Καταδίκη της Ελλάδας από το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για «σύννομη», υποτίθεται, απόλυση οροθετικής εργαζόμενης
Για απόλυση οροθετικής εργαζόμενης, την οποία (απόλυση) η ελληνική δικαιοσύνη είχε αποδεχτεί ως νόμιμη (!), καταδικάστηκε (σ.σ.: ευτυχώς...) η χώρα μας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το 2005 η γυναίκα γνωστοποίησε σε συναδέλφους της ότι είχε προσβληθεί από τον ιό και αυτοί, στη συνέχεια, απαίτησαν την απόλυσή της!
Ο εργοδότης της «υπέκυψε στις πιέσεις» και οι ισχυρισμοί του έγιναν δεκτοί από το Εφετείο - ενώ την απόφαση επικύρωσε και ο Άρειος Πάγος...
Η εργαζόμενη προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο έκρινε την απόφαση των εθνικών δικαστηρίων αντίθετη προς τη Σύμβαση Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και υποχρέωσε τη χώρα μας να καταβάλει αποζημίωση στη δικαιωθείσα, ύψους 14.340 ευρώ για ηθική και υλική βλάβη.
Το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταδίκασε την Ελλάδα, για το γεγονός ότι η ελληνική Δικαιοσύνη αποδέχτηκε ως νόμιμη την απόλυση γυναίκας που ήταν φορέας του AIDS. Ο εργοδότης τής Ι.Β. την είχε απολύσει «ύστερα από πιέσεις που δέχθηκε από συναδέλφους της, προκειμένου να διασφαλίσει την αρμονική συνεργασία μεταξύ των υπαλλήλων του και την ομαλή λειτουργία τής επιχείρησής του», σκεπτικό το οποίο έγινε αποδεκτό στο Εφετείο και επικυρώθηκε από τον Άρειο Πάγο.
Εκδικάζοντας την προσφυγή τής Ι.Β., η οποία απολύθηκε έπειτα από την αποκάλυψή της ότι ήταν φορέας του AIDS, το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε ότι η εν λόγω πράξη, που έγινε αποδεκτή ως νόμιμη από την ελληνική Δικαιοσύνη, ήταν αντίθετη προς τη Σύμβαση Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και καταδίκασε την Ελλάδα, τόσο για παράβαση των διατάξεων που απαγορεύουν τις διακρίσεις, όσο και για παραβίαση του δικαιώματος προστασίας της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής. Υποχρέωσε δε την Ελλάδα να καταβάλει στη δικαιωθείσα, συνολική αποζημίωση 14.340 ευρώ για ηθική και υλική βλάβη.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η προσφεύγουσα υπήρξε θύμα διάκρισης εξαιτίας της κατάστασης της υγείας της και ότι τα εθνικά δικαστήρια είχαν βασίσει την απόφασή τους, να εγκρίνουν ως νόμιμη την απόλυσή της, σε ανακριβείς πληροφορίες, ότι δηλαδή υπήρχε κίνδυνος μετάδοσης της ασθένειας.
Η Ι.Β. εργαζόταν, από το 2001, σε επιχείρηση κατασκευής κοσμημάτων, στην Αθήνα, με συνολικά 70 εργαζόμενους και το 2005 γνωστοποίησε σε τρεις από τους συναδέλφους της ότι έχει προσβληθεί από τον ιό του AIDS. Έπειτα από αυτό, 33 από τους «συναδέλφους» της έστειλαν επιστολή στον ιδιοκτήτη - επιχειρηματία, ζητώντας την απόλυση της Ι.Β., για να προστατευθεί η υγεία τους, όπως -προφανώς γελοιωδώς- υποστήριξαν.
Παρά τις προσπάθειες του εργοδότη, που υποστηρίζει ότι κάλεσε ειδικούς να τους εξηγήσουν ότι δεν κινδύνευαν από μετάδοση της ασθένειας, οι συνάδελφοι της Ι.Β. επέμεναν στην άποψή τους... και η Ι. Β. απολύθηκε!
Προσέφυγε στα ελληνικά δικαστήρια και πρωτοδίκως η απόλυσή της κρίθηκε παράνομη, αλλά στο Εφετείο, όπου προσέφυγαν ο εργοδότης και οι συνάδελφοί της, η απόλυση έγινε αποδεκτή (!), γεγονός που επικυρώθηκε και με σχετική απόφαση του Αρείου Πάγου (!!!), στις 17 Μαρτίου 2009, με το σκεπτικό ότι «η καταγγελία της σύμβασης της Ι.Β. δεν είναι παράνομη, εφόσον δικαιολογείται από το συμφέρον του εργοδότη και την αποκατάσταση της αρμονικής συνεργασίας μεταξύ των εργαζομένων και την ομαλή λειτουργία της εταιρείας».
Ευτυχώς για την κοινή λογική, το κράτος δικαίου και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, η εργαζόμενη εντέλει δικαιώθηκε· όχι, πάντως, χάρη στις προσπάθειες της ελληνικής δικαιοσύνης, που μάλλον έκανε ό,τι μπορούσε για το διεθνή διασυρμό της χώρας, πέραν της αδιανόητης, ανήκουστης και βάναυσης προσβολής της προσωπικότητας του (ακόμη περισσότερο, πάσχοντος) ανθρώπου...
Πηγές: ΕΡΑ, ΑΜΠΕ