Οι εντολοδόχοι των δανειστών αφανίζουν τους φτωχούς και μεσαίους αγρότες
Γράφει ο Στωικός
Όπως πολύ καλά κατάλαβε όλος ο κόσμος, η προεκλογική περίοδος εγκαινιάστηκε την Τετάρτη 5/8 με την επίσκεψη Τσίπρα στο υπουργείο Γεωργίας.
Καθόλου τυχαία επίσκεψη. Ο αγροτικός κόσμος βρίσκεται σε αναβρασμό, μετά την γνωστοποίηση των νέων σφαγιαστικών μέτρων που απαιτεί το κουαρτέτο των δανειστών και έχουν προαναγγείλει κινητοποιήσεις μεσσούντος του καλοκαιριού.
Οι εκπρόσωποι των ιμπεριαλιστών απαιτούν:
Αυτός άλλωστε είναι και ο στόχος των μέτρων, δεδομένου ότι, παρά τις καταστρεπτικές συνέπειες της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, με τους περιορισμούς που εισάγει στις καλλιέργειες, τις αθρόες εισαγωγές αγροτικών προϊόντων από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και την καταλήστεψη του αγροτικού πληθυσμού από το εμπορικό κεφάλαιο, οι μικρές και μεσαίες αγροτικές εκμεταλλεύσεις, παρά τις απώλειες που εμφανίζουν από την άνιση μάχη που δίνουν, αντέχουν ακόμα.
Και επειδή το διαβρωτικό έργο των «δυνάμεων της αγοράς» πάνω στη μικρή και μεσαία αγροτική ιδιοκτησία, θα χρειαζόταν δεκαετίες για να ολοκληρωθεί, επέλεξαν να επιταχύνουν τις διαδικασίες συγκεντροποίησης του αγροτικού κεφαλαίου με μοχλό την άγρια φορολογική επιδρομή στο αγροτικό εισόδημα. Είναι προφανές, ότι αυτοί που θα αφανιστούν πρώτοι από τα εξοντωτικά αυτά μέτρα θα είναι οι φτωχοί και μεσαίοι αγρότες, ενώ οι μεγάλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις, θα αγοράσουν μπιτ παρά την γη των χρεοκοπημένων φτωχών αγροτών.
Με αφορμή τις εξελίξεις αυτές, νομίζουμε ότι είναι χρήσιμο να αναδημοσιεύσουμε το άρθρο για την συγκέντρωση της αγροτικής γης τα έτη 2000 και 2010, που είχε δημοσιεύσει σε ανύποπτο χρόνο ο Εργατικός Αγώνας. Αν και τα στοιχεία αφορούν την περίοδο πριν το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης (για την ακρίβεια το πρώτο μνημόνιο υπογράφηκε στις 3 Μάη του 2010), είναι αρκετά ενδεικτικά για τις εξελίξεις που συντελούνται την τελευταία περίοδο στην αγροτική οικονομία.
Το 3,3% των μεγάλων αγροτικών νοικοκυριών (με ιδιοκτησία πάνω από 250 στρέμματα) κατείχε το 2010 το 31,2% της αγροτικής γης της χώρας, ενώ το υπόλοιπο 96,7% το 68,8%.
Τα στοιχεία αυτά είναι εντυπωσιακά, αν λάβουμε υπόψη ότι δέκα χρόνια πριν, το 2000, το 2,3% των μεγάλων αγροτικών νοικοκυριών με ιδιοκτησία πάνω από 250 στρέμματα, κατείχε το 24,6% της αγροτικής γης και το υπόλοιπο 97,7%( με ιδιοκτησία κάτω από 250 στρέμματα) το 75,4% της γης.
Μέσα δηλαδή στη δεκαετία 2000 – 2010, οι μεγάλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις αυξήθηκαν κατά 1% και η ιδιοκτησία τους στην αγροτική γη, σημείωσε αύξηση 6,6%.
Η συγκέντρωση της καλλιεργούμενης γης στα χέρια λίγων μεγάλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων, είναι αποτέλεσμα τόσο της εφαρμογής της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ή οποία ευνοεί προκλητικά την καπιταλιστική ανάπτυξη της γεωργίας σε βάρος της μικρής καλλιέργειας, όσο και της αθρόας προσέλευσης ξένων μεταναστών στην ελληνική επαρχία. Τα χαμηλά μεροκάματα των εργατών γης σε συνδυασμό με την μεγάλη προσφορά εργασίας, επιταχύνουν την ταξική διαφοροποίηση στον πρωτογενή τομέα της οικονομίας. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις, έχουμε την κλασσική περίπτωση της καπιταλιστικής επιχείρησης, όπου ο εργοδότης – αγρότης, προσλαμβάνει με το μήνα ένα αριθμό εργατών γης. Στις περιπτώσεις αυτές η αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας δεν έχει ευκαιριακό χαρακτήρα, αλλά παίρνει μόνιμα και σταθερά χαρακτηριστικά. Η εδραίωση του καπιταλισμού στη γεωργία, δεν θα ήταν τόσο γρήγορη και τόσο στέρεα, αν δεν υπήρχαν οι χιλιάδες μετανάστες, οι οποίοι με την εργασία τους σε καθημερινή βάση, αναπαράγουν το σύνολο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και στην ύπαιθρο.
Με δεδομένο ότι τα επόμενα χρόνια μεσολάβησε η οικονομική κρίση, αναμένεται, ότι τα φαινόμενα συγκεντροποίησης της αγροτικής γης στα χέρια λίγων μεγάλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων, θα έχουν επιταχυνθεί περαιτέρω.
Ο Εργατικός Αγώνας, παρουσιάζει κατ΄ αποκλειστικότητα, τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Αρχής για την περίοδο 2000 – 2010, που καταδεικνύουν την ενίσχυση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στον αγροτικό τομέα της οικονομίας, όπου ξεχωρίζει μια μικρή ομάδα μεγάλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων, οι οποίες προσεγγίζουν ή και εντάσσονται στους κόλπους στης αστικής τάξης της χώρας. Η ομάδα αυτή με την πάροδο του χρόνου, αυξάνει το μέγεθος της ιδιοκτησία της στη γη, σε βάρος των μεσαίων και μικρών αγροτών. Η τάση αυτή, η οποία στις συνθήκες του καπιταλισμού έχει χαρακτήρα νομοτέλειας, με την πάροδο του χρόνου θα ενισχύεται και θα εδραιώνεται.
Χαρακτηριστικό της περιόδου που εξετάζουμε, είναι, ότι μεταξύ του 2000 και του 2010, παρατηρείται μείωση, τόσο των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, όσο και της καλλιεργούμενης γης. Ειδικότερα, το 2000 οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις ανέρχονταν σε 817.059, ενώ το 2010 μειώθηκαν σε 716.823. Ο κατά 100.236 περιορισμός των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, θα πρέπει να αποδοθεί στην καταστροφή της μικρής και μεσαίας αγροτικής ιδιοκτησίας, προς όφελος της μεγάλης, η οποία εμφανίζεται να αυξάνει τόσο τον αριθμό των κλήρων, όσο και την καλλιεργούμενη έκταση. Μείωση όμως εμφανίζει και ο αριθμός των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Από 35,8 εκατομμύρια καλλιεργούμενα στρέμματα το 2000, το 2010, αυτά μειώθηκαν στα 34,8 εκατομμύρια στρέμματα.
Το 2010 τα φτωχά αγροτικά νοικοκυριά μειώθηκαν στα 550.975 ή το 77% του συνόλου (υπήρξε απόλυτη μείωση κατά 76.206 νοικοκυριά, αλλά επειδή σε απόλυτους αριθμούς μειώθηκε το σύνολο των αγροτικών νοικοκυριών, το ποσοστό παρέμεινε στα ίδια περίπου επίπεδα με το 2000), ενώ η ιδιοκτησία τους στη γη περιορίστηκε στα 8,9 εκατομμύρια στρέμματα που αντιστοιχεί στο 24,9% του συνόλου. Μειώθηκε δηλαδή κατά 1,6 εκατομμύρια στρέμματα και σε ποσοστό κατά 4,3%.
Η πολυπληθής αυτή ομάδα των φτωχών αγροτών, οποίοι βρίσκονται σε διαδικασία προλεταριοποίησης, αποτελούν φυσικό σύμμαχο της εργατικής τάξης στην πάλη για την εθνική ανεξαρτησία και τη σοσιαλιστική προοπτική της χώρας.
Συρρίκνωση σε απόλυτα και σχετικά μεγέθη εμφανίζει και η μεσαία ιδιοκτησία (κάτοχοι γης από 50 έως 250 στρέμματα), αν και είναι εμφανές ότι μέσα στην υποομάδα αυτή υπάρχου μεγάλες ταξικές διαφοροποιήσεις με όσους είναι ποιο κοντά στα 50 στρέμματα να προσεγγίζουν την ομάδα των φτωχών αγροτών, ενώ όσοι είναι ποιο κοντά στα 250 στρέμματα προσεγγίζουν τους Έλληνες κουλάκους).
Ειδικότερα, από 170.861 νοικοκυριά το 2000, μειώθηκαν στα 142.329 το 2010, ή κατά 28.532 νοικοκυριά σε απόλυτα μεγέθη. Για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω, η σχετική μείωση είναι ίση με μια ποσοστιαία μονάδας (από 20,9% στο 19,9% του συνόλου).
Το 2000, οι αγροτικές αυτές εκμεταλλεύσεις, κατείχαν 16,6 εκατομμύρια στρέμματα, ή το 46,4% του συνόλου, ενώ το 2010 η ιδιοκτησία μειώθηκε στα 14,2 εκατομμύρια στρέμματα, ή στο 40,9% του συνόλου. Έχουμε δηλαδή απόλυτη μείωση του αριθμού των καλλιεργούμενων στρεμμάτων κατά 2,4 εκατομμύρια, και σχετική μείωση κατά 5,5 ποσοστιαίες μονάδες.
Η ομάδα αυτή των αγροτών, βρίσκεται ανάμεσα στις δύο κυρίαρχες τάξεις, την αστική τάξη και το προλεταριάτο. Η πίεση που της ασκείται από την μεγάλη αστική τάξη, η οποία ισοδυναμεί με απώλεια ιδιοκτησίας και εισοδήματος, την φέρνει πιο κοντά στην εργατική τάξη και τους φτωχούς αγρότες, με τους οποίους μπορεί να αναπτύξει ευκαιριακές συμμαχίες για θέματα που αφορούν την ληστεία που υφίστανται από το μονοπωλιακό κεφάλαιο που τους προμηθεύει μέσα παραγωγής, γεωργικά εφόδια (σπόρους, φυτοφάρμακα), το εμπορικό κεφάλαιο και τις τράπεζες που αποσπούν μεγάλο μέρος της παραγόμενης υπεραξίας. Είναι όμως ασυνεπείς σύμμαχοι των εργατών και των φτωχών αγροτών, καθώς η θέση τους ως ιδιοκτήτες αγροτικής γης και μέσων παραγωγής, τους φέρνει πιο κοντά στην αστική τάξη, ενώ είναι εχθρικοί σε κάθε προοπτική εργατικής, σοσιαλιστικής εξουσίας.
Η ομάδα των αγροτών που καλλιεργεί περισσότερα από 250 στρέμματα ανά νοικοκυριό, είναι η μόνη η οποία εμφανίζει ποσοτική αύξηση, τόσο των μελών της, όσο και της καλλιεργούμενης έκτασης.
Ειδικότερα το 2000, 18.990 μεγάλα νοικοκυριά ή το 2,32% του συνόλου, κατείχαν 8,8 εκατομμύρια στρέμματα που αντιστοιχούσαν στο 24,6% της συνολικής καλλιεργούμενης έκτασης. Το 2010 τα νοικοκυριά αυτά αυξήθηκαν σε 23.519 (απόλυτη αύξηση 4.529) που αντιστοιχούσαν στο 3,28% του συνόλου των νοικοκυριών, ενώ η καλλιεργούμενη έκταση αυξήθηκε στα 10,85 εκατομμύρια στρέμματα, ή το 31,2% του συνόλου.
Ενδεικτικό της ταχύτητας της συγκέντρωσης γης που παρατηρείται την εξεταζόμενη περίοδο, αποτελεί και το ακόλουθο στοιχείο. Το 2000 οι αγρότες με περισσότερα από 1.000 στρέμματα, ανέρχονταν σε 925 και κατείχαν 1.616 χιλ. στρέμματα. Το 2010, η ομάδα αυτή των μεγάλων αγροτών αυξήθηκε εντυπωσιακά στους 1.498 και η κατοχή γης στα 2.506 χιλ. στρέμματα.
Από τα ίδια τα στοιχεία προκύπτει ότι υπάρχει θέμα επιβίωσης της μικρής και της μεσαίας αγροτικής ιδιοκτησίας, η οποία κινδυνεύει να απαλλοτριωθεί από την μεγάλη. Ειδικά οι μικροί αγρότες, δεν έχουν άλλο μέσο άμυνας από τη συμμαχία με τους εργάτες γης, αλλά και την εργατική τάξη των πόλεων. Είναι βέβαια κατανοητό, ότι η συμμαχία των μικρών αγροτών με τους αλλοδαπούς εργάτες γης, προσκρούει σε φυλετικές, εθνοτικές και θρησκευτικές αντιλήψεις, οι οποίες δρουν ενάντια στο ταξικό συμφέρον, τόσο των μικρών αγροτών, όσο και των ξένων εργατών γης.
Πρέπει να γίνει ευρύτερα κατανοητό, ότι οι φτωχοί αγρότες είτε θα συμμαχήσουν με την εργατική τάξη στην προοπτική κατάκτησης της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας και της σοσιαλιστικής επανάστασης, είτε θα οδηγηθούν σε βίαιη προλεταριοποίηση.
Είτε ο ενωμένος λαός θα απαλλοτριώσει την ιδιοκτησία της αστικής τάξης – και της μεγάλης αγροτικής ιδιοκτησίας – είτε η αστική τάξη θα απαλλοτριώσει την μικρή και μεσαία ιδιοκτησία.
Αυτό είναι το δίλλημα των ημερών.
Δεν χρειάζεται να το επισημάνουμε, ότι οι φτωχοί αγρότες μέσα στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι από χέρι χαμένοι. Όλες οι πολιτικές της ΕΕ συντείνουν στην καταστροφή της μικρής και μεσαίας αγροτικής ιδιοκτησίας και την ενίσχυση της μεγάλης. Η δημιουργία του κοινωνικοπολιτικού μετώπου για την έξοδο της Ελλάδας από τη λυκοσυμμαχία του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, προβάλλει σήμερα αναγκαία όσο ποτέ.
Όπως πολύ καλά κατάλαβε όλος ο κόσμος, η προεκλογική περίοδος εγκαινιάστηκε την Τετάρτη 5/8 με την επίσκεψη Τσίπρα στο υπουργείο Γεωργίας.
Καθόλου τυχαία επίσκεψη. Ο αγροτικός κόσμος βρίσκεται σε αναβρασμό, μετά την γνωστοποίηση των νέων σφαγιαστικών μέτρων που απαιτεί το κουαρτέτο των δανειστών και έχουν προαναγγείλει κινητοποιήσεις μεσσούντος του καλοκαιριού.
Οι εκπρόσωποι των ιμπεριαλιστών απαιτούν:
- Φορολόγηση των αγροτών με το καθεστώς του ελεύθερου επαγγελματία. Αυτό απλά σημαίνει ότι οι αγρότες θα τηρούν βιβλίο εσόδων εξόδων και θα φορολογούνται με συντελεστή 29% από το πρώτο ευρώ, ενώ θα ισχύει προκαταβολή φόρου 100%.
- Κατάργηση της επιστροφής μέρους του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης για το αγροτικό πετρέλαιο, καθώς και κατάργηση των επιστροφών ΦΠΑ.
- Τριπλασιασμός των ασφαλιστικών εισφορών στον ΟΓΑ.
- Κατάργηση της απαλλαγής από φόρο των επιδοτήσεων για ποσό έως 12.000 ευρώ.
- Μείωση στο μισό της επιδότησης του πετρελαίου θέρμανσης για τον προϋπολογισμό του 2016.
- Αύξηση της τιμής του αγροτικού ρεύματος.
- Αύξηση Φ.Π.Α αγροτικών εφοδίων στο 23% από 13%.
- Αύξηση του Φ.Π.Α συσκευασμένων αγροτικών προϊόντων στο 23%.
Αυτός άλλωστε είναι και ο στόχος των μέτρων, δεδομένου ότι, παρά τις καταστρεπτικές συνέπειες της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, με τους περιορισμούς που εισάγει στις καλλιέργειες, τις αθρόες εισαγωγές αγροτικών προϊόντων από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και την καταλήστεψη του αγροτικού πληθυσμού από το εμπορικό κεφάλαιο, οι μικρές και μεσαίες αγροτικές εκμεταλλεύσεις, παρά τις απώλειες που εμφανίζουν από την άνιση μάχη που δίνουν, αντέχουν ακόμα.
Και επειδή το διαβρωτικό έργο των «δυνάμεων της αγοράς» πάνω στη μικρή και μεσαία αγροτική ιδιοκτησία, θα χρειαζόταν δεκαετίες για να ολοκληρωθεί, επέλεξαν να επιταχύνουν τις διαδικασίες συγκεντροποίησης του αγροτικού κεφαλαίου με μοχλό την άγρια φορολογική επιδρομή στο αγροτικό εισόδημα. Είναι προφανές, ότι αυτοί που θα αφανιστούν πρώτοι από τα εξοντωτικά αυτά μέτρα θα είναι οι φτωχοί και μεσαίοι αγρότες, ενώ οι μεγάλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις, θα αγοράσουν μπιτ παρά την γη των χρεοκοπημένων φτωχών αγροτών.
Με αφορμή τις εξελίξεις αυτές, νομίζουμε ότι είναι χρήσιμο να αναδημοσιεύσουμε το άρθρο για την συγκέντρωση της αγροτικής γης τα έτη 2000 και 2010, που είχε δημοσιεύσει σε ανύποπτο χρόνο ο Εργατικός Αγώνας. Αν και τα στοιχεία αφορούν την περίοδο πριν το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης (για την ακρίβεια το πρώτο μνημόνιο υπογράφηκε στις 3 Μάη του 2010), είναι αρκετά ενδεικτικά για τις εξελίξεις που συντελούνται την τελευταία περίοδο στην αγροτική οικονομία.
Επιταχύνεται η διαδικασία συγκέντρωσης της αγροτικής γης
Το 3,3% των μεγάλων αγροτικών νοικοκυριών (με ιδιοκτησία πάνω από 250 στρέμματα) κατείχε το 2010 το 31,2% της αγροτικής γης της χώρας, ενώ το υπόλοιπο 96,7% το 68,8%.
Τα στοιχεία αυτά είναι εντυπωσιακά, αν λάβουμε υπόψη ότι δέκα χρόνια πριν, το 2000, το 2,3% των μεγάλων αγροτικών νοικοκυριών με ιδιοκτησία πάνω από 250 στρέμματα, κατείχε το 24,6% της αγροτικής γης και το υπόλοιπο 97,7%( με ιδιοκτησία κάτω από 250 στρέμματα) το 75,4% της γης.
Μέσα δηλαδή στη δεκαετία 2000 – 2010, οι μεγάλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις αυξήθηκαν κατά 1% και η ιδιοκτησία τους στην αγροτική γη, σημείωσε αύξηση 6,6%.
Η συγκέντρωση της καλλιεργούμενης γης στα χέρια λίγων μεγάλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων, είναι αποτέλεσμα τόσο της εφαρμογής της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ή οποία ευνοεί προκλητικά την καπιταλιστική ανάπτυξη της γεωργίας σε βάρος της μικρής καλλιέργειας, όσο και της αθρόας προσέλευσης ξένων μεταναστών στην ελληνική επαρχία. Τα χαμηλά μεροκάματα των εργατών γης σε συνδυασμό με την μεγάλη προσφορά εργασίας, επιταχύνουν την ταξική διαφοροποίηση στον πρωτογενή τομέα της οικονομίας. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις, έχουμε την κλασσική περίπτωση της καπιταλιστικής επιχείρησης, όπου ο εργοδότης – αγρότης, προσλαμβάνει με το μήνα ένα αριθμό εργατών γης. Στις περιπτώσεις αυτές η αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας δεν έχει ευκαιριακό χαρακτήρα, αλλά παίρνει μόνιμα και σταθερά χαρακτηριστικά. Η εδραίωση του καπιταλισμού στη γεωργία, δεν θα ήταν τόσο γρήγορη και τόσο στέρεα, αν δεν υπήρχαν οι χιλιάδες μετανάστες, οι οποίοι με την εργασία τους σε καθημερινή βάση, αναπαράγουν το σύνολο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και στην ύπαιθρο.
Με δεδομένο ότι τα επόμενα χρόνια μεσολάβησε η οικονομική κρίση, αναμένεται, ότι τα φαινόμενα συγκεντροποίησης της αγροτικής γης στα χέρια λίγων μεγάλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων, θα έχουν επιταχυνθεί περαιτέρω.
Ο Εργατικός Αγώνας, παρουσιάζει κατ΄ αποκλειστικότητα, τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Αρχής για την περίοδο 2000 – 2010, που καταδεικνύουν την ενίσχυση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στον αγροτικό τομέα της οικονομίας, όπου ξεχωρίζει μια μικρή ομάδα μεγάλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων, οι οποίες προσεγγίζουν ή και εντάσσονται στους κόλπους στης αστικής τάξης της χώρας. Η ομάδα αυτή με την πάροδο του χρόνου, αυξάνει το μέγεθος της ιδιοκτησία της στη γη, σε βάρος των μεσαίων και μικρών αγροτών. Η τάση αυτή, η οποία στις συνθήκες του καπιταλισμού έχει χαρακτήρα νομοτέλειας, με την πάροδο του χρόνου θα ενισχύεται και θα εδραιώνεται.
Χαρακτηριστικό της περιόδου που εξετάζουμε, είναι, ότι μεταξύ του 2000 και του 2010, παρατηρείται μείωση, τόσο των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, όσο και της καλλιεργούμενης γης. Ειδικότερα, το 2000 οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις ανέρχονταν σε 817.059, ενώ το 2010 μειώθηκαν σε 716.823. Ο κατά 100.236 περιορισμός των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, θα πρέπει να αποδοθεί στην καταστροφή της μικρής και μεσαίας αγροτικής ιδιοκτησίας, προς όφελος της μεγάλης, η οποία εμφανίζεται να αυξάνει τόσο τον αριθμό των κλήρων, όσο και την καλλιεργούμενη έκταση. Μείωση όμως εμφανίζει και ο αριθμός των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Από 35,8 εκατομμύρια καλλιεργούμενα στρέμματα το 2000, το 2010, αυτά μειώθηκαν στα 34,8 εκατομμύρια στρέμματα.
Οι φτωχοί αγρότες
Στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις με ιδιοκτησία γης κάτω από 250 στρέμματα, διακρίνουμε δύο υποομάδες: Τους φτωχούς αγρότες με ιδιοκτησία ως 50 στρέμματα γης. Οι τελευταίοι συνεχίζουν να αποτελούν την πολύ μεγάλη πλειοψηφία των αγροτών της χώρας, αν και στη δεκαετία εμφανίζουν απόλυτη μείωση. Ειδικότερα το 2000, 627.181 αγροτικά νοικοκυριά ή το 76,7% του συνόλου, με ιδιοκτησία ως 50 στρέμματα, κατείχαν 10,5 εκατομμύρια στρέμματα, ή το 29,2% του συνόλου.Το 2010 τα φτωχά αγροτικά νοικοκυριά μειώθηκαν στα 550.975 ή το 77% του συνόλου (υπήρξε απόλυτη μείωση κατά 76.206 νοικοκυριά, αλλά επειδή σε απόλυτους αριθμούς μειώθηκε το σύνολο των αγροτικών νοικοκυριών, το ποσοστό παρέμεινε στα ίδια περίπου επίπεδα με το 2000), ενώ η ιδιοκτησία τους στη γη περιορίστηκε στα 8,9 εκατομμύρια στρέμματα που αντιστοιχεί στο 24,9% του συνόλου. Μειώθηκε δηλαδή κατά 1,6 εκατομμύρια στρέμματα και σε ποσοστό κατά 4,3%.
Η πολυπληθής αυτή ομάδα των φτωχών αγροτών, οποίοι βρίσκονται σε διαδικασία προλεταριοποίησης, αποτελούν φυσικό σύμμαχο της εργατικής τάξης στην πάλη για την εθνική ανεξαρτησία και τη σοσιαλιστική προοπτική της χώρας.
Η μεσαία ιδιοκτησία
Συρρίκνωση σε απόλυτα και σχετικά μεγέθη εμφανίζει και η μεσαία ιδιοκτησία (κάτοχοι γης από 50 έως 250 στρέμματα), αν και είναι εμφανές ότι μέσα στην υποομάδα αυτή υπάρχου μεγάλες ταξικές διαφοροποιήσεις με όσους είναι ποιο κοντά στα 50 στρέμματα να προσεγγίζουν την ομάδα των φτωχών αγροτών, ενώ όσοι είναι ποιο κοντά στα 250 στρέμματα προσεγγίζουν τους Έλληνες κουλάκους).
Ειδικότερα, από 170.861 νοικοκυριά το 2000, μειώθηκαν στα 142.329 το 2010, ή κατά 28.532 νοικοκυριά σε απόλυτα μεγέθη. Για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω, η σχετική μείωση είναι ίση με μια ποσοστιαία μονάδας (από 20,9% στο 19,9% του συνόλου).
Το 2000, οι αγροτικές αυτές εκμεταλλεύσεις, κατείχαν 16,6 εκατομμύρια στρέμματα, ή το 46,4% του συνόλου, ενώ το 2010 η ιδιοκτησία μειώθηκε στα 14,2 εκατομμύρια στρέμματα, ή στο 40,9% του συνόλου. Έχουμε δηλαδή απόλυτη μείωση του αριθμού των καλλιεργούμενων στρεμμάτων κατά 2,4 εκατομμύρια, και σχετική μείωση κατά 5,5 ποσοστιαίες μονάδες.
Η ομάδα αυτή των αγροτών, βρίσκεται ανάμεσα στις δύο κυρίαρχες τάξεις, την αστική τάξη και το προλεταριάτο. Η πίεση που της ασκείται από την μεγάλη αστική τάξη, η οποία ισοδυναμεί με απώλεια ιδιοκτησίας και εισοδήματος, την φέρνει πιο κοντά στην εργατική τάξη και τους φτωχούς αγρότες, με τους οποίους μπορεί να αναπτύξει ευκαιριακές συμμαχίες για θέματα που αφορούν την ληστεία που υφίστανται από το μονοπωλιακό κεφάλαιο που τους προμηθεύει μέσα παραγωγής, γεωργικά εφόδια (σπόρους, φυτοφάρμακα), το εμπορικό κεφάλαιο και τις τράπεζες που αποσπούν μεγάλο μέρος της παραγόμενης υπεραξίας. Είναι όμως ασυνεπείς σύμμαχοι των εργατών και των φτωχών αγροτών, καθώς η θέση τους ως ιδιοκτήτες αγροτικής γης και μέσων παραγωγής, τους φέρνει πιο κοντά στην αστική τάξη, ενώ είναι εχθρικοί σε κάθε προοπτική εργατικής, σοσιαλιστικής εξουσίας.
Η αστική τάξη του χωριού.
Η ομάδα των αγροτών που καλλιεργεί περισσότερα από 250 στρέμματα ανά νοικοκυριό, είναι η μόνη η οποία εμφανίζει ποσοτική αύξηση, τόσο των μελών της, όσο και της καλλιεργούμενης έκτασης.
Ειδικότερα το 2000, 18.990 μεγάλα νοικοκυριά ή το 2,32% του συνόλου, κατείχαν 8,8 εκατομμύρια στρέμματα που αντιστοιχούσαν στο 24,6% της συνολικής καλλιεργούμενης έκτασης. Το 2010 τα νοικοκυριά αυτά αυξήθηκαν σε 23.519 (απόλυτη αύξηση 4.529) που αντιστοιχούσαν στο 3,28% του συνόλου των νοικοκυριών, ενώ η καλλιεργούμενη έκταση αυξήθηκε στα 10,85 εκατομμύρια στρέμματα, ή το 31,2% του συνόλου.
Ενδεικτικό της ταχύτητας της συγκέντρωσης γης που παρατηρείται την εξεταζόμενη περίοδο, αποτελεί και το ακόλουθο στοιχείο. Το 2000 οι αγρότες με περισσότερα από 1.000 στρέμματα, ανέρχονταν σε 925 και κατείχαν 1.616 χιλ. στρέμματα. Το 2010, η ομάδα αυτή των μεγάλων αγροτών αυξήθηκε εντυπωσιακά στους 1.498 και η κατοχή γης στα 2.506 χιλ. στρέμματα.
Ορισμένα συμπεράσματα
Από τα ίδια τα στοιχεία προκύπτει ότι υπάρχει θέμα επιβίωσης της μικρής και της μεσαίας αγροτικής ιδιοκτησίας, η οποία κινδυνεύει να απαλλοτριωθεί από την μεγάλη. Ειδικά οι μικροί αγρότες, δεν έχουν άλλο μέσο άμυνας από τη συμμαχία με τους εργάτες γης, αλλά και την εργατική τάξη των πόλεων. Είναι βέβαια κατανοητό, ότι η συμμαχία των μικρών αγροτών με τους αλλοδαπούς εργάτες γης, προσκρούει σε φυλετικές, εθνοτικές και θρησκευτικές αντιλήψεις, οι οποίες δρουν ενάντια στο ταξικό συμφέρον, τόσο των μικρών αγροτών, όσο και των ξένων εργατών γης.
Πρέπει να γίνει ευρύτερα κατανοητό, ότι οι φτωχοί αγρότες είτε θα συμμαχήσουν με την εργατική τάξη στην προοπτική κατάκτησης της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας και της σοσιαλιστικής επανάστασης, είτε θα οδηγηθούν σε βίαιη προλεταριοποίηση.
Είτε ο ενωμένος λαός θα απαλλοτριώσει την ιδιοκτησία της αστικής τάξης – και της μεγάλης αγροτικής ιδιοκτησίας – είτε η αστική τάξη θα απαλλοτριώσει την μικρή και μεσαία ιδιοκτησία.
Αυτό είναι το δίλλημα των ημερών.
Δεν χρειάζεται να το επισημάνουμε, ότι οι φτωχοί αγρότες μέσα στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι από χέρι χαμένοι. Όλες οι πολιτικές της ΕΕ συντείνουν στην καταστροφή της μικρής και μεσαίας αγροτικής ιδιοκτησίας και την ενίσχυση της μεγάλης. Η δημιουργία του κοινωνικοπολιτικού μετώπου για την έξοδο της Ελλάδας από τη λυκοσυμμαχία του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, προβάλλει σήμερα αναγκαία όσο ποτέ.