Αρνήθηκε να καταθέσει η μητέρα της Μπεάτε Τσέπε

Η μητέρα της Μπεάτε Τσέπε, της γυναίκας η οποία δικάζεται στο Μόναχο για τον ρόλο της στη σειρά δολοφονιών που είχε διαπράξει μια νεοναζιστική συμμορία αρνήθηκε την Τετάρτη να καταθέσει. Η 38χρονη Τσέπε, κατηγορείται ότι είναι η μόνη επιζήσασα από τα μέλη της νεοναζιστικής ομάδας NSU, η οποία σύμφωνα με τους εισαγγελείς δολοφόνησε εννιά μετανάστες, οκτώ Τούρκους κι έναν Έλληνα, καθώς και μία Γερμανίδα αστυνομικό, από το 2000 ως το 2007.

 

 

Η Ανερόζε Τσέπε, 61 ετών, εμφανίστηκε στο δικαστήριο με τον δικό της δικηγόρο και δήλωσε ότι επρόκειτο να ασκήσει το δικαίωμά της βάσει του ισχύοντος νομικού πλαισίου στην Γερμανία να αρνηθεί να καταθέσει σε βάρος μιας συγγενούς της πρώτου βαθμού. Επίσης ζήτησε προηγούμενες δηλώσεις της σε αστυνομικούς να μην χρησιμοποιηθούν στο δικαστήριο ως αποδεικτικά στοιχεία.

Η απόφασή της χαρακτηρίζεται πλήγμα για την πολιτική αγωγή, η οποία δυσκολεύεται να παρουσιάσει αδιάσειστες αποδείξεις πως η κατηγορούμενη έπαιξε καθοριστικό ρόλο στα εγκλήματα μίσους της συμμορίας. Η κόρη επίσης αρνείται να καταθέσει στην μακροσκελή διαδικασία σε δικαστήριο του Μονάχου, στην οποία είναι η βασική κατηγορούμενη ως συνεργός στις δολοφονίες.

Οι θάνατοι των δύο ανδρών που ανήκαν στη συμμορία το 2011, όταν φέρεται ότι συμφώνησαν ο ένας να σκοτώσει τον άλλο και κατόπιν να αυτοκτονήσει, οδήγησαν την γερμανική αστυνομία να συνδέσει την τριάδα με τις ανεξιχνίαστες δολοφονίες. Τέσσερα ακόμη πρόσωπα δικάζονται για παροχή υλικής στήριξης στην NSU.

Οι εισαγγελείς έχουν σκιαγραφήσει το προφίλ της Τσέπε ως μιας προβληματικής έφηβης που εμφάνισε παραβατική συμπεριφορά μεγαλώνοντας εν μέσω της κρίσης της δεκαετίας του 1990, όταν η κατάρρευση της κομμουνιστικής Ανατολικής Γερμανίας σήμανε μαζική ανεργία, ένα κύμα εγκληματικότητας των νέων και την εξάπλωση της νεοναζιστικής ιδεολογίας.

Η αποτυχία των γονέων είναι ένα ζήτημα που επανέρχεται διαρκώς στην δίκη, στην οποία έχουν επίσης κληθεί να καταθέσουν οι γονείς των δύο νεκρών αρρένων μελών της NSU, του Ούβε Μούντλος και του Ούβε Μπένχαρτ.

Η σχέση μητέρας-κόρης—η οικογένεια είναι μονογονεϊκή— διακατέχονταν από εχθρότητα και η κατηγορούμενη ήταν εξαρτημένη από την ψυχολογική στήριξη της γιαγιάς της μεγαλώνοντας. Απ' όσο μπόρεσαν να δουν οι δημοσιογράφοι του Γερμανικού Πρακτορείου από το χώρο όπου παρακολουθούν την δίκη η Ανερόζε Τσέπε δεν έριξε ούτε μια ματιά στην κόρη της κατά την διάρκεια της εμφάνισής της στην αίθουσα του δικαστηρίου, ενώ η κατηγορούμενη παρέμεινε καθισμένη, με τα πίσω πόδια της καρέκλας της ανασηκωμένα και το βλέμμα καρφωμένο στην οθόνη του φορητού υπολογιστή της όσο η μητέρα της βρισκόταν στο χώρο.

Ένας εξάδελφος της Τσέπε, που κατονομάστηκε ως Στέφαν Α., κατέθεσε για την παιδική ηλικία της στην φτωχή ανατολικογερμανική πόλη Γένα.

«Διακατεχόμασταν από ακροδεξιά προκατάληψη ήδη από τότε», είπε ο εξάδελφος, 39 ετών. «Μισούσαμε το κράτος, τους ξένους, τους αριστερούς, σχεδόν τα πάντα», πρόσθεσε. Πρόσθεσε πως αργότερα έχασε κάθε επαφή τόσο με την Τσέπε, όσο και με τους δύο άνδρες.

«Ο Ούβε Μούντλος αποδοκίμαζε τον τρόπο ζωής μου», είπε ο Στέφαν Α. «Έπινα πολύ και πήγαινα σε πάρτι». Πρόσθεσε ότι εξαιτίας του ο Μούντλος αποφάσισε να απόσχει εντελώς από την κατανάλωση αλκοόλ. Ο ίδιος είπε ότι δεν είχε συζητήσει ποτέ για πολιτικά θέματα με την Μπεάτε Τσέπε.

Πηγή: ΑΠΕ/ΜΠΕ

Τελευταία τροποποίηση στις Τετάρτη, 27/11/2013 - 22:52