Δε ξεχνάμε, δε συγχωρούμε, συνεχίζουμε
Επτά χρόνια από τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου
H εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, αποτέλεσε τομή για τους νεολαιίστικους αγώνες. Τότε βγήκαν στην επιφάνεια με τον πιο σκληρό, αυθόρμητο και μαχητικό τρόπο όλα τα προβλήματα της σύγχρονης νεολαίας, έχοντας στο υπόβαθρο την καπιταλιστική κρίση που ήταν στις αρχές της.
«Η γενιά του καναπέ», σηκώθηκε
Η δολοφονία του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από τον ειδικό φρουρό Επαμεινώνδα Κορκονέα, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τη γενιά μας. Στο πρόσωπο του Γρηγορόπουλου, είδαμε τη «δολοφονία» του μέλλοντός μας. Στην αυγή της καπιταλιστικής κρίσης ήδη είχε αρχίσει να διαφαίνεται ότι θα είμαστε η πρώτη γενιά που θα ζήσει χειρότερα από την προηγούμενη.
Ήδη η μαύρη και η ανασφάλιστη εργασία αποτελούσαν κανόνα για τους νέους και τις νέες και η εντατικοποίηση της καθημερινότητας των μαθητών/τριών και των φοιτητών/τριών ολοένα και εντεινόταν. Αυτά, σε συνδυασμό με τη γενικευμένη απαξίωση της νεολαίας, ως η «γενιά του καναπέ», αποτέλεσαν την «εκρηκτική ύλη» της εξέγερσης.
Αυτή ήταν και η απόδειξη του ισχυρισμού ότι η νεολαία αποτελεί τον πιο ευαίσθητο δέκτη κοινωνικών και πολιτικών μηνυμάτων. H εξέγερση του Δεκέμβρη ήταν το «εισαγωγικό επεισόδιο» στην περίοδο βαθιάς κρίσης του καπιταλισμού και των μεγάλων κοινωνικών και εργατικών αγώνων ενάντια στα μνημόνια και τη σκληρή λιτότητα.
Η αμφισβήτηση του συστήματος
Το Δεκέμβρη του 2008, βγήκαν στο προσκήνιο όλοι εκείνοι και εκείνες που μέχρι τότε δεν είχαν φωνή (με την έννοια της κοινωνικής και πολιτικής εκπροσώπησης) με κεντρικό το ρόλο της νεολαίας και των μαθητών. Στο σύνολό της, η εξέγερση αμφισβήτησε συνολικά το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά με τρόπο γενικόλογο, ασαφή και αποσπασματικό. Στοχοποιήθηκαν αστυνομικά τμήματα που «βομβαρδίζονταν» με νεράτζια από τους μαθητές σε όλη την επικράτεια, στοχοποιήθηκε η κυριαρχία του καταναλωτισμού, στοχοποιήθηκαν σύμβολα της εξουσίας, όπως οι τράπεζες.
Την ίδια στιγμή οι μορφές οργάνωσης των εξεγερμένων, με έντονο το στοιχείο της άμεσης πολιτικής συμμετοχής και της δημοκρατίας, έφεραν στοιχεία από τις καλύτερες παραδόσεις του κινήματος. Μέσα σε λίγες μέρες, δεκάδες εκατοντάδες σχολεία τελούσαν υπό κατάληψη, όπως έγινε και με την πλειοψηφία των σχολών, με αυτές του κέντρου να μετατρέπονται σε κέντρα αγώνα. Σε όλη την επικράτεια ξεπηδούν καταλήψεις και λαϊκές συνελεύσεις, δίνοντας στην εξέγερση πανεθνικό χαρακτήρα.
Στην αυγή της καπιταλιστικής κρίσης, η εξέγερση του Δεκέμβρη ήταν «εικόνα από το μέλλον». Μια εικόνα από το μέλλον όχι μόνο σε επίπεδο μαχητικότητας στο δρόμο και μορφών δράσης-οργάνωσης του κινήματος αλλά, πιο σημαντικά, με την έννοια ότι ήταν η πρώτη, μαζικής κλίμακας αμφισβήτηση και διάρρηξη της αστικής ηγεμονίας.
Δεν μπόρεσε όμως να μετασχηματιστεί σε πολιτική διεκδίκηση και να επιφέρει υλικές νίκες, όπως θα ήταν η πτώση της κυβέρνησης των δολοφόνων, ο αφοπλισμός της αστυνομίας, η διεύρυνση των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Αυτά ήταν και τα κεντρικά αιτήματα της Αριστεράς. Η αδυναμία της επιτυχίας τους οφείλεται τόσο σε υποκειμενικές αδυναμίες όσο και στο ότι δεν κατάφερε το νεολαιίστικο κίνημα να εμπλέξει με οργανικό τρόπο το οργανωμένο εργατικό κίνημα, δίνοντας νέα ορμή και προοπτική στον αγώνα.
Να κρατήσουμε τη φλόγα ζωντανή
Δεδομένων των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων, ο Δεκέμβρης του 2008 μοιάζει να βρίσκεται μια αιωνιότητα μακριά. Μεγαλειώδεις αγώνες, αντιφασιστικό κίνημα, ιστορικό δημοψήφισμα και πολλά άλλα έχουν μεσολαβήσει, δίνοντας στον πολιτικό χρόνο που έχει μεσολαβήσει μεγαλύτερη «διάρκεια», από τα πραγματικά οκτώ χρόνια.
Τότε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το μόνο κοινοβουλευτικό κόμμα που τάχθηκε ανοιχτά υπέρ των εξεγερμένων, κόντρα σε όλες τις συστημικές πιέσεις, ενώ σήμερα είναι το βασικό κυβερνητικό κόμμα που έχει αναλάβει να «ολοκληρώσει» το μνημονιακό καθεστώς και μάλιστα στο όνομα της αριστεράς.
Κι όμως, η σύγχρονη εξέγερση της γενιάς μας, δεν μπορεί -και δεν πρέπει- να αφεθεί βορά στη λήθη. Όχι τιμώντας κάποιο ένδοξο κινηματικό παρελθόν, αλλά με την ανάγκη να απαντηθούν τα ερωτήματα που προδρομικά έθεσε ο Δεκέμβρης, ιδιαίτερα σε σχέση με τα αδιέξοδα των νέων, που σήμερα φαντάζουν σαν ταφόπλακα.
Ειδικά η πάλη για τα δημοκρατικά δικαιώματα ενάντια στην καταστολή και το κράτος έκτακτης ανάγκης, αποκτά κομβική σημασία σε μία συγκυρία όπου η Ευρώπη κινδυνεύει να γίνει ένα σιδερόφραχτο φρούριο απέναντι στους πρόσφυγες, «στους έξω», ενώ την ίδια στιγμή θα γίνεται φυλακή καταπίεσης «στους μέσα».
Δεν πρόκειται, λοιπόν, ούτε να ξεχάσουμε, ούτε να συγχωρήσουμε ένα καθεστώς που «δολοφονεί» το μέλλον μας. Αυτό το καθεστώς θα το γκρεμίσουμε με τους αγώνες μας και οι εξεγέρσεις μας θα αποτελούν πάντα οδηγό για να τα καταφέρουμε.