Έρευνα: Από γονείς ή άλλους συγγενείς στηρίζεται το 48% των νέων
Το 48% των νέων Ελλήνων (18-35) δηλώνουν σήμερα ως τη βασική πηγή του εισοδήματός τους την «οικονομική στήριξη από γονείς ή άλλους συγγενείς». Επίσης, μόνο το 15% αυτών θεωρεί πιθανό να βρει δουλειά τους επόμενους 6 μήνες.
Αυτά είναι δύο από τα αποτελέσματα της μεγάλης ποσοτικής έρευνας που δημοσιεύει σήμερα η διαΝΕΟσις. Η έρευνα διεξήχθη στο πλαίσιο του CUPESSE, ενός μεγάλου ευρωπαϊκού ερευνητικού έργου για τη χαρτογράφηση της ανεργίας των νέων, το οποίο διεξάγεται ταυτόχρονα σε 11 χώρες με τον συντονισμό του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης.
Η διαΝΕΟσις είναι ο φορέας που διεξάγει το ελληνικό σκέλος του , το οποίο περιλαμβάνει μια σειρά από έρευνες και δράσεις που θα δημοσιευτούν σταδιακά τα επόμενα χρόνια. Η πρώτη έρευνα που δημοσιεύει είναι μια ποσοτική δημοσκόπηση που ως στόχο έχει να διερευνήσει τις πεποιθήσεις και τις στάσεις των νέων ηλικίας 18-35 σε μια σειρά από θέματα, όπως η οικονομική τους κατάσταση, οι στάσεις τους απέναντι στην επιχειρηματικότητα, την απασχόληση και την ανεργία. Ταυτόχρονα, όμως, η δημοσκόπηση καταγράφει και τις στάσεις των γονιών τους πάνω σε αυτά τα θέματα.
Αναλυτικότερα:
Οι μισοί Έλληνες ηλικίας 18-35 ετών δηλώνουν ότιυποστηρίζονται οικονομικά από τους γονείςή άλλους συγγενείς τους.Μόνο το 15% των άνεργων νέωνθεωρούν αρκετά ή πολύ πιθανό να βρουν δουλειά τους επόμενους έξι μήνες, ενώτο 41% δηλώνει έτοιμο να μετακομίσεισε άλλη χώρα για να δουλέψει. Παράλληλα, οι Έλληνες νέοι δείχνουν λιγότερο πρόθυμοι να αναλάβουν ρίσκο σε σχέση με τους γονείς τους, εμπιστεύονται λιγότερο τους θεσμούς, συμμετέχουν σε λιγότερες συλλογικές δράσεις και υιοθετούν μια πιο παθητική στάση απέναντι στην απασχόληση και το μέλλον τους.
Πρώτα απ’ όλα, έχει ενδιαφέρον η χαρτογράφηση της κατάστασης των Ελλήνων ηλικίας 18-35 μετά από 7 χρόνια κρίσης. Μεταξύ άλλων:
Ενδιαφέρον είναι και το οικονομικό τους προφίλ:48% των Ελλήνων νέων δηλώνουν ως πηγή εισοδήματός τους «οικονομική στήριξη από γονείς ή άλλους συγγενείς».
Είναι η πιο συχνή πηγή εσόδων –πιο συχνή από τη «μισθωτή εργασία», που είναι στο 45%.
Αυτή η πραγματικότητα απεικονίζεται και με έμμεσο τρόπο. Στην ερώτηση για το αν μπόρεσαν να αποταμιεύσουν χρήματα τους τελευταίους 12 μήνες, το 76% των γονέων απάντησαν «ποτέ». Το αντίστοιχο ποσοστό των παιδιών ήταν 48%.
Περίπουένας στους δύονέους είχε βρει μέχρι σήμερα μισθωτή εργασία για τουλάχιστο ένα χρόνο. Βρήκε αυτή τη δουλειά κατά μέσο όροστα 22, και σ’ αυτή δούλευε περίπου40 ώρεςτην εβδομάδα.
Σ’ αυτούς που είναι άνεργοι, ωστόσο, είναι διάχυτη η απαισιοδοξία:Μόνο ένα 15% των νέων ανέργων θεωρεί πιθανό να βρει δουλειά τους επόμενους 6 μήνες.
Οι νέοι θεωρούν πως οι φορείς που μπορούν να μειώσουν την ανεργία είναι κατά σειρά η Κυβέρνηση/Βουλή (78%), η Ευρωπαϊκή Ένωση (73%) και τρίτον, με μεγάλη διαφορά, οι επιχειρήσεις/εργοδότες (52%).
Παρ’ όλο που οι νέοι δηλώνουν απογοητευμένοι σε πολλές από τις ερωτήσεις, εμφανίζονται πιο αισιόδοξοι από τους γονείς τους όταν πρόκειται για το μέλλον τους. Το 29% των νέων πιστεύουν ότι το βιοτικό τους επίπεδο στο μέλλον θα είναι χειρότερο από το βιοτικό επίπεδο των γονιών τους. Το αντίστοιχο όμως ποσοστό στους γονείς που πιστεύουν ότι τα παιδιά τους θα έχουν χειρότερο βιοτικό επίπεδο από τους ίδιουςφτάνειτο 55%.
Γενικά οι γονείς φαίνονται πιο πρόθυμοι να αναλάβουν ρίσκο, πιο ενεργά συμμετέχοντες σε συλλογικές δράσεις ή στον εθελοντισμό, με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους θεσμούς (και τα δύο δείκτες κοινωνικού κεφαλαίου, στο οποίο οι νέοι υστερούν σημαντικά) ενώ οι νέοι μοιάζουν να πιστεύουν περισσότερο ότι το περιβάλλον (ό,τι κι αν περιλαμβάνει ο όρος) πρέπει να λειτουργήσει γι’ αυτά, αντίθετα με τους γονείς τους που πιστεύουν περισσότερο στην ατομική πρωτοβουλία και ευθύνη.
Πάντως,το 41% των νέων δηλώνει διατεθειμένο να μετακομίσει σε άλλη χώρα για να βρει δουλειά(κι ένα 34% απαντά «ίσως»). Παρόμοιο είναι το ποσοστό που δηλώνει διατεθειμένο να μετακομίσει σε άλλη περιοχή της Ελλάδας (46%).
Βεβαίως, η παρουσίαση αυτών των στοιχείων είναι μόνο η πρωτογενής προσέγγιση του φαινομένου. Στο site της διαΝΕΟσις είναι δημοσιευμένα όλα τα αποτελέσματα των δεκάδων ερωτήσεων με πλήρεις πίνακες και διαγράμματα. Η επεξεργασία αυτών των δεδομένων, όμως, είναι αυτή που θα οδηγήσει στα βαθύτερα, πιο σημαντικά συμπεράσματα που θα χαρτογραφούν την διάχυση ιδεών και αντιλήψεων από τους γονείς στα παιδιά, και θα αποκρυπτογραφούν τις συνέπειες αυτής της διάχυσης στα θέματα της απασχόλησης και της εν γένει συμμετοχής των παιδιών στην οικονομική δραστηριότητα.
Η ανάλυση και επεξεργασία των αποτελεσμάτων διεξάγεται αυτή την εποχή από τους ερευνητές της διαΝΕΟσις αλλά και τους υπόλοιπους ερευνητές του CUPESSE στις άλλες χώρες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα.
Σε αυτή τη φάση, όμως, οι ερευνητές της MRB έκαναν μια πρώτη απόπειρα επεξεργασίας των αποτελεσμάτων, φιλοδοξώντας να ταυτοποιήσουν ευδιάκριτες “φυλές” ανάμεσα στους Έλληνες γονείς και τα παιδιά τους. Πράγματι, οι ερευνητές ταυτοποίησαν τέσσερις διακριτές ομάδες αναλύοντας τις απαντήσεις τους σε εννέα κατηγορίες ερωτήσεων, από αυτές που είχαν να κάνουν με τη συμμετοχή σε συλλογικές δράσεις και την εμπιστοσύνη στους θεσμούς, μέχρι αυτές που είχαν να κάνουν με τις οικογενειακές σχέσεις και τις απόψεις περί οικονομικής κατάστασης των ερωτηθέντων. Οι ερευνητές ταυτοποίησαν τις τέσσερις κατηγορίες πρώτα στους γονείς, και μετά χαρτογράφησαν τις αντίστοιχες κατηγορίες και στα παιδιά. Προέκυψαν ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Οι κατηγορίες αυτές ορίστηκαν ως «Παραδοσιακοί» («Family traditionalists»), «Κοινωνικά ενεργοί» (Socially Active), «Καλοβαλμένοι συστημικοί» («Well off systemics») και «Καλοβαλμένοι προοδευτικοί» («Well off experiencers»). Αυτές οι ειδικές ομάδες έχουν κάποια χαρακτηριστικά τα οποία μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:
Σύμφωνα με τα ευρήματα της MRB, σε όποια κατηγορία κι αν ανήκουν οι γονείς, αν τα παιδιά τους ανήκουν στις κατηγορίες «παραδοσιακοί» ή «κοινωνικά ενεργοί» εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά ανεργίας (άνω του 18% -έως και 39%). Ανεξαρτήτως κατηγορίας των γονέων -πλην μιας-, δε, τα παιδιά που ανήκουν στις κατηγορίες «καλοβαλμένοι συστημικοί» ή «καλοβαλμένοι προοδευτικοί», εμφανίζουν ποσοστά ανεργίας κάτω του 7,5%. Μόνη εξαίρεση στον κανόνα, οι «κοινωνικά ενεργοί» γονείς. Πρόκειται για τους γονείς που δεν είναι ιδιαίτερα μορφωμένοι, δεν δίνουν μεγάλη έμφαση στις οικογενειακές συλλογικότητες σε σύγκριση με τις άλλες ομάδες, έχουν οικονομικά προβλήματα και αναπτύσσουν κοινωνική ή πολιτική δράση. Τα παιδιά τους, όπως έδειξε η ανάλυση της MRB, είναι σε πολύ υψηλό ποσοστό (άνω του 23%) άνεργα, ανεξάρτητα από το σε ποια κατηγορία ανήκουν.
Γενικότερα φαίνεται πωςο συνδυασμός χαμηλής μόρφωσης, οικονομικής ανεπάρκειας και έλλειψης εμπιστοσύνης στους θεσμούς στους γονείς έχει ως αποτέλεσμα πολύ υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στα παιδιά τους, σε σχέση με τα παιδιά γονέων με διαφορετικά χαρακτηριστικά.
«Οι νέοι που εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας» συμπληρώνει ο Δημήτρης Μαύρος της MRB, «ανεξάρτητα από ποιους γονείς προέρχονται, είναι κυρίως νέοι οι οποίοι δεν θεωρούνται «ενεργοί πολίτες», αντιδρούν απέναντι στους θεσμούς, δεν είναι ιδιαίτερα μορφωμένοι και δεν «αφιερώνουν χρόνο στον πνευματική καλλιέργεια».
Η ανάλυση των πυκνών και πλούσιων αποτελεσμάτων της έρευνας θα παράγει σημαντικά και πολύτιμα συμπεράσματα στο επόμενο διάστημα. Οι ερευνητές της διαΝΕΟσις θα συνεχίσουν να τα επεξεργάζονται με σκοπό να χαρτογραφήσουν το πρόβλημα της ανεργίας των Ελλήνων νέων, να εντοπίσουν ομοιότητες ή διαφορές με το φαινόμενο όπως εμφανίζεται στις άλλες χώρες που συμμετέχουν στην έρευνα, και να διατυπώσουν μια σειρά από προτάσεις για την αντιμετώπισή του.
Μπορείτε να βρείτε όλα τα αρχεία της έρευνας στους παρακάτω συνδέσμους:
Από ergasianet.gr
Αυτά είναι δύο από τα αποτελέσματα της μεγάλης ποσοτικής έρευνας που δημοσιεύει σήμερα η διαΝΕΟσις. Η έρευνα διεξήχθη στο πλαίσιο του CUPESSE, ενός μεγάλου ευρωπαϊκού ερευνητικού έργου για τη χαρτογράφηση της ανεργίας των νέων, το οποίο διεξάγεται ταυτόχρονα σε 11 χώρες με τον συντονισμό του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης.
Η διαΝΕΟσις είναι ο φορέας που διεξάγει το ελληνικό σκέλος του , το οποίο περιλαμβάνει μια σειρά από έρευνες και δράσεις που θα δημοσιευτούν σταδιακά τα επόμενα χρόνια. Η πρώτη έρευνα που δημοσιεύει είναι μια ποσοτική δημοσκόπηση που ως στόχο έχει να διερευνήσει τις πεποιθήσεις και τις στάσεις των νέων ηλικίας 18-35 σε μια σειρά από θέματα, όπως η οικονομική τους κατάσταση, οι στάσεις τους απέναντι στην επιχειρηματικότητα, την απασχόληση και την ανεργία. Ταυτόχρονα, όμως, η δημοσκόπηση καταγράφει και τις στάσεις των γονιών τους πάνω σε αυτά τα θέματα.
Αναλυτικότερα:
Οι μισοί Έλληνες ηλικίας 18-35 ετών δηλώνουν ότιυποστηρίζονται οικονομικά από τους γονείςή άλλους συγγενείς τους.Μόνο το 15% των άνεργων νέωνθεωρούν αρκετά ή πολύ πιθανό να βρουν δουλειά τους επόμενους έξι μήνες, ενώτο 41% δηλώνει έτοιμο να μετακομίσεισε άλλη χώρα για να δουλέψει. Παράλληλα, οι Έλληνες νέοι δείχνουν λιγότερο πρόθυμοι να αναλάβουν ρίσκο σε σχέση με τους γονείς τους, εμπιστεύονται λιγότερο τους θεσμούς, συμμετέχουν σε λιγότερες συλλογικές δράσεις και υιοθετούν μια πιο παθητική στάση απέναντι στην απασχόληση και το μέλλον τους.
Πρώτα απ’ όλα, έχει ενδιαφέρον η χαρτογράφηση της κατάστασης των Ελλήνων ηλικίας 18-35 μετά από 7 χρόνια κρίσης. Μεταξύ άλλων:
- 38% των νέων ζουν στην Αθήνα.
- 60% των νέων είναι ελεύθεροι. Μόνο 22% έχουν παιδιά.
Ενδιαφέρον είναι και το οικονομικό τους προφίλ:48% των Ελλήνων νέων δηλώνουν ως πηγή εισοδήματός τους «οικονομική στήριξη από γονείς ή άλλους συγγενείς».
Είναι η πιο συχνή πηγή εσόδων –πιο συχνή από τη «μισθωτή εργασία», που είναι στο 45%.
Αυτή η πραγματικότητα απεικονίζεται και με έμμεσο τρόπο. Στην ερώτηση για το αν μπόρεσαν να αποταμιεύσουν χρήματα τους τελευταίους 12 μήνες, το 76% των γονέων απάντησαν «ποτέ». Το αντίστοιχο ποσοστό των παιδιών ήταν 48%.
Περίπουένας στους δύονέους είχε βρει μέχρι σήμερα μισθωτή εργασία για τουλάχιστο ένα χρόνο. Βρήκε αυτή τη δουλειά κατά μέσο όροστα 22, και σ’ αυτή δούλευε περίπου40 ώρεςτην εβδομάδα.
Σ’ αυτούς που είναι άνεργοι, ωστόσο, είναι διάχυτη η απαισιοδοξία:Μόνο ένα 15% των νέων ανέργων θεωρεί πιθανό να βρει δουλειά τους επόμενους 6 μήνες.
Οι νέοι θεωρούν πως οι φορείς που μπορούν να μειώσουν την ανεργία είναι κατά σειρά η Κυβέρνηση/Βουλή (78%), η Ευρωπαϊκή Ένωση (73%) και τρίτον, με μεγάλη διαφορά, οι επιχειρήσεις/εργοδότες (52%).
Παρ’ όλο που οι νέοι δηλώνουν απογοητευμένοι σε πολλές από τις ερωτήσεις, εμφανίζονται πιο αισιόδοξοι από τους γονείς τους όταν πρόκειται για το μέλλον τους. Το 29% των νέων πιστεύουν ότι το βιοτικό τους επίπεδο στο μέλλον θα είναι χειρότερο από το βιοτικό επίπεδο των γονιών τους. Το αντίστοιχο όμως ποσοστό στους γονείς που πιστεύουν ότι τα παιδιά τους θα έχουν χειρότερο βιοτικό επίπεδο από τους ίδιουςφτάνειτο 55%.
Γενικά οι γονείς φαίνονται πιο πρόθυμοι να αναλάβουν ρίσκο, πιο ενεργά συμμετέχοντες σε συλλογικές δράσεις ή στον εθελοντισμό, με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους θεσμούς (και τα δύο δείκτες κοινωνικού κεφαλαίου, στο οποίο οι νέοι υστερούν σημαντικά) ενώ οι νέοι μοιάζουν να πιστεύουν περισσότερο ότι το περιβάλλον (ό,τι κι αν περιλαμβάνει ο όρος) πρέπει να λειτουργήσει γι’ αυτά, αντίθετα με τους γονείς τους που πιστεύουν περισσότερο στην ατομική πρωτοβουλία και ευθύνη.
Πάντως,το 41% των νέων δηλώνει διατεθειμένο να μετακομίσει σε άλλη χώρα για να βρει δουλειά(κι ένα 34% απαντά «ίσως»). Παρόμοιο είναι το ποσοστό που δηλώνει διατεθειμένο να μετακομίσει σε άλλη περιοχή της Ελλάδας (46%).
Βεβαίως, η παρουσίαση αυτών των στοιχείων είναι μόνο η πρωτογενής προσέγγιση του φαινομένου. Στο site της διαΝΕΟσις είναι δημοσιευμένα όλα τα αποτελέσματα των δεκάδων ερωτήσεων με πλήρεις πίνακες και διαγράμματα. Η επεξεργασία αυτών των δεδομένων, όμως, είναι αυτή που θα οδηγήσει στα βαθύτερα, πιο σημαντικά συμπεράσματα που θα χαρτογραφούν την διάχυση ιδεών και αντιλήψεων από τους γονείς στα παιδιά, και θα αποκρυπτογραφούν τις συνέπειες αυτής της διάχυσης στα θέματα της απασχόλησης και της εν γένει συμμετοχής των παιδιών στην οικονομική δραστηριότητα.
Η ανάλυση και επεξεργασία των αποτελεσμάτων διεξάγεται αυτή την εποχή από τους ερευνητές της διαΝΕΟσις αλλά και τους υπόλοιπους ερευνητές του CUPESSE στις άλλες χώρες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα.
Σε αυτή τη φάση, όμως, οι ερευνητές της MRB έκαναν μια πρώτη απόπειρα επεξεργασίας των αποτελεσμάτων, φιλοδοξώντας να ταυτοποιήσουν ευδιάκριτες “φυλές” ανάμεσα στους Έλληνες γονείς και τα παιδιά τους. Πράγματι, οι ερευνητές ταυτοποίησαν τέσσερις διακριτές ομάδες αναλύοντας τις απαντήσεις τους σε εννέα κατηγορίες ερωτήσεων, από αυτές που είχαν να κάνουν με τη συμμετοχή σε συλλογικές δράσεις και την εμπιστοσύνη στους θεσμούς, μέχρι αυτές που είχαν να κάνουν με τις οικογενειακές σχέσεις και τις απόψεις περί οικονομικής κατάστασης των ερωτηθέντων. Οι ερευνητές ταυτοποίησαν τις τέσσερις κατηγορίες πρώτα στους γονείς, και μετά χαρτογράφησαν τις αντίστοιχες κατηγορίες και στα παιδιά. Προέκυψαν ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Οι κατηγορίες αυτές ορίστηκαν ως «Παραδοσιακοί» («Family traditionalists»), «Κοινωνικά ενεργοί» (Socially Active), «Καλοβαλμένοι συστημικοί» («Well off systemics») και «Καλοβαλμένοι προοδευτικοί» («Well off experiencers»). Αυτές οι ειδικές ομάδες έχουν κάποια χαρακτηριστικά τα οποία μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:
Σύμφωνα με τα ευρήματα της MRB, σε όποια κατηγορία κι αν ανήκουν οι γονείς, αν τα παιδιά τους ανήκουν στις κατηγορίες «παραδοσιακοί» ή «κοινωνικά ενεργοί» εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά ανεργίας (άνω του 18% -έως και 39%). Ανεξαρτήτως κατηγορίας των γονέων -πλην μιας-, δε, τα παιδιά που ανήκουν στις κατηγορίες «καλοβαλμένοι συστημικοί» ή «καλοβαλμένοι προοδευτικοί», εμφανίζουν ποσοστά ανεργίας κάτω του 7,5%. Μόνη εξαίρεση στον κανόνα, οι «κοινωνικά ενεργοί» γονείς. Πρόκειται για τους γονείς που δεν είναι ιδιαίτερα μορφωμένοι, δεν δίνουν μεγάλη έμφαση στις οικογενειακές συλλογικότητες σε σύγκριση με τις άλλες ομάδες, έχουν οικονομικά προβλήματα και αναπτύσσουν κοινωνική ή πολιτική δράση. Τα παιδιά τους, όπως έδειξε η ανάλυση της MRB, είναι σε πολύ υψηλό ποσοστό (άνω του 23%) άνεργα, ανεξάρτητα από το σε ποια κατηγορία ανήκουν.
Γενικότερα φαίνεται πωςο συνδυασμός χαμηλής μόρφωσης, οικονομικής ανεπάρκειας και έλλειψης εμπιστοσύνης στους θεσμούς στους γονείς έχει ως αποτέλεσμα πολύ υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στα παιδιά τους, σε σχέση με τα παιδιά γονέων με διαφορετικά χαρακτηριστικά.
«Οι νέοι που εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας» συμπληρώνει ο Δημήτρης Μαύρος της MRB, «ανεξάρτητα από ποιους γονείς προέρχονται, είναι κυρίως νέοι οι οποίοι δεν θεωρούνται «ενεργοί πολίτες», αντιδρούν απέναντι στους θεσμούς, δεν είναι ιδιαίτερα μορφωμένοι και δεν «αφιερώνουν χρόνο στον πνευματική καλλιέργεια».
Η ανάλυση των πυκνών και πλούσιων αποτελεσμάτων της έρευνας θα παράγει σημαντικά και πολύτιμα συμπεράσματα στο επόμενο διάστημα. Οι ερευνητές της διαΝΕΟσις θα συνεχίσουν να τα επεξεργάζονται με σκοπό να χαρτογραφήσουν το πρόβλημα της ανεργίας των Ελλήνων νέων, να εντοπίσουν ομοιότητες ή διαφορές με το φαινόμενο όπως εμφανίζεται στις άλλες χώρες που συμμετέχουν στην έρευνα, και να διατυπώσουν μια σειρά από προτάσεις για την αντιμετώπισή του.
Μπορείτε να βρείτε όλα τα αρχεία της έρευνας στους παρακάτω συνδέσμους:
- Έκθεση αποτελεσματων ΝΕΩΝ 18-35 (.PDF)
- Έκθεση αποτελεσματων ΓΟΝΕΩΝ (.PDF)
- Ερωτηματολόγιο Νέων 18-35 (.doc)
- Ερωτηματολόγιο Γονεων (.doc)
- Αποτελέσματα Ποσοτικής Έρευνας – Νέοι 18-35 (.XLS)
- Αποτελέσματα Ποσοτικής Έρευνας – Γονείς
Από ergasianet.gr