Ψυχολογικός πόλεμος
γράφει ο Κώστας Καναβούρης
Έχει ειπωθεί πολλές φορές -και από τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα- ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο για τη σωτηρία της χώρας. Και φυσικά, αφού πρόκειται για πόλεμο, όσο κι αν τα «όπλα» του είναι διαφορετικά από τα όπλα εκείνης της κατάστασης που αποκαλούμε πόλεμο, δεν παύει να είναι μια σκληρότατη αντιπαράθεση μεταξύ αντιμαχομένων. Μια αντιπαράθεση όπου και ο ψυχολογικός πόλεμος δεν μπορεί να μείνει απ' έξω. Ένας πόλεμος που έχει πάρα πολλές πτυχές και χρησιμοποιεί πάρα πολλά μέσα. Από την πλευρά των δανειστών το πράγμα είναι φανερό: η διαρκής πίεση, η καλλιέργεια φόβου, η επίδειξη μιας άτεγκτης και τιμωρητικής ισχύος στον κατά τεκμήριο αδύναμο αντίπαλο. Και είχε αποτελέσματα αυτή η πρακτική μέχρι σήμερα. Ας μην ξεχνάμε ότι δεν ήταν και λίγες οι εκλογικές (και άλλες) μάχες που κέρδισαν οι πρόθυμοι της υποταγής.
Ας είναι, πάμε παρακάτω. Ποιος ξεχνάει το ταπεινωτικό εκείνο του πρωθυπουργού της χώρας Κώστα Σημίτη ότι «αυτή είναι η Ελλάδα». Δηλαδή, ο εκλεγμένος πρωθυπουργός απαξίωνε συλλήβδην τον λαό που τον εξέλεξε. Και βέβαια πέρασε στα ψιλά, ή μάλλον ούτε στα ψιλά αλλά... στα καθόλου, η ιδέα πως ο πρωθυπουργός που εκλέγεται από έναν αξιοκατάκριτο, αναξιόπιστο και ανήθικο λαό, είναι ένας αξιοκατάκριτος, αναξιόπιστος και ανήθικος πρωθυπουργός. Αυτή άλλωστε είναι και η επιτυχία ενός ψυχολογικού πολέμου: να κάμπτει το ηθικό του αντιπάλου έτσι που να τον οδηγεί στην ψυχική και λογική «τύφλωση» ώστε να μην μπορεί να δει τη μεγάλη εικόνα και την προοπτική της. Ένας σίγουρος δρόμος δηλαδή για τη σμίκρυνση του ατομικού και συλλογικού εαυτού και η συνακόλουθη υποταγή στον αντίπαλο.
Με τον Κώστα Μητσοτάκη και τον Κώστα Σημίτη, μπορούμε να πούμε ότι άρχισε το αισχρό παιχνίδι της ενοχής που οδήγησε αργότερα, αντί στην αντίδραση και την ψύχραιμη αντιμετώπιση των όσων επιβλήθηκαν, στη μαζική αποδοχή (τουλάχιστον στα πρώτα στάδια) ανύπαρκτων ευθυνών, διά του ισοπεδωτικού «όλοι φταίμε» ή «όλοι έχουμε τις ευθύνες μας» και προ παντός διά του κατάπτυστου παγκαλικού δόγματος «όλοι μαζί τα φάγαμε». Ας μην ξεχάσουμε επίσης την άθλια εντύπωση που καλλιέργησε για τον ελληνικό λαό (κλέφτες, ψεύτες κ.λπ.) ακόμη ένας πρωθυπουργός του, ο Γιώργος Παπανδρέου. Δοκιμασμένη συνταγή για την παράλυση του αντιπάλου. Μόνο που στην περίπτωσή μας οι πρωθυπουργοί και ο λαός που τους ψήφισε βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα ψυχολογικού πολέμου. Δεν ήταν μόνοι τους φυσικά. Οι πρωθυπουργοί. Υπήρξε ένας ολόκληρος στρατός μιας αισχρής Εθνικής Ηθικής Διαπαιδαγώγησης (ΕΗΔ) της συνέχειας δηλαδή με άλλα όπλα (που μπροστά της τα παλιά μοιάζουν με παιδικά νεροπίστολα) της αλησμόνητης μετεμφυλιακής ΕΗΔ, η οποία ασθμαίνουσα έφτασε μέχρι τη δεκαετία του '80. Ένας ολόκληρος στρατός προπαγάνδας της κουλτούρας της ενοχής οδήγησε τη χώρα σιδηροδέσμια στα χέρια του τιμωρητικού προτεσταντισμού. Μιας κουλτούρας που επέτρεψε το πάρτι των δανειστών και των εγχώριων κερδισμένων της αρπαγής όπου ανενόχλητοι άρπαζαν ό,τι προλάβαιναν έχοντας εξουθενώσει τον λαό, με το ίδιο πάντοτε παιχνίδι του φόβου και της ενοχής που εν τω μεταξύ είχε μετατραπεί σε φοβερό παιχνίδι των λυγμών. Κοινωνικοί αυτοματισμοί χρησιμοποιήθηκαν και πέτυχαν. Νόμοι που αθώωναν (πολλές φορές εκ των προτέρων) τους ενόχους της αρπαγής και ενοχοποιούσαν τους αθώους ψηφίστηκαν με κλειστά μάτια από τους αιρετούς εκπροσώπους του ελληνικού λαού, όπως ψηφίστηκαν και τα εγκληματικά Μνημόνια από ανθρώπους που ούτε καν τα διάβασαν. Μέτρα που ουδέποτε ζητήθηκαν πέρασαν με τη μία επειδή το ζήτησαν οι εγχώριοι κυβερνήτες των φόβων. Συνταγματικά πραξικοπήματα έγιναν σαν να επρόκειτο για το απλούστερο πράγμα του κόσμου. Υπουργοί έπλευσαν στον ούριο άνεμο της νομικής αθωότητας. Οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου αντικατέστησαν τη νομοθετική εξουσία σαν να μην τρέχει τίποτα. Και άλλα πολλά. Που δεν θα μπορούσαν να έχουν συμβεί αν ο λαός δεν προσπαθούσε πανικόβλητος να σωθεί από τον πνιγμό μέσα σ' ένα φουρτουνιασμένο πέλαγος φόβων και ενοχών. Και, φυσικά, στον πανικό δεν υπάρχει ούτε περηφάνια ούτε αξιοπρέπεια.
Κάπως έτσι φτάσαμε ώς εδώ, όπου ο αντίπαλος δεν υπολόγισε σωστά το μείγμα της σκληρότητας που χρησιμοποιούσε, με αποτέλεσμα η απελπισία να διαρρήξει τους φόβους και τις ενοχές. Και να φανεί ότι η περηφάνια δεν πέθανε. Ούτε η αξιοπρέπεια. Και ότι μπορούμε να ελπίζουμε. Το όχημα αυτής της ελπίδας λέγεται κυβέρνηση της Αριστεράς και το ηθικό της πλεονέκτημα. Δηλαδή το συγκριτικό της πλεονέκτημα. Αυτό είναι ο στόχος. Για να καταστραφεί εν τη γενέσει του το καινούργιο αποθεματικό της περηφάνιας που πάει να δημιουργηθεί. Οι εισαγγελισμοί εναντίον του Γ. Κατρούγκαλου είναι μια απλή περίπτωση στη συνέχεια του ψυχολογικού πολέμου. Ας το έχουμε υπόψη μας όλοι. Και εμείς που δεν έχουμε δικαίωμα στην τυφλή αθωότητα, και εκείνοι που διαχειρίζονται τις ελπίδες χωρίς το δικαίωμα της ακατάστατης (και γι' αυτό σπάταλης) διαχείρισης του εξαιρετικά ολίγου καινούργιου αποθέματος της χώρας.