Μυστικό πρόγραμμα υποχρεωτικών αμβλώσεων από τον νιγηριανό στρατό
Μια τρομακτική έρευνα από το πρακτορείο Reuters, αποκαλύπτει πάνω από 10.000 παράνομες αμβλώσεις στη Νιγηρία στο περιθώριο του πολέμου κατά της Μπόκο Χαράμ. Χιλιάδες γυναίκες βασανίστηκαν και από τους απαγωγείς και από τους... σωτήρες τους.
Τουλάχιστον από το 2013 οι ένοπλες δυνάμεις της Νιγηρίας πραγματοποιούν ένα μυστικό, συστηματικό και πλήρως παράνομο πρόγραμμα αμβλώσεων στα βορειοανατολικά της χώρας, με θύματα χιλιάδες γυναίκες.
Αυτό αποκαλύπτει τρομακτική έρευνα του πρακτορείου Reuters το οποίο σημειώνει ότι οι αρχές έχουν κάνει τουλάχιστον 10.000 αμβλώσεις σε γυναίκες και κορίτσια, πολλές από τις οποίες είχαν απαχθεί και βιαστεί από ισλαμιστές αντάρτες. Όσες αντιστάθηκαν έπεσαν θύματα ξυλοδαρμού, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις, όπως καταγγέλλουν μάρτυρες, οι αμβλώσεις έγιναν υπό την απειλή όπλου ή ενώ οι γυναίκες είχαν ναρκωθεί.
Το πρόγραμμα αμβλώσεων πραγματοποιείται στις βορειοανατολικές επαρχίες Γιόμπε, Μπόρνο και Ανταμάουα, όπου ο στρατός μάχεται εδώ και χρόνια με ισλαμιστικές ένοπλες ομάδες. Αντάρτες της Μπόκο Χαράμ είναι, εξάλλου, υπεύθυνοι για πολλά περιστατικά υποχρεωτικών γάμων και συστηματικών βιασμών κατά γυναικών και κοριτσιών που έχουν πιαστεί αιχμάλωτες.
Όπως επισημαίνουν στο πρακτορείο οκτώ πηγές που έχουν γνώση της κατάστασης, το πρόγραμμα είναι παράνομο και αρκετές φορές κρατείται μυστικό ακόμη και από νοσηλευτικό προσωπικό. Σε ορισμένα νοσοκομεία οι γυναίκες που μεταφέρονται για αναγκαστικές αμβλώσεις παραμένουν σε ξεχωριστές πτέρυγες ή καταγράφονται σε διαφορετικές λίστες.
Πρακτικά, η έρευνα αποκαλύπτει ότι χιλιάδες γυναίκες βασανίστηκαν συστηματικά τόσο από τους απαγωγείς όσο και από τους... σωτήρες τους.
Τις έδερναν και τις απειλούσαν
Οι αμβλώσεις έγιναν στην πλειοψηφία τους χωρίς τη συγκατάθεση των εγκύων, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις δεν ήξεραν καν τι τους συμβαίνει ιατρικά. Γυναίκες και κορίτσια σε εγκυμοσύνη, από μερικές εβδομάδες έως οκτώ μήνες, ενώ ορισμένες ήταν ακόμη και 12 ετών.
Η έρευνα του Reuters βασίζεται σε συνεντεύξεις με 33 γυναίκες και κορίτσια που λένε ότι τις εξανάγκασαν από τον νιγηριανό στρατό να κάνουν υποχρεωτικά άμβλωση. Μόνο μία δήλωσε ότι έδωσε τη συγκατάθεσή της.
Το πρακτορείο πήρε συνέντευξη από πέντε πολίτες που εργάζονται ως νοσηλευτικό προσωπικό, αλλά και εννέα άτομα που εργάστηκαν ως προσωπικό ασφαλείας στο τρομακτικό πρόγραμμα. Ανάμεσά στους συνεντευξιαζόμενους είναι στρατιώτες και άλλοι κυβερνητικοί υπάλληλοι, όπως ένοπλοι φρουροί που συνόδευαν τις εγκύους στους χώρους των αμβλώσεων.
Παράλληλα, το Reuters έχει λάβει αντίγραφα στρατιωτικών εγγράφων και αρχείων από νοσοκομεία που περιγράφουν χιλιάδες αμβλώσεις.
Η ύπαρξη του στρατιωτικού προγράμματος αμβλώσεων καταγράφεται για πρώτη φορά, ενώ τα θύματα εξαναγκάζονταν σε επεμβάσεις είτε μέσω ψεμάτων είτε μέσω απειλών για φυσική βία, ενώ κρατούνταν σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις για ημέρες ή και εβδομάδες.
Τρεις στρατιώτες και ένας φρουρός δηλώνουν ότι έλεγαν ψέματα στις γυναίκες ότι τα χάπια και οι ενέσεις που τους έδιναν προορίζονταν στο να βελτιώσουν την υγεία τους και να καταπολεμήσουν ασθένειες όπως η ελονοσία. Άλλες γυναίκες, όμως, παρέμεναν δεμένες ή ακινητοποιημένες, ενώ τους έδιναν υποχρεωτικά τα συγκεκριμένα φάρμακα.
Η μαρτυρία της Φατί
Νιγηριανοί στρατιώτες περικύκλωσαν το χωριό στη λίμνη Τσαντ, όπου αντάρτες της Μπόκο Χαράμ την κρατούσαν αιχμάλωτη μαζί με άλλες γυναίκες. Ακούστηκαν εκρήξεις και πυροβολισμοί και καθώς οι αντάρτες άρχισαν να υποχωρούν, εκείνη προσπάθησε να διαφύγει τρομαγμένη.
Όταν ξύπνησε βρισκόταν σε μια στρατιωτική βάση κοντά στο χωριό. «Αισθανόμουν πιο χαρούμενη από ποτέ», δηλώνει η Φατί, τώρα 20 ετών, περιγράφοντας τα όσα συνέβησαν πριν από επτά χρόνια.
Για περίπου έναν χρόνο οι αντάρτες την είχαν παντρέψει παρά τη θέλησή της, ενώ τη βίαζαν και την ξυλοκοπούσαν συστηματικά.
Τώρα, ενώ ήταν έγκυος, είχε διασωθεί και αισθανόταν μεγάλη ευγνωμοσύνη προς τους στρατιώτες.
Μία εβδομάδα μετά, λέει η Φατί, ενώ βρισκόταν σε ένα δωμάτιο γεμάτο κατσαρίδες, μπήκαν στον χώρο ένστολοι και έδωσαν σε αυτή και σε άλλες πέντε κοπέλες μυστηριώδεις ενέσεις και χάπια.
Πέρασαν τέσσερις ώρες προτού η Φατί αρχίσει να αισθάνεται φρικτούς πόνους στο στομάχι της, ενώ έβγαζε μαύρο αίμα. Οι υπόλοιπες γυναίκες επίσης αιμορραγούσαν και υπέφεραν στο πάτωμα.
«Οι στρατιώτες ήθελαν να μας σκοτώσουν», σχολιάζει η Φατί και υπογραμμίζει ότι προσπάθησαν να βάλουν τέλος στις εγκυμοσύνες τους χωρίς καν να τις ρωτήσουν ούτε να τις ενημερώσουν.
Αφού πλύθηκαν, οι στρατιώτες τις απείλησαν ότι θα τις χτυπήσουν πολύ άσχημα εάν πουν πουθενά τι συνέβη σε εκείνες.
Ερωτήματα στην ηγεσία και στον ΟΗΕ
Νιγηριανοί αξιωματούχοι, πάντως, επισημαίνουν ότι εάν υπήρχε τέτοια κακοποίηση και σε τέτοιο βαθμό, θα ήταν αδύνατο να αποκρυφτεί από τις πολλές διεθνείς οργανώσεις που βρίσκονται στη χώρα δίνοντας ανθρωπιστική βοήθεια, ανάμεσά τους και απεσταλμένοι του ΟΗΕ.
«Όλοι έχουν ελεύθερη πρόσβαση στις ενέργειές μας. Δεν υπάρχει τίποτα κρυμμένο, τίποτα. Κανένας δε μας έχει κατηγορήσει για κάτι τέτοιο. Δεν το έχουμε κάνει και δεν θα το κάνουμε», υποστηρίζει ο στρατηγός Μούσα.
Από την πλευρά του ο Ματίας Σμάλε, επικεφαλής αξιωματούχος του ΟΗΕ στη Νιγηρία σημειώνει ότι «αυτή τη στιγμή δεν είμαστε σε θέση να κάνουμε δημόσια τοποθέτηση για το συγκεκριμένο ευαίσθητο και σημαντικό θέμα».
Λεπτομέρειες για το πρόγραμμα του νιγηριανού στρατού παραμένουν θολές. Επειδή επικρατεί μεγάλη μυστικότητα, είναι αδύνατο να γνωρίζουμε ακριβώς πόσες αμβλώσεις έχουν πραγματοποιηθεί. Συνεντεύξεις και έγγραφα μιλούν για περισσότερες από 10.000 περιπτώσεις, με τους ασθενείς αρκετές φορές να έχουν ερωτηθεί εάν επιθυμούν άμβλωση, αλλά χωρίς να έχει ξεκαθαριστεί πόσες είχαν πραγματικά την επιλογή.
Σε πρώτο πλάνο βρίσκεται η ομάδα του νιγηριανού στρατού «Έβδομη Μεραρχία», που ιδρύθηκε από τον πρώην πρόεδρο Γκούντλακ Τζόναθαν, με εκπρόσωπό του να υποστηρίζει ότι δεν είχε καμία γνώση ή καταγγελίες για τέτοιες πράξεις.
Η έρευνα του πρακτορείου, πάντως, καταγράφει ότι ορισμένες από τις πιο ισχυρές στρατιωτικές προσωπικότητες της χώρας επέβλεπαν τέτοιες επιχειρήσεις στα βορειοανατολικά.
Η τωρινή ηγεσία της χώρας, αλλά και οι Ένοπλες Δυνάμεις, δεν απάντησαν στο αίτημα του Reuters να θέσει συγκεκριμένα ερωτήματα.