενες. Για να διαμορφώσουν μια νέα εργατική τάξη, με νέα συνείδηση, νέο πολιτισμικό ορίζοντα και νέες κοινωνικές σχέσεις.
Όλα αυτά συνιστούν ένα πρότυπο ανθρώπου: φοβισμένου, άτολμου, υποταγμένου, ατομικιστή και εν τέλει, αλλοτριωμένου. Ένας τέτοιος νέος άνθρωπος δεν θα είναι απλώς το προϊόν μιας μάχης ενάντια σε αυτή την εξέλιξη που δε δόθηκε στο σήμερα, αλλά είναι και απολύτως άκακος και προβλέψιμος, μαθημένος στη μοιρολατρία.
Ο Μαρξ θεωρούσε «πραγματικό πλούτο» την ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας των ανθρώπων, «την καθολικότητα των ατομικών αναγκών, των ικανοτήτων, των απολαύσεων, των παραγωγικών του δυνάμεων, κα». Και οι πλούσιοι άνθρωποι παράγονται μέσα από την «επαναστατική πρακτική» - πολύ απλά, μέσα από τους αγώνες τους – και όχι απλά περιμένοντας το καλύτερο ως «μάννα εξ ουρανού».
Οι κυβερνήσεις του Μνημονίου έδειξαν με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο ότι δεν θέλουν τους νέους και τις νέες. Θέλουν να τους ποινικοποιήσουν με διάφορους τρόπους, να θάψουν τα όνειρα τους, να τους ταπεινώσουν και να τους ανακατασκευάσουν στα μέτρα τους – ή να τους αναγκάσουν να φύγουν από τη χώρα, όπως εκατοντάδες χιλιάδες στη δεκαετία του '50.
Χαρακτηριστικότερος όλων όμως ήταν ο αποκλεισμός 100.000 18άρηδων από τους εκλογικούς καταλόγους, ο οποίος, ξέχωρα από τα όποια – χαμηλά – διαδικαστικά εμπόδια, ήταν συνειδητή πολιτική επιλογή της κυβέρνησης.
Η μόνη απάντηση σε αυτό το σκάνδαλο που μπορεί να δοθεί άμεσα ως ελάχιστο δείγμα αλληλεγγύης από τους μεγαλύτερους προς τους νέους και από τους νέους προς τους ακόμα νεότερους 18άρηδες που δε θα ψηφίσουν, είναι η ψήφος ελπίδας στον ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως, δεν πρέπει να σταματήσει κανείς εκεί. Ακόμα και την περίοδο μετά από τις 26 Γενάρη, την αντιλαμβανόμαστε ως περίοδο «αγώνα» - διεκδικήσεων, ανατροπών και οράματος. Ως τον πρώτο κεφάλαιο του «αύριο»...
Ανήκω στη «γενιά του Πολυτεχνείου». Μια γενιά πολύπαθη, αγωνιστική, αλλά ακόμα και δυσφημισμένη από την πολιτική συμπεριφορά ορισμένων μελών της. Αυτούς ξεχάστε τους, έχουν ήδη περιθωριοποιηθεί.
Για όσους, όμως, μείναμε πιστοί σε ριζοσπαστικές ιδέες και οράματα τότε, πριν και μετά, οι αγώνες μας μπορεί να βρουν δικαίωση, μόνο αν μετά τις εκλογές καταφέρουμε, έστω και σε μεγαλύτερη ηλικία, να δώσουμε ένα καλύτερο μέλλον για τη νεολαία - για εκείνο το κομμάτι που η υπόλοιπη κοινωνία βλέπει τον εαυτό της ως αντανάκλαση στο μέλλον...
Αν, λοιπόν, θέλουμε να ελπίζουμε πως η ιστορία της σημερινής νεολαίας θα είναι η ιστορία των «πλούσιων ανθρώπων» στο αύριο και το πρώτο κεφάλαιο του θα γράφεται από τις 26/1 και έπειτα, τότε ο πρόλογος του πρέπει να γραφτεί όσο πιο καταφατικά γίνεται από σήμερα – ή σωστότερα, από τις 25 Γενάρη...
Να μη λείψει κανείς και καμιά!