Από το τρίκυκλο του Γκοτζαμάνη στο φορτηγό του Τραμπούκαρου
του Θωμά Σίδερη
Το σιωπηρό consensus αστυνομίας και τραμπούκων
Ανάμεσα στις αστυνομικές αρχές και σε κάθε λογής κοπής ανθρωπόμορφα φασιστοειδή υπήρχαν ανέκαθεν ισχυροί δίαυλοι επικοινωνίας, όχι κατ’ ανάγκην υπόγειοι και μυστικοί.
Τα όργανα της τάξης απολαμβάνουν τη δράση των τραμπούκων, είναι γι’ αυτούς ένα τζάμπα λαϊκό θέαμα. Ταυτόχρονα, εκτελούν κατά γράμμα τις άνωθεν εντολές από φανερούς και κρυφούς εντολοδόχους: «Δεν πειράζετε ούτε τρίχα απ’ το κεφάλι τους».
Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’50, οι άνδρες της αστυνομίας έμαθαν να υποχωρούν διακριτικά στα μετόπισθεν, να παρακολουθούν τους τραμπουκισμούς με παρρησία και παροιμιώδη υπομονή, να επιδοκιμάζουν και να χαμογελούν κρυφά κάτω από το πηλήκιο και, τέλος, ανήγαγαν σε θεωρία τη «μη επεμβατική μέθοδο» όταν οι τραμπούκοι σκοτώνουν, χειροδικούν, απειλούν ή προπηλακίζουν.
Οι τραμπούκοι είναι τα πρωτότοκα –από άποψης προνομίων- και αναγνωρισμένα παιδιά του ελληνικού κράτους, εφόσον –αποδεδειγμένα- αυτό υποκαθίσταται συχνά πυκνά από το παρακράτος. Αν η αστυνομία είναι το ελαφρύ πυροβολικό, τα φασιστοειδή είναι οι πεζικάριοι. Είναι αυτοί που βάζουν πλάτη: στρώνουν με νάρκες το Βοτανικό και το Πέραμα, δημιουργούν «ζώνες θανάτου» στη Νίκαια και στον Άγιο Παντελεήμονα και σκάβουν αναχώματα για να προστατέψουν το παρακράτος που υπηρετούν.
Οι τραμπούκοι δεν είναι το παρακράτος, είναι το εργαλείο του. Όταν το σύστημα δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί από το κράτος, γυρίζει το διακόπτη στο παρακράτος. Τα όργανα της τάξης υπηρετούν το σύστημα, ανεξάρτητα από το σε ποια μεριά είναι γυρισμένος ο διακόπτης. Συνεπώς, οι τραμπούκοι είναι δομικό στοιχείο του αστικού κράτους και το παρακράτος δεν πρέπει να θεωρείται κακοήθης εξαλλαγή ή ύποπτο μόρφωμα: είναι απλώς η φυσική του προέκταση.
Όταν το αστικό κράτος νόμιζε ότι απειλήθηκε από το πλήθος των προσφύγων του ’22 και του ‘23, τους εξώθησε σε απομονωμένες περιοχές, μακριά από τον κοινωνικό και οικονομικό ιστό των πόλεων. Στην καρδιά του προσφυγικού συνοικισμού της Δραπετσώνας, με τις ξύλινες παράγκες και τα πισσόχαρτα, εγκαθίστανται σχεδόν ταυτόχρονα ο αστυνομικός σταθμός και οι τραμπούκοι που εκφοβίζουν τους πρόσφυγες και λειτουργούν ως αυτόκλητοι διαμεσολαβητές για την εξεύρεση μιας θέσης εργασίας στα εργοστάσια της περιοχής.
Ο αστυνομικός διευθυντής του Πειραιά είναι ο κύριος συνεκμεταλλευτής των Βούρλων, του μεγαλύτερου οίκου ανοχής του Μεσοπολέμου. Την ίδια ώρα, περιμετρικά του μαντρότοιχου, τριγυρνούν ανενόχλητοι οι ψευτόμαγκες, που δεν είναι άλλοι από τους τραμπούκους της εποχής. Είναι η εποχή που στις φτωχογειτονιές και στις παραγκουπόλεις διαμορφώνεται μια ενιαία εργατική συνείδηση. Αυτό που συνδέει τους ανθρώπους δεν είναι πια μόνο η κοινή καταγωγή, είναι πολύ περισσότερο η εκμετάλλευση από τα αφεντικά.
Αμέσως μετά τον Εμφύλιο, το παρακράτος και οι τραμπούκοι του –σε αντίθεση με το επίσημο κράτος- δείχνει πανέτοιμο να ενώσει εκ νέου τα θραύσματα του συστημικού παζλ. Ο κύκλος του αίματος εκείνης της περιόδου θ’ ανοίξει το 1948 με τη δολοφονία του αμερικανού δημοσιογράφου Τζόρτζ Πολκ και, συμπτωματικά, θα κλείσει στην ίδια πόλη το 1963 με τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη.
«Καλώ τον υπουργό Βορείου Ελλάδος, το νομάρχη, τον εισαγγελέα, το στρατηγό Χωροφυλακής Μήτσου, το διευθυντή της Αστυνομίας και το διοικητή Ασφαλείας να προστατεύσουν τη συγκέντρωση και τη ζωή μου» λέει ο Λαμπράκης στο συγκεντρωμένο πλήθος, στην αίθουσα του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος, Βενιζέλου και Ερμού γωνία.
Η ομιλία τελειώνει και η αστυνομία τον διαβεβαιώνει ότι δε διατρέχει κανέναν απολύτως κίνδυνο. Την ίδια ώρα εγκλωβίζει τον κόσμο στο κτίριο και απομονώνει τον Λαμπράκη στο δρόμο.
Το τρίκυκλο ξεπηδά μέσα από τις τάξεις της αστυνομίας και των τραμπούκων που πραγματοποιούν αντισυγκέντρωση στο απέναντι πεζοδρόμιο με ιδεολογικό καθοδηγητή τον «κομμουνιστοφάγο» Γεώργιο Γεωργαλά. Στο μηχανάκι επιβαίνουν δύο ταυτοποιημένα μέλη παρακρατικών οργανώσεων και χαφιέδων της Ασφάλειας.
Ο Σπύρος Γκοτζαμάνης ήταν γνωστός για τους τραμπουκισμούς του και είχε καταδικαστεί πολλές φορές για ξυλοδαρμούς. Επίσης συμμετείχε στην παρακρατική οργάνωση του γερμανοτσολιά Ξ. Γιοσμά. Ο Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης ήταν καταδικασμένος για βιασμό, παιδεραστία και κλοπή. Πριν από μερικές μέρες τον είχαν προσλάβει ως έκτακτο χωροφύλακα στην υποδοχή του Γάλλου Προέδρου Σαρλ Ντε Γκολ.
Στη δίκη, ο Εμμανουηλίδης θα υποστηρίξει ότι όταν το τρίκυκλο προσεγγίζει τον Λαμπράκη, εκείνος είναι ήδη χτυπημένος και πεσμένος στο έδαφος. Το 1988, σε μια συνέντευξη που δίνει στο Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων αναφέρει μεταξύ άλλων: «Όλοι όσοι μπλέχτηκαν στην υπόθεση Λαμπράκη από τους αστυνομικούς και τους ανθρώπους του παρακράτους, σήμερα είναι με βίλες, με περιουσίες και πολλά λεφτά. Όποιος ανακατεύτηκε με αυτή την ιστορία και γνώριζε πρόσωπα και πράγματα, τον βοήθησαν για να του κλείσουνε το στόμα. Αντίθετα όσοι δεν γνώριζαν και τυχαία μπλέχτηκαν, όπως εγώ, δεν γύρισαν να μας δουν. Σπόρια πουλούσα στην παραλία και με κυνηγούσαν».
Από τον Αντώναρο στον… Τραμπούκαρο
Το ίδιο βράδυ, λίγο πριν από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, τα φασιστοειδή προπηλακίζουν άγρια τον Γ. Τσαρουχά, βουλευτή της ΕΔΑ, καθώς κατευθύνεται στον τόπο της συγκέντρωσης. Ο Τσαρουχάς τραυματίζεται και παραλαμβάνεται από ασθενοφόρο. Οι τραμπούκοι όμως εμποδίζουν το ασθενοφόρο να φύγει, βγάζουν έξω τον βουλευτή και συνεχίζουν να τον χτυπούν με μανία. Ο Τσαρουχάς θα μεταφερθεί αναίσθητος από περαστικούς στο νοσοκομείο. Ο Αντώναρος Πιτσώκος (γνωστό φασιστοειδές που συμμετείχε σε οργανωμένες συμμορίες που χτυπούσαν διαδηλωτές) θα κατηγορηθεί για τον άγριο ξυλοδαρμό του, αλλά θα αθωωθεί πανηγυρικά από τις δικαστικές αρχές.
Πενήντα χρόνια αργότερα, τα εγχώρια και διεθνή μίντια ασχολούνται με ένα άλλο φασιστοειδές συγκριτικού βαθμού. Με έκπληξη μωρής παρθένας και αιδώ καλόγριας του Αλμοδόβαρ αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν ένας βουλευτής του ελληνικού κοινοβουλίου να φωνάζει έξω από ένα θέατρο «μαλάκες ηθοποιοί του κώλου… πουτανάκι έρχεται η ώρα σου… γαμημένες αλβανικές κωλοτρυπίδες».
Η αστυνομία συχνά παρατάσσεται στην ίδια όχθη με τα φασιστοειδή. Η απενοχοποίηση του εργαλείου έγινε με συνοπτικές διαδικασίες. Η νομιμοποιητική διαδικασία πέρασε μέσα από δύο εκλογικές αναμετρήσεις για να καταλήξει αδιαμφισβήτητη και ασφαλής στο νησί των τηλε–Φαιάκων.
Η ανοχή ή κρυπταποδοχή –έστω και μερίδας- του τηλεοπτικού και αναγνωστικού κοινού στις δουλειές που κλήθηκε να φέρει σε πέρας το εργαλείο, λειτούργησε με τη λογική του πολλαπλασιαστή: ακόμα και ο γάμος του Τραμπούκαρου έπαιξε θέμα γκόσιπ.
Την ίδια στιγμή όμως και το παρακράτος δεν ψυχανεμίζεται με τη συλλογή θραυσμάτων εθνικής συνείδησης. Ξέρει τη δύναμή του, αναγνωρίζει τη δυναμική του και δηλώνει έτοιμο να ανακατέψει την τράπουλα για λογαριασμό του συστήματος.
Το τρίκυκλο του μεταφορέα Γκοτζαμάνη δεν είχε καμιά επιπλέον τύχη. Σκουριασμένο θα κατέληγε σε κάποια χωματερή της ΚΥΠ ή της CIA. Το φορτηγό όμως του Τραμπούκαρου δε δρομολογήθηκε για να εκτελεί μεταφορές από και προς την Τρίπολη. Το φορτηγό του Τραμπούκαρου έχει δημόσιο λόγο και, κυρίως, δημόσια εικόνα. Η Ελλάδα του 2015 είναι η Ελλάδα του 1963 σε χάι ντεφινίτιον αναμετάδοση.
Η εκλογική άνοδος της Χρυσής Αυγής στα λαϊκά στρώματα ήταν εν πολλοίς προβλέψιμη. Τα φασιστοειδή λειτουργούν ακριβώς όπως οι σφήκες: είναι οι αποδομητές της νεκρής ύλης και του νεκρού χρόνου. Μένει να αποδειχθεί ότι δεν είναι και του νεκρού μέλλοντος.
Πηγή: treno