Νέα μοριακά τεστ σάλιου για τη διάγνωση του κορονοϊού
Η ανάπτυξη νέων μοριακών τεστ για τη διάγνωση του κορονοϊού- που γίνονται με τη λήψη σάλιου και όχι με τη λήψη δειγμάτων από το φάρυγγα και τη μύτη- αναμένεται να διευκολύνει την πραγματοποίηση εκτεταμένων διαγνωστικών ελέγχων για την αντιμετώπιση της πανδημίας παγκοσμίως. Τα νέα τεστ είναι πιο οικονομικά και δίνουν πιο άμεσα αποτελέσματα σε σύγκριση με αυτά που έχουν δοκιμαστεί μέχρι σήμερα.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Nature, επιστήμονες της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Γέιλ, στις ΗΠΑ (με επικεφαλής τη δρα Σαντάλ Βόγκελς) ανέπτυξαν ένα τεστ σάλιου, χάρη στο οποίο μπορεί κάποιος να γνωρίζει, σε σύντομο χρονικό διάστημα, αν έχει προσβληθεί ή όχι από τη νόσο Covid-19.
Σε σχέση με τα υπάρχοντα μοριακά τεστ PCR, το τεστ με την ονομασία SalivaDirect είναι λιγότερο επεμβατικό, δεν χρειάζεται να γίνεται από ειδικούς στον τομέα της υγείας, ενώ για την πραγματοποίηση του δεν απαιτείται η χρήση χημικών. Οι δοκιμές του νέου τεστ έδειξαν ότι αυτό μπόρεσε να εντοπίσει 32 από τα 34 δείγματα που είχαν βγει θετικά στα μοριακά τεστ μύτης και φάρυγγα, καθώς και 30 από τα 33 αρνητικά δείγματα.
Το κόστος του SalivaDirect υπολογίζεται από 1,3 έως 4,4 δολάρια (ανά τεστ). Οι αρμόδιοι για τη δημιουργία του έχουν ζητήσει από την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) επείγουσα άδεια έγκρισης, ώστε αυτό να κυκλοφορήσει άμεσα.
Στο πλαίσιο της υλοποίησης και άλλων ερευνών -για την ανάπτυξη παρόμοιων γρήγορων και πιο οικονομικών τεστ διάγνωσης του κορονοϊού- επιστήμονες του αμερικανικού Πανεπιστημίου του Ουισκόνσιν-Μάντισον, με επικεφαλής τον καθηγητή Ντέηβιντ Ο’ Κόνορ της Ιατρικής Σχολής και Δημόσιας Υγείας, ανακοίνωσαν ότι δοκιμάζουν μία άλλη εκδοχή ενός τεστ σάλιου για τον κορονοϊό, το οποίο δίνει αποτελέσματα μέσα σε λίγες ώρες.
Προκειμένου να εντοπίσει τον ιό στο δείγμα, το τεστ RT-LAMP, που δεν έχει ακόμα εγκριθεί για κλινική διάγνωση, χρησιμοποιεί μία διαφορετική μέθοδο (και διαφορετικές χημικές ουσίες) σε σύγκριση με τα υπάρχοντα τεστ αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης (PCR).
Πηγές: ΕΡΤ, ΑΠΕ/ nature.com