Αντίσταση στην «φιλο-αστυνομική» υστερία μετά το Ντάλας
Nicole Colson | μετάφραση Πάνος Πέτρου
αναδημοσίευση από socialistworker.org
Η δολοφονία δύο μαύρων ανδρών -του Άλτον Στέρλινγκ στο Μπατόν Ρουζ της Λουιζιάνα και του Φιλάντο Κάστιλ στο Φάλκον Χάιτς, προάστιο των Twin Cities στη Μινεσότα- από την αστυνομία την περασμένη εβδομάδα προκάλεσε φρίκη σε όλο τον πλανήτη και κατέβασε πολλούς διαδηλωτές στους δρόμους σε όλη τη χώρα, για να φωνάξουν πως «οι Ζωές των Μαύρων Μετράνε» (Black Lives Matter).
Όμως πολύ γρήγορα, στο Ντάλας, ένας άνδρας που πυροβόλησε αστυνομικούς την ώρα διαδήλωσης υποστηρικτών του κινήματος Black Lives Matter (BLM) –σκοτώνοντας 5 αστυνομικούς και τραυματίζοντας αρκετούς προτού σκοτωθεί ο ίδιος από την αστυνομία- έδωσε την ευκαιρία στα ΜΜΕ και τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου να στρέψουν την προσοχή μακριά από την επιδημία αστυνομικής βίας και να κατηγορήσουν εκείνους που ξεσηκώνονται και διαδηλώνουν.
Ο Μίκα Ξαβιέ Τζόνσον, ένας αφροαμερικάνος βετεράνος πολέμου, άνοιξε πυρ κατά της αστυνομίας στη διάρκεια μιας διαδήλωσης του Black Lives Matter στο Ντάλας στις 7 Ιούλη. Δεν υπήρξε κανένα στοιχείο, ούτε κατά την αρχική σύγχυση αμέσως μετά την επίθεση, ότι ο Τζόνσον είχε κάποια σχέση με την κινητοποίηση.
Αλλά οι Αρχές άρπαξαν αμέσως την ευκαιρία για να συκοφαντήσουν το κίνημα, με τον ισχυρισμό ότι η επίθεση ήταν τμήμα ενός συντονισμένου σχεδίου –που τάχα περιλάμβανε τέσσερις σκοπευτές, όπως ισχυρίστηκε αρχικά η αστυνομία- και τα ΜΜΕ συμφώνησαν πρόθυμα με αυτήν τη γραμμή.
Πολιτικοί ηγέτες και σχολιαστές στα ΜΜΕ αμέσως τσουβάλιασαν τη διαμαρτυρία ενάντια στην ρατσιστική αστυνομική βία με τους πυροβολισμούς του Τζόνσον –και κάλεσαν το κίνημα Black Lives Matter να αποδεχτεί μέρος της ευθύνης για την επίθεση του Τζόνσον.
Κλασσικό δείγμα οι New York Times, που προειδοποίησαν ότι «το Black Lives Matter αντιμετωπίζει ίσως την μεγαλύτερή του κρίση στην σύντομη ιστορία του. Παλεύει ταυτόχρονα και να κρατήσει αποστάσεις από έναν Αφροαμερικανό ελεύθερο σκοπευτή στο Ντάλας που αποφάσισε να δολοφονήσει λευκούς αστυνομικούς, και να αντικρούσει μια χορωδία δυσφημιστών που κατηγορούν το κίνημα ότι ενέπνευσε αυτήν την φονική επίθεση».
Φυσικά, ούτε οι Times ούτε κανένας άλλος σε θέση εξουσίας δεν καλεί αντίστοιχα την αστυνομία να αναλάβει συλλογικά την ευθύνη για τις δολοφονίες που διαπράττονται από αστυνομικούς καθημερινά σε όλη τη χώρα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μας λένε πως πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά: «Ένα χαλασμένο μήλο» (ΣτΜ: μέσα σε ένα κατά τα άλλα «υγιές» σύνολο).
Ο σχολιαστής του CNN, Κρις Κουόμο, είχε το θράσος να ζητήσει από την Βάλερι Κάστιλ, μητέρα του Φιλάντο Κάστιλ, να σχολιάσει τους πυροβολισμούς στο Ντάλας –πριν καν μπει στον κόπο να της κάνει έστω μια ερώτηση για την απώλεια του γιού της ή για το συγκλονιστικό βίντεο που τον δείχνει να πεθαίνει μπροστά στην κοπέλα του και την 4χρονη κόρη της.
Η πενθούσα μητέρα έβαλε τον Κουόμο στη θέση του:
«Εγώ; Δεν ξέρω τίποτα για το τι συνέβη στο Ντάλας. Ο γιος μου έχει μόλις πεθάνει και δεν έχω κοιμηθεί εδώ και 48 ώρες. Όχι λοιπόν, δεν έχω δει καθόλου τηλεόραση και δεν μπορώ να απαντήσω…
Κανείς δεν έχει επικοινωνήσει μαζί μου για οτιδήποτε αφορά τον Φιλάντο. Στην πραγματικότητα, από όταν σκοτώθηκε ο γιος μου –δολοφονήθηκε, εκτελέστηκε από τους αστυνομικούς της Πολιτείας της Μινεσότα- δεν έχω δει ακόμα το πτώμα του».
Τα συγκλονιστικά βίντεο από τους θανάτους του Στέρλινγκ και του Κάστιλ –ο Στέρλινγκ ακινητοποιημένος στο πεζοδρόμιο και ο Κάστιλ στο αυτοκίνητό του καθώς η μνηστή του και η 4χρονη κόρη της παρακολουθούν τη σκηνή- επανέφερε στο φως την καθημερινή πραγματικότητα της ρατσιστικής αστυνομικής βίας.
Οι θάνατοί τους –με διαφορά μιας μέρας και 1.000 μιλίων, αλλά συνδεδεμένοι άμεσα στα μυαλά των ανθρώπων καθώς καταγράφηκαν σε βίντεο- προκάλεσαν έναν νέο γύρο κινητοποιήσεων.
Οι περισσότερες διαδηλώσεις κλήθηκαν στο πόδι, συχνά από νέους ή άπειρους ακτιβιστές, που το ένστικτό τους έλεγε να φωνάξουν ενάντια στην αστυνομική τρομοκρατία. Διαδηλωτές κατέβηκαν στους δρόμους σε όλη τη χώρα –από το Πόρτλαντ του Όρεγκον, όπου χιλιάδες συγκεντρώθηκαν στο κέντρο της πόλης μέχρι το Πόρτλαντ του Μέιν, όπου εκατοντάδες συγκεντρώθηκαν έξω από το αστυνομικό τμήμα.
Στο Όκλαντ της Καλιφόρνια –όπου αστυνομικά σκάνδαλα για σεξουαλικές παρενοχλήσεις και ρατσισμό είχαν προκαλέσει την απόλυση τριών αστυνομικών διοικητών μόλις μια βδομάδα πριν- πάνω από 2.000 συγκεντρώθηκαν και διαδήλωσαν για να «Κλείσουν την Πόλη» (Shut it Down») το απόγευμα της 7 Ιούλη, στη μεγαλύτερη επίδειξη δύναμης του κινήματος Black Lives Mattter εδώ και μερικούς μήνες. Κάποια στιγμή μια ομάδα διαδηλωτών κατέλαβε την κεντρική Λεωφόρο 880, με εκατοντάδες ανθρώπους να σχηματίζουν μια ανθρώπινη αλυσίδα που μπλόκαρε την κυκλοφορία.
Στο Σικάγο, στις 9 Ιούλη, εκατοντάδες συμμετείχαν σε διαφορετικές διαδηλώσεις και αφού πορεύτηκαν μέσα από το φεστιβάλ Taste of Chicago όπου και έστησαν ένα die-in (ΣτΜ: Οι διαδηλωτές μένουν ξαπλωμένοι, καταλαμβάνοντας το χώρο και κάνοντας ταυτόχρονα «προσομοίωση» θανάτου), κατέλαβαν μια σειρά από διασταυρώσεις.
Στο Πόρτλαντ του Όρεγκον, η διαδήλωση προσέλκυσε αρκετές χιλιάδες ανθρώπους που ήθελαν να στείλουν μήνυμα ενάντια στις δολοφονίες στη Λουιζιάνα και τη Μινεσότα. Αλλά οι διαδηλωτές υποχρεώθηκαν να τρέξουν για την ασφάλειά τους όταν ένας ντόπιος δεξιός «ακτιβιστής» ονόματι Μάικλ Στρίκλαντ –που έχει ιστορικό προκλήσεων ενάντια σε σοσιαλιστές και αριστερούς- τράβηξε το όπλο του ενάντια σε αντιρατσιστές διαδηλωτές.
Χιλιάδες κατέβηκαν στους δρόμους της Νέας Υόρκης –ανάμεσά τους κάποιοι που διαδήλωναν για πρώτη φορά στη ζωή τους, όπως η 16χρονη Λοτόγια Φράνσις που είπε στο περιοδικό Time: «Αυτό είναι ένα νέο Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα και ήθελα να είμαι μέρος του… αυτήν τη φορά είμαστε πολύ πιο εξαγριωμένοι».
Παρά την αφήγηση των ΜΜΕ ότι το κίνημα Black Lives Matter απειλεί την ειρήνη, οι διαδηλωτές συνάντησαν υποστήριξη από τους περαστικούς όπου κι αν συγκεντρώνονταν. Ο Γκρεγκ Τάλι, κάτοικος Σικάγο που υποχρεώθηκε να σταματήσει καθώς οι διαδηλωτές απέκλεισαν την Λεωφόρο Μίσιγκαν στο κέντρο της πόλης, βγήκε από το αυτοκίνητό του για να παρακολουθήσει τη διαδήλωση. «Μπορώ να περιμένω», είπε ο Τάλι στους Σικάγο Σαν-Τάιμς. «Νομίζω αυτό που γίνεται είναι πολύ πιο σημαντικό από το να φτάσει ένας άνθρωπος έγκαιρα στον προορισμό του. Παλεύουν για την αναγνώρισή τους».
Στο Σεν Πολ, εκατοντάδες συγκεντρώθηκαν στην έδρα του κυβερνήτη, καταλαμβάνοντας τον δρόμο απέξω για μέρες. Κρέμασαν στην πύλη ένα πανό που έγραφε «Δικαιοσύνη για τον Φιλάντο». Το απόγευμα της 9 Ιούλη, οι διαδηλωτές κατέλαβαν τη Λεωφόρο 80 και συγκρούστηκαν με την σιδηρόφρακτη αστυνομία.
Όπως ήταν αναμενόμενο, η αστυνομία κατηγόρησε «εξωτερικούς υποκινητές» για τις διαδηλώσεις. Στη Λουϊζιάνα, ο εκπρόσωπος της αστυνομίας Ντον Κόπολα, δήλωσε: «Φαίνεται πως η διαδήλωση στο αστυνομικό τμήμα στο Μπατόν Ρουζ έχει γίνει πιο βίαιη καθώς καταφτάνουν διαδηλωτές από άλλες πόλεις».
Αλλά σύμφωνα με τον Ντάρεν Μπάουερς, του οποίου η κοπέλα Άριελ Μπέιτς ήταν ανάμεσα στους συλληφθέντες, ήταν η αστυνομία που προκάλεσε το πλήθος. «Μου είπε πως ενώ αυτή κι ο ξαδελφός της βρίσκονταν στα γρασίδια, όρμηξαν πάνω τους», δήλωσε ο Μπάουερς στην Σικάγο Τρίμπιουν. «Δεν βρίσκονταν καν στο δρόμο. Ο κόσμος διαδηλώνει ειρηνικά. Γιατί οι μπάτσοι φοράνε τόσο βαριά εξάρτηση;».
Η αστυνομία βρήκε την ευκαιρία να περάσει στην επίθεση στο Μπατόν Ρουζ και σε όλη τη χώρα εξαιτίας της φονικής επίθεσης του Μίκα Τζόνσον στο Ντάλας –η οποία παρουσιάστηκε στρεβλά ως μια πράξη βίας που συνδέεται με το Black Lives Matter.
Η αστυνομία του Ντάλας αρχικά υποστήριξε πως εμπλέκονται τουλάχιστον τέσσερις σκοπευτές. Συνέλαβαν τρεις ανθρώπους και στη συνέχεια τους άφησαν –σιωπηλά- ελεύθερους. Όπως έγραψε ο Στίβεν Ρόζενφελντ στο Alternet, όσον αφορά την κάλυψη των γεγονότων από τα ΜΜΕ: «Το μήνυμα και η παρουσίαση… ήταν η στερεοτυπική εικόνα μιας συμμορίας βαριά οπλισμένων μαύρων ελεύθερων σκοπευτών που εξαπολύουν μια μορφή φυλετικού πολέμου».
Μόνο αργότερα παραδέχτηκαν οι Αρχές ότι υπήρχε μόνο ένας ύποπτος σκοπευτής, ο Τζόνσον, ο οποίος φέρεται να είπε στην αστυνομία ότι «ήθελα να σκοτώσω λευκούς… ιδιαίτερα μπάτσους». Σκοτώθηκε από την ομάδα SWAT (ΣτΜ: το αμερικανικό αντίστοιχο της ΕΚΑΜ) του Ντάλας, που χρησιμοποίησε μια βόμβα που πυροδοτήθηκε μέσω ρομπότ για να τον σκοτώσει.
Τα ΜΜΕ δεν ασχολήθηκαν καθόλου με αυτό, αλλά η εκτέλεση του Τζόνσον με τηλεχειριστήριο δείχνει μια τρομακτική κλιμάκωση της στρατιωτικοποίησης της αστυνομίας. Κι αν η αστυνομία χρησιμοποιούσε βόμβες-ρομπότ και ενάντια στους άλλους τρεις υποτιθέμενους δράστες –που αποδείχθηκαν αθώοι;
«Το γεγονός ότι η αστυνομία έχει ένα τέτοιο όπλο, και άλλα όπλα όπως drones και τανκς, είναι δείγματα της στρατιωτικοποίησης της αστυνομίας –και κινείται στη λάθος κατεύθυνση», δήλωσε στο Common Dreams η πρώην πρόεδρος της Εθνικής Ένωσης Δικηγόρων, Μάρτζορι Κον.
Εν τω μεταξύ, τα μίντια ασχολήθηκαν ελάχιστα με το γεγονός ότι ο Τζόνσον ήταν βετεράνος πολέμου που υπηρέτησε στο Αφγανιστάν. Την εποχή του «πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία», η βία που έχει εξαπολύσει η αμερικανική αυτοκρατορία συχνά γυρνά πίσω στις ΗΠΑ. Αλλά τα θύματα είναι συνήθως οι οικογένειες πρώην στρατιωτών –και ιδιαίτερα οι ίδιοι οι βετεράνοι που φτάνουν σε σημείο ψυχικής κατάρρευσης.
Επίσης, τα αποδεδειγμένα στοιχεία της ρατσιστικής αστυνομικής βίας διαστρεβλώθηκαν στο βαθμό που έγιναν αγνώριστα. Ένα άθλιο άρθρο της Washington Post ανέφερε ότι τον Φιλάντο Κάστιλ τον είχε σταματήσει η αστυνομία τουλάχιστον 52 φορές τα τελευταία χρόνια, κι είχε το θράσος να αναρωτηθεί: «Να ήταν άραγε φυλετική προκατάληψη;».
«Του είχαν επιδώσει πρόστιμα αξίας τουλάχιστον 6.588 δολαριών, αν και αθωώθηκε για πάνω από τις μισές από τις 86 παραβιάσεις, σύμφωνα με τα δικαστικά αρχεία», έγραψε το άρθρο στην Post. «Να ήταν ο Κάστιλ πολύ κακός οδηγός ή να ήταν απλά άτυχος; Ή μήπως είχε στοχοποιηθεί από αστυνομικούς που ξεδιαλέγουν ειδικά μαύρους οδηγούς όπως αυτόν και τους σταματάνε, όπως ισχυρίζονται οικογενειακοί του φίλοι; Την απάντηση μάλλον δεν θα την μάθουμε ποτέ».
Αλήθεια; Δεν θα την μάθουμε ποτέ; Εκατομμύρια άνθρωποι στις ΗΠΑ ξέρουν την απάντηση. Ο Φιλάντο Κάστιλ ήταν θύμα ρατσισμού, όπως και ο Άλτον Στέρλινγκ, όπως και ο Φρέντι Γκρέι και ο Ταμίρ Ράις, και η Σάντρα Μπλαντ και ο Ράμαρλεϊ Γκράχαμ και ο Λακουάν ΜακΝτόναλτ και τόσοι πολλοί άλλοι σε διάφορες πόλεις σε όλες τις ΗΠΑ.
Ο φόνος πέντε αστυνομικών στο Ντάλας δεν το αλλάζει αυτό. Όπως απάντησε στον Κουόμο, δείχνοντας απίστευτη αυτοσυγκράτηση, η Ντάιαμοντ Ρέινολντς, η μνηστή του Φιλάντο Κάστιλ που τον είδε να δολοφονείται μπροστά στα μάτια της: «Αυτό ξεπερνά τον Φιλάντο, ξεπερνά τον Τρέιβον Μάρτιν, ξεπερνά την Σάντρα Μπλαντ. Μας ξεπερνά όλους. Γι’ αυτό και σήμερα, θέλω δικαιοσύνη για όλους».
Στην πραγματικότητα, ο κατάλογος της ίδιας της Washington Post με ανθρώπους που σκοτώθηκαν από την αστυνομία στις ΗΠΑ, κατέγραψε 512 δολοφονημένους από την αστυνομία μέσα στο 2016, είναι ήδη 24 περισσότερες δολοφονίες από πέρσι τέτοια εποχή.
Όπως είπε στο Time ο 16χρονος Μπράιαν Μπιουκάναν καθώς διαδήλωνε στη Νέα Υόρκη την περασμένη βδομάδα: «η επίθεση στο Ντάλας είναι μια τραγωδία, αλλά εξίσου τραγωδία είναι να βγαίνεις από το σπίτι σου και να μην αισθάνεσαι ασφαλής να περπατήσεις στο δρόμο».
Τα λόγια του Μπράιαν Μπιουκάναν εκφράζουν όλους όσους έχουν σταθεί απέναντι στη ρατσιστική βία της αστυνομίας. Αλλά την ίδια ώρα, από την απέναντι πλευρά, οι εκκλήσεις «να αποδοθεί δικαιοσύνη» αφορούν μόνο τους νεκρούς αστυνομικούς –καθώς ξεκινά μια δυσφημιστική εκστρατεία που επιχειρεί να στιγματίσει το κίνημα Black Lives Matter ως ρατσιστικό ενάντια στους λευκούς.
Για παράδειγμα, το δεξιό σάιτ Drudge Report ανακοίνωσε με τίτλο του ότι «οι Μαύρες Ζωές Σκοτώνουν». Η New York Post σε παρεμφερή γραμμή έγραψε στο πρωτοσέλιδό της «Εμφύλιος Πόλεμος».
Ο πρώην δήμαρχος Νέας Υόρκης, Ρούντολφ Τζουλιάνι, στιγμάτισε το κίνημα Black Lives Matter ως «εγγενώς ρατσιστικό» και «αντι-αμερικάνικο» σε μια εμφάνισή του στην εκπομπή του CBS «Face the Nation». Ο Τζουλιάνι επιχείρησε να υποβαθμίσει την ρατσιστική αστυνομική βαρβαρότητα, ισχυριζόμενος ότι το πραγματικό πρόβλημα της Αμερικής είναι «η βία μαύρων εναντίον μαύρων». Ο Τζουλιάνι, επικαλούμενος μια ανύπαρκτη στατιστική που έβγαλε απτο μυαλό του, είπε ως «η πραγματική απειλή για τα μαύρα παιδιά, 99 στις 100 φορές, είναι άλλα μαύρα παιδιά που πρόκειται να τα σκοτώσουν».
Ακόμα χειρότερος ήταν ο πρώην βουλευτής Τζο Γουολς, μέλος του Tea Party και δεξιός παρουσιαστής στο ραδιόφωνο, που απείλησε στα σόσιαλ μίντια με βία ενάντια και στο κίνημα Black Lives Matter, αλλά και στον Μπάρακ Ομπάμα. «Είναι πόλεμος πλέον», έγραψε ο Γουολς. «Φυλάξου Ομπάμα. Φυλαχτείτε καθάρματα του black lives matter. Η Πραγματική Αμερική σας ψάχνει».
Αν ο Γουολς δεν ήταν λευκός, και ο πρόεδρος τον οποίο απειλούσε ήταν λευκός, τώρα θα βρισκόταν στη φυλακή. Αλλά βέβαια σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα μιλούσε εκ μέρους της «Πραγματικής Αμερικής» -δηλαδή της ρατσιστικής Αμερικής.
Μετά τον σκοτωμό των αστυνομικών στο Ντάλας και την άγρια αντίδραση που ακολούθησε, πρέπει να διαδηλώσουμε περισσότερο από ποτέ για να αποκρούσουμε την ιδεολογική επίθεση που επιχειρεί να φιμώσει όσους απαιτούν δικαιοσύνη για τον Φιλάντο Κάστιλ και τον Άλτον Στέρλινγκ –για να επικρατήσει μια συζήτηση για τους «γενναίους» μπάτσους που υποτίθεται πως «ρισκάρουν τις ζωές τους».
Στην πραγματικότητα, το επάγγελμα του αστυνομικού δεν μπαίνει καν στη λίστα των 10 πιο επικίνδυνων επαγγελμάτων στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με στατιστικές του FBI, το 2015 ήταν μια από τις ασφαλέστερες χρονιές για να είναι κανείς μπάτσος –ισόπαλο με το 2008 στο δεύτερο χαμηλότερο αριθμό νεκρών αστυνομικών από όταν άρχισαν να καταγράφονται.
Το σύνθημα που αντηχεί σε όλα τα ΜΜΕ ότι «οι Μπλε Ζωές Μετράνε» έχει στόχο να κάνει τις μαύρες ζωές να μετράνε λιγότερο. Όπως έγραψε η Νατάσα Λέναρντ στο Rolling Stone:
«Την βδομάδα που χιλιάδες από μας κατεβήκαμε στους δρόμους για να επιμείνουμε για άλλη μια φορά ότι οι Μαύρες Ζωές Μετράνε, τα γεγονότα στο Ντάλας θα πιέσουν να προκύψουν διάφορες λάθος "εξισώσεις". Με κυρίαρχη την πίεση ότι αν λέμε ότι οι Μαύρες Ζωές Μετράνε, θα πρέπει να συμπληρώνουμε ταυτόχρονα ότι και οι Μπλε Ζωές Μετράνε.
Δεν πρόκειται να φωνάξω ότι οι Μπλε Ζωές Μετράνε, γιατί δε χρειάζεται καν να ειπωθεί. Το γνωρίζουμε ήδη, καθώς ο θάνατος 5 αστυνομικών αυτή τη βδομάδα προκάλεσε την άμεση αντίδραση του προέδρου, όπως είχε συμβεί και μετά την δολοφονία 2 αστυνομικών το 2014. Αυτό ακριβώς θα πει «μετράνε». Ενώ οι δηλώσεις του προέδρου στην αρχή της βδομάδας για τους θανάτους του Άλτον Στέρλινγκ και του Φιλάντο Κάστιλ ήταν συγκινητικές, δεκάδες άοπλοι μαύροι, δολοφονούνται από τους μπάτσους χωρίς να ακολουθήσει προεδρική δήλωση. Για παράδειγμα, η αστυνομία στις ΗΠΑ έχει σκοτώσει πάνω από 100 άοπλους μαύρους μόνο τη χρονιά που πέρασε. Το γεγονός ότι είναι τόσο πολλές οι δολοφονίες για να μιλάει για την καθεμιά ο Ομπάμα ξεχωριστά; Αυτό ακριβώς θα πει “δε μετράνε” σε μια κοινωνία».
Σχολιαστές και πολιτικοί που αγνοούν βολικά τους θανάτους του Στέρλινγκ και του Κάστιλ και τόσα άλλα θύματα της αστυνομικής βιαιότητας –ή ακόμα χειρότερα, ισχυρίζονται ότι με κάποιον τρόπο τα θύματα «πήγαιναν γυρεύοντας»- πρέπει να καταγγελθούν με τον ισχυρότερο τρόπο.
Ο Κάστιλ, ο Στέρλινγκ και οι εκατοντάδες άλλοι που δολοφονήθηκαν από την αστυνομία φέτος δεν είναι νεκροί γιατί δεν συμμορφώθηκαν αρκετά γρήγορα στις εντολές ή γιατί αντιστάθηκαν ή γιατί είχαν «υφάκι» απέναντι στους μπάτσους. Οι θάνατοί τους χρεώνονται σε ένα σύστημα στο οποίο η αστυνομική καταστολή πάει χέρι-χέρι με τον συστηματικό ρατσισμό και τις διακρίσεις.
Τις ερχόμενες μέρες και βδομάδες, όσοι εναντιωνόμαστε στο ρατσισμό και την αστυνομική βία θα πρέπει να εργαστούμε ακόμα πιο σκληρά για να χτίσουμε το κίνημα –και να απαντήσουμε ενάντια στις επιθέσεις εκείνων που ισχυρίζονται ότι την βία την προκαλούμε εμείς, και όχι αυτοί.
πηγή rproject
αναδημοσίευση από socialistworker.org
Η δολοφονία δύο μαύρων ανδρών -του Άλτον Στέρλινγκ στο Μπατόν Ρουζ της Λουιζιάνα και του Φιλάντο Κάστιλ στο Φάλκον Χάιτς, προάστιο των Twin Cities στη Μινεσότα- από την αστυνομία την περασμένη εβδομάδα προκάλεσε φρίκη σε όλο τον πλανήτη και κατέβασε πολλούς διαδηλωτές στους δρόμους σε όλη τη χώρα, για να φωνάξουν πως «οι Ζωές των Μαύρων Μετράνε» (Black Lives Matter).
Όμως πολύ γρήγορα, στο Ντάλας, ένας άνδρας που πυροβόλησε αστυνομικούς την ώρα διαδήλωσης υποστηρικτών του κινήματος Black Lives Matter (BLM) –σκοτώνοντας 5 αστυνομικούς και τραυματίζοντας αρκετούς προτού σκοτωθεί ο ίδιος από την αστυνομία- έδωσε την ευκαιρία στα ΜΜΕ και τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου να στρέψουν την προσοχή μακριά από την επιδημία αστυνομικής βίας και να κατηγορήσουν εκείνους που ξεσηκώνονται και διαδηλώνουν.
Ο Μίκα Ξαβιέ Τζόνσον, ένας αφροαμερικάνος βετεράνος πολέμου, άνοιξε πυρ κατά της αστυνομίας στη διάρκεια μιας διαδήλωσης του Black Lives Matter στο Ντάλας στις 7 Ιούλη. Δεν υπήρξε κανένα στοιχείο, ούτε κατά την αρχική σύγχυση αμέσως μετά την επίθεση, ότι ο Τζόνσον είχε κάποια σχέση με την κινητοποίηση.
Αλλά οι Αρχές άρπαξαν αμέσως την ευκαιρία για να συκοφαντήσουν το κίνημα, με τον ισχυρισμό ότι η επίθεση ήταν τμήμα ενός συντονισμένου σχεδίου –που τάχα περιλάμβανε τέσσερις σκοπευτές, όπως ισχυρίστηκε αρχικά η αστυνομία- και τα ΜΜΕ συμφώνησαν πρόθυμα με αυτήν τη γραμμή.
Πολιτικοί ηγέτες και σχολιαστές στα ΜΜΕ αμέσως τσουβάλιασαν τη διαμαρτυρία ενάντια στην ρατσιστική αστυνομική βία με τους πυροβολισμούς του Τζόνσον –και κάλεσαν το κίνημα Black Lives Matter να αποδεχτεί μέρος της ευθύνης για την επίθεση του Τζόνσον.
Κλασσικό δείγμα οι New York Times, που προειδοποίησαν ότι «το Black Lives Matter αντιμετωπίζει ίσως την μεγαλύτερή του κρίση στην σύντομη ιστορία του. Παλεύει ταυτόχρονα και να κρατήσει αποστάσεις από έναν Αφροαμερικανό ελεύθερο σκοπευτή στο Ντάλας που αποφάσισε να δολοφονήσει λευκούς αστυνομικούς, και να αντικρούσει μια χορωδία δυσφημιστών που κατηγορούν το κίνημα ότι ενέπνευσε αυτήν την φονική επίθεση».
Φυσικά, ούτε οι Times ούτε κανένας άλλος σε θέση εξουσίας δεν καλεί αντίστοιχα την αστυνομία να αναλάβει συλλογικά την ευθύνη για τις δολοφονίες που διαπράττονται από αστυνομικούς καθημερινά σε όλη τη χώρα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μας λένε πως πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά: «Ένα χαλασμένο μήλο» (ΣτΜ: μέσα σε ένα κατά τα άλλα «υγιές» σύνολο).
Ο σχολιαστής του CNN, Κρις Κουόμο, είχε το θράσος να ζητήσει από την Βάλερι Κάστιλ, μητέρα του Φιλάντο Κάστιλ, να σχολιάσει τους πυροβολισμούς στο Ντάλας –πριν καν μπει στον κόπο να της κάνει έστω μια ερώτηση για την απώλεια του γιού της ή για το συγκλονιστικό βίντεο που τον δείχνει να πεθαίνει μπροστά στην κοπέλα του και την 4χρονη κόρη της.
Η πενθούσα μητέρα έβαλε τον Κουόμο στη θέση του:
«Εγώ; Δεν ξέρω τίποτα για το τι συνέβη στο Ντάλας. Ο γιος μου έχει μόλις πεθάνει και δεν έχω κοιμηθεί εδώ και 48 ώρες. Όχι λοιπόν, δεν έχω δει καθόλου τηλεόραση και δεν μπορώ να απαντήσω…
Κανείς δεν έχει επικοινωνήσει μαζί μου για οτιδήποτε αφορά τον Φιλάντο. Στην πραγματικότητα, από όταν σκοτώθηκε ο γιος μου –δολοφονήθηκε, εκτελέστηκε από τους αστυνομικούς της Πολιτείας της Μινεσότα- δεν έχω δει ακόμα το πτώμα του».
Τα συγκλονιστικά βίντεο από τους θανάτους του Στέρλινγκ και του Κάστιλ –ο Στέρλινγκ ακινητοποιημένος στο πεζοδρόμιο και ο Κάστιλ στο αυτοκίνητό του καθώς η μνηστή του και η 4χρονη κόρη της παρακολουθούν τη σκηνή- επανέφερε στο φως την καθημερινή πραγματικότητα της ρατσιστικής αστυνομικής βίας.
Οι θάνατοί τους –με διαφορά μιας μέρας και 1.000 μιλίων, αλλά συνδεδεμένοι άμεσα στα μυαλά των ανθρώπων καθώς καταγράφηκαν σε βίντεο- προκάλεσαν έναν νέο γύρο κινητοποιήσεων.
Οι περισσότερες διαδηλώσεις κλήθηκαν στο πόδι, συχνά από νέους ή άπειρους ακτιβιστές, που το ένστικτό τους έλεγε να φωνάξουν ενάντια στην αστυνομική τρομοκρατία. Διαδηλωτές κατέβηκαν στους δρόμους σε όλη τη χώρα –από το Πόρτλαντ του Όρεγκον, όπου χιλιάδες συγκεντρώθηκαν στο κέντρο της πόλης μέχρι το Πόρτλαντ του Μέιν, όπου εκατοντάδες συγκεντρώθηκαν έξω από το αστυνομικό τμήμα.
Στο Όκλαντ της Καλιφόρνια –όπου αστυνομικά σκάνδαλα για σεξουαλικές παρενοχλήσεις και ρατσισμό είχαν προκαλέσει την απόλυση τριών αστυνομικών διοικητών μόλις μια βδομάδα πριν- πάνω από 2.000 συγκεντρώθηκαν και διαδήλωσαν για να «Κλείσουν την Πόλη» (Shut it Down») το απόγευμα της 7 Ιούλη, στη μεγαλύτερη επίδειξη δύναμης του κινήματος Black Lives Mattter εδώ και μερικούς μήνες. Κάποια στιγμή μια ομάδα διαδηλωτών κατέλαβε την κεντρική Λεωφόρο 880, με εκατοντάδες ανθρώπους να σχηματίζουν μια ανθρώπινη αλυσίδα που μπλόκαρε την κυκλοφορία.
Στο Σικάγο, στις 9 Ιούλη, εκατοντάδες συμμετείχαν σε διαφορετικές διαδηλώσεις και αφού πορεύτηκαν μέσα από το φεστιβάλ Taste of Chicago όπου και έστησαν ένα die-in (ΣτΜ: Οι διαδηλωτές μένουν ξαπλωμένοι, καταλαμβάνοντας το χώρο και κάνοντας ταυτόχρονα «προσομοίωση» θανάτου), κατέλαβαν μια σειρά από διασταυρώσεις.
Στο Πόρτλαντ του Όρεγκον, η διαδήλωση προσέλκυσε αρκετές χιλιάδες ανθρώπους που ήθελαν να στείλουν μήνυμα ενάντια στις δολοφονίες στη Λουιζιάνα και τη Μινεσότα. Αλλά οι διαδηλωτές υποχρεώθηκαν να τρέξουν για την ασφάλειά τους όταν ένας ντόπιος δεξιός «ακτιβιστής» ονόματι Μάικλ Στρίκλαντ –που έχει ιστορικό προκλήσεων ενάντια σε σοσιαλιστές και αριστερούς- τράβηξε το όπλο του ενάντια σε αντιρατσιστές διαδηλωτές.
Χιλιάδες κατέβηκαν στους δρόμους της Νέας Υόρκης –ανάμεσά τους κάποιοι που διαδήλωναν για πρώτη φορά στη ζωή τους, όπως η 16χρονη Λοτόγια Φράνσις που είπε στο περιοδικό Time: «Αυτό είναι ένα νέο Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα και ήθελα να είμαι μέρος του… αυτήν τη φορά είμαστε πολύ πιο εξαγριωμένοι».
Παρά την αφήγηση των ΜΜΕ ότι το κίνημα Black Lives Matter απειλεί την ειρήνη, οι διαδηλωτές συνάντησαν υποστήριξη από τους περαστικούς όπου κι αν συγκεντρώνονταν. Ο Γκρεγκ Τάλι, κάτοικος Σικάγο που υποχρεώθηκε να σταματήσει καθώς οι διαδηλωτές απέκλεισαν την Λεωφόρο Μίσιγκαν στο κέντρο της πόλης, βγήκε από το αυτοκίνητό του για να παρακολουθήσει τη διαδήλωση. «Μπορώ να περιμένω», είπε ο Τάλι στους Σικάγο Σαν-Τάιμς. «Νομίζω αυτό που γίνεται είναι πολύ πιο σημαντικό από το να φτάσει ένας άνθρωπος έγκαιρα στον προορισμό του. Παλεύουν για την αναγνώρισή τους».
Στο Σεν Πολ, εκατοντάδες συγκεντρώθηκαν στην έδρα του κυβερνήτη, καταλαμβάνοντας τον δρόμο απέξω για μέρες. Κρέμασαν στην πύλη ένα πανό που έγραφε «Δικαιοσύνη για τον Φιλάντο». Το απόγευμα της 9 Ιούλη, οι διαδηλωτές κατέλαβαν τη Λεωφόρο 80 και συγκρούστηκαν με την σιδηρόφρακτη αστυνομία.
Όπως ήταν αναμενόμενο, η αστυνομία κατηγόρησε «εξωτερικούς υποκινητές» για τις διαδηλώσεις. Στη Λουϊζιάνα, ο εκπρόσωπος της αστυνομίας Ντον Κόπολα, δήλωσε: «Φαίνεται πως η διαδήλωση στο αστυνομικό τμήμα στο Μπατόν Ρουζ έχει γίνει πιο βίαιη καθώς καταφτάνουν διαδηλωτές από άλλες πόλεις».
Αλλά σύμφωνα με τον Ντάρεν Μπάουερς, του οποίου η κοπέλα Άριελ Μπέιτς ήταν ανάμεσα στους συλληφθέντες, ήταν η αστυνομία που προκάλεσε το πλήθος. «Μου είπε πως ενώ αυτή κι ο ξαδελφός της βρίσκονταν στα γρασίδια, όρμηξαν πάνω τους», δήλωσε ο Μπάουερς στην Σικάγο Τρίμπιουν. «Δεν βρίσκονταν καν στο δρόμο. Ο κόσμος διαδηλώνει ειρηνικά. Γιατί οι μπάτσοι φοράνε τόσο βαριά εξάρτηση;».
Η αστυνομία βρήκε την ευκαιρία να περάσει στην επίθεση στο Μπατόν Ρουζ και σε όλη τη χώρα εξαιτίας της φονικής επίθεσης του Μίκα Τζόνσον στο Ντάλας –η οποία παρουσιάστηκε στρεβλά ως μια πράξη βίας που συνδέεται με το Black Lives Matter.
Η αστυνομία του Ντάλας αρχικά υποστήριξε πως εμπλέκονται τουλάχιστον τέσσερις σκοπευτές. Συνέλαβαν τρεις ανθρώπους και στη συνέχεια τους άφησαν –σιωπηλά- ελεύθερους. Όπως έγραψε ο Στίβεν Ρόζενφελντ στο Alternet, όσον αφορά την κάλυψη των γεγονότων από τα ΜΜΕ: «Το μήνυμα και η παρουσίαση… ήταν η στερεοτυπική εικόνα μιας συμμορίας βαριά οπλισμένων μαύρων ελεύθερων σκοπευτών που εξαπολύουν μια μορφή φυλετικού πολέμου».
Μόνο αργότερα παραδέχτηκαν οι Αρχές ότι υπήρχε μόνο ένας ύποπτος σκοπευτής, ο Τζόνσον, ο οποίος φέρεται να είπε στην αστυνομία ότι «ήθελα να σκοτώσω λευκούς… ιδιαίτερα μπάτσους». Σκοτώθηκε από την ομάδα SWAT (ΣτΜ: το αμερικανικό αντίστοιχο της ΕΚΑΜ) του Ντάλας, που χρησιμοποίησε μια βόμβα που πυροδοτήθηκε μέσω ρομπότ για να τον σκοτώσει.
Τα ΜΜΕ δεν ασχολήθηκαν καθόλου με αυτό, αλλά η εκτέλεση του Τζόνσον με τηλεχειριστήριο δείχνει μια τρομακτική κλιμάκωση της στρατιωτικοποίησης της αστυνομίας. Κι αν η αστυνομία χρησιμοποιούσε βόμβες-ρομπότ και ενάντια στους άλλους τρεις υποτιθέμενους δράστες –που αποδείχθηκαν αθώοι;
«Το γεγονός ότι η αστυνομία έχει ένα τέτοιο όπλο, και άλλα όπλα όπως drones και τανκς, είναι δείγματα της στρατιωτικοποίησης της αστυνομίας –και κινείται στη λάθος κατεύθυνση», δήλωσε στο Common Dreams η πρώην πρόεδρος της Εθνικής Ένωσης Δικηγόρων, Μάρτζορι Κον.
Εν τω μεταξύ, τα μίντια ασχολήθηκαν ελάχιστα με το γεγονός ότι ο Τζόνσον ήταν βετεράνος πολέμου που υπηρέτησε στο Αφγανιστάν. Την εποχή του «πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία», η βία που έχει εξαπολύσει η αμερικανική αυτοκρατορία συχνά γυρνά πίσω στις ΗΠΑ. Αλλά τα θύματα είναι συνήθως οι οικογένειες πρώην στρατιωτών –και ιδιαίτερα οι ίδιοι οι βετεράνοι που φτάνουν σε σημείο ψυχικής κατάρρευσης.
Επίσης, τα αποδεδειγμένα στοιχεία της ρατσιστικής αστυνομικής βίας διαστρεβλώθηκαν στο βαθμό που έγιναν αγνώριστα. Ένα άθλιο άρθρο της Washington Post ανέφερε ότι τον Φιλάντο Κάστιλ τον είχε σταματήσει η αστυνομία τουλάχιστον 52 φορές τα τελευταία χρόνια, κι είχε το θράσος να αναρωτηθεί: «Να ήταν άραγε φυλετική προκατάληψη;».
«Του είχαν επιδώσει πρόστιμα αξίας τουλάχιστον 6.588 δολαριών, αν και αθωώθηκε για πάνω από τις μισές από τις 86 παραβιάσεις, σύμφωνα με τα δικαστικά αρχεία», έγραψε το άρθρο στην Post. «Να ήταν ο Κάστιλ πολύ κακός οδηγός ή να ήταν απλά άτυχος; Ή μήπως είχε στοχοποιηθεί από αστυνομικούς που ξεδιαλέγουν ειδικά μαύρους οδηγούς όπως αυτόν και τους σταματάνε, όπως ισχυρίζονται οικογενειακοί του φίλοι; Την απάντηση μάλλον δεν θα την μάθουμε ποτέ».
Αλήθεια; Δεν θα την μάθουμε ποτέ; Εκατομμύρια άνθρωποι στις ΗΠΑ ξέρουν την απάντηση. Ο Φιλάντο Κάστιλ ήταν θύμα ρατσισμού, όπως και ο Άλτον Στέρλινγκ, όπως και ο Φρέντι Γκρέι και ο Ταμίρ Ράις, και η Σάντρα Μπλαντ και ο Ράμαρλεϊ Γκράχαμ και ο Λακουάν ΜακΝτόναλτ και τόσοι πολλοί άλλοι σε διάφορες πόλεις σε όλες τις ΗΠΑ.
Ο φόνος πέντε αστυνομικών στο Ντάλας δεν το αλλάζει αυτό. Όπως απάντησε στον Κουόμο, δείχνοντας απίστευτη αυτοσυγκράτηση, η Ντάιαμοντ Ρέινολντς, η μνηστή του Φιλάντο Κάστιλ που τον είδε να δολοφονείται μπροστά στα μάτια της: «Αυτό ξεπερνά τον Φιλάντο, ξεπερνά τον Τρέιβον Μάρτιν, ξεπερνά την Σάντρα Μπλαντ. Μας ξεπερνά όλους. Γι’ αυτό και σήμερα, θέλω δικαιοσύνη για όλους».
Στην πραγματικότητα, ο κατάλογος της ίδιας της Washington Post με ανθρώπους που σκοτώθηκαν από την αστυνομία στις ΗΠΑ, κατέγραψε 512 δολοφονημένους από την αστυνομία μέσα στο 2016, είναι ήδη 24 περισσότερες δολοφονίες από πέρσι τέτοια εποχή.
Όπως είπε στο Time ο 16χρονος Μπράιαν Μπιουκάναν καθώς διαδήλωνε στη Νέα Υόρκη την περασμένη βδομάδα: «η επίθεση στο Ντάλας είναι μια τραγωδία, αλλά εξίσου τραγωδία είναι να βγαίνεις από το σπίτι σου και να μην αισθάνεσαι ασφαλής να περπατήσεις στο δρόμο».
Τα λόγια του Μπράιαν Μπιουκάναν εκφράζουν όλους όσους έχουν σταθεί απέναντι στη ρατσιστική βία της αστυνομίας. Αλλά την ίδια ώρα, από την απέναντι πλευρά, οι εκκλήσεις «να αποδοθεί δικαιοσύνη» αφορούν μόνο τους νεκρούς αστυνομικούς –καθώς ξεκινά μια δυσφημιστική εκστρατεία που επιχειρεί να στιγματίσει το κίνημα Black Lives Matter ως ρατσιστικό ενάντια στους λευκούς.
Για παράδειγμα, το δεξιό σάιτ Drudge Report ανακοίνωσε με τίτλο του ότι «οι Μαύρες Ζωές Σκοτώνουν». Η New York Post σε παρεμφερή γραμμή έγραψε στο πρωτοσέλιδό της «Εμφύλιος Πόλεμος».
Ο πρώην δήμαρχος Νέας Υόρκης, Ρούντολφ Τζουλιάνι, στιγμάτισε το κίνημα Black Lives Matter ως «εγγενώς ρατσιστικό» και «αντι-αμερικάνικο» σε μια εμφάνισή του στην εκπομπή του CBS «Face the Nation». Ο Τζουλιάνι επιχείρησε να υποβαθμίσει την ρατσιστική αστυνομική βαρβαρότητα, ισχυριζόμενος ότι το πραγματικό πρόβλημα της Αμερικής είναι «η βία μαύρων εναντίον μαύρων». Ο Τζουλιάνι, επικαλούμενος μια ανύπαρκτη στατιστική που έβγαλε απτο μυαλό του, είπε ως «η πραγματική απειλή για τα μαύρα παιδιά, 99 στις 100 φορές, είναι άλλα μαύρα παιδιά που πρόκειται να τα σκοτώσουν».
Ακόμα χειρότερος ήταν ο πρώην βουλευτής Τζο Γουολς, μέλος του Tea Party και δεξιός παρουσιαστής στο ραδιόφωνο, που απείλησε στα σόσιαλ μίντια με βία ενάντια και στο κίνημα Black Lives Matter, αλλά και στον Μπάρακ Ομπάμα. «Είναι πόλεμος πλέον», έγραψε ο Γουολς. «Φυλάξου Ομπάμα. Φυλαχτείτε καθάρματα του black lives matter. Η Πραγματική Αμερική σας ψάχνει».
Αν ο Γουολς δεν ήταν λευκός, και ο πρόεδρος τον οποίο απειλούσε ήταν λευκός, τώρα θα βρισκόταν στη φυλακή. Αλλά βέβαια σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα μιλούσε εκ μέρους της «Πραγματικής Αμερικής» -δηλαδή της ρατσιστικής Αμερικής.
Μετά τον σκοτωμό των αστυνομικών στο Ντάλας και την άγρια αντίδραση που ακολούθησε, πρέπει να διαδηλώσουμε περισσότερο από ποτέ για να αποκρούσουμε την ιδεολογική επίθεση που επιχειρεί να φιμώσει όσους απαιτούν δικαιοσύνη για τον Φιλάντο Κάστιλ και τον Άλτον Στέρλινγκ –για να επικρατήσει μια συζήτηση για τους «γενναίους» μπάτσους που υποτίθεται πως «ρισκάρουν τις ζωές τους».
Στην πραγματικότητα, το επάγγελμα του αστυνομικού δεν μπαίνει καν στη λίστα των 10 πιο επικίνδυνων επαγγελμάτων στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με στατιστικές του FBI, το 2015 ήταν μια από τις ασφαλέστερες χρονιές για να είναι κανείς μπάτσος –ισόπαλο με το 2008 στο δεύτερο χαμηλότερο αριθμό νεκρών αστυνομικών από όταν άρχισαν να καταγράφονται.
Το σύνθημα που αντηχεί σε όλα τα ΜΜΕ ότι «οι Μπλε Ζωές Μετράνε» έχει στόχο να κάνει τις μαύρες ζωές να μετράνε λιγότερο. Όπως έγραψε η Νατάσα Λέναρντ στο Rolling Stone:
«Την βδομάδα που χιλιάδες από μας κατεβήκαμε στους δρόμους για να επιμείνουμε για άλλη μια φορά ότι οι Μαύρες Ζωές Μετράνε, τα γεγονότα στο Ντάλας θα πιέσουν να προκύψουν διάφορες λάθος "εξισώσεις". Με κυρίαρχη την πίεση ότι αν λέμε ότι οι Μαύρες Ζωές Μετράνε, θα πρέπει να συμπληρώνουμε ταυτόχρονα ότι και οι Μπλε Ζωές Μετράνε.
Δεν πρόκειται να φωνάξω ότι οι Μπλε Ζωές Μετράνε, γιατί δε χρειάζεται καν να ειπωθεί. Το γνωρίζουμε ήδη, καθώς ο θάνατος 5 αστυνομικών αυτή τη βδομάδα προκάλεσε την άμεση αντίδραση του προέδρου, όπως είχε συμβεί και μετά την δολοφονία 2 αστυνομικών το 2014. Αυτό ακριβώς θα πει «μετράνε». Ενώ οι δηλώσεις του προέδρου στην αρχή της βδομάδας για τους θανάτους του Άλτον Στέρλινγκ και του Φιλάντο Κάστιλ ήταν συγκινητικές, δεκάδες άοπλοι μαύροι, δολοφονούνται από τους μπάτσους χωρίς να ακολουθήσει προεδρική δήλωση. Για παράδειγμα, η αστυνομία στις ΗΠΑ έχει σκοτώσει πάνω από 100 άοπλους μαύρους μόνο τη χρονιά που πέρασε. Το γεγονός ότι είναι τόσο πολλές οι δολοφονίες για να μιλάει για την καθεμιά ο Ομπάμα ξεχωριστά; Αυτό ακριβώς θα πει “δε μετράνε” σε μια κοινωνία».
Σχολιαστές και πολιτικοί που αγνοούν βολικά τους θανάτους του Στέρλινγκ και του Κάστιλ και τόσα άλλα θύματα της αστυνομικής βιαιότητας –ή ακόμα χειρότερα, ισχυρίζονται ότι με κάποιον τρόπο τα θύματα «πήγαιναν γυρεύοντας»- πρέπει να καταγγελθούν με τον ισχυρότερο τρόπο.
Ο Κάστιλ, ο Στέρλινγκ και οι εκατοντάδες άλλοι που δολοφονήθηκαν από την αστυνομία φέτος δεν είναι νεκροί γιατί δεν συμμορφώθηκαν αρκετά γρήγορα στις εντολές ή γιατί αντιστάθηκαν ή γιατί είχαν «υφάκι» απέναντι στους μπάτσους. Οι θάνατοί τους χρεώνονται σε ένα σύστημα στο οποίο η αστυνομική καταστολή πάει χέρι-χέρι με τον συστηματικό ρατσισμό και τις διακρίσεις.
Τις ερχόμενες μέρες και βδομάδες, όσοι εναντιωνόμαστε στο ρατσισμό και την αστυνομική βία θα πρέπει να εργαστούμε ακόμα πιο σκληρά για να χτίσουμε το κίνημα –και να απαντήσουμε ενάντια στις επιθέσεις εκείνων που ισχυρίζονται ότι την βία την προκαλούμε εμείς, και όχι αυτοί.
πηγή rproject