Τίποτα δεν είναι ίδιο μετά το Μπρέτον Γουντς
Η εμπορία εικονικού λογιστικού χρήματος θεωρείται ιδιαίτερα επικερδής και υλοποιείται σε μεγάλο βαθμό με κατασχέσεις ακινήτων και κινητών περιουσιακών στοιχείων τα οποία όμως έχουν πραγματική αξία. Το χρήμα από τη Διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς και μετά δεν έχει πραγματική αξία. Στην πραγματικότητα είναι η υλοποίηση μιας ψευδούς αξίας.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Ιούλιο του 1944, οι Ηνωμένες Πολιτείες συγκάλεσαν τη Διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς, για να συζητήσουν για το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας. Ως στόχοι του Μπρέτον Γουντς, διακηρύχθηκαν η μεταπολεμική ανασυγκρότησή του, η συναλλαγματική σταθερότητα, η ισόρροπη ανάπτυξη και η επέκταση του διεθνούς εμπορίου, η οικοδόμηση δηλαδή ενός πλαισίου κανόνων για τη διεθνή οικονομία, συνεργασία στα πλαίσια μιας παγκόσμιας αγοράς με όσο το δυνατόν πιο ελεύθερη και εύκολη κυκλοφορία κεφαλαίων και αγαθών, ενώ θα έπρεπε να δημιουργηθούν παγκόσμιοι θεσμοί/οργανισμοί που θα ρύθμιζαν αυτή την κυκλοφορία.
Όμως, πραγματική έγνοια των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν να βρεθεί απάντηση στα οικονομικά αδιέξοδα της καπιταλιστικής οικονομίας, ώστε να αναχαιτιστεί η διαφαινόμενη αύξηση της επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης. Η Σοβιετική Ένωση, αν και συμμετείχε στις προδιαβουλεύσεις, δεν επικύρωσε τις αποφάσεις της Διάσκεψης. Η επιτυχία της Διάσκεψης όμως ήταν εξασφαλισμένη, γιατί στην ουσία επικύρωσε όσα είχαν προσυμφωνήσει οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Μεγάλη Βρετανία. Η εξουσία άλλωστε ήταν συγκεντρωμένη σε λίγες ισχυρές χώρες, που καθόρισαν την εξέλιξη των πραγμάτων στη Διάσκεψη. Ο επικεφαλής της βρετανικής αντιπροσωπείας, υπουργός οικονομικών Τζων Μέιναρντ Κέινς, είχε επισημάνει με κυνισμό:
«Έχουν προσκληθεί 21 χώρες, οι οποίες είναι σαφές ότι δεν έχουν να συνεισφέρουν το παραμικρό και απλώς θα προκαλούν συνωστισμό στο χώρο της διάσκεψης».
Με τη Διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς, δημιουργήθηκαν σταθερές νομισματικές ισοτιμίες, βασισμένες στον κανόνα χρυσού-δολαρίου και οι Κεντρικές Τράπεζες διατηρούσαν πλέον τα αποθέματά τους σε χρυσό ή δολάριο. Έτσι το δολάριο καθιερώθηκε ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα και οι Ηνωμένες Πολιτείες απέκτησαν την παγκόσμια νομισματική πρωτοκαθεδρία. Διανοίχθηκαν τεράστια πεδία για επενδύσεις και επέκταση του εμπορίου, κατά βάση των Ηνωμένων Πολιτειών, των οποίων τα εδάφη δεν είχαν πληγεί από τον πόλεμο, που είχαν την ισχύ να εξαπλωθούν. Στην ερειπωμένη από τον πόλεμο Ευρώπη, τα αμερικανικά μονοπώλια θα έβρισκαν πρόσφορο έδαφος για να εκμεταλλευτούν το δημόσιο πλούτο και την εργατική τάξη, με τεράστια πολιτικό-στρατιωτικά πλεονεκτήματα για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό που ουσιαστικά έγινε, ήταν η κατοχύρωση των Ηνωμένων Πολιτειών ως της ηγέτιδας δύναμης όλου του τότε καπιταλιστικού κόσμου. Η Βρετανία έδινε απλόχερα στις Ηνωμένες Πολιτείες τη σκυτάλη της κοσμοκράτειρας και του αρχηγού των καπιταλιστικών κρατών, απέναντι στη σοσιαλιστική κοινότητα.