Δίκη Χ.Α.: «Ζούμε από θαύμα» κατέθεσε ο Σωτήρης Πουλικόγιαννης
Συνεχίστηκε σήμερα η δίκη της Χρυσής Αυγής σε δεύτερο βαθμό με τις καταθέσεις των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ που χτυπήθηκαν ένα βράδυ του Σεπτέμβρη του 2013 από τα νεοναζιστικά τάγματα εφόδου την ώρα που πραγματοποιούσαν παρέμβαση για το επερχόμενο φεστιβάλ της ΚΝΕ.
«Ζούμε από θαύμα. Αν με είχε βρει το καρφί, αν δεν έπεφταν οι άλλοι από πάνω μου, μου προκαλεί τρόμο τι εξέλιξη θα είχε στη σωματική μου ακεραιότητα», είπε στην κατάθεση του ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, ο πρόεδρος του Συνδικάτου Μετάλλου, και μέλος του ΠΑΜΕ Σωτήρης Πουλικόγιαννης, στη δίκη της Χρυσής Αυγής σε δεύτερο βαθμό.
Στο δικαστήριο πάντα παρούσα η Μάγδα Φύσσα, να δίνει στην πρώτη γραμμή τη μάχη ενάντια στους νεοναζί.
Στη δικαστική αίθουσα βρέθηκε σήμερα και ο πρωτόδικα καταδικασμένος για διεύθυνση της εγκληματικής νεοναζιστικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή, Γιάννης Λαγός.
Ο μάρτυρας περιέγραψε την επίθεση που δέχτηκε εκείνος και οι σύντροφοι του στο Πέραμα, από το οργανωμένο τάγμα εφόδου της Χρυσής Αυγής, τον Σεπτέμβριο του 2013, λίγες ημέρες πριν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
«Θέλαμε να κάνουμε μια εξόρμηση όλες οι ομάδες του Πειραιά για να προπαγανδίσουμε το φεστιβάλ ΚΝΕ που θα γινόταν την επόμενη εβδομάδα. Εμείς είχαμε ραντεβού στο τέρμα του Περάματος. Ξεκινήσαμε γύρω στις 11, γύρω στις 12 είχαμε φτάσει το καρνάγιο Παπίλα, το φανάρι Βενιζέλου που κατεβαίνει από τη Λ. Ειρήνης, κι έχει ένα στενάκι που λέγεται Νηρέως, ακριβώς από πάνω είναι και το ΑΤ Περάματος. Όταν λοιπόν σταματήσαμε εκεί, και ξαφνικά το σημείο, που είναι και λίγο σκοτεινότερο, από τα δύο στενά εμφανίζονται δύο ομάδες των 25 ατόμων, άλλοι με κράνη, άλλοι χωρίς, κρατούσαν κάποια στειλιάρια, δεν ήταν απλά ξύλα, κάποιος είχε ασχοληθεί πολλή ώρα, με ένα αυτοσχέδιο πράγμα πάνω στην άκρη του, που είχε κάτι σαν καρφί, σαν λάμα που εξείχε, πτυσσόμενα γκλοπ σαν της αστυνομίας, κάποιοι πιο νεαροί κρατούσαν πέτρες», κατέθεσε ο μάρτυρας και πρόσθεσε ότι «αμέσως συγκεντρωθήκαμε κοντά και γύρω από τα αυτοκίνητα μας. Αυτοί βγαίνοντας φώναζαν "πού είναι ο Πουλικόγιαννης;" και έφτιαξαν ένα ημικύκλιο μη αφήνοντας περιθώριο διαφυγής, εγκλωβίζοντάς μας. Βγήκα μπροστά προσπαθώντας να κερδίσω χρόνο και, όπως κοίταγα, μπροστά μου αριστερά ήταν ο Πανταζής, τον αναγνώρισα μετά, λίγο πιο μπροστά από τους υπόλοιπους και ο Χατζηδάκης αριστερά».
Ο ίδιος έκανε λόγο για μια ομάδα που αποτελούνταν από ανθρώπους που ήταν εκπαιδευμένοι και πολύ οργανωμένοι.
«Πέρα από το πόσο εκπαιδευμένοι και προετοιμασμένοι ήταν, με αγορασμένα υλικά, με έτοιμα τα στειλιάρια, δε τα βρήκαν στο δρόμο, χαρακτηριστικό της οργάνωσής τους ήταν ότι μια ομάδα από αυτούς είχε κόψει την κίνηση. Δεν είχε καθόλου κόσμο και, όταν έφυγαν, συνέχισε η κίνηση, είναι ένας δρόμος με συνεχή ροή, ακόμα κι εκείνη την ώρα. Έχω διαβάσει μετά και για όλες τις άλλες επιθέσεις, έχουν όλες κοινά χαρακτηριστικά. Μείναμε με το στόμα ανοιχτό για το πόσο οργανωμένα και εκπαιδευμένα λειτούργησαν. Με όλο το σεβασμό, αυτό που βίωσα εκεί, εγώ και κάποιοι άλλοι, ζούμε από θαύμα. Αν με είχε βρει το καρφί, αν δεν έπεφταν οι άλλοι από πάνω μου, μου προκαλεί τρόμο τι εξέλιξη θα είχε στη σωματική μου ακεραιότητα. Η βιαιότητα και βλέποντας μετά τα αυτοκίνητα, χτυπημένα σαν να είχαν δεχτεί πυροβολισμούς, σκεφτόμουν τι θα είχε γίνει αν είχα δεχτεί εγώ το χτύπημα αυτό», συμπλήρωσε ο μάρτυρας.
Αναφερόμενος στις δυνάμεις της ΕΛΑΣ που ήταν στο σημείο και απαντώντας σε ερωτήσεις της εισαγγελέα της έδρας ο μάρτυρας έκανε λόγο για απάθεια.
Εισαγγελέας: Οι αστυνομικοί είδαν την επίθεση; Είχαν εικόνα ότι είχε κλείσει ο δρόμος;
Μάρτυρας: Είχαν πλήρη εικόνα της επίθεσης οι τέσσερις άνδρες της ΔΙΑΣ, και οι άλλοι που ήρθαν μετά έδειξαν μια απάθεια. Αυτά τα περιστατικά που έχουμε δει και σε άλλες περιπτώσεις είναι αυτή η αίσθηση ατιμωρησίας, ότι «είμαστε κράτος εν κράτει, δε θα μας κάνει κανείς τίποτα».
Εισαγγελέας: Εσείς αιμορραγήσατε;
Μάρτυρας: Πολύ.
Εισαγγελέας: Η εικόνα σας, προκαλούσε δέος στους γύρω σας;
Μάρτυρας: Ναι, και από τις περιγραφές των συντρόφων μου αυτό κατάλαβα.
Ο Σ. Πουλικόγιαννης μετά από ερωτήσεις της έδρας αναφέρθηκε στη δράση της Χρυσής Αυγής, η οποία όπως είπε, λειτουργούσε μόνο τη νύχτα ως γνήσιο ναζιστικό μόρφωμα, ενώ όπως είπε δέχτηκε απειλές κατά τη διεξαγωγή της δίκης σε πρώτο βαθμό.
Πρόεδρος: Σας απείλησαν στη δίκη;
Μάρτυρας: Όταν ερχόμουν στο πρωτόδικο, ο Κυριτσόπουλος μου είπε απ' έξω «κάτσε να τελειώσουν όλα αυτά και θα δεις».
Πρόεδρος: Το ΠΑΜΕ είχε συγκρουστεί ποτέ με τη Χρυσή Αυγή;
Μάρτυρας: Δεν είχε τύχει να βρεθούμε μέρα, επειδή η δράση μας είναι μέρα, οι άλλοι, ως γνήσιο ναζιστικό μόρφωμα, λειτουργούσαν νύχτα.
Ειδική μνεία έκανε ο μάρτυρας και για τον Παύλο Φύσσα, τον οποίο γνώριζε προσωπικά τόσο τον ίδιο όσο και την οικογένεια του.
Πρόεδρος: Τον Φύσσα τον γνωρίζατε;
Μάρτυρας: Ναι, είχαμε μια γνωριμία, στη συνδικαλιστκή μου δραστηριότητα γνώρισα και τον πατέρα του που δούλευε στη Ζώνη.
Πρόεδρος: Ο Παύλος Φύσσας δούλευε στη Ζώνη;
Μάρτυρας: Ναι, την περίοδο 2007- 2008 που είχε πολλή δουλειά, τον είχε φέρει ο πατέρας του. Ο πατέρας του συμμετείχε, ερχόταν σε συνελεύσεις, κινητοποιήσεις.
Πρόεδρος: Την ημέρα που έγινε το συμβάν εσείς ενημερωθήκατε;
Μάρτυρας: Η δολοφονία εννοείτε. Το μαχαίρωμα. Δέχθηκα ένα μήνυμα από άγνωστο νούμερο αργά το βράδυ, «νεκρός στην Τσαλδάρη, μάλλον Έλληνας, πάμε εκεί». Κάλεσα το νούμερο αυτό και τελικά ήταν ένας συνάδελφος, στην αρχή φοβήθηκα ότι ήταν μήνυμα - δόλωμα. Μένω 7 λεπτά από το σημείο της δολοφονίας, στα Ταμπούρια, πήγα, βρήκα πολλούς γνωστούς, μου λέγανε το όνομα και δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ποιος είναι. Πήγα στο νοσοκομείο είδα την κυρία Μάγδα, είδα τον μαστρο-Τάκη τον πατέρα του, ήρθε και με αγκάλιασε μου είπε «Σωτηράκη μου φάγαν το παιδί» και τότε κατάλαβα ποιος ήταν. Πήγα μέσα, βρήκα ένα γιατρό, τον ρώτησα, μου είπε «δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα, ήταν επαγγελματικό χτύπημα, ή είχε εκπαιδευτεί αυτός που το έκανε, ή το έχει ξανακάνει».