Τα ελληνικά ΜΜΕ στην τελευταία θέση ως προς την αίσθηση ανεξαρτησίας, σύμφωνα με έρευνα

Την τελευταία θέση ανάμεσα σε 46 χώρες καταλαμβάνει η Ελλάδα ως προς την αίσθηση ανεξαρτησίας απέναντι στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, τόσο από πολιτικές όσο και από επιχειρηματικές επιρροές. Επίσης, η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών απαντά πως δεν τα εμπιστεύεται, σύμφωνα με τα όσα αποκαλύπτουν δεδομένα της ετήσιας Έκθεσης για την Ενημέρωση στο Διαδίκτυο (Digital News Report) του Ινστιτούτου Reuters για τη Μελέτη της Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.

Τα στοιχεία βασίζονται σε μια μεγάλη διαδικτυακή δημοσκόπηση δείγματος μεγαλύτερου των 2.000 ατόμων ανά χώρα και στην Ελλάδα ειδικότερα, το δείγμα ανήλθε στα 2.004 άτομα. H δημοσκόπηση διεκπεραιώθηκε από τα τέλη του Ιανουαρίου μέχρι τις αρχές Φεβρουαρίου του 2022. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου στην επικαιρότητα βρισκόταν η επικράτηση της μετάλλαξης Όμικρον, ενώ η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ξεκίνησε όταν η έρευνα είχε ήδη ολοκληρωθεί.

Η φετινή έκθεση έχει ως θέμα τον κυνισμό των Ελλήνων απέναντι στη δημοσιογραφία και τα μέσα ενημέρωσης καθώς και τους τρόπους με τους οποίους οι νεότεροι ηλικιακά χρήστες του διαδικτύου βρίσκουν και διαβάζουν ειδήσεις.

 

Reuters έρευνα ΜΜΕ
Reuters έρευνα ΜΜΕ

Συγκριτικά με άλλες χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα, η Ελλάδα βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα σχετικά με την εμπιστοσύνη που επιδεικνύουν οι χρήστες προς τις ειδήσεις, με το ποσοστό του 27% να λέει πως εμπιστεύεται «τις περισσότερες ειδήσεις τις περισσότερες φορές», εξηγεί ο ερευνητικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Reuters, Αντώνης Καλογερόπουλος.

Ακολουθεί με 26% οι ΗΠΑ, ενώ εξίσου χαμηλά ποσοστά με την Ελλάδα μοιράζονται η Ταιβάν και η Ουγγαρία. Αντίθετα, την υψηλότερη εμπιστοσύνη στις ειδήσεις εμφανίζουν οι Φινλανδοί με 69%, οι οποίοι παραδοσιακά εμπιστεύονται περισσότερο τους θεσμούς, οι Νοτιοαφρικανοί  με 61%, αλλά και μία χώρα του ευρωπαικού Νότου, η Πορτογαλία με επίσης 61%.

Η Ελλάδα μπορεί κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της πανδημίας να ανέβηκε σε ποσοστά, ωστόσο φέτος η εμπιστοσύνη έπεσε κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες.

Εάν στην εξίσωση μπει και ο πολιτικός προσανατολισμός των ερωτηθέντων, διαφαίνεται ότι τα τελευταία χρόνια η πολιτική πόλωση έχει επηρεάσει και τη σχέση των πολιτών με τα ΜΜΕ. Αν το δείγμα διαχωριστεί σε «αριστερούς», «κεντρώους» και «δεξιούς» με βάση το πώς προσδιορίζονται πολιτικά, φαίνεται πως ήδη από το 2016 υπήρχαν χαμηλά επίπεδα εμπιστοσύνης στις ειδήσεις και από τις τρεις ομάδες.

Το 2022 όμως οι διαφορές είναι μεγαλύτερες. Πιο συγκεκριμένα, ενώ ανάμεσα στους «αριστερούς» ερωτηθέντες υπήρχε μια μικρή πτώση (από 18%, σε 16%) παρατηρείται άνοδος της εμπιστοσύνης στους «κεντρώους» (από 22% στο 30%) και στους «δεξιούς» ερωτηθέντες (από 24% σε 42%).

«Έτσι οι 6 ποσοστιαίες μονάδες εμπιστοσύνης που χώριζαν αριστερούς και δεξιούς ερωτηθέντες το 2016, έγιναν 26 το 2022, αντανακλώντας την πολιτική αντιπαράθεση γύρω από τα ΜΜΕ μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης τα τελευταία χρόνια», σημειώνουν οι αναλυτές.

Κυνισμός απέναντι στα Ελληνικά ΜΜΕ

Η αίσθηση διαφάνειας πίσω από την παραγωγή των ειδήσεων είναι μια από τις παραμέτρους που επηρεάζει την εμπιστοσύνη στις ειδήσεις. Στη φετινή έκθεση συμπεριλήφθηκαν ερωτήσεις σχετικά με πιθανές αθέμιτες επιρροές στο περιεχόμενο των ΜΜΕ από πολιτικά ή επιχειρηματικά κέντρα εξουσίας.

Οι ερωτηθέντες κλήθηκαν να απαντήσουν σε κλειστές ερωτήσεις, αν συμφωνούν ή διαφωνούν, σχετικά με προτάσεις τύπου: «Τα ΜΜΕ στη χώρα μου είναι κατά κύριο λόγο ελεύθερα από αθέμιτες πολιτικές επιρροές» και «Τα ΜΜΕ στη χώρα μου είναι κατά κύριο λόγο ελεύθερα από αθέμιτες επιχειρηματικές επιρροές».

Αν και η πλειοψηφία των 46 χωρών δεν πιστεύει πως τα ΜΜΕ είναι κατά κύριο λόγο ελεύθερα από αθέμιτες επιρροές, στην Ελλάδα τα αποτελέσματα αυτής της αμφισβήτησης είναι εντυπωσιακά.

Μόλις το 7% και 8% του δείγματος πιστεύει, πως τα ΜΜΕ είναι ελεύθερα από αθέμιτες πολιτικές ή επιχειρηματικές επιρροές, αντίστοιχα. Αυτά τα ποσοστά κατατάσσουν την Ελλάδα στην τελευταία θέση των 46 χωρών, ενώ δεν παρατηρήθηκαν ιδιαίτερες διαφορές στα ποσοστά που καταγράφηκαν στη χώρα μας με βάση το φύλο, την ηλικία, το επίπεδο εκπαίδευσης ή τον πολιτικό προσανατολισμό των ερωτηθέντων. 

 

Reuters έρευνα ΜΜΕ
Reuters έρευνα ΜΜΕ

 

Reuters έρευνα ΜΜΕ
Reuters έρευνα ΜΜΕ

Η ενημέρωση του νεότερου κοινού

Οι ενημερωτικές συνήθειες των πολιτών έως 35 ετών, δείχνουν τουλάχιστον ανύπαρκτη την παρουσία του έντυπου τύπου και πολύ περιορισμένη την επιρροή της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου. Αυτό δικαιολογείται και από το γεγονός, ότι οι περισσότεροι χρήστες του διαδικτύου αυτής της ηλικίας απέκτησαν πρόσβαση στο διαδίκτυο ως ανήλικοι και δεν έχουν αναμνήσεις από το τοπίο της ενημέρωσης, πριν την έλευση του διαδικτύου.

Οι διαφορετικές ενημερωτικές συνήθειες με βάση την ηλικία είναι διακριτές, όταν εξετάζεται η κύρια πηγή ενημέρωσης των ερωτηθέντων διαφορετικών ηλικιών, είτε στο διαδίκτυο είτε εκτός διαδικτύου.

Αναλυτικά, οι ηλικίας κάτω των 35 επιλέγουν διαδικτυακές πηγές (74%) σε μεγαλύτερο βαθμό από τους ερωτηθέντες άνω των 35 (64%). Την «τηλεόραση» επιλέγει ως κύρια πηγή ενημέρωσης το 30% των άνω των 35 και μόλις το 18% των κάτω των 35, ενώ πολύ μικρά ποσοστά επιλέγουν το ραδιόφωνο και τον Τύπο ως την κύρια πηγή ενημέρωσής τους, ανεξαρτήτως ηλικίας. 

Στα μειωμένα κατά 7% ποσοστά της τηλεόρασης αντανακλάται η κούραση της περιόδου από την πανδημική περίοδο, ενώ δεδομένου ότι η έρευνα είχε ολοκληρωθεί πριν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν έχουν συνυπολογιστεί αυτά τα ποσοστά τηλεθέασης.

Να σημειωθεί πως, όπως παρατηρούν και οι αναλυτές, οι ηλικιακές διαφορές στην επιλογή διαδικτυακών πηγών και τηλεόρασης θα ήταν ακόμα μεγαλύτερες εάν στην έρευνα είχε συμπεριληφθεί και το ποσοστό των Ελλήνων που δεν έχουν σύνδεση στο διαδίκτυο, οι οποίοι είναι κατά κανόνα μεγαλύτερης ηλικίας.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι Έλληνες εξακολουθούν να μην πληρώνουν για ενημερωτικό περιεχόμενο με μόλις ένα ποσοστό 11% να δηλώνει ότι πληρώνει για την ηλεκτρονική του ενημέρωση.

Έτσι, ενώ οι ερωτηθέντες μεγαλύτερης ηλικίας είναι πιο πιθανό να βρίσκουν ειδήσεις στο διαδίκτυο πηγαίνοντας απευθείας στις ενημερωτικές ιστοσελίδες με το 24% των άνω των 35 να έχει αυτή τη συνήθεια, μόλις το 13% των νεότερων βρίσκει ειδήσεις με αυτό τον τρόπο. Οι νεότεροι χρήστες του διαδικτύου προτιμούν, είτε να «τους βρίσκουν» οι ειδήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατά 34%, έναντι 25% για τους άνω των 35, είτε να ψάχνουν για θέματα της επικαιρότητας σε μηχανές αναζήτησης (34% έναντι 26% αντίστοιχα).

Όπως έχουν καταδείξει και αντίστοιχες έρευνες, σε επίπεδο συσκευών τα τελευταία χρόνια η χρήση των έξυπνων κινητών τηλεφώνων για την ενημέρωση ξεπερνά αυτή των κλασικών υπολογιστών,
«Μάχη γενεών» και στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης

Παρά το γεγονός, ότι η πρωτοκαθεδρία του Facebook για ανάγνωση και σχολιασμό ειδήσεων δεν έχει χαθεί και στις δύο ηλικιακές ομάδες, φαίνεται να έχει κλονιστεί σημαντικά καθώς το ένα τρίτο (34%) των νεότερων σε ηλικία προτιμά να ενημερώνεται στο Instagram (έναντι του 18% ανάμεσα στους άνω των 35).

Από την άλλη οι μεγαλύτεροι σε ηλικία προτιμούν να ανταλλάσσουν συνδέσμους ειδήσεων ή να συζητούν την επικαιρότητα μέσω ανταλλαγής μηνυμάτων στο Viber.

Το κοινό των πολιτικών ειδήσεων

Σημαντικές είναι και οι διαφορές που παρατηρούνται ως προς το περιεχόμενο των ειδήσεων που επιλέγουν οι πολίτες των δύο ηλικιακών ομάδων.

Ειδικότερα, χαμηλότερο ενδιαφέρον για τα περισσότερα είδη ειδήσεων δείχνουν οι νεότεροι σε ηλικία. Για παράδειγμα, μόλις το 40% των νέων κάτω των 35 ενδιαφέρεται για τις πολιτικές ειδήσεις, το αντίστοιχο ποσοστό στους άνω των 35 είναι 63%. Οι διαφορές είναι πιο περιορισμένες για άλλα είδη ειδήσεων, για θέματα που σχετίζονται με την κοινωνική δικαιοσύνη, τις κοινωνικές ανισότητες ή το lifestyle.

«Οι νέοι και οι νέες στην Ελλάδα δείχνουν χαμηλότερο ενδιαφέρον για τις πολιτικές εξελίξεις και τις ειδήσεις που σχετίζονται με αυτές. Η σχέση τους με την ενημέρωση είναι πιο παθητική σε σχέση με τις μεγαλύτερες ηλικίες. Είναι πιο πιθανό να πιστεύουν πως οι ειδήσεις "θα τους βρουν" σε πλατφόρμες όπως το Facebook και το Instagram και μοιάζουν λιγότερο πρόθυμοι να τις αναζητήσουν ενεργά», υπογραμμίζουν οι αναλυτές.
Την ίδια στιγμή μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ή των μηχανών αναζήτησης οι νεότεροι χρήστες έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να διαβάσουν ειδήσεις από εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης ή προσωπικότητες του διαδικτύου. Όμως η ιεράρχηση των ειδήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις μηχανές αναζήτησης γίνεται από αλγόριθμους και όχι από δημοσιογράφους και αρχισυντάκτες/τριες και αυτό έχει συνέπειες στην ποιότητα της ενημέρωσης προειδοποιεί ο κ. Καλογερόπουλος.

«Όπως αποδεικνύεται, η αδιαμεσολάβητη ενημέρωση απευθείας από τις ενημερωτικές ιστοσελίδες σχετίζεται με καλύτερα επίπεδα ενημέρωσης για τις τρέχουσες εξελίξεις σε σχέση με τη "διαμεσολαβημένη" ενημέρωση μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό είναι πιθανόν να συμβαίνει λόγω της τεχνολογικής αρχιτεκτονικής των ΜΚΔ, που μπορεί να προκαλέσει αίσθηση κορεσμού από τις πολλές και ποικίλες πληροφορίες που συνυπάρχουν σε πλατφόρμες όπως τo Facebook» καταλήγει.