68 χρόνια από τη δολοφονία του δημοσιογράφου Κώστα Βιδάλη
Τον Αύγουστο του 1946, ο Βιδάλης πήγε στη Θεσσαλία. Ο Καραγιώργης (διευθυντής του Ριζοσπάστη) τον εμπόδισε. Ο κίνδυνος ήταν μεγάλος. Η απάντηση του Βιδάλη ήταν τελεσίδικη: «Φεύγω».
Όταν ληστοσυμμορίες (με «εξέχουσα» αυτή του Σούρλα) σκορπούσαν τρόμο και αίμα στους χωρικούς, έκαιγαν, βίαζαν, εκτελούσαν με την ανοχή της κυβέρνησης, που δήλωνε... άγνοια, δεν ήταν «τίμιο», όπως φώναζε, να μη βρεθεί εκεί. Στις 11 του μηνός έφυγε. Στις 13 ταξίδευε από Λάρισα για Βόλο. Ηταν η μέρα που ο «Ριζοσπάστης» πήρε το τελευταίο του μήνυμα: «Λογαριάζω να 'μαι αυτού Παρασκευή βράδυ, 16 του μηνός. Μάζεψα φοβερό υλικό. Θα τα πούμε». Στον Πλατύκαμπο, σταματούν το τρένο συμμορίτες του Σούρλα. Πάνοπλοι εισβάλλουν στο τρένο και, μπροστά σε αξιωματικούς του κυβερνητικού στρατού, απάγουν τον Βιδάλη. Ακόμα και στο μικρό καφενείο του χωριού Μελία, όπου τον οδηγούν, εκείνος κάνει ρεπορτάζ, μιλώντας με χωρικούς για τη ζωή τους, για τη σοδειά.
Λίγες ώρες μετά, ο Βιδάλης οδηγείται στο νεκροταφείο, κι εκεί, οι συμμορίτες του Σούρλα, με πρωτεργάτη τον Τζορτζ (τον διαβόητο Αγγλοκύπριο αξιωματικό) τον βασανίζουν. Χτυπούν με ρόπαλα το γυμνό κορμί του Βιδάλη, με μαχαίρια. Κι όταν ένας από τους βασανιστές του τον ρωτά ειρωνικά τι θα του δώσει για όσα έκανε, ο Βιδάλης έβγαλε από την τσέπη του ένα τελευταίο πενηνταράκι... Με πέντε σφαίρες τον αποτέλειωσαν και πέταξαν το σώμα του σ' ένα χωράφι, πιστεύοντας ότι ο Βιδάλης τέλειωσε. Πόσο ηλίθιοι ήταν...
«Να γράφεις, κύριε συνάδελφε, για τους απλούς ανθρώπους. Καθαρά, όχι συννεφώδη, σύντομα και περιεκτικά. Αφηνε στην άκρη τις φλυαρίες και δίνε το λόγο στα γεγονότα. Αυτά πείθουν»... Ο Κώστας Βιδάλης, ο κομμουνιστής δημοσιογράφος, υπέγραψε με το αίμα του το τελευταίο του ρεπορτάζ, λίγο πριν περάσει στην αιωνιότητα μαζί με όλους εκείνους που ορίζουν το πρότυπο του ηρωισμού.
Το βιογραφικό του
Ο Κώστας Βιδάλης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1904. Βγήκε μικρό παιδί στη βιοπάλη, αλλά δεν σταμάτησε να διαβάζει, να διψά για μάθηση. Εδωσε εξετάσεις και πήρε το απολυτήριο του Γυμνασίου, αργότερα γράφτηκε στη Νομική Σχολή. Οι σπουδές του, ωστόσο, δε συνεχίστηκαν γιατί στο μεταξύ μπαίνει αποφασιστικά στη δημοσιογραφία. Θα συνεργαστεί με πολλά περιοδικά και εφημερίδες, θα χαρακτηριστεί κορυφαίος του οικονομικού ρεπορτάζ. Το 1924 ξεκινάει τη συνεργασία του με τον «Ριζοσπάστη». Στις αρχές της δεκαετίας του '30, μετά από μια διακοπή, ξαναρχίζει η συνεργασία του με τον «Ρ». Το καλοκαίρι του 1936 βρίσκεται απεσταλμένος του «Ρ» στην Ισπανία για να παρακολουθήσει τη Σπαρτακιάδα της Βαρκελώνης. Εκεί τον βρίσκει το φασιστικό πραξικόπημα του Φράνκο, ενώ γυρίζοντας στην Ελλάδα βρίσκει τη μεταξική δικτατορία.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Πανελλήνιας Ενωσης Συντακτών, δυναμικός συνδικαλιστής. Εξορίστηκε στα Κύθηρα έπειτα από αποκάλυψη σκανδάλου με πρωταγωνιστή τον επιχειρηματία της εποχής Μποδοσάκη. Το 1941 γίνεται μέλος του ΚΚΕ. Με την έναρξη της Εθνικής Αντίστασης γίνεται γραμματέας της Επιτροπής Κεντρικής Διαφώτισης του ΕΑΜ. Καθοριστική ήταν η συμβολή του στην κυκλοφορία του παράνομου Τύπου στην Κατοχή. Στην έκδοση της «Ελεύθερης Ελλάδας», του «Απελευθερωτή», της «Επιμελητείας του Αντάρτη», στην αναζήτηση τυπογραφικών μηχανημάτων. Στο ξετρύπωμα και τη μεταφορά «σιδερικών» με... καροτσάκια για μωρά, μέσα στην κατεχόμενη Αθήνα, δίπλα ακριβώς στο θάνατο.
Πηγή: 902.gr