RNA: «Αθάνατα» μόρια ανακαλύφθηκαν στον εγκέφαλο

RNA: «Αθάνατα» μόρια ανακαλύφθηκαν στον εγκέφαλο

Κυριακή, 14/04/2024 - 16:12

Βαγγέλης Πρατικάκης

Ένας βασικός κανόνας της Βιοχημείας δείχνει να καταρρίπτεται μετά την ανακάλυψη μορίων RNA που διατηρούνται για μια ζωή στον εγκέφαλο του ποντικού, πιθανότατα και του ανθρώπου.

Το «αθάνατο» RNA, λένε οι ερευνητές που το ανακάλυψαν, φαίνεται πως φρενάρει τη γήρανση των νευρώνων και ίσως προσφέρει νέα δεδομένα για την αντιμετώπιση εκφυλιστικών νόσων όπως η Αλτσχάιμερ.

Στο ανθρώπινο σώμα, λίγα πράγματα μένουν σταθερά στην πορεία του χρόνου. Βιομόρια αποδομούνται και ανακυκλώνονται, τα κύτταρα πολλαπλασιάζονται και οι ιστοί ανανεώνονται συνεχώς.

Η τεχνητή μείωση των μορίων αυτών οδήγησε σε χρωμοσωμικές ανωμαλίες και γονιδιωματική αστάθεια

Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις, όπως τα περισσότερα κύτταρα της καρδιάς, του παγκρέατος και του νευρικού συστήματος, τα οποία διατηρούνται κυριολεκτικά για μια ζωή.

Η ανθεκτικότητα αυτών των κυττάρων στη γήρανση δεν έχει μόνο ακαδημαϊκό ενδιαφέρον, καθώς τα νευροεκφυλιστικά νοσήματα όπως οι νόσοι του Πάρκινσον και του Αλτσχάιμερ δεν αποκλείονται να συνδέονται με αστοχίες αυτού του μηχανισμού άμυνας.

Νευρώνας από τον ιππόκαμπο του εγκεφάλου. Σε αντίθεση με άλλα κύτταρα του ανθρώπινου σώματος, τα περισσότερα νευρικά κύτταρα δεν διαιρούνται (Wikimedia Commons)

Εφ’ όρου ζωής

Η νέα μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στο κορυφαίο επιστημονικό περιοδικό Science, υποδεικνύει ότι κάποια μόρια RNA που εντοπίζονται στον πυρήνα των κυττάρων επιζούν στους νευρώνες και ορισμένα βλαστοκύτταρα του εγκεφάλου από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο.

Αυτό είναι γνωστό ότι συμβαίνει με το DNA των νευρικών κυττάρων, το οποίο μπορεί να διατηρείται σταθερό επί δεκαετίες. Το RNA, αντίθετα, ένας χημικός ξάδελφος του DNA που επιτελεί μια πληθώρα διαφορετικών λειτουργιών στα κύτταρα, θεωρείται ασταθές και βραχύβιο μόριο, το οποίο διασπάται και ανακυκλώνεται αφότου επιτελέσει το έργο του.

Όπως φαίνεται, αυτό δεν ισχύει πάντα. Διεθνής ερευνητική ομάδα εξέτασε τα μόρια RNA στον εγκέφαλο ποντικών σημαδεύοντάς τα με φθορίζουσες χρωστικές. Τα περισσότερα διαπιστώθηκε πως ήταν βραχύβια όπως αναμενόταν. Υπήρχαν όμως και μόρια εντός του πυρήνα που διατηρήθηκαν σε περίπου σταθερά επίπεδα από τη γέννηση μέχρι την ηλικία των δύο ετών, περίπου όσο το προσδόκιμο ζωής του ποντικού.

Σε αντίθεση με το λεγόμενο αγγελιαφόρο RNA (mRNA), το οποίο μεταφέρει πληροφορίες από το DNA στα κυτταρικά εργοστάσια που παράγουν πρωτεΐνες, τα μόρια RNA της μελέτης δεν φαίνεται να συμμετέχουν άμεσα στην έκφραση γονιδίων.

Βρίσκονται συγκεντρωμένα πάνω στη λεγόμενη «ετεροχρωματίνη», περιοχές του DNA που δεν χρησιμοποιούνται από τους συγκεκριμένους τύπους κυττάρων και μένουν σφιχτά τυλιγμένες γύρω από προστατευτικές πρωτεΐνες.

Μια πρώτη εικόνα για τη χρησιμότητα αυτών των μορίων RNA προέκυψε από πείραμα με καλλιέργειες νευρικών κυττάρων, το οποίο έδειξε ότι η τεχνητή μείωση των μορίων αυτών οδήγησε σε ανωμαλίες της δομής της χρωματίνης και γονιδιωματική αστάθεια.

Όπως φαίνεται, τα «αθάνατα» μόρια RNA αποτελούν τμήματα ενός αντιγηραντικού μηχανισμού. Περαιτέρω μελέτες μένει να επιβεβαιώσουν την ύπαρξή τους στον άνθρωπο και το ρόλο τους σε νευρολογικές ασθένειες που συνδέονται με το γήρας.

Ένα άλλο ερώτημα που χρήζει απάντησης είναι το εάν τέτοια μόρια υπάρχουν και στα μη ανανεώσιμα κύτταρα της καρδιάς και του παγκρέατος.

Πηγή: in.gr

Σπουδαία ανακάλυψη: Επιστήμονες βρήκαν πώς πεθαίνουν τα εγκεφαλικά κύτταρα στη νόσο Αλτσχάιμερ - Τι προκαλεί κυτταρική αυτοκτονία

Τετάρτη, 20/09/2023 - 16:35

Επιστήμονες από το Ηνωμένο Βασίλειο και το Βέλγιο πιστεύουν ότι βρήκαν πώς πεθαίνουν τα εγκεφαλικά κύτταρα στη νόσο Αλτσχάιμερ. Πρόκειται για κάτι που αποτελούσε μυστήριο και πηγή επιστημονικής συζήτησης για δεκαετίες.

Αλλά η ομάδα, που γράφει στο περιοδικό Science, συνδέει τις ανώμαλες πρωτεΐνες που συσσωρεύονται στον εγκέφαλο με τη «νεκρόπτωση» - μια μορφή κυτταρικής αυτοκτονίας. Τα ευρήματα έχουν χαρακτηριστεί ως «συναρπαστικά», καθώς δίνουν νέες ιδέες για τη θεραπεία της νόσου.

Τι προκαλεί απώλεια μνήμης

Η απώλεια εγκεφαλικών κυττάρων, που ονομάζονται νευρώνες, είναι αυτή που οδηγεί στα συμπτώματα της νόσου Αλτσχάιμερ, συμπεριλαμβανομένης της απώλειας μνήμης.

Και αν κοιτάξετε μέσα στους εγκεφάλους των ατόμων με τη νόσο θα δείτε τη συσσώρευση μη φυσιολογικών πρωτεϊνών που ονομάζονται αμυλοειδές και tau.

Αλλά οι επιστήμονες δεν έχουν καταφέρει να συνδέσουν τις τελείες μεταξύ αυτών των βασικών χαρακτηριστικών της νόσου.

Αυτό πιστεύουν τώρα οι ερευνητές - στο βρετανικό Ινστιτούτο Έρευνας για την Άνοια στο University College του Λονδίνου και στο KU Leuven του Βελγίου - ότι συμβαίνει.

Λένε ότι το ανώμαλο αμυλοειδές αρχίζει να συσσωρεύεται στους χώρους μεταξύ των νευρώνων, οδηγώντας σε φλεγμονή του εγκεφάλου, η οποία δεν αρέσει στους νευρώνες. Αυτό αρχίζει να αλλάζει την εσωτερική τους χημεία.

Πώς πυροδοτείται η νεκρόπτωση

Εμφανίζονται συμπλέγματα tau και τα εγκεφαλικά κύτταρα αρχίζουν να παράγουν ένα συγκεκριμένο μόριο (ονομάζεται MEG3) που πυροδοτεί το θάνατο μέσω νεκρόπτωσης. Η νεκρόπτωση είναι μία από τις μεθόδους που χρησιμοποιεί συνήθως το σώμα μας για να καθαρίσει τα ανεπιθύμητα κύτταρα καθώς δημιουργούνται νέα.

Τα εγκεφαλικά κύτταρα επιβίωσαν όταν η ομάδα κατάφερε να μπλοκάρει το MEG3.

«Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό και ενδιαφέρον εύρημα», δήλωσε στο BBC ο ερευνητής καθηγητής Bart De Strooper, από το Ινστιτούτο Έρευνας Άνοιας του Ηνωμένου Βασιλείου.

«Για πρώτη φορά παίρνουμε μια ένδειξη για το πώς και γιατί πεθαίνουν οι νευρώνες στη νόσο Αλτσχάιμερ. Υπήρχαν πολλές εικασίες εδώ και 30-40 χρόνια, αλλά κανείς δεν μπόρεσε να εντοπίσει τους μηχανισμούς. Παρέχει πραγματικά ισχυρές αποδείξεις ότι πρόκειται για αυτό το συγκεκριμένο μονοπάτι αυτοκτονίας».

Οι απαντήσεις προέκυψαν από πειράματα όπου ανθρώπινα εγκεφαλικά κύτταρα μεταμοσχεύθηκαν στους εγκεφάλους γενετικά τροποποιημένων ποντικών. Τα ζώα προγραμματίστηκαν να παράγουν μεγάλες ποσότητες ανώμαλου αμυλοειδούς.

Υπήρξε πρόσφατη επιτυχία στην ανάπτυξη φαρμάκων που απομακρύνουν το αμυλοειδές από τον εγκέφαλο και σηματοδοτούν τις πρώτες θεραπείες για την επιβράδυνση της καταστροφής των εγκεφαλικών κυττάρων.

Ο καθηγητής De Strooper λέει ότι η ανακάλυψη ότι ο αποκλεισμός του μορίου MEG3 μπορεί να αναστείλει τον θάνατο των εγκεφαλικών κυττάρων θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια «εντελώς νέα γραμμή ανάπτυξης φαρμάκων». Ωστόσο, αυτό θα απαιτήσει χρόνια έρευνας.

Η καθηγήτρια Tara Spires-Jones, από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και πρόεδρος της Βρετανικής Ένωσης Νευροεπιστήμης, μου είπε ότι «είναι μια ωραία εργασία».

Είπε ότι «αντιμετωπίζει ένα από τα θεμελιώδη κενά στην έρευνα για τη νόσο Αλτσχάιμερ... αυτά είναι συναρπαστικά αποτελέσματα και θα είναι σημαντικά για τον τομέα που κινείται προς τα εμπρός».

Ωστόσο, τόνισε ότι «απαιτούνται πολλά βήματα» προτού γνωρίζουμε αν θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ως αποτελεσματική θεραπεία για τη νόσο Αλτσχάιμερ.

Η Δρ Susan Kohlhaas, από το Alzheimer's Research UK, δήλωσε ότι τα ευρήματα είναι «συναρπαστικά» αλλά βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο στάδιο.

«Η ανακάλυψη αυτή είναι σημαντική επειδή υποδεικνύει νέους μηχανισμούς κυτταρικού θανάτου στη νόσο Αλτσχάιμερ που δεν είχαμε κατανοήσει προηγουμένως και θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για νέες θεραπείες που θα επιβραδύνουν ή ακόμη και θα σταματήσουν την εξέλιξη της νόσου στο μέλλον».

Déjà vu: Μια εγκεφαλική λειτουργία που για καιρό είχαμε παρερμηνεύσει

Πέμπτη, 16/02/2023 - 18:00

Κάθε φορά που παθαίνουμε déjà vu, ο εγκέφαλός μας διορθώνει τα ίδια του τα λάθη.

Déjà vu. Όταν μας συμβαίνει, για κλάσματα του δευτερολέπτου μας κατακλύζει ένα κάπως απόκοσμο συναίσθημα. Μοιάζει με μια στιγμή φευγαλέας διορατικότητας, μια λαμπρή στιγμή απόλυτης εγκεφαλικής διαύγειας που, όμως, ευθύς αμέσως ακολουθείται από την απόλυτη σύγχυση. Ας δούμε ένα παράδειγμα: μπαίνεις κάπου για πρώτη φορά, ένα καφέ, το σπίτι μιας συναδέλφου, κάπου που, τέλος πάντων, δεν έχεις ξαναβρεθεί, αλλά ξαφνικά σε κατακλύζει μια αίσθηση οικειότητας – κάτι σαν ανάμνηση. Και παρόλο που εκείνη ακριβώς τη στιγμή ορκίζεται ότι αυτό που συμβαίνει το έχεις ξαναζήσει και το θυμάσαι καθαρότερα κι από το πρόσωπο της μάνας σου, σου είναι απολύτως αδύνατο να φέρεις οποιαδήποτε άλλη πληροφορία επ’ αυτού στον συνειδητό σου.

Λοιπόν, οι περισσότεροι από εμάς το έχουμε πάθει έστω και μια φορά, έχουμε βιώσει αυτή την αίσθηση, γνωστή ως déjà vu, κάποια στιγμή στη ζωή μας. Αυτή η αίσθηση, όμως, αν και έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον πολλών μελετητών κατά καιρούς, είναι πολύ δύσκολο να διερευνηθεί, λένε οι επιστήμονες. Η κατ’ εντολή αναδημιουργία του σε ένα εργαστήριο είναι δύσκολη υπόθεση.

Παρ’ όλα αυτά, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι το déjà vu προσφέρει στην πραγματικότητα μια ματιά στο πώς λειτουργεί η μνήμη όταν αυτή παρεκκλίνει λίγο. Το déjà vu μπορεί να προκύψει όταν τμήματα του εγκεφάλου μας που δουλειά τους είναι να αναγνωρίζουν οικείες καταστάσεις ενεργοποιούνται απρόσμενα, σύμφωνα με τον Ακίρα Ρόμπερτ Ο’Κόνορ, γνωστικό ψυχολόγο στο Πανεπιστήμιο του Σεντ Άντριους στη Σκωτία, ο οποίος ερευνά το déjà vu. Όταν συμβαίνει αυτό, μια άλλη περιοχή του εγκεφάλου ελέγχει αυτό το αίσθημα οικειότητας ανακαλώντας προηγούμενες εμπειρίες. Όταν δεν βρεθούν πραγματικές αντιστοιχίες, το αποτέλεσμα είναι μια αλλόκοτη αίσθηση ότι κάτι το έχουμε ξαναδει ή ξαναζήσει και, την ίδια στιγμή, ένα αίσθημα ατσάλινης σιγουριά πως τίποτα από όλα αυτά δεν έχει συμβεί στην πραγματικότητα. Αυτό δίνει στον εγκέφαλό μας να καταλάβει πως αυτή η αίσθηση έχει προκύψει από λάθος.

Για κάποιους ασθενείς με άνοια, όμως, αυτό το αίσθημα εμφανίζεται χωρίς την αναγνώριση του λάθους, που το συνοδεύει στους υπόλοιπους ανθρώπους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, αρκετοί άνθρωποι μπορεί να αρχίσουν να παραπονιούνται, για παράδειγμα, ότι η τηλεόραση παίζει μόνο επαναλήψεις ή να αρχίσουν να αρνιούνται να πάνε στον γιατρό επειδή είναι σίγουροι ότι το έχουν ήδη κάνει.

Ο όρος déjà vu πιθανώς επινοήθηκε από τον Γάλλο φιλόσοφο Émile Boirac σε μια επιστολή προς τον εκδότη της Revue Philosophique de la France et de l’Étranger το 1876. Ο Boirac υπέθεσε ότι ίσως υπολείμματα από προ πολλού ξεχασμένες αντιλήψεις προκαλούσαν αυτή την παράξενη αίσθηση. Υπάρχουν τώρα κάποιες εργαστηριακές αποδείξεις ότι οι αόριστες ομοιότητες μεταξύ μιας σκηνής και μιας άλλης μπορούν πράγματι να οδηγήσουν σε déjà vu. Η γνωσιακή ψυχολόγος Anne Cleary του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Κολοράντο και οι συνεργάτες της ανέπτυξαν έναν τρόπο να το προκαλέσουν στο εργαστήριο, προβάλοντας στους συμμετέχοντες σκηνές που έχουν κάποιες ανεπαίσθητες ομοιότητες μεταξύ τους. Σε μια μελέτη του 2009, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η προβολή αυτών των ύπουλα όμοιων σκηνών ήταν πιο πιθανό να προκαλέσει déjà vu από ό,τι η προβολή ανόμοιων σκηνών – υποδηλώνοντας ότι ίσως υπάρχει κάποιο ερέθισμα το οποίο σχετίζεται με το περιβάλλον και το οποίο προκαλεί στον εγκέφαλο αυτή την ψευδαίσθηση ότι μια σκηνή είναι γνώριμη, ακόμη και όταν δεν την έχει ξαναδεί.

Ενώ η έρευνα της Cleary δείχνει ότι μια μικρή εξοικείωση μπορεί να οδηγήσει σε déjà vu, δεν είναι σαφές ότι η πραγματική εξοικείωση είναι απαραίτητη για να πυροδοτηθεί αυτή η αίσθηση.
Στις αυθόρμητες περιπτώσεις déjà vu, λέει η Cleary, είναι πολύ πιθανό το αίσθημα της οικειότητας να προκαλείται τυχαία. Κατά καιρούς, το τμήμα του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για την ανίχνευση της οικειότητας – ο μέσος κροταφικός λοβός, ο οποίος βρίσκεται ακριβώς πίσω από τους κροτάφους μας και παίζει μεγάλο ρόλο στην κωδικοποίηση και ανάκληση αναμνήσεων – μπορεί να πυροδοτείται με υπερβολικό ενθουσιασμό χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Την υπόθεση αυτή των τυχαίων λανθασμένων πυροδοτήσεων ενισχύει περαιτέρω και το γεγονός ότι οι νέοι άνθρωποι βιώνουν στην πραγματικότητα περισσότερα déjà vu από ό,τι οι ηλικιωμένοι. Οι νεότεροι εγκέφαλοι είναι λίγο πιο ευερέθιστοι, επιρρεπείς στο να πυροδοτούνται πιο γρήγορα.

Οι ηλικιωμένοι άνθρωποι μπορεί επίσης να είναι λιγότερο επιδέξιοι στον έλεγχο των γεγονότων όταν δημιουργούνται ψευδή αισθήματα οικειότητας, λέει ο Chris Moulin, γνωστικός νευροψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο Grenoble Alpes της Γαλλίας, ο οποίος μελετά το déjà vu. Στους ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας, ο μετωπιαίος φλοιός, η περιοχή αυτή του εγκεφάλου που βρίσκεται πίσω από το μέτωπο και ελέγχει τα γεγονότα, μπορεί να είναι λιγότερο πιθανό να βάλει φρένο σε μια ψευδή αίσθηση οικειότητας.

Οι ηλικιωμένοι ενήλικες εξακολουθούν να αναγνωρίζουν μια τέτοια ψευδή εξοικείωση. Απλώς δεν μπορούν να έχουν, πλέον, τη βεβαιότητα ότι αυτό που βιώνουν είναι ψευδές.
Αυτό είναι ένα φυσιολογικό μέρος της γήρανσης, σε αντίθεση με τη σύγχυση του déjà vu με την πραγματικότητα που μπορεί να βιώνουν τα άτομα με άνοια. Γι’ αυτό απολαύστε τα déjà vu όσο προκύπτουν γιατί είναι δείγμα ότι ακόμα ο εγκέφαλός σας βρίσκεται πάνω στο άνθος της νιότη του!

Με πληροφορίες από το Scientific American.

Ανακαλύφθηκαν ειδικοί νευρώνες του φαγητού στον ανθρώπινο εγκέφαλο

Πέμπτη, 25/08/2022 - 19:26

Επιστήμονες του Πανεπιστημίου ΜΙΤ των ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι ανακάλυψαν έναν πληθυσμό εγκεφαλικών νευρώνων που ενεργοποιούνται οποτεδήποτε βλέπουμε εικόνες φαγητού και μόνο. Η εικόνα μιας πίτσας, ενός παγωτού ή μιας μπριζόλας δραστηριοποιεί ένα εξειδικευμένο μέρος του οπτικού φλοιού του εγκεφάλου.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια γνωστικής νευροεπιστήμης Νάνσι Κανγουίσερ και την υπολογιστική νευροεπιστήμονα Μινάξι Κόσλα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό βιολογίας «Current Biology», μελέτησαν τις αντιδράσεις του εγκεφάλου σε 10.000 εικόνες που είχαν προκύψει από λειτουργικές μαγνητικές τομογραφίες (fMRI). Εντοπίστηκαν έτσι στον οπτικό φλοιό τέσσερις ξεχωριστές ήδη γνωστές ομάδες νευρώνων που ανταποκρίνονται σε πρόσωπα, τοποθεσίες, σώματα και λέξεις, καθώς επίσης μια πέμπτη άγνωστη έως τώρα ομάδα που αντιδρά επιλεκτικά σε εικόνες φαγητού.

«Αρχικά προβληματιστήκαμε επειδή το φαγητό δεν είναι μια οπτικά ομοιογενής κατηγορία. Πράγματα όπως τα μήλα και τα ζυμαρικά είναι πολύ ανόμοια, παρόλα αυτά βρήκαμε έναν πληθυσμό νευρώνων που ανταποκρίνεται παρόμοια στα πιο διαφορετικά είδη φαγητού», ανέφερε η δρ Κόσλα.

Μελλοντικές μελέτες θα διερευνήσουν κατά πόσο οι αντιδράσεις του εγκεφάλου των ανθρώπων διαφέρουν ανάλογα με τις διατροφικές προτιμήσεις τους. Ήδη, με βάση τις πρώτες ενδείξεις, ο εγκέφαλος πολλών ανθρώπων αντιδρά ελαφρώς περισσότερο σε μαγειρεμένα φαγητά όπως η πίτσα από ό,τι στα φρούτα.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Επιστήμονες χαρτογράφησαν τους νευρώνες τραγουδιού στον ανθρώπινο εγκέφαλο

Πέμπτη, 24/03/2022 - 19:36

Επιστήμονες στις ΗΠΑ ανακάλυψαν για πρώτη φορά στον ανθρώπινο εγκέφαλο νευρώνες που φαίνεται να ασχολούνται αποκλειστικά με την επεξεργασία του τραγουδιού.

Στο παρελθόν είχαν βρεθεί νευρώνες εξειδικευμένοι για την ομιλία και τη μουσική, ενώ τώρα ήλθαν στο φως και νευρώνες ειδικά για το τραγούδι.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον νευροεπιστήμονα δρα Sam Norman-Haignere του Πανεπιστημίου του Ρότσεστερ της Νέας Υόρκης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Βιολογίας «Current Biology», σύμφωνα με το New Scientist και τη βρετανική «Γκάρντιαν», κατέγραψαν την ηλεκτρική δραστηριότητα στον ακουστικό φλοιό του εγκεφάλου 15 ανθρώπων που άκουγαν 165 διαφορετικούς ήχους (τραγούδια, μουσική, ομιλία, φωνές ζώων, καζανάκι τουαλέτας, γαύγισμα σκύλου κ.ά.). Οι συμμετέχοντες είχαν ήδη ηλεκτρόδια στο κεφάλι τους, επειδή έκαναν στο νοσοκομείο θεραπεία για επιληψία.

Με αυτόν τον τρόπο, με τη βοήθεια ενός ειδικού υπολογιστικού αλγόριθμου, οι επιστήμονες εντόπισαν εγκεφαλικά κύτταρα που ανταποκρίνονται σχεδόν αποκλειστικά στο τραγούδι. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι οι νευρώνες του τραγουδιού έχουν, επίσης, μία πολύ μικρή απόκριση στην ομιλία και τη μουσική.

Προηγουμένως, οι επιστήμονες είχαν μελετήσει, με λειτουργική μαγνητική απεικόνιση, τους εγκεφάλους 30 άλλων ανθρώπων που άκουγαν επίσης διάφορους ήχους, κάτι που τους βοήθησε στη «χαρτογράφηση» των νευρώνων του τραγουδιού στον ακουστικό φλοιό, σε μία περιοχή περίπου ανάμεσα στους νευρώνες που ανταποκρίνονται στην ομιλία και σε εκείνους της μουσικής.

Δεν είναι σαφές γιατί εξελίχθηκαν στον άνθρωπο νευρώνες ειδικά για το τραγούδι. Μία πιθανή εξήγηση είναι ότι το τραγούδι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της μουσικής. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι πιθανότατα σχεδόν όλοι οι άνθρωποι έχουν τέτοιους νευρώνες του τραγουδιού και όχι μόνο όσοι εκτίθενται συχνά λόγω εκπαίδευσης στη μουσική και τα τραγούδια.

Η νοημοσύνη των άλλων (ζώων)

Κυριακή, 22/09/2019 - 13:00
Γιατί οι σημερινοί ελέφαντες είναι προικισμένοι με τον μεγαλύτερο εγκέφαλο (4,8 κιλά, κατά μέσο όρο) από όλα τα άλλα χερσαία ζώα, ακόμη και από τις φάλαινες; Και γιατί οι φάλαινες και τα δελφίνια διαθέτοντας μεγάλους και περίπλοκους εγκεφάλους μπορούν να δημιουργούν ένα είδος θαλάσσιου «πολιτισμού» ανάλογου με τον δικό μας;

Ενάμιση αιώνα μετά τη δημοσίευση των επαναστατικών ιδεών του Δαρβίνου, υπάρχουν πια αναμφισβήτητα παραδείγματα της νοημοσύνης των περισσότερων θηλαστικών, οι εκδηλώσεις της οποίας, όπως θα δούμε, μπορεί να διαφέρουν σημαντικά από είδος σε είδος.

Πρόκειται για επιστημονικές έρευνες των τελευταίων χρόνων, οι οποίες, χωρίς να διαπράττουν το μοιραίο ανθρωποκεντρικό λάθος να προβάλλουν στα ζώα που μελετούν τα συναισθήματα, τις προθέσεις και τους τρόπους σκέψεις των ανθρώπων, μας αποκαλύπτουν ότι η μοναδικότητα της ανθρώπινης νοημοσύνης δεν συνεπάγεται αυτομάτως και την ανωτερότητά της σε σχέση με τις άλλες, διαφορετικές μορφές ζωικής νοημοσύνης.

Σήμερα θα παρουσιάσουμε τις πιο σημαντικές ανακαλύψεις σχετικά με τη νοημοσύνη των ζώων. Επιστημονικές ανακαλύψεις που οδήγησαν πολλούς φιλοσόφους και ακτιβιστές του κινήματος για την απελευθέρωση των ζώων να απαιτήσουν να τεθούν σοβαροί περιορισμοί στην εκμετάλλευση των ζώων από τον άνθρωπο. Ομως, για τα σύνθετα ηθικο-πολιτικά προβλήματα που γεννά η ιδιοτελής εκμετάλλευση των ζώων θα μιλήσουμε εκτενέστερα στο επόμενο άρθρο.

Ή ο ανθρωπομορφισμός ως εμπόδιο για την κατανόηση και την αποδοχή
των διαφορετικών νοητικών φαινομένων

Μολονότι πολύ πρόθυμα αποδεχόμαστε ότι οι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι νοήμονα όντα, όταν μιλάμε για τα άλλα ζώα -ακόμη και για τα πρωτεύοντα θηλαστικά-, γινόμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί και πολύ δύσκολα τους αναγνωρίζουμε τη δυνατότητα να διαθέτουν κάποια μορφή νοημοσύνης ανάλογη με την ανθρώπινη. Εξάλλου, εδώ και χιλιετίες, οι περισσότερες θρησκείες έχουν αποφανθεί οριστικά για την ανωτερότητα του ανθρώπου σε σχέση με τα υπόλοιπα ζωντανά πλάσματα.

Διόλου τυχαία λοιπόν, οι περισσότεροι ανθρώπινοι πολιτισμοί υιοθετούν άκριτα και καλλιεργούν συστηματικά αυτή τη ναρκισσιστική ψευδαίσθηση επειδή τους επιτρέπει να εκμεταλλεύονται, κατά το δοκούν, τις άλλες «κατώτερες» μορφές ζωής.

Η πρώτη επιστημονική αμφισβήτηση αυτής της θεολογικής εικόνας του ανθρώπου ως του «εκλεκτού δημιουργήματος» θα διατυπωθεί ρητά μόνο κατά τα μέσα του 19ου αιώνα, από τον Κάρολο Δαρβίνο. Ισως γι’ αυτό η θεωρία του περί εξελικτικής και άρα αποκλειστικά φυσικής προέλευσης όλων ανεξαιρέτως των ζωικών φαινομένων -των ανθρώπινων νοητικών συμπεριλαμβανομένων- εξακολουθεί να είναι τόσο δύσπεπτη.

Ενάμιση αιώνα μετά τη διατύπωση των επαναστατικών ιδεών του Δαρβίνου, οι σχετικές έρευνες -από τη Ζωολογία και τη Γενετική μέχρι τη Φυσική Ανθρωπολογία και την Ηθολογία- επιβεβαιώνουν την κοινή εξελικτική καταγωγή των ανθρώπων και των ανθρωποειδών πιθήκων.

Πιο πρόσφατες νευροβιολογικές έρευνες, μάλιστα, μας επιφύλασσαν ακόμη μεγαλύτερες εκπλήξεις σχετικά με τις δήθεν ριζικές διαφορές της ανθρώπινης από τη «ζωική» νοημοσύνη των θηλαστικών, όπως π.χ. αυτή που εκδηλώνουν οι ανθρωποειδείς πίθηκοι, οι ελέφαντες και τα θαλάσσια κήτη.

Η νοητική ζωή των ανθρωποειδών

Αν την εποχή του Δαρβίνου δεν διαθέταμε επαρκείς γνώσεις για να αποδεχτούμε την ύπαρξη της πλούσιας νοητικής ζωής των ανθρωποειδών πιθήκων -χιμπαντζήδες, γορίλες μπονόμπο-, σήμερα αυτό δεν ισχύει. Δεν είναι μόνο το κοινό DNA που μας ενώνει, αλλά και μια σειρά από παρόμοιες νοητικές συμπεριφορές. Πράγματι, εκτός του ότι τα κύτταρά μας διαθέτουν ταυτόσημες -κατά 96%- αλληλουχίες DNA με αυτά τα εξελικτικά «πρώτα ξαδέλφια μας», μοιραζόμαστε και πολλές παρόμοιες -αλλά όχι ταυτόσημες!- νοητικές ικανότητες, που οφείλονται προφανώς στην κοινή εξελικτική καταγωγή μας.

Δεν είναι μόνο το κοινό γενετικό παρελθόν αλλά και η κοινή εξελικτική μας ιστορία που συνδέουν τους σημερινούς ανθρώπους με τους ανθρωποειδείς πιθήκους, δεδομένου ότι οι σχετικές έρευνες δείχνουν πως διαφοροποιήθηκαν πριν από περίπου 7 εκατομμύρια χρόνια και έκτοτε εξελίχθηκαν ως πολύ συγγενικά διαφορετικά είδη.

Οι νέες παλαιοντολογικές ανακαλύψεις διαφωτίζουν πολλά μέχρι χθες αναπάντητα ερωτήματα στην Ηθολογία των πρωτευόντων. Οπως για παράδειγμα, το ερώτημα αν και αυτά τα πρωτεύοντα διαθέτουν -και σε ποιον βαθμό- συνείδηση, βούληση και άλλες τυπικά ανθρώπινες νοητικές ικανότητες.

Η δυσχέρεια να απαντήσουμε τελεσίδικα σε αυτά τα ερωτήματα δεν οφείλεται μόνο στην εγγενή δυσκολία μελέτης και αυστηρού ορισμού αυτών των νοητικών ικανοτήτων, αλλά, σε μεγάλο βαθμό, και στις συχνά ανθρωπομορφικές και ανθρωποκεντρικές προσεγγίσεις τους. Την τάση δηλαδή να προβάλλουμε και να αναγνωρίζουμε στα παρατηρούμενα ζώα τις δικές μας ανθρώπινες προκαταλήψεις.

Παρά τις δυσκολίες όμως, μια σειρά από έρευνες έδειξαν ότι οι χιμπαντζήδες και οι μπονόμπο διαθέτουν όντως συνείδηση και διακρίνουν σαφώς τον εαυτό τους από τους άλλους, γεγονός που τους επιτρέπει να έχουν μια σαφή αυτοβιογραφική μνήμη και, βάσει όλων αυτών, να ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους. Ικανότητες που τους επιτρέπουν να κάνουν σχέδια για το μέλλον και να επιδεικνύουν κοινωνικές συμπεριφορές που, ενίοτε, θυμίζουν εντονότατα αυτές των ανθρώπων.

Θαλάσσια κήτη και ελέφαντες με «ανθρώπινες» ικανότητες

Διάφορες πρόσφατες έρευνες επιβεβαιώνουν ό,τι οι περισσότεροι άνθρωποι υποψιάζονταν ανέκαθεν: τα θαλάσσια κήτη (δελφίνια, φάλαινες, φυσητήρες) επικοινωνούν πολύ καλά μεταξύ τους, διαθέτουν υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη και ενσυναίσθηση, επιδεικνύουν εντυπωσιακές συνεργατικές ικανότητες όταν κυνηγάνε ομαδικά, προστατεύουν την αγέλη και επιδεικνύουν μεγάλη φροντίδα στην εκπαίδευση των μικρών τους.

Το ότι η συμπεριφορά αυτών των θαλάσσιων θηλαστικών θυμίζει εκείνη των ανθρώπων και άλλων πρωτευόντων ήταν γνωστό στους ζωολόγους, μέχρι πρόσφατα όμως καμία μελέτη δεν είχε καταφέρει να συσχετίσει την υψηλή νοημοσύνη που επιδεικνύουν στην κοινωνική συμπεριφορά τους με το μέγεθος του εγκεφάλου τους.

Αυτό ακριβώς πέτυχαν με τις έρευνές τους η Βρετανίδα βιολόγος Susane Shulz και η ομάδα της και τα εντυπωσιακά συμπεράσματά τους δημοσιεύτηκαν πριν από δύο χρόνια στο εγκυρότατο επιστημονικό περιοδικό «Nature Ecology & Evolution».

Η έρευνα αρχικά βασίστηκε στη μελέτη 90 διαφορετικών ειδών από θαλάσσια κήτη, στα οποία οι ερευνητές διαπίστωσαν μια σειρά από κοινωνικές συμπεριφορές καθ’ όλα όμοιες με αυτές των πρωτευόντων. Για παράδειγμα, παρατήρησαν ότι τα δελφίνια, οι φάλαινες και οι φυσητήρες επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω μιας ιδιαίτερης για κάθε ομάδα «διαλέκτου», καλούν το ένα το άλλο με το «όνομά του» και μέσω ιδιαίτερων σφυριγμάτων εκδηλώνουν ενσυναίσθηση και εντυπωσιακές συνεργατικές και οργανωτικές ικανότητες όταν προστατεύουν την αγέλη ή όταν εκπαιδεύουν τα μικρά τους.

Το επόμενο βήμα των ερευνητών ήταν να συσχετίσουν αυτές τις εντυπωσιακές συμπεριφορές με το ακριβές μέγεθος του εγκεφάλου κάθε κήτους. Αυτό που ήθελαν να διαπιστώσουν ήταν αν οι περίπλοκες κοινωνικές συμπεριφορές και οι ιδιαίτερες νοητικές ικανότητες που διέθεταν τα μέλη ενός είδους εξαρτώνται από το μέγεθος του εγκεφάλου τους.

Πράγματι, συσχετίζοντας τις κοινωνικές συμπεριφορές με τον «δείκτη εγκεφαλοποίησης», δηλαδή τη μάζα εγκεφάλου σε σχέση με τη μάζα του σώματος, οι ερευνητές αυτοί διαπίστωσαν ότι όσο μεγαλύτερος ήταν ο δείκτης εγκεφαλοποίησης τόσο πιο περίπλοκες ήταν οι συμπεριφορές που εκδήλωναν τα θαλάσσια κήτη. Σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα, η συμπεριφορά τους παρουσιάζει εντυπωσιακή ομοιότητα με αυτή των ανθρώπων και των άλλων πρωτευόντων.

«Η ικανότητά μας ως ανθρώπων να αλληλεπιδρούμε μεταξύ μας και να αναπτύσσουμε κοινωνικές σχέσεις μας επέτρεψε να κατακτήσουμε και να εγκατασταθούμε σε όλα σχεδόν τα οικοσυστήματα του πλανήτη. Οι φάλαινες και τα δελφίνια, διαθέτοντας εξαιρετικά μεγάλους και περίπλοκους εγκεφάλους, δημιούργησαν ένα είδος θαλάσσιου “πολιτισμού” ανάλογου με τον δικό μας. Αυτό σημαίνει ότι η εξέλιξη του εγκεφάλου και η πλούσια κοινωνική συμπεριφορά αυτών των θαλάσσιων θηλαστικών προσφέρει ένα μοναδικό παράδειγμα στους ειδικούς και μας αποκαλύπτει πολλά για την εξέλιξη των πρωτευόντων», όπως δήλωσε η δρ Susane Shulz.

Πιο πρόσφατες έρευνες έδειξαν σαφώς ότι σε ορισμένα κητώδη θηλαστικά ο δείκτης εγκεφαλοποίησης είναι μεγαλύτερος από αυτόν των ανθρωποειδών πιθήκων και ο νεοφλοιός του εγκεφάλου τους αρκετά πολύπλοκος, ώστε δικαιολογείται επαρκώς η ικανότητά τους για αυτοσυνείδηση, επικοινωνία και για το ότι επιδεικνύουν υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη.

Σχολιάζοντας τα νέα εντυπωσιακά δεδομένα, ο Kieran Fox, κορυφαίος νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ των ΗΠΑ, θεωρεί ότι από αυτά ανακύπτει ένα πολύ ενδιαφέρον ερώτημα: «Πώς είναι δυνατόν τόσο διαφορετικά πρότυπα οργάνωσης του εγκεφάλου σε τόσο διαφορετικά είδη ζώων να γεννούν νοητικές και κοινωνικές συμπεριφορές τόσο όμοιες μεταξύ τους;».

Η ανάπτυξη μεγάλων και περιπλοκότερων εγκεφάλων στο ζωικό βασίλειο είναι η εξελικτική απάντηση στις προκλήσεις ενός διαρκώς μεταβαλλόμενου και πλούσιου σε πληροφορίες περιβάλλοντος και αυτό δεν ισχύει μόνο για το ανθρώπινο είδος και τα άλλα πρωτεύοντα που ζουν στη στεριά, αλλά και για τα θαλάσσια θηλαστικά, όπως τα δελφίνια και οι φάλαινες, τα οποία έπρεπε να προσαρμοστούν στο πολύ διαφορετικό -και καθόλου πιο εύκολο- θαλάσσιο περιβάλλον.

Προφανώς, το θαλάσσιο περιβάλλον όπου ζουν αυτά τα θηλαστικά -που μοιάζουν με μεγάλα ψάρια- επηρέασε σημαντικά όχι μόνο τη φυσιολογία τους, αλλά και τη συμπεριφορά τους. Ωστόσο, τα κητώδη παραμένουν θερμόαιμα, αναπνέουν με πνεύμονες, γεννούν και θηλάζουν τα πλήρως σχηματισμένα παιδιά τους και η κοινωνική συμπεριφορά τους μοιάζει εντυπωσιακά με τα θηλαστικά που ζουν στην ξηρά. Και παρότι διαθέτουν εντυπωσιακές νοητικές ικανότητες, το γεγονός ότι δεν έχουν ελεύθερα χέρια με μακρύ και ευκίνητο αντίχειρα τους απαγορεύει να αναπτύξουν τις τεχνικές δεξιότητες των άλλων πρωτευόντων θηλαστικών.

Παρ’ όλα αυτά, η έρευνα των κητωδών ανοίγει απρόσμενες δυνατότητες για την κατανόηση της ανθρώπινης ιδιαιτερότητας, γιατί, όπως επισημαίνει ο Michael Muthukrishna, εξελικτικός ψυχολόγος που συμμετείχε στην έρευνα της S. Shulz: «Η έρευνά μας δεν αφορά μόνο τη νοημοσύνη των φαλαινών και των δελφινιών, αλλά έχει και σημαντικές ανθρωπολογικές επιπτώσεις. Αν θέλουμε να αποκτήσουμε μια ευρύτερη θεωρία για την ανθρώπινη συμπεριφορά, οφείλουμε να κατανοήσουμε τι καθιστά τις ανθρώπινες υπάρξεις τόσο διαφορετικές από τα υπόλοιπα ζώα και για να το πετύχουμε αυτό χρειαζόμαστε μια ομάδα ελέγχου για τον έλεγχο των θεωριών μας: τα θαλάσσια κήτη αποτελούν την ιδανική ομάδα ελέγχου, αφού είναι πολύ πιο απόμακρη από εμάς απ’ ό,τι τα άλλα πρωτεύοντα».

Πολύ διαφωτιστικές είναι και οι πιο πρόσφατες ανακαλύψεις σχετικά με την κοινωνική και συναισθηματική νοημοσύνη των μεγάλων παχύδερμων θηλαστικών, όπως ο αφρικανικός ελέφαντας (Loxodonta africana) και ο ασιατικός ελέφαντας (Elephas maximus). Δύο είδη ελεφάντων που δημιουργούν εύρυθμες μητριαρχικές κοινότητες με ιδιαίτερα σύνθετα χαρακτηριστικά: δύο ή τρεις ελεφαντίνες, που συνήθως έχουν κάποια συγγένεια μεταξύ τους, μαζί με τα μικρά τους, συγκροτούν σε μια κοινωνική ομάδα γύρω από μια πιο γέρικη ελεφαντίνα, ώστε να εκμεταλλευτούν την πλούσια εμπειρία και τις γνώσεις της.

Οι αρσενικοί ελέφαντες έχουν έναν περιορισμένο ρόλο σε αυτές τις θηλυκές κοινότητες και τις εγκαταλείπουν μόλις ενηλικιώνονται για να ζήσουν μόνοι τους ή για να δημιουργήσουν μικρές «αντροπαρέες», ομάδες αρσενικών ελεφάντων που όμως έχουν λιγότερο συνεκτικούς δεσμούς απ’ ό,τι οι θηλυκές κοινότητες.

Πώς εξηγούνται τέτοιες συνθέτες κοινωνικές συμπεριφορές; Ανασυγκροτώντας την εξελικτική ιστορία των σημερινών ελεφάντων, οι παλαιοντολόγοι διαπίστωσαν κάποια κοινά χαρακτηριστικά στην εξέλιξη αυτών των ειδών με το ανθρώπινο είδος: οι πρόγονοι των σημερινών ελεφάντων (τα μαμούθ), όπως και οι δικοί μας πρόγονοι, έζησαν και εξελίχθηκαν στην Αφρική πριν από 3 έως 5 εκατομμύρια χρόνια και, όπως συνέβη με εμάς, η μάζα του εγκεφάλου τους αυξήθηκε εντυπωσιακά κατά την εξέλιξή τους.

Αναμφίβολα, οι σημερινοί ελέφαντες είναι προικισμένοι με τον μεγαλύτερο εγκέφαλο (4,8 κιλά, κατά μέσο όρο) από όλα τα άλλα χερσαία ζώα, αλλά και από τις φάλαινες. Ομως, δεν πρόκειται απλώς για μια ποσοτική διαφορά.

Οπως έδειξαν οι νευροανατομικές έρευνες της Βραζιλιάνας νευρολόγου Suzana Herculano-Huzel στο Πανεπιστήμιο του Ρίο ντε Τζανέιρο, ο εγκέφαλος των ελεφάντων περιέχει περίπου 257 δισεκατομμύρια νευρώνες, τον τριπλάσιο αριθμό από τους νευρώνες του ανθρώπινου εγκεφάλου!

Οι περισσότεροι όμως από αυτούς τους νευρώνες δεν βρίσκονται στον εγκεφαλικό φλοιό που, ως γνωστόν, συνδέεται με τις ανώτερες και πιο αφηρημένες νοητικές λειτουργίες, αλλά στη γιγάντια παρεγκεφαλίδα, η οποία ελέγχει τους καρδιακούς ρυθμούς, την αναπνοή και τις κινήσεις του σώματος και της προβοσκίδας των ελεφάντων. Ετσι, η παρεγκεφαλίδα των ελεφάντων διαθέτει 250 δισεκατομμύρια νευρώνες, ενώ ο εγκεφαλικός τους φλοιός «μόνο» 5,5 δισεκατομμύρια νευρώνες.

Οι τεράστιοι αυτοί αριθμοί και η οργάνωση των νευρώνων εξηγούν τις ιδιαίτερα ανεπτυγμένες επικοινωνιακές, συναισθηματικές και μαθησιακές ικανότητες αυτών των ζώων που, στις μέρες μας, απειλούνται δυστυχώς με εξαφάνιση, λόγω του αθέμιτου ανταγωνισμού με το πολύ πιο βίαιο και καταστροφικό ανθρώπινο είδος.

Ολες αυτές οι ανακαλύψεις οδήγησαν πολλούς φιλοσόφους και ακτιβιστές του κινήματος για την απελευθέρωση των ζώων να απαιτήσουν να τεθούν, άμεσα, σοβαροί περιορισμοί στην εκμετάλλευση από τον άνθρωπο αυτών των ζώων. Ομως, για τα σύνθετα ηθικά και πολιτικά προβλήματα της άνισης σχέσης μας και της ιδιοτελούς συμπεριφοράς μας απέναντι στα πιο νοήμονα αλλά και στα άλλα «κατώτερα» ζώα, θα μιλήσουμε εκτενέστερα στο επόμενο άρθρο.




ΠΗΓΉ // Έντυπη Έκδοση ΈΦ.ΣΥΝ. // Σπύρος Μανουσέλης //

Μία ώρα μεσημεριανού ύπνου τονώνει τον εγκέφαλο των ηλικιωμένων σαν να είναι έως πέντε χρόνια νεότεροι

Τρίτη, 10/01/2017 - 17:00
Οι ηλικιωμένοι που κοιμούνται μια ωρίτσα τα μεσημέρια, τονώνουν τον εγκέφαλό τους, έχοντας καλύτερη μνήμη και πιο καθαρή σκέψη, σαν να είναι έως πέντε χρόνια νεότεροι, σύμφωνα με μια νέα αμερικανο-κινεζική επιστημονική έρευνα. Η μελέτη επιβεβαιώνει τα οφέλη του μεσημεριανού υπνάκου, αρκεί αυτός να μην διαρκεί υπερβολικά λίγο ούτε υπερβολικά πολύ.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής την κινεζικής καταγωγής Τζουνσίν Λι του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια στη Φιλαδέλφεια, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Αμερικανικής Γηριατρικής Εταιρείας (Journal of the American Geriatrics Society), μελέτησαν περίπου 3.000 άτομα άνω των 65 ετών, από τους οποίους το 60% κοιμούνταν συχνά μετά το φαγητό από μισή έως μιάμιση ώρα.

Οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε διάφορα νοητικά τεστ. Διαπιστώθηκε ότι όσοι κοιμούνταν περίπου μια ώρα μετά το φαγητό, είχαν καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με όσους δεν είχαν καθόλου τη συνήθεια του μεσημεριανού υπνάκου. Επίσης όσοι κοιμούνταν μια ώρα, τα πήγαν καλύτερα στα τεστ σε σχέση με όσους κοιμούνταν λιγότερο ή περισσότερο από μια ώρα.

Όσοι κοιμούνταν καθόλου ή ελάχιστα, καθώς και όσοι κοιμούνταν επί ώρες, είχαν στην τρίτη ηλικία έως έξι φορές μεγαλύτερη έκπτωση των νοητικών και μνημονικών λειτουργιών τους σε σχέση με όσους έπαιρναν έναν τακτικό ωριαίο υπνάκο.




ΑΠΕ

Επιζήμια για τον παιδικό εγκέφαλο η φτώχεια

Τρίτη, 29/10/2013 - 10:35

Ένα παιδί που από την αρχή μεγαλώνει μέσα στη φτώχεια, μπορεί να υποστεί μακρόχρονες αρνητικές συνέπειες και σε βιολογικό επίπεδο, καθώς η φτώχεια στην πρώιμη παιδική ηλικία φαίνεται να σχετίζεται με μειωμένο όγκο του εγκεφάλου του παιδιού στην εφηβεία, πράγμα που επιδρά αρνητικά στην εγκεφαλική και νοητική ανάπτυξή του, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.

 

Η νέα μελέτη έρχεται να επιβεβαιώσει προηγούμενα επιστημονικά ευρήματα που δείχνουν ότι η φτώχεια αυξάνει τον κίνδυνο για μειωμένες νοητικές επιδόσεις και, κατά συνέπεια, για μειωμένη απόδοση στο σχολείο. Από την άλλη, η έρευνα δείχνει ότι η σωστή ανατροφή και η συναισθηματική υποστήριξη από τους γονείς μπορεί να αποτελέσει ένα αντίβαρο και να αντισταθμίσει εν μέρει την αρνητική επίδραση της φτώχειας. Τα φτωχά παιδιά όμως, που δεν έχουν ούτε γονείς με τις κατάλληλες ικανότητες ανατροφής, βρίσκονται στην πιο μειονεκτική θέση.

 

Οι ερευνητές, με επικεφαλής την παιδοψυχίατρο Τζόαν Λούμπι της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Ουάσιγκτον και του Νοσοκομείου Παίδων του Σεν Λιούις, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο παιδιατρικό περιοδικό του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου "JAMA Pediatrics", μελέτησαν μέσω μαγνητικής τομογραφίας την επίπτωση της φτώχειας στην ανάπτυξη του εγκεφάλου, εξετάζοντας τον όγκο της λευκής και της φαιάς ουσίας, καθώς και άλλων ζωτικών εγκεφαλικών περιοχών (ιπποκάμπου, αμυγδαλής) σε παιδιά ηλικίας έξι έως 12 ετών. Το βασικό συμπέρασμα ήταν ότι τα πιο φτωχά παιδιά είχαν γενικά μικρότερο όγκο όλων των παραπάνων εγκεφαλικών δομών.

Πηγή ΑΜΠΕ

 

Αυτή η συρρίκνωση του εγκεφάλου μπορεί συχνά να οδηγήσει σε χρόνια προβλήματα, όπως κατάθλιψη, μαθησιακές και μνημονικές δυσκολίες, και μειωμένη αντοχή στο στρες.

 

Σε σχετικό σχόλιο στο ίδιο ιατρικό περιοδικό, ο Τσαρλς Νέλσον της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Νοσοκομείου Παίδων της Βοστώνης τονίζει ότι, όπως δείχνει η νέα μελέτη, «οι πρώιμες εμπειρίες έχουν επιπτώσεις στις νευρωνικές και βιολογικές υποδομές του παιδιού με τέτοιο τρόπο που επηρεάζουν την πορεία της ανάπτυξής του και των κατοπινών επιδόσεών του».

 

«Η έκθεση σε πρώιμες αντιξοότητες της ζωής (σ.σ. λόγω της φτώχειας) πρέπει να θεωρείται εξίσου τοξική με την έκθεση στον μόλυβδο, το αλκοόλ ή την κοκαΐνη και, ως τέτοια, πρέπει να τύχει της ανάλογης προσοχής από τις αρχές της δημόσιας υγείας», πρόσθεσε.