Άρθρο-Παρέμβαση Ζ. Κωνσταντοπούλου :Περί ελευθεροτυπίας ή για την υπεράσπιση της αλήθειας
Περί «ελευθεροτυπίας» και ελευθερίας του λόγου, με αφορμή τα γεγονότα των τελευταίων ημερών
(αλλά και των τελευταίων εβδομάδων, των τελευταίων μηνών, των τελευταίων ετών):
Στη χώρα (όπως και σε πολλές άλλες χώρες) εδώ και χρόνια, δεν υπάρχει ούτε ελευθεροτυπία ούτε ενημέρωση.
Δεν υπάρχει καν εγγύηση του δικαιώματος στην πληροφόρηση.
Τα μέσα ενημέρωσης έχουν αλωθεί-αγορασθεί από οικονομικούς παράγοντες, άσχετους με την ενημέρωση, που διαπλέκονται με την εξουσία. Και σε αυτό το παιχνίδι έχουν μπει πάρα πολλοί δημοσιογράφοι, οι οποίοι διακινούν αυτοπροσώπως πληροφορίες και επιρροή. Μεταφέρουν δήθεν κουτσομπολιά που δεν δημοσιεύονται και «κομίζουν» προειδοποιητικά μηνύματα, πάσης φύσεως και περιεχομένου. Άλλοι πάλι αντιλαμβάνονται τη δημοσιογραφία ως υπαλληλία και συμμορφώνονται στις βουλές και στα συμφέροντα του αφεντικού, με υπερβάλλοντα ζήλο.
Η σημερινή Κυβέρνηση, με τις λοβιτούρες κατάργησης του ΕΣΡ και αντισυνταγματικής διάθεσης των τηλεοπτικών αδειών, απέδειξε περίτρανα ότι θέλει απλώς να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη και να στήσει τη δική της διαπλοκή, ως αντίποδα στην διαπλοκή των προηγούμενων Κυβερνήσεων.
Προσωπικά, έχω το προνόμιο να έχω συγκρουσθεί και να με έχουν χτυπήσει όλοι αυτοί. Οικονομικοί παράγοντες, μεγαλόσχημοι «δημοσιογράφοι»-υπάλληλοι, όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις. Έχω το προνόμιο να μην έχω δεχθεί να επηρεαστώ ούτε από ανθρώπους που βρέθηκαν δίπλα μου, σε εποχές που τους θεωρούσαμε όλοι ανεξάρτητους και ιδεολόγους. Κι έχω το προνόμιο να μου επιτίθενται τώρα και αυτοί, αφού παρέδωσαν και επίσημα την ανεξαρτησία τους στην υπηρεσία ιδιωτικών συμφερόντων και απέτυχαν να με πείσουν να «κάνω τα στραβά μάτια». Το φέρω ως τιμή μου. Και θα συνεχίσω να συγκρούομαι για την πραγματική ελευθερία του λόγου, για την αποκάλυψη της αλήθειας και την πάταξη της διαπλοκής, με όποιον χρειαστεί.
Οι δημοσιογράφοι δεν είναι όλοι ίδιοι. Όπως καμμία κοινωνική ή επαγγελματική κατηγορία. Υπάρχουν πάντοτε οι αδάμαστοι, οι απείθαρχοι, αυτοί που ξέρουν ότι η δημοσιογραφία είναι λειτούργημα και δεν παραιτούνται από την αναζήτηση της αλήθειας. Αυτοί που ανθίστανται στη λογοκρισία και την υπαγόρευση. Πολλοί, πάρα πολλοί είναι σήμερα άνεργοι και πάρα πολλοί άλλοι δίνουν αγώνα επιβίωσης, χωρίς να προδίδουν τις αρχές τους. Ξέρω να τους ξεχωρίζω. Και πρέπει να τους ξεχωρίζουμε. Ως κόρη δημοσιογράφου, που μεγάλωσε 2 παιδιά απ’ τη δουλειά της, πιο σημαντικό από το βιοπορισμό θεωρώ ότι η μητέρα μου δε δίστασε, αρκετές φορές, θέτοντας σε κίνδυνο την επιβίωση αλλά υπερασπιζόμενη την αξιοπρέπεια, να υποβάλει παραίτηση για να υπερασπισθεί την ακεραιότητα της δουλειάς της από παρεμβάσεις «άνωθεν» ή έξωθεν.
Δεν είναι όλοι ίδιοι. Γι’ αυτό και η υπεράσπιση του εκβιασμού, της συκοφαντίας ή της διακίνησης επιρροής δεν έχει σχέση με την υπεράσπιση της ελευθεροτυπίας ή της ελευθερίας του λόγου. Υπηρετεί το ακριβώς αντίθετο: το φόβο, τη φίμωση, την παρασιώπηση. Την έμφοβη συμμόρφωση και την υποταγή.
Όσοι υποστηρίζουν ότι η σύλληψη δημοσιογράφων από μόνη της παραβιάζει την ελευθεροτυπία, παριστάνουν υποκριτικά ότι αγνοούν τις πλήρεις διαστάσεις της διαπλοκής.
Τα πληρωμένα συμβόλαια δολοφονίας προσωπικότητας μέσω δημοσιευμάτων.
Τη διακίνηση δημόσιου χρήματος για ευμενείς ή δυσμενείς δημοσιεύσεις. Τη διακίνηση σπερμολογίας αποδόμησης εκείνων που ενοχλούν.
Δεν είναι μόνο το ΚΕΕΛΠΝΟ, τεράστιο πράγματι σκάνδαλο, στο οποίο εμπλέκεται η Κυβέρνηση Σαμαρά.
Είναι και η ΕΥΔΑΠ (η λεγόμενη υπόθεση των «εκβιαστών»), τεράστιο σκάνδαλο, στο οποίο εμπλέκεται η Κυβέρνηση Τσίπρα. Την τελευταία φορά που μίλησα για αυτό, στην ΕrtOpen και στη Β. Σιούτη, διακόπηκε η αναμετάδοση του προγράμματος. Και όταν ξαναπαίχτηκε η εκπομπή, έγινε κατάσχεση των πομπών…
Η τεχνική των υπαινιγμών και των προειδοποιητικών βολών προδίδει αλισβερίσι, διαπραγμάτευση, εκβιασμό.
Αν έχεις είδηση, τη δημοσιεύεις.
Επώνυμα, ονομαστικά και τεκμηριωμένα. Έντιμα.
Κι αν μηνυθείς ή εναχθείς, στοιχειοθετείς το δημοσίευμά σου.
Η πρακτική «κάτσε καλά, γιατί αλλιώς θα δημοσιεύσω…» δεν κατατάσσει εκείνον που εκτοξεύει την απειλή στην κατηγορία του δημοσιογράφου, αλλά στο πεδίο του κοινού ποινικού δικαίου.
Είτε αυτό που απειλεί ότι θα δημοσιεύσει είναι αληθές είτε είναι ψευδές.
Αν είναι αληθές, το να μην το δημοσιεύει και να το διακινεί κεκαλυμμένα, παραβιάζει κατάφωρα την υποχρέωση του δημοσιογράφου για δημοσίευση και το δικαίωμα των πολιτών στην πληροφόρηση. Αν είναι ψευδές, το να απειλεί ότι θα δημοσιεύσει παραβιάζει κατάφωρα το καθήκον του να υπηρετεί την αλήθεια.
Το ίδιο συμβαίνει με την… «στοργική» διαβεβαίωση: «επειδή είσαι φίλος, δεν θα δημοσιεύσω», ως άλλη μορφή επιρροής και εκβιασμού στον… ευγνώμονα, που εντεύθεν χρωστάει χάρη.
Η διάσταση αυτών των πραγμάτων γίνεται ακόμη πιο ενοχλητική αν αναλογισθεί κανείς τα παλιά και νέα σκάνδαλα και τις ανοιχτές ποινικές υποθέσεις υποκλοπών, κατασκοπείας και παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών Κυβερνήσεων, πολιτικών προσώπων και άλλων παραγόντων της δημόσιας ζωής, που δίνουν σαφή εικόνα ενός εκβιαζόμενου αενάως πολιτικού προσωπικού. Για τον εκβιασμό αυτόν έχουν ευθύνη οι εκβιαστές. Έχουν, όμως, ευθύνη και εκείνοι που δέχονται να εκβιάζονται από δημόσια θέση και να παίρνουν στο λαιμό τους και στο γκρεμό τη χώρα και το λαό.
Αναφορικά με την πρόσφατη μήνυση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας Π. Καμμένου κατά των Γ.Κουρτάκη και Π. Τζένου και την σύλληψη των τελευταίων με τη διαδικασία του αυτοφώρου, πολλοί έσπευσαν να μιλήσουν για «ελευθεροτυπία» και «φίμωση». «Σε δημοσιογράφους και εκπροσώπους των media δεν επιτρέπονται μηνύσεις ούτε αγωγές. Όποιος τις κάνει, είναι εχθρός όλων των δημοσιογράφων, που πρέπει από δημοσιογραφική αλληλεγγύη να υπερασπίζονται τους συναδέλφους τους, των οποίων περιορίζεται η ελευθερία λόγου».
Κι αν ο δημοσιογράφος διαπράττει ποινικά αδικήματα; Αν συκοφαντεί, λοιδορεί, εκβιάζει; Αν χρησιμοποιεί το δημόσιο βήμα για να διακινεί χρήμα και πολιτική επιρροή; Πάλι να τον υπερασπιστούν οι συνάδελφοί του; Ή να τον καταγγείλουν και να ζητήσουν να του αφαιρεθεί η δυνατότητα να εμφανίζεται ως δημοσιογράφος, δηλαδή λειτουργός της ενημέρωσης και της αλήθειας;
Από όσα ακούστηκαν να λένε οι ανωτέρω δημοσιογράφοι στην εκπομπή τους, δεν προκύπτει είδηση. Υπαινιγμοί, κρυφά μηνύματα, προειδοποιήσεις, ύβρεις και απειλές που αφορούν την οικογένεια και την ιδιωτική σφαίρα.
Αν έχεις είδηση, τη δημοσιεύεις.
Αν δεν το κάνεις, δεν κάνεις δημοσιογραφία.
Κι όσοι σπεύδουν να υπερασπισθούν δήθεν την ελευθεροτυπία στο όνομα τέτοιων συμπεριφορών, ή βρίσκονται σε βαθύτατη σύγχυση ή ξεπληρώνουν γραμμάτια.
Δεν είναι όλοι οι δημοσιογράφοι ίδιοι. Κι αυτούς που υπηρετούν μέχρι σήμερα με κόστος το λειτούργημά τους, πρέπει να τους υπερασπισθούμε. Αλλά πρέπει κι οι ίδιοι να υπερασπισθούν, σθεναρά και αταλάντευτα, τον εαυτό τους, την αξιοπρέπειά τους, τη δουλειά τους. Χωρίς φόβο. Με πάθος για την αλήθεια και για την ελευθερία. Και την ελευθερία του λόγου. Όλων μας.
Ξεκαθαρίζω ότι, διαβάζοντας την μήνυση του Πάνου Καμμένου (τον οποίο δεν εκτιμώ ούτε κατ’ ελάχιστον και ο οποίος με έχει προσωπικά συκοφαντήσει αισχρά στην προεκλογική περίοδο του 2015, εφαρμόζοντας ακριβώς τις ίδιες πρακτικές που καταγγέλλει), μου γεννήθηκαν τρεις σοβαρές απορίες, που δεν είδα να διατυπώνονται δημόσια:
1) Πώς είναι δυνατόν να μην έχει καταγγείλει δημόσια τα γεγονότα τα οποία αναφέρει ότι συνέβησαν στις 15 και 22 Ιουλίου 2015, δηλαδή τις ημέρες εισαγωγής και ψήφισης στη Βουλή, με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, των 1ων και των 2ων προαπαιτουμένων, κατά παραβίαση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος; Ποιες άλλες υπόγειες «συνεννοήσεις» έγιναν εκείνες τις μέρες για να καταλυθεί η δημοκρατία και να ολοκληρωθεί το πραξικόπημα;
2) Γιατί, παρά τη σοβαρότητα όσων αναφέρει, διατυπώνει τη μήνυσή του με αμφιβολία για το αν υφίσταται απόπειρα κακουργηματικής εκβίασης (δίνοντας έτσι το ξεκάθαρο πάτημα να μην ασκηθεί ποινική δίωξη για αυτό το σκέλος της μήνυσής του);
3) Γιατί, στην ίδια μήνυση στην οποία καταγγέλλει έναν ολιγάρχη, χωρίς να τον κατονομάζει, υπερασπίζεται έναν άλλον, κατονομάζοντάς τον;
Αυτές οι σοβαρές απορίες έχουν να κάνουν με τα κίνητρα και το ποιόν του μηνυτή. Και με πτυχές της πραγματικότητας κρίσιμων ημερών, που αποκαλύπτονται παρεμπιπτόντως και αποκαλύπτουν τον τρόπο δράσης και λήψης αποφάσεων από κεντρικούς παράγοντες της πολιτικής ζωής.
Η αλήθεια είναι δύσκολο πράγμα.
Αλλά και λυτρωτικό.
Και απελευθερωτικό.
Και εν ανεπαρκεία εδώ και πολλά χρόνια στη χώρα μας.
Τα δύσκολα τα επιλέγω πάντοτε. Δεν τα φοβάμαι. Και την αλήθεια επίσης. Δεν τη φοβάμαι. Την αναζητώ και την κυνηγάω. Αυτό είναι κάτι που δικαίως ενοχλεί εκείνους που φοβούνται. Τους βουτηγμένους στο ψεύδος, τη λάσπη και τη διαπλοκή. Είναι όμως και αυτή που μπορεί να λυτρώσει τους πολίτες αυτής της χώρας, που το σύστημα προσπαθεί να τους θάψει στην παραπληροφόρηση, στην αποπληροφόρηση, στο ψέμα και στην προπαγάνδα.
Τη μάχη για την αλήθεια θα την δώσω ανεξαρτήτως κόστους.
Επιμένοντας στην αλήθεια και όχι σε πρόσκαιρες ή διαρκείς ανίερες συμμαχίες.
Και καλώντας όσους έχουν δημόσιο βήμα, όσους έχουν μέσο απεύθυνσης στην κοινωνία, να τη δώσουμε μαζί.
Τους δημοσιογράφους που δεν παίζουν παιχνίδια, που δεν μπαίνουν σε pay roll, που δεν εξαγοράζονται και δεν χαρίζονται. Είναι οι περισσότεροι. Μένει να ασκήσουν και να δείξουν τη δύναμή τους και να πάψουν να φοβούνται.
Όσο για τους πρώην «ανεξάρτητους» (;;) δημοσιογράφους που θαμπώθηκαν από το χρήμα, έγιναν ακόλουθοι-followers των πάσης φύσεως εξουσιών και ορέγονται να γίνουν παράγοντες ενός νέου συστήματος διαπλοκής, διαβρώνοντας το χώρο της αριστεράς και τον αντιμνημονιακό χώρο, αλλά και τους υπαλλήλους τους που παριστάνουν τους αριστερούς επαναστάτες ενώ παίζουν παιχνίδια εξουσίας και επιρροής, διακινώντας χρήμα, όπως αποκαλύψαμε δημόσια από τις 30 Δεκεμβρίου 2016, όλοι αυτοί έχουν αυτές τις ημέρες και τις επόμενες την ευκαιρία να ανακαλύψουν ότι δεν έχουν όλοι την τιμή τους:
Υπάρχουν κι αυτοί οι «τρελοί», που είναι έτοιμοι να δώσουν τη μάχη με ένα πανίσχυρο όπλο, σπαθί ξεγυμνωμένο: την αλήθεια.
Χωρίς φόβο και με άσβεστο πάθος για ελευθερία και δικαιοσύνη.
Είμαι μία από αυτούς.
Και θα με βρίσκετε απέναντί σας συνεχώς.
Ζωή Κωνσταντοπούλου
12/1/2017
(αλλά και των τελευταίων εβδομάδων, των τελευταίων μηνών, των τελευταίων ετών):
Στη χώρα (όπως και σε πολλές άλλες χώρες) εδώ και χρόνια, δεν υπάρχει ούτε ελευθεροτυπία ούτε ενημέρωση.
Δεν υπάρχει καν εγγύηση του δικαιώματος στην πληροφόρηση.
Τα μέσα ενημέρωσης έχουν αλωθεί-αγορασθεί από οικονομικούς παράγοντες, άσχετους με την ενημέρωση, που διαπλέκονται με την εξουσία. Και σε αυτό το παιχνίδι έχουν μπει πάρα πολλοί δημοσιογράφοι, οι οποίοι διακινούν αυτοπροσώπως πληροφορίες και επιρροή. Μεταφέρουν δήθεν κουτσομπολιά που δεν δημοσιεύονται και «κομίζουν» προειδοποιητικά μηνύματα, πάσης φύσεως και περιεχομένου. Άλλοι πάλι αντιλαμβάνονται τη δημοσιογραφία ως υπαλληλία και συμμορφώνονται στις βουλές και στα συμφέροντα του αφεντικού, με υπερβάλλοντα ζήλο.
Η σημερινή Κυβέρνηση, με τις λοβιτούρες κατάργησης του ΕΣΡ και αντισυνταγματικής διάθεσης των τηλεοπτικών αδειών, απέδειξε περίτρανα ότι θέλει απλώς να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη και να στήσει τη δική της διαπλοκή, ως αντίποδα στην διαπλοκή των προηγούμενων Κυβερνήσεων.
Προσωπικά, έχω το προνόμιο να έχω συγκρουσθεί και να με έχουν χτυπήσει όλοι αυτοί. Οικονομικοί παράγοντες, μεγαλόσχημοι «δημοσιογράφοι»-υπάλληλοι, όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις. Έχω το προνόμιο να μην έχω δεχθεί να επηρεαστώ ούτε από ανθρώπους που βρέθηκαν δίπλα μου, σε εποχές που τους θεωρούσαμε όλοι ανεξάρτητους και ιδεολόγους. Κι έχω το προνόμιο να μου επιτίθενται τώρα και αυτοί, αφού παρέδωσαν και επίσημα την ανεξαρτησία τους στην υπηρεσία ιδιωτικών συμφερόντων και απέτυχαν να με πείσουν να «κάνω τα στραβά μάτια». Το φέρω ως τιμή μου. Και θα συνεχίσω να συγκρούομαι για την πραγματική ελευθερία του λόγου, για την αποκάλυψη της αλήθειας και την πάταξη της διαπλοκής, με όποιον χρειαστεί.
Οι δημοσιογράφοι δεν είναι όλοι ίδιοι. Όπως καμμία κοινωνική ή επαγγελματική κατηγορία. Υπάρχουν πάντοτε οι αδάμαστοι, οι απείθαρχοι, αυτοί που ξέρουν ότι η δημοσιογραφία είναι λειτούργημα και δεν παραιτούνται από την αναζήτηση της αλήθειας. Αυτοί που ανθίστανται στη λογοκρισία και την υπαγόρευση. Πολλοί, πάρα πολλοί είναι σήμερα άνεργοι και πάρα πολλοί άλλοι δίνουν αγώνα επιβίωσης, χωρίς να προδίδουν τις αρχές τους. Ξέρω να τους ξεχωρίζω. Και πρέπει να τους ξεχωρίζουμε. Ως κόρη δημοσιογράφου, που μεγάλωσε 2 παιδιά απ’ τη δουλειά της, πιο σημαντικό από το βιοπορισμό θεωρώ ότι η μητέρα μου δε δίστασε, αρκετές φορές, θέτοντας σε κίνδυνο την επιβίωση αλλά υπερασπιζόμενη την αξιοπρέπεια, να υποβάλει παραίτηση για να υπερασπισθεί την ακεραιότητα της δουλειάς της από παρεμβάσεις «άνωθεν» ή έξωθεν.
Δεν είναι όλοι ίδιοι. Γι’ αυτό και η υπεράσπιση του εκβιασμού, της συκοφαντίας ή της διακίνησης επιρροής δεν έχει σχέση με την υπεράσπιση της ελευθεροτυπίας ή της ελευθερίας του λόγου. Υπηρετεί το ακριβώς αντίθετο: το φόβο, τη φίμωση, την παρασιώπηση. Την έμφοβη συμμόρφωση και την υποταγή.
Όσοι υποστηρίζουν ότι η σύλληψη δημοσιογράφων από μόνη της παραβιάζει την ελευθεροτυπία, παριστάνουν υποκριτικά ότι αγνοούν τις πλήρεις διαστάσεις της διαπλοκής.
Τα πληρωμένα συμβόλαια δολοφονίας προσωπικότητας μέσω δημοσιευμάτων.
Τη διακίνηση δημόσιου χρήματος για ευμενείς ή δυσμενείς δημοσιεύσεις. Τη διακίνηση σπερμολογίας αποδόμησης εκείνων που ενοχλούν.
Δεν είναι μόνο το ΚΕΕΛΠΝΟ, τεράστιο πράγματι σκάνδαλο, στο οποίο εμπλέκεται η Κυβέρνηση Σαμαρά.
Είναι και η ΕΥΔΑΠ (η λεγόμενη υπόθεση των «εκβιαστών»), τεράστιο σκάνδαλο, στο οποίο εμπλέκεται η Κυβέρνηση Τσίπρα. Την τελευταία φορά που μίλησα για αυτό, στην ΕrtOpen και στη Β. Σιούτη, διακόπηκε η αναμετάδοση του προγράμματος. Και όταν ξαναπαίχτηκε η εκπομπή, έγινε κατάσχεση των πομπών…
Η τεχνική των υπαινιγμών και των προειδοποιητικών βολών προδίδει αλισβερίσι, διαπραγμάτευση, εκβιασμό.
Αν έχεις είδηση, τη δημοσιεύεις.
Επώνυμα, ονομαστικά και τεκμηριωμένα. Έντιμα.
Κι αν μηνυθείς ή εναχθείς, στοιχειοθετείς το δημοσίευμά σου.
Η πρακτική «κάτσε καλά, γιατί αλλιώς θα δημοσιεύσω…» δεν κατατάσσει εκείνον που εκτοξεύει την απειλή στην κατηγορία του δημοσιογράφου, αλλά στο πεδίο του κοινού ποινικού δικαίου.
Είτε αυτό που απειλεί ότι θα δημοσιεύσει είναι αληθές είτε είναι ψευδές.
Αν είναι αληθές, το να μην το δημοσιεύει και να το διακινεί κεκαλυμμένα, παραβιάζει κατάφωρα την υποχρέωση του δημοσιογράφου για δημοσίευση και το δικαίωμα των πολιτών στην πληροφόρηση. Αν είναι ψευδές, το να απειλεί ότι θα δημοσιεύσει παραβιάζει κατάφωρα το καθήκον του να υπηρετεί την αλήθεια.
Το ίδιο συμβαίνει με την… «στοργική» διαβεβαίωση: «επειδή είσαι φίλος, δεν θα δημοσιεύσω», ως άλλη μορφή επιρροής και εκβιασμού στον… ευγνώμονα, που εντεύθεν χρωστάει χάρη.
Η διάσταση αυτών των πραγμάτων γίνεται ακόμη πιο ενοχλητική αν αναλογισθεί κανείς τα παλιά και νέα σκάνδαλα και τις ανοιχτές ποινικές υποθέσεις υποκλοπών, κατασκοπείας και παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών Κυβερνήσεων, πολιτικών προσώπων και άλλων παραγόντων της δημόσιας ζωής, που δίνουν σαφή εικόνα ενός εκβιαζόμενου αενάως πολιτικού προσωπικού. Για τον εκβιασμό αυτόν έχουν ευθύνη οι εκβιαστές. Έχουν, όμως, ευθύνη και εκείνοι που δέχονται να εκβιάζονται από δημόσια θέση και να παίρνουν στο λαιμό τους και στο γκρεμό τη χώρα και το λαό.
Αναφορικά με την πρόσφατη μήνυση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας Π. Καμμένου κατά των Γ.Κουρτάκη και Π. Τζένου και την σύλληψη των τελευταίων με τη διαδικασία του αυτοφώρου, πολλοί έσπευσαν να μιλήσουν για «ελευθεροτυπία» και «φίμωση». «Σε δημοσιογράφους και εκπροσώπους των media δεν επιτρέπονται μηνύσεις ούτε αγωγές. Όποιος τις κάνει, είναι εχθρός όλων των δημοσιογράφων, που πρέπει από δημοσιογραφική αλληλεγγύη να υπερασπίζονται τους συναδέλφους τους, των οποίων περιορίζεται η ελευθερία λόγου».
Κι αν ο δημοσιογράφος διαπράττει ποινικά αδικήματα; Αν συκοφαντεί, λοιδορεί, εκβιάζει; Αν χρησιμοποιεί το δημόσιο βήμα για να διακινεί χρήμα και πολιτική επιρροή; Πάλι να τον υπερασπιστούν οι συνάδελφοί του; Ή να τον καταγγείλουν και να ζητήσουν να του αφαιρεθεί η δυνατότητα να εμφανίζεται ως δημοσιογράφος, δηλαδή λειτουργός της ενημέρωσης και της αλήθειας;
Από όσα ακούστηκαν να λένε οι ανωτέρω δημοσιογράφοι στην εκπομπή τους, δεν προκύπτει είδηση. Υπαινιγμοί, κρυφά μηνύματα, προειδοποιήσεις, ύβρεις και απειλές που αφορούν την οικογένεια και την ιδιωτική σφαίρα.
Αν έχεις είδηση, τη δημοσιεύεις.
Αν δεν το κάνεις, δεν κάνεις δημοσιογραφία.
Κι όσοι σπεύδουν να υπερασπισθούν δήθεν την ελευθεροτυπία στο όνομα τέτοιων συμπεριφορών, ή βρίσκονται σε βαθύτατη σύγχυση ή ξεπληρώνουν γραμμάτια.
Δεν είναι όλοι οι δημοσιογράφοι ίδιοι. Κι αυτούς που υπηρετούν μέχρι σήμερα με κόστος το λειτούργημά τους, πρέπει να τους υπερασπισθούμε. Αλλά πρέπει κι οι ίδιοι να υπερασπισθούν, σθεναρά και αταλάντευτα, τον εαυτό τους, την αξιοπρέπειά τους, τη δουλειά τους. Χωρίς φόβο. Με πάθος για την αλήθεια και για την ελευθερία. Και την ελευθερία του λόγου. Όλων μας.
Ξεκαθαρίζω ότι, διαβάζοντας την μήνυση του Πάνου Καμμένου (τον οποίο δεν εκτιμώ ούτε κατ’ ελάχιστον και ο οποίος με έχει προσωπικά συκοφαντήσει αισχρά στην προεκλογική περίοδο του 2015, εφαρμόζοντας ακριβώς τις ίδιες πρακτικές που καταγγέλλει), μου γεννήθηκαν τρεις σοβαρές απορίες, που δεν είδα να διατυπώνονται δημόσια:
1) Πώς είναι δυνατόν να μην έχει καταγγείλει δημόσια τα γεγονότα τα οποία αναφέρει ότι συνέβησαν στις 15 και 22 Ιουλίου 2015, δηλαδή τις ημέρες εισαγωγής και ψήφισης στη Βουλή, με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, των 1ων και των 2ων προαπαιτουμένων, κατά παραβίαση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος; Ποιες άλλες υπόγειες «συνεννοήσεις» έγιναν εκείνες τις μέρες για να καταλυθεί η δημοκρατία και να ολοκληρωθεί το πραξικόπημα;
2) Γιατί, παρά τη σοβαρότητα όσων αναφέρει, διατυπώνει τη μήνυσή του με αμφιβολία για το αν υφίσταται απόπειρα κακουργηματικής εκβίασης (δίνοντας έτσι το ξεκάθαρο πάτημα να μην ασκηθεί ποινική δίωξη για αυτό το σκέλος της μήνυσής του);
3) Γιατί, στην ίδια μήνυση στην οποία καταγγέλλει έναν ολιγάρχη, χωρίς να τον κατονομάζει, υπερασπίζεται έναν άλλον, κατονομάζοντάς τον;
Αυτές οι σοβαρές απορίες έχουν να κάνουν με τα κίνητρα και το ποιόν του μηνυτή. Και με πτυχές της πραγματικότητας κρίσιμων ημερών, που αποκαλύπτονται παρεμπιπτόντως και αποκαλύπτουν τον τρόπο δράσης και λήψης αποφάσεων από κεντρικούς παράγοντες της πολιτικής ζωής.
Η αλήθεια είναι δύσκολο πράγμα.
Αλλά και λυτρωτικό.
Και απελευθερωτικό.
Και εν ανεπαρκεία εδώ και πολλά χρόνια στη χώρα μας.
Τα δύσκολα τα επιλέγω πάντοτε. Δεν τα φοβάμαι. Και την αλήθεια επίσης. Δεν τη φοβάμαι. Την αναζητώ και την κυνηγάω. Αυτό είναι κάτι που δικαίως ενοχλεί εκείνους που φοβούνται. Τους βουτηγμένους στο ψεύδος, τη λάσπη και τη διαπλοκή. Είναι όμως και αυτή που μπορεί να λυτρώσει τους πολίτες αυτής της χώρας, που το σύστημα προσπαθεί να τους θάψει στην παραπληροφόρηση, στην αποπληροφόρηση, στο ψέμα και στην προπαγάνδα.
Τη μάχη για την αλήθεια θα την δώσω ανεξαρτήτως κόστους.
Επιμένοντας στην αλήθεια και όχι σε πρόσκαιρες ή διαρκείς ανίερες συμμαχίες.
Και καλώντας όσους έχουν δημόσιο βήμα, όσους έχουν μέσο απεύθυνσης στην κοινωνία, να τη δώσουμε μαζί.
Τους δημοσιογράφους που δεν παίζουν παιχνίδια, που δεν μπαίνουν σε pay roll, που δεν εξαγοράζονται και δεν χαρίζονται. Είναι οι περισσότεροι. Μένει να ασκήσουν και να δείξουν τη δύναμή τους και να πάψουν να φοβούνται.
Όσο για τους πρώην «ανεξάρτητους» (;;) δημοσιογράφους που θαμπώθηκαν από το χρήμα, έγιναν ακόλουθοι-followers των πάσης φύσεως εξουσιών και ορέγονται να γίνουν παράγοντες ενός νέου συστήματος διαπλοκής, διαβρώνοντας το χώρο της αριστεράς και τον αντιμνημονιακό χώρο, αλλά και τους υπαλλήλους τους που παριστάνουν τους αριστερούς επαναστάτες ενώ παίζουν παιχνίδια εξουσίας και επιρροής, διακινώντας χρήμα, όπως αποκαλύψαμε δημόσια από τις 30 Δεκεμβρίου 2016, όλοι αυτοί έχουν αυτές τις ημέρες και τις επόμενες την ευκαιρία να ανακαλύψουν ότι δεν έχουν όλοι την τιμή τους:
Υπάρχουν κι αυτοί οι «τρελοί», που είναι έτοιμοι να δώσουν τη μάχη με ένα πανίσχυρο όπλο, σπαθί ξεγυμνωμένο: την αλήθεια.
Χωρίς φόβο και με άσβεστο πάθος για ελευθερία και δικαιοσύνη.
Είμαι μία από αυτούς.
Και θα με βρίσκετε απέναντί σας συνεχώς.
Ζωή Κωνσταντοπούλου
12/1/2017