Ένα πινέλο για το «ΜΑΥΡΟ»
του Τέλλου Φίλη
Εικόνα: Νένα Καζαντζίδου
Τώρα που τελείωσε το «μαύρο» της ΕΡΤ και φίλοι γιορτάζουν ή αισθάνονται δικαιωμένοι για την επιμονή τους σε αξίες που δεν εξαργυρώνει η εποχή, βρίσκω την ευκαιρία να καταθέσω το παρακάτω e-mail που παρέλαβα πριν μέρες από ένα νέο κορίτσι που θα ήθελε να μη κοινοποιηθεί το όνομά του για ευνόητους λόγους.
Όμως η ιστορία της έχει μια παράλληλη δράση με αυτή των εργαζομένων στην ΕΡΤ3 και πιστεύω ότι αξίζει τον κόπο να δημοσιευτεί.
Τον λόγο θα τον καταλάβετε, ή μάλλον θα τον αισθανθείτε μόλις διαβάσετε το ανώνυμο e-mail που ακολουθεί:
“Δε γνωριζόμασταν πολύ καλά τότε. Μόνο λίγες έξοδοι με κοινούς φίλους είχαν προηγηθεί. Έπρεπε να «πέσει μαύρο» για να συνειδητοποιήσουμε και οι δυο πόσο κατά της αδικίας ήμασταν. Συναντιόμασταν καθημερινά, όχι μόνοι μας, μαζί με δυο-τρία άλλα φιλικά πρόσωπα συνήθως. Το σπίτι σου ήταν δυο στενά πιο κάτω. Εγώ κατέβαινα από την άλλη άκρη της πόλης. «Η ισχύς εν τη ενώσει», σκεφτόμουν. Ούτε οι εξετάσεις στον Όμηρο, ούτε οι φρονιμίτες θα με σταματήσουν. Πρέπει να κατέβω. Όλοι έπρεπε να κατέβουμε. Μπορούσαν να γίνουν θαύματα, αν ήμασταν όλοι, λέγαμε.
Χαιρόμασταν που βλέπαμε συνομηλίκους. Αφού υπάρχουν ακόμα άνθρωποι της ηλικίας μας που σκέφτονται έτσι, δεν μπορεί, θα τον αλλάξουμε, μωρέ, τον κόσμο, έλεγες.
Πρωινά, μεσημέρια, απογεύματα -τα βράδια εγώ έφευγα- τα περάσαμε εκεί. Η σύνθεση της παρέας κάθε μέρα ήταν διαφορετική, αλλά εγώ κι εσύ σταθεροί. Ένα μεσημέρι μας έκανες το τραπέζι (θυμάμαι ακόμα την εντύπωση που μου έκανε η τακτοποιημένη βιβλιοθήκη σου). Ένα απόγευμα μας έπιασε και βροχή, είχαμε γίνει μούσκεμα. Είχαμε βρει και μια σκυλίτσα που μας ακολουθούσε συνέχεια και της είχαμε δώσει όνομα. Μιλήσαμε για τους εαυτούς μας και τις συνήθειές μας. Πήραμε μέρος στις πορείες κρατώντας λουλούδι. Ήσυχα, αθόρυβα, χωρίς να παίρνουμε από κάποιον εντολή παρά από την ίδια την αποστροφή μας για την αδικία, τη βαθιά επίγνωση ότι η συμμετοχή μας είναι μια τίμια διεκδίκηση του μέλλοντος που μας ανήκει. Δεν το θέλαμε το μαύρο.
Οι μέρες πέρασαν. Η Λεωφόρος Στρατού άδειασε. Το μαύρο νίκησε και εξαπλώθηκε και συνέχισε να εξαπλώνεται, στο καλοκαίρι, στα σπίτια, στις καρδιές και στις συνειδήσεις των ανθρώπων, παντού. Ακόμα και τώρα υπάρχουν εστίες μαύρου. Ακόμα και τώρα, δυο καλοκαίρια μετά. Το χρώμα μερικώς μόνο αποκαταστάθηκε. Ακόμα έχουμε δουλειά. «Έχουμε», γενικά, οι άνθρωποι της γενιάς μας, όχι ειδικά, εγώ κι εσύ πια. Αν η σημερινή μέρα θεωρηθεί γιορτή ή δικαίωση δεν ξέρω, ξέρω μόνο ότι εγώ κι εσύ θα τη «γιορτάσουμε» ξεχωριστά.
Αν αυτή η μάχη κερδήθηκε, είναι γιατί εγώ κι εσύ, έστω και για λίγο, σ’ αυτόν τον κόσμο αγαπηθήκαμε. Αυτό να θυμάσαι. Και ας με συγχωρήσουν κάποιοι κύριοι με τα πλακάτ και κάποιοι άλλοι με τα κοστούμια. Γιορτάζουμε, αγάπη μου, έναν αγώνα που δικαιώθηκε. Έχουμε, βέβαια, έναν κόσμο να αλλάξουμε, μην το ξεχνάς. Πρέπει να φύγουν κι άλλα μαύρα. Δε θα σταματήσουμε εδώ. Δεν κλαίω πια. Και ούτε εσύ να κλαις. Θα είμαστε χωριστά, αλλά θα δίνουμε πινέλα στους ανθρώπους για να διώχνουν το μαύρο."
Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2015
N.B.
πηγή : parallaximag.gr
Εικόνα: Νένα Καζαντζίδου
Τώρα που τελείωσε το «μαύρο» της ΕΡΤ και φίλοι γιορτάζουν ή αισθάνονται δικαιωμένοι για την επιμονή τους σε αξίες που δεν εξαργυρώνει η εποχή, βρίσκω την ευκαιρία να καταθέσω το παρακάτω e-mail που παρέλαβα πριν μέρες από ένα νέο κορίτσι που θα ήθελε να μη κοινοποιηθεί το όνομά του για ευνόητους λόγους.
Όμως η ιστορία της έχει μια παράλληλη δράση με αυτή των εργαζομένων στην ΕΡΤ3 και πιστεύω ότι αξίζει τον κόπο να δημοσιευτεί.
Τον λόγο θα τον καταλάβετε, ή μάλλον θα τον αισθανθείτε μόλις διαβάσετε το ανώνυμο e-mail που ακολουθεί:
“Δε γνωριζόμασταν πολύ καλά τότε. Μόνο λίγες έξοδοι με κοινούς φίλους είχαν προηγηθεί. Έπρεπε να «πέσει μαύρο» για να συνειδητοποιήσουμε και οι δυο πόσο κατά της αδικίας ήμασταν. Συναντιόμασταν καθημερινά, όχι μόνοι μας, μαζί με δυο-τρία άλλα φιλικά πρόσωπα συνήθως. Το σπίτι σου ήταν δυο στενά πιο κάτω. Εγώ κατέβαινα από την άλλη άκρη της πόλης. «Η ισχύς εν τη ενώσει», σκεφτόμουν. Ούτε οι εξετάσεις στον Όμηρο, ούτε οι φρονιμίτες θα με σταματήσουν. Πρέπει να κατέβω. Όλοι έπρεπε να κατέβουμε. Μπορούσαν να γίνουν θαύματα, αν ήμασταν όλοι, λέγαμε.
Χαιρόμασταν που βλέπαμε συνομηλίκους. Αφού υπάρχουν ακόμα άνθρωποι της ηλικίας μας που σκέφτονται έτσι, δεν μπορεί, θα τον αλλάξουμε, μωρέ, τον κόσμο, έλεγες.
Πρωινά, μεσημέρια, απογεύματα -τα βράδια εγώ έφευγα- τα περάσαμε εκεί. Η σύνθεση της παρέας κάθε μέρα ήταν διαφορετική, αλλά εγώ κι εσύ σταθεροί. Ένα μεσημέρι μας έκανες το τραπέζι (θυμάμαι ακόμα την εντύπωση που μου έκανε η τακτοποιημένη βιβλιοθήκη σου). Ένα απόγευμα μας έπιασε και βροχή, είχαμε γίνει μούσκεμα. Είχαμε βρει και μια σκυλίτσα που μας ακολουθούσε συνέχεια και της είχαμε δώσει όνομα. Μιλήσαμε για τους εαυτούς μας και τις συνήθειές μας. Πήραμε μέρος στις πορείες κρατώντας λουλούδι. Ήσυχα, αθόρυβα, χωρίς να παίρνουμε από κάποιον εντολή παρά από την ίδια την αποστροφή μας για την αδικία, τη βαθιά επίγνωση ότι η συμμετοχή μας είναι μια τίμια διεκδίκηση του μέλλοντος που μας ανήκει. Δεν το θέλαμε το μαύρο.
Οι μέρες πέρασαν. Η Λεωφόρος Στρατού άδειασε. Το μαύρο νίκησε και εξαπλώθηκε και συνέχισε να εξαπλώνεται, στο καλοκαίρι, στα σπίτια, στις καρδιές και στις συνειδήσεις των ανθρώπων, παντού. Ακόμα και τώρα υπάρχουν εστίες μαύρου. Ακόμα και τώρα, δυο καλοκαίρια μετά. Το χρώμα μερικώς μόνο αποκαταστάθηκε. Ακόμα έχουμε δουλειά. «Έχουμε», γενικά, οι άνθρωποι της γενιάς μας, όχι ειδικά, εγώ κι εσύ πια. Αν η σημερινή μέρα θεωρηθεί γιορτή ή δικαίωση δεν ξέρω, ξέρω μόνο ότι εγώ κι εσύ θα τη «γιορτάσουμε» ξεχωριστά.
Αν αυτή η μάχη κερδήθηκε, είναι γιατί εγώ κι εσύ, έστω και για λίγο, σ’ αυτόν τον κόσμο αγαπηθήκαμε. Αυτό να θυμάσαι. Και ας με συγχωρήσουν κάποιοι κύριοι με τα πλακάτ και κάποιοι άλλοι με τα κοστούμια. Γιορτάζουμε, αγάπη μου, έναν αγώνα που δικαιώθηκε. Έχουμε, βέβαια, έναν κόσμο να αλλάξουμε, μην το ξεχνάς. Πρέπει να φύγουν κι άλλα μαύρα. Δε θα σταματήσουμε εδώ. Δεν κλαίω πια. Και ούτε εσύ να κλαις. Θα είμαστε χωριστά, αλλά θα δίνουμε πινέλα στους ανθρώπους για να διώχνουν το μαύρο."
Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2015
N.B.
πηγή : parallaximag.gr