Αντιφασίστες δικηγόροι για την άρση της ασυλίας των βουλευτών της Χρυσής Αυγής
Τοποθέτηση της “Πρωτοβουλίας δικηγόρων για την Πολιτική Αγωγή του αντιφασιστικού κινήματος” σχετικά με την άρση της ασυλίας των βουλευτών της Χρυσής Αυγής:
1. Το πόρισμα των εφετών ανακριτριών Κλάπα-Δημητροπούλου που στάλθηκε στη Βουλή για την άρση της ασυλίας των βουλευτών της Χρυσης Αυγής αποτελεί, για τα δεδομένα των θεσμών του ελληνικού κράτους, ένα πρωτοφανές κείμενο. Μετά από μια πολύχρονη περίοδο ασυλίας, συγκάλυψης και συνενοχής, είναι η πρώτη φορά που σ’ ένα επίσημο δημόσιο κείμενο συσχετίζονται σε τέτοια έκταση οι πολλαπλές εγκληματικές δράσεις της νεοναζιστικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή. Η ποινική δίωξη σε βάρος των νεοναζί είναι αποτέλεσμα της αντιφασιστικής έκρηξης που ακολούθησε τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Γι’ αυτό και στο πόρισμα των ανακριτριών βρίσκει κανείς πολλές από τις καταγγελίες που επί χρόνια έκανε το αντιφασιστικό κίνημα, αλλά έρχονταν αντιμέτωπες με την προκλητική αδράνεια των κρατικών μηχανισμών.
2. Η ποινική δίωξη κατά της Χρυσής Αυγής έχει φτάσει σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Στο ξεκίνημά της, έμοιαζε ακόμα ανοιχτό το ερώτημα αν η “εγκληματική οργάνωση” για την οποία κατηγορούνται ο Μιχαλολιάκος και οι λοιποί είναι η ίδια η Χρυσή Αυγή ή μια ξεχωριστή οργάνωση στο εσωτερικό της. Με το αίτημά τους για άρση της ασυλίας όλων των βουλευτών της οργάνωσης, οι εφέτες ανακρίτριες σηματοδοτούν ότι η έρευνα που έχουν διεξάγει απάντησε σ’ αυτό το ερώτημα: η Χρυσή Αυγή δεν είναι ένα πολιτικό κόμμα με μια εγκληματική οργάνωση στο εσωτερικό της, αλλά μια εγκληματική οργάνωση με τον μανδύα πολιτικού κόμματος. Τα τάγματα εφόδου δεν ήταν μια ακτιβίστικη “παρέκκλιση” της οργάνωσης, αλλά ο λόγος της ύπαρξής της, την οποία ιεραρχημένα και μεθοδικά διηύθυναν τα ηγετικά στελέχη της, αυτονόητα και πρώτιστα οι βουλευτές της. Το πολιτικό μήνυμα των ελλήνων νεοναζί – όπως και των γερμανών εθνικοσοσιαλιστών προγόνων τους – είναι ο καθαρός τρόμος: αρχικά σε βάρος των μεταναστών και στη συνέχεια σε βάρος του μεγάλου στόχου, που είναι οι μαχητικοί συνδικαλιστές, οι αντιφασίστες, η Αριστερά, κάθε δημοκράτης πολίτης που τούς στέκεται εμπόδιο στο δρόμο τους για την εξουσία.
3. Για τη συνέχιση της ποινικής δίωξης στην κατεύθυνση που αναφέρθηκε, είναι πλέον απαραίτητη η άρση της ασυλίας όλων των βουλευτών της Χρυσής Αυγής. Κανένα κόμμα και κανένας βουλευτής (πλην φυσικά της Χρυσής Αυγής) δεν μπορεί να αρνηθεί τη θετική ψήφο του στο αίτημα των δικαστικών αρχών. Το επιχείρημα ότι η άρση της ασυλίας όλων των βουλευτών της Χρυσής Αυγής αποτελεί “ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής” συνιστά υιοθέτηση της επιχειρηματολογίας της νεοναζιστικής οργάνωσης. Να είμαστε καθαροί: είναι οι νεοναζί αυτοί που μετέτρεψαν τα κακουργήματα – τις ανθρωποκτονίες, τις βαριές σωματικές βλάβες, τους εμπρησμούς, κλπ – σε πολιτική δράση. Κάθε αρνητική ψήφος στο αίτημα άρσης της ασυλίας των βουλευτών της Χρυσής Αυγής συνιστά θετική διάκριση υπέρ της νεοναζιστικής βίας και όσων τη διευθύνουν, που – με το σκεπτικό της μη “ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής” – μπορούν να έχουν το ακαταδίωκτο αρκεί να είναι βουλευτές! Δικαιώνεται έτσι ο Κασιδιάρης που με αυτά ακριβώς τα λόγια περιέγραψε τα “πλεονεκτήματα” της βουλευτικής ασυλίας ενός νεοναζί.
4. Το γεγονός ότι με την εγκληματική οργάνωση Χρυσή Αυγή διαπλέκεται το “νόμιμο πολιτικό κόμμα” που επί χρόνια ανακήρυσσε ο Άρειος Πάγος δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία για τον περιορισμό της ποινικής δίωξης. Το ελληνικό κράτος και οι πολιτικοί του προϊστάμενοι επέτρεψαν, αν και γνώριζαν πολύ καλά την εγκληματική δράση του νεοναζιστικού μορφώματος, την ελεύθερη λειτουργία του ως πολιτικού κόμματος και την είσοδό του στη Βουλή. Ο νομικός γόρδιος δεσμός που δημιουργείται από τη διαπλοκή εγκληματικής οργάνωσης και κοινοβουλευτικού κόμματος είναι δικό τους δημιούργημα και τους εκθέτει ανεπανόρθωτα. Δεν μπορεί όμως να λυθεί με την παροχή ασυλίας στις δράσεις της εγκληματικής οργάνωσης. Η τοποθέτηση αυτή δεν αντιφάσκει με την εξαρχής θέση μας ότι η φασιστική απειλή δεν πρόκειται να καταπολεμηθεί με ποινικά μέσα. Είναι γέννημα της οικονομικής και πολιτικής κρίσης, των πολιτικών λιτότητας και κρατικού ρατσισμού, και είναι σ’ αυτά τα πεδία που πρέπει να ηττηθεί.
5. Η ποινική δίωξη της Χρυσής Αυγής εξελίσσεται αυτή τη στιγμή με βάση το άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα για την “εγκληματική οργάνωση”. Ο προοδευτικός νομικός κόσμος της χώρας έχει εκφράσει από την ψήφισή τους την έντονη και τεκμηριωμένη αντίθεσή του στους δύο τρομονόμους (όπως είναι γνωστοί στο πλατύ κοινό), τον ν. 2928/2001 που θέσπισε τη διάταξη της “εγκληματικής οργάνωσης” (άρθρο 187 ΠΚ, στη θέση των παλιών διατάξεων της “σύστασης και συμμορίας”) και τον ν.3251/2004 για την “τρομοκρατική οργάνωση” (άρθρο 187Α ΠΚ). Η αντίθεσή μας στις συγκεκριμένες διατάξεις όχι μόνο δεν λειαίνεται τώρα που οι νεοναζί διώκονται με αυτές, αλλά επιβεβαιώνεται. Εξαρχής, ένα βασικό πρόβλημα του νέου 187 ήταν η διεύρυνση της ποινικής ευθύνης στους “συμμετέχοντες” στην εγκληματική οργάνωση, με αδιόρατα τα όρια τού τι συνιστά “συμμετοχή”. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ηγέτες των νεοναζί αξιοποιούν αυτή την ακροβασία του νομοθέτη και υποδύονται τους πολιτικά διωκόμενους, κρυπτόμενοι ακριβώς πίσω από τους “συμμετέχοντες” στις πολιτικές εκδηλώσεις της Χρυσής Αυγής (πορείες, ομιλίες, κλπ). Με δεδομένο αυτό, η “συγκρότηση” (παρ. 1 του α.187) και “διεύθυνση” (παρ. 3) της εγκληματικής οργάνωσης μπορεί να αφορά το σύνολο της ηγεσίας της, αυτονόητα τους βουλευτές της που είχαν πλήρη γνώση των δράσεων της οργάνωσης, τις καθοδηγούσαν (με sms, τηλεφωνικές συνομιλίες, βίντεο, δημόσιες ομιλίες και δηλώσεις) μετέχοντας σε κάποιες από αυτές (Άγιος Παντελεήμονας, Νίκαια, Πέραμα, τάγματα εφόδου, κλπ), ωστόσο η “συμμετοχή” μέλους της θα πρέπει να κρίνεται με βάση την τέλεση εγκληματικής πράξης. Κάθε άλλη ερμηνεία του άρθρου 187 φαλκιδεύει τα δημοκρατικά δικαιώματα, διευρύνει τη σφαίρα του αξιόποινου σε απροσδιόριστες ομάδες ανθρώπων και, στην περίπτωσή μας, απονομιμοποιεί την αναγκαία ποινική δίωξη της εγκληματικής δράσης των νεοναζί.
6. Για τους λόγους αυτούς, όπως έχουμε δηλώσει από την πρώτη στιγμή συγκρότησης της πρωτοβουλίας μας, επιδιώκουμε: την καταδίκη των νεοναζί που έχουν εγκληματήσει σε όλες τις εκκρεμούσες στα ποινικά δικαστήρια δίκες, τη φυλάκιση των αρχηγών τους για συγκρότηση και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, την παράσταση ως πολιτικής αγωγής στην επερχόμενη δίκη της Χρυσής Αυγής του αντιφασιστικού κινήματος, των μεταναστευτικών κοινοτήτων, των θυμάτων των νεοναζί. Γνωρίζουμε βέβαια ότι η ήττα της φασιστικής απειλής δεν θα κριθεί τελικά στις δικαστικές αίθουσες, αλλά στους δρόμους, τις γειτονιές, τους χώρους των εργαζόμενων και της νεολαίας. Γι’ αυτό, η δράση μας υπηρετεί τις γενικότερες στοχεύσεις του αντιφασιστικού κινήματος, το οποίο αυτές τις μέρες ετοιμάζεται για μια μεγάλη διεθνή και πανελλαδική κινητοποίηση στις 22 Μάρτη, στην οποία αυτονόητα δηλώνουμε την ενεργό συμμετοχή μας.