Διεθνής Αμνηστία: Ανησυχίες για το ξαφνικό κλείσιμο της ΕΡΤ
Η Διεθνής Αμνηστία επιθυμεί να εκφράσει την ανησυχία της για το ξαφνικό κλείσιμο της δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης (ΕΡΤ) στην Ελλάδα την περασμένη εβδομάδα και για τις επιπτώσεις του μέτρου αυτού στην άσκηση του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης, το οποίο περιλαμβάνει το δικαίωμα αναζήτησης και λήψης πληροφοριών, ιδίως, σε περίοδο σοβαρής οικονομικής και πολιτικής κρίσης.
Ενώ οι αρχές έχουν ανακοινώσει σχέδια για την εγκαθίδρυση νέας Ραδιοτηλεόρασης τον Αύγουστο, για την ώρα, πολλοί άνθρωποι στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, οι οποίοι βασίζονταν στην ΕΡΤ για φάσμα πληροφοριών σχετικών με τις πολιτικές εξελίξεις, καθώς και άλλο περιεχόμενο στην ελληνική γλώσσα, τη στιγμή αυτή τα στερούνται.
Από το ξαφνικό κλείσιμο πλήττονται συγκεκριμένες ομάδες, περιλαμβανομένων ανθρώπων που ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές της Ελλάδας, για τους οποίους η ΕΡΤ ήταν πρακτικά ο μόνος διαθέσιμος τηλεοπτικός σταθμός, και άνθρωποι ελληνικής καταγωγής που ζουν στο εξωτερικό και θεωρούν την ΕΡΤ σημαντικό σύνδεσμο με τη χώρα και την πολιτιστική και γλωσσική κληρονομιά τους.
Στο ρόλο της ως δημόσιας μη εμπορικής ραδιοτηλεόρασης, η ΕΡΤ έπαιξε σημαντικό ρόλο στο συνολικό πλουραλισμό και ποικιλία των ΜΜΕ στην Ελλάδα. Όπως έχει επισημάνει η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, οι κυβερνήσεις πρέπει να διασφαλίζουν και να προωθούν τον πλουραλισμό και την ποικιλία των ΜΜΕ, ως μέρος της υποχρέωσής τους να διασφαλίζουν το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης (Άρθρο 19, Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα), το οποίο περιλαμβάνει το δικαίωμα στην αναζήτηση και λήψη πληροφοριών και ιδεών κάθε είδους. Αντί για αυτό, τουλάχιστον για την ώρα, η απόφαση της κυβέρνησης να κλείσει την ΕΡΤ έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της ποικιλίας και του πλουραλισμού των διαθέσιμων πληροφοριών και ιδεών.
Η Διεθνής Αμνηστία επισημαίνει ότι, παρά τις επιπτώσεις του κλεισίματος στην ελευθερία της έκφρασης και της πληροφόρησης, η απόφαση να κλείσει η ΕΡΤ ελήφθη από την κυβέρνηση με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, προφανώς χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με τη Βουλή ή με τα μειοψηφούντα κόμματα στον κυβερνητικό συνασπισμό.