Ά. Παπαρρούσου: Την τετραετία που πέρασε η ΕΛΑΣ είχε το δικαίωμα να κάνει ό,τι θέλει

Για την κατάχρηση της αστυνομικής βίας την τετραετία που πέρασε αλλά και τι μπορεί να σημαίνει για την κοινωνία και το λαϊκό κίνημα μια ενδεχόμενη δεύτερη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μίλησε, μεταξύ άλλων, σε συνέντευξή της στην «Αυγή» και τον Κώστα Παπαντωνίου η δικηγόρος Άννυ Παπαρρούσου.

Αναφερόμενη στο ζήτημα της αστυνομικής βίας, η μαχητική δικηγόρος τόνισε: «Αυτή η τετραετία ήταν το δόγμα ”Έχω το δικαίωμα να κάνω ό,τι θέλω. Κι αυτό που θέλω είναι να σε σαπίσω στο ξύλο”», προσθέτωντας σε σχέση με το αύριο:«Οταν έχεις ήδη ασκήσει τέτοια καταστολή στον κόσμο, η οποία πλέον έχει γίνει ανεξέλεγκτη, σε ποιο σημείο θα πας; Δεν γίνεται πια τίποτε άλλο. Το οτιδήποτε άλλο γίνει θα είναι δικτατορικού τύπου παρεμβάσεις στην κοινωνία. Από την κοινωνία όμως εξαρτάται πόσο ανεξέλεγκτα θα γίνουν τα πράγματα».

Συνάμα, σχολιάζοντας το αποτέλεσμα των εκλογών, με το σοκ που αυτό έχει προκαλέσει σε μερίδα κόσμου όπως διαφάνηκε από τα κοινωνικά δίκτυα, η Άννυ Παπαρρούσου δήλωσε: «Αυτό ήταν κάτι που κανείς δεν είχε προβλέψει. Καλούμενοι τώρα να το αναλύσουμε, θα πρέπει να δούμε και ιστορικά τι έχει συμβεί, να ανατρέξουμε σε άλλες περιόδους αρκετά κοντινές, να δούμε τι έχει αλλάξει στην κοινωνία»

«Νομίζω πως πολύ μεγάλο ρόλο για το αποτέλεσμα αυτό έχει παίξει και η απόφαση του Μητσοτάκη να συγκεντρώσει τα ΜΜΕ στα χέρια του.Υπάρχει ένα φιλτράρισμα των ειδήσεων και διαμορφώνεται ένα πολιτικό πλαίσιο το οποίο ευνοεί την κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι σαφές», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.

Η ίδια, αναλύοντας ιστορικά τη συγκυρία παραμένει αισιόδοξη, σχολιάζοντας: «Η ασφυκτική πίεση πολύ συχνά -μην πω και πάντα- οδηγεί σε κοινωνικές αντιστάσεις και αντιδράσεις, οι οποίες -το έχουμε δει- καταλήγουν πολλές φορές και σε νικηφόρους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες.»


Ολόκληρη η συνέντευξη
Στο μαζικό κύμα παραίτησης, το οποίο εκφράστηκε μετά το αποτέλεσμα των εκλογών κυρίως μέσα από αναρτήσεις που, μεταξύ σοβαρού και αστείου, έκαναν λόγο για μετανάστευση, εσείς απαντήσατε με μια προτροπή για αγωνιστικότητα.

Ναι, αντέδρασα αυθόρμητα. Βλέποντας εκείνο το βράδυ τις φωτογραφίες των διαβατηρίων και τα «φεύγουμε» και γενικά μια κατήφεια. Η οποία συνεχίζει ακόμα, και παρατηρώ ότι έχει επηρεαστεί πάρα πολύ ο κόσμος, τουλάχιστον στον δικό μου κύκλο στα social media. Έχει εμπλακεί σε συζητήσεις με επιθετικότητα. Δηλαδή έχει γίνει μια πολύ περίεργη διαμόρφωση αυτής της μαζικής αντίληψης για το τι έγινε. Προς διάφορες κατευθύνσεις. Βλέπω ότι υπάρχει δηλαδή ένα χάσιμο. Δεν επικεντρώνονται οι άνθρωποι σ’ αυτό που έχουν ενδεχομένως να χειριστούν κι αυτό που έρχεται.


Τι θα πρέπει να κάνουμε λέτε;

Καταρχήν, πρέπει να αναλύσουμε το φαινόμενο ιστορικά. Αν είχαμε αυτό το αποτέλεσμα, η Ιστορία κάτι θέλει να πει. Το να προβάλλεις το ατομικό έτσι, και λίγο για πλάκα, αλλά και για να εξωτερικεύσεις τη δυσθυμία σου με βάση το αποτέλεσμα, δεν νομίζω πως μπορεί να οδηγήσει σε μια λογική ανάλυση των πολιτικών δεδομένων και σε μια συστρατεύση σε σχέση με το τι θέλει να κάνει από δω και στο εξής η κοινωνία.

Η Ιστορία, όπως μας χτύπησε την πόρτα αυτή τη φορά, ήταν με ένα συμβάν το οποίο δεν είχαν προβλέψει πολλοί. Και τώρα, που καλούνται να το αναλύσουν, ακόμη βλέπω ότι δεν έχουν βρει το γιατί. Πώς έγινε αυτό. Γιατί σε μια τετραετία τόσο κακής διακυβέρνησης, με τόσα σκάνδαλα, με τα Τέμπη, με δολοφονίες, με αστυνομική βία, με φτώχεια, πλειστηριασμούς, ό,τι μπορεί κανείς να θυμηθεί απ’ όλα αυτά, γιατί ο κόσμος δεν αντέδρασε να αλλάξει την τύχη του; Πώς τα δέχτηκε όλα αυτά και δεν μετουσίωσε μια δυσαρέσκεια σε μια αρνητική ψήφο; Αυτό ήταν κάτι που κανείς δεν είχε προβλέψει. Καλούμενοι τώρα να το αναλύσουμε, θα πρέπει να δούμε και ιστορικά τι έχει συμβεί, να ανατρέξουμε σε άλλες περιόδους αρκετά κοντινές, δέκα-δεκαπέντε χρόνια πριν, να δούμε τι έχει αλλάξει στην κοινωνία. Νομίζω όμως πως πολύ μεγάλο ρόλο για το αποτέλεσμα αυτό έχει παίξει και η απόφαση του Μητσοτάκη να συγκεντρώσει τα ΜΜΕ στα χέρια του.

Υπάρχει ένα φιλτράρισμα των ειδήσεων και διαμορφώνεται ένα πολιτικό πλαίσιο το οποίο ευνοεί την κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι σαφές. Αυτό λοιπόν πέρασε πολύ στον κόσμο. Το επικοινωνιακό κομμάτι ήταν κάτι το οποίο δεν αναζήτησε κανείς. Έπρεπε να υπάρχει κι ένας άλλος πόλος. Δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχει δυνατότητα να έχεις καθαρές ειδήσεις, οι οποίες δεν θα είναι φιλτραρισμένες και δεν θα αποσκοπούν στο να φτιαχτεί ένα κυβερνητικό προφίλ. Στο κάτω-κάτω της γραφής, αυτό είναι και βαθιά αντιδημοκρατικό. Αλλοιώνεις δηλαδή στην ουσία το πολίτευμα, διαμορφώνεις ένα εσφαλμένο, ένα ψευδές πολιτικό σκηνικό, το οποίο τελικά οι πολίτες φαίνεται ότι το αποδέχτηκαν.

Ο κόσμος φοβάται πως η συνθήκη θα γίνει ακόμη πιο ασφυκτική. Και πως η παρουσία του στον δρόμο θα έρθει αντιμέτωπη με ακόμη μεγαλύτερη βία. Τι είναι εκείνο που σας κάνει να πιστεύετε ότι οι αντιστάσεις με κάποιον τρόπο θα τα καταφέρουν και τώρα;

Εδώ ακριβώς είναι που έρχεται η Ιστορία και μοιράζεται τα διδάγματά της. Η ασφυκτική πίεση πολύ συχνά -μην πω και πάντα- οδηγεί σε κοινωνικές αντιστάσεις και αντιδράσεις, οι οποίες -το έχουμε δει- καταλήγουν πολλές φορές και σε νικηφόρους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες. Γιατί η εξουσία ασκείται στο όνομα του λαού. Γνωρίζουν οι κυβερνώντες πολύ καλά τη δυναμική που μπορεί να έχει ο λαός. Παριστάνουν πως δεν το ξέρουν, αλλά το γνωρίζουν πάρα πολύ καλά.

Υπάρχει κάποια εικόνα από τους αγώνες που δόθηκαν την τετραετία που πέρασε η οποία να σας αποτυπώθηκε περισσότερο;

Καταρχήν, το φοιτητικό κίνημα, το οποίο ξαναβγήκε πολύ σθεναρά στο προσκήνιο και έδωσε τεράστιους αγώνες για την πανεπιστημιακή αστυνομία και συνολικά. Και δεν μπορώ να υποτιμήσω βέβαια την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, την αναρχία, που πραγματικά βλέπουμε ότι απαντούν ή προσπαθούν να απαντήσουν με όποιον τρόπο έχουν στα ζητήματα που τίθενται.

Και, από την ανάποδη, υπάρχει κάποια συμπεριφορά των οργάνων της τάξης που συνέβη μπροστά σας και ξεπέρασε κάθε όριο;

Ναι, βέβαια. Σε σημείο που και εγώ όπως και πολλοί δικηγόροι ακόμη αναγκαστήκαμε να κατεβαίνουμε σε πορείες ακριβώς για να αποτρέπουμε με την παρουσία μας όχι απλώς τον ξυλοδαρμό, αλλά κάτι παραπάνω, την καταχρηστική αστυνομική βία. Ως ένα σημείο, κάποιες φορές το καταφέραμε. Τι να πω για τις πορείες κατά την απεργία πείνας του Κουφοντίνα, που μπαίναμε ανάμεσα στους αστυνομικούς και λέγαμε «Τι έκανε; Γιατί τον χτυπάτε;». Αυτή η τετραετία ήταν το δόγμα «Έχω το δικαίωμα να κάνω ό,τι θέλω. Κι αυτό που θέλω είναι να σε σαπίσω στο ξύλο» ας πούμε.

Κατά την άποψή σας, ωστόσο, και ως ένας άνθρωπος που έχει βρεθεί πολλές φορές πλάι σ’ εκείνον που δέχτηκε στο κορμί του τη βία, τι σημαίνει μια δεύτερη διακυβέρνηση με ακόμη πιο ισχυρή Δεξιά; Θα δούμε όντως πολιτικές μεγαλύτερου αυταρχισμού και σκηνές με ΜΑΤ πιο ανεξέλεγκτα από ποτέ;

Οταν έχεις ήδη ασκήσει τέτοια καταστολή στον κόσμο, η οποία πλέον έχει γίνει ανεξέλεγκτη, σε ποιο σημείο θα πας; Δεν γίνεται πια τίποτε άλλο. Το οτιδήποτε άλλο γίνει θα είναι δικτατορικού τύπου παρεμβάσεις στην κοινωνία. Από την κοινωνία όμως εξαρτάται πόσο ανεξέλεγκτα θα γίνουν τα πράγματα.

Μια πολιτική που εφαρμόστηκε πιο ενεργά στον δρόμο τα τελευταία χρόνια ήταν η απαγόρευση να γίνονται πορείες από μικρότερα πλήθη διαδηλωτών με την κατάληψη όλου του δρόμου. Σε μια περίοδο που το κίνημα θα προσπαθήσει να βρει πάλι τα πατήματά του και άρα ο κόσμος θα είναι λίγος, πώς μπορούν οι διεκδικήσεις να κερδίσουν την ορατότητά τους χωρίς να ανοίξουν κεφάλια;

Από τη στιγμή που έχει θεσπιστεί αυτό το νομικό καθεστώς, ναι, η υπέρβασή του πολλές φορές έχει ήδη οδηγήσει σε άνοιγμα κεφαλιών. Τώρα είναι άλλο το ζήτημα για ποιον λόγο έγινε αυτή η διευθέτηση. Πολλές φορές υπάρχει η επίκληση της μη διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής. Σε πάμπολλες περιπτώσεις αυτή η προϋπόθεση δεν ισχύει. Όλα αυτά ξεπερνιούνται αν υπάρχει πολύς κόσμος στον δρόμο. Εκεί το ερώτημα έχει την απάντησή του άμεσα.

Θέματα όπως η βία στον δρόμο, ακόμη και του μαζικού θανατικού στα Τέμπη, αφορούν τελικά μόνο τον κύκλο μας στα social media; Δεν αγγίζουν ευρύτερα τον κόσμο;

Ενα κομμάτι της κοινωνίας μπορεί να μην το αγγίζει. Ένα άλλο κομμάτι της κοινωνίας το επηρέασε όμως, και πάρα πολύ. Τώρα, το γιατί δεν μπόρεσε αυτό το κομμάτι που επηρεάστηκε από την άσκηση βίας να εκφραστεί με την ψήφο είναι μια συζήτηση με πολλές παραμέτρους. Από την άλλη, τα social media πράγματι δίνουν μια ψευδαίσθηση και διοχετεύουν έναν θυμό και αντιδράσεις, αλλά έτσι τις ξοδεύουν κιόλας. Αντί να υπάρχει μια αυτενέργεια, αντί να υπάρχει η φυσική παρουσία, η συνάντηση με τον άλλον, η συζήτηση, όλο αυτό γίνεται αποστειρωμένα και απολύτως ελεγχόμενα – βλέπω συνέχεια ότι «κατεβαίνουν» αναρτήσεις από το facebook, υπάρχει δηλαδή προσωπικό ελέγχου αναρτήσεων. Συνεπώς, έχεις και μια εκτόνωση η οποία κάνει ζημιά στην κοινωνική διεργασία, αλλά και έναν απόλυτο έλεγχο στο τι απλώς γράφεται. Όχι, δεν έχει καταργηθεί η κοινωνία υπό την έννοια της φυσικής της μορφής και ύπαρξης. Δεν έχει καταργηθεί, κι αυτό έχει φανεί πάρα πολλές φορές.

Μια κουβέντα ακόμα για μια εικόνα που μου έχει μείνει. Είναι από τη συγκέντρωση των καλλιτεχνών έξω από τα Προπύλαια, τα οποία τότε είχαν καταληφθεί. Και εσείς, ενώ βρισκόσασταν μακριά από την Αθήνα, ανταποκριθήκατε στο κάλεσμα αυτών των ανθρώπων για νομική βοήθεια και βρεθήκατε μεσάνυχτα στην πρώτη γραμμή. Αν πάμε πίσω τον χρόνο, αυτός ήταν ο λόγος που θέλατε να ακολουθήσετε αυτό το επάγγελμα;

Ναι, ναι, είναι σαφές αυτό. Δεν μπορώ να πω ότι μ’ αρέσει αυτό που κάνω, γιατί πάντα σε δυσάρεστα συμβάντα καλούμαι, αλλά τουλάχιστον αυτή η προοπτική, το κάτι να μπορέσεις κι εσύ να δώσεις, με κάποιον τρόπο να συμβάλεις και να βοηθήσεις τους ανθρώπους, είναι αυτό που μου δίνει μια εσωτερική ικανοποίηση.

Από την άλλη, φαντάζομαι ότι αυτή η στάση σάς στοχοποιεί ταυτόχρονα.

Ναι, αυτό ισχύει.

Η στοχοποίηση προέρχεται και από το ίδιο το κράτος;

Ξέρουν πια από τις δίκες ποια είμαι, αλλά δεν μπορώ να πω κάτι τέτοιο. Όμως από άλλα κέντρα ενδεχομένως ναι, υπάρχει στοχοποίηση. Για την ώρα, ωστόσο, δεν θα ήθελα να τα κατονομάσω.