ΕΛΣΤΑΤ: Αποκαλυπτικά στοιχεία – Σχεδόν 30% ακρίβυναν τα τρόφιμα σε τρία χρόνια
Ο πληθωρισμός της αισχροκέρδειας που έχει εγκαταστήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη αρνούμενη κατ’ ουσίαν να ελέγξει τα κέρδη της εφοδιαστικής αλυσίδας φτωχοποιεί την ελληνική κοινωνία. Τα πρόσφατα στοιχεία για τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή που δημοσίευσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) είναι δηλωτικά. Σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2022, τον Δεκέμβριο 2023 καταγράφηκε αύξηση της τάξης του 8,9% στην ομάδα «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά» και 2,2% στην ομάδα «Αλκοολούχα ποτά και καπνός». Κι αυτό όταν τον Δεκέμβριο του 2022 σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2021 είχε καταγραφεί αύξηση της τάξης του 15,5% και 2,5% αντίστοιχα και σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2020 είχε υπάρξει αύξηση 4,3% και 3% αντίστοιχα.
Μόνο στις δύο αυτές ομάδες καταγράφεται από τον αντίστοιχο μήνα του 2020 συνολική αύξηση της τάξης του 28,7% και 7,7% αντίστοιχα. Το εύρος της ακρίβειας για κάθε έτος δίνει αύξηση της τάξης του 14,83% σε σχέση με το 2020 και 3,84% σε σχέση με το 2022.
Το βασικό αίτιο της ακρίβειας
Σε ένα πολυπαραγοντικό σύστημα δεν μπορεί να υπάρξει μόνο ένα αίτιο. Αυτό που πρέπει να εξεύρουμε είναι η βασική αιτία. Η αρχή της κρίσης κόστους ζωής δεν ταυτίζεται με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, καθότι άρχισε τον Ιούλιο του 2021, όταν και ωρίμασε το target model των Κυριάκου Μητσοτάκη και Κωστή Χατζηδάκη αναφορικά με τους λογαριασμούς ρεύματος που ευνόησε το καρτέλ φυσικού αερίου. Ωστόσο το κυβερνητικό αφήγημα είναι ότι «για όλα φταίει ο Πούτιν».
Λίαν προσφάτως ο Κυρ. Μητσοτάκης από το Νταβός ανέφερε ότι το φυσικό αέριο από το 2022 μας στοίχισε 7 δισ. ευρώ, όταν προηγουμένως η ίδια ποσότητα μας στοίχιζε 1 δισ. Προφανώς η συγκεκριμένη αναφορά στοχεύει στο συλλογικό ασυνείδητο προκειμένου να κρύψει τις ευθύνες του. Αν ίσχυε ότι την ακρίβεια πυροδοτούν μόνο οι τιμές στις πρώτες ύλες, δεν θα είχαμε καταγραμμένα κέρδη των ενεργειακών εταιρειών το 2022 αυξημένα ακόμη και κατά 380% ούτε κέρδη των εισηγμένων κατά 300% και άνω.
Γιγαντώνεται το φορομπηχτικό ΑΕΠ
Από την άλλη, η ανάπτυξη του ΑΕΠ συντηρείται από την έμμεση φορολόγηση (ΦΠΑ). Η «υπεραπόδοση εσόδων» κυριαρχεί στις ανακοινώσεις που αφορούν την εκτέλεση του προϋπολογισμού, με τους αρμόδιους υπουργούς να φουσκώνουν σαν παγόνια από υπερηφάνεια. Στα ψιλά γράμματα αυτών των ανακοινώσεων εμφαίνεται ότι η υπεραπόδοση οφείλεται στον ΦΠΑ. Οσο αυξάνεται η αισχροκέρδεια τόσο ανθούν τα οικονομικά του κράτους και ποδοπατείται η αγοραστική δύναμη. Οσο μειώνεται το προς διάθεση εισόδημα (εν συνόλω κατευθύνεται σε βασικά είδη όπως τρόφιμα, λογαριασμοί, στέγαση, είδη ευρείας κατανάλωσης) τόσο ασφυκτιούν οι υπόλοιποι κλάδοι της αγοράς.
Ο φαύλος κύκλος της πραγματικής οικονομίας έχει ξεκινήσει και ονομάζεται μείωση τζίρου. Οι μεγάλοι θα αντέξουν. Από τη μία μπορούν να αισχροκερδούν, από την άλλη έχουν πρόσβαση σε ροές τραπεζικού δανεισμού. Ελα όμως που τα τραπεζικά κριτήρια για λήψη δανείων τα συγκεντρώνουν μόλις 30.000 επιχειρήσεις σε σύνολο 1,3 εκατ. επαγγελματικών ΑΦΜ. Οπως εύκολα συμπεραίνεται, οι υπόλοιποι είναι καταδικασμένοι να πνιγούν εν μέσω μείωσης τζίρου και αύξησης κόστους από ρεύμα, ενοίκια και μεταφορικά.
Εδώ εισέρχονται τα μεγέθη της ελληνικής αγοράς. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΕΦΚΑ:
• Το 77% του 1,3 εκατ. επαγγελματικών ΑΦΜ δεν απασχολεί προσωπικό, δηλαδή μόλις 301.502 (εκ των οποίων οι 285.563 είναι κοινές επιχειρήσεις και οι 16.239 είναι οικοδομικές) απασχολούν.
• Το 96,9% των επαγγελματικών ΑΦΜ απασχολεί κάτω των δέκα εργαζόμενους ή δεν απασχολεί καθόλου προσωπικό, δηλαδή μόλις 40.531 των κοινών επιχειρήσεων απασχολούν πάνω από δέκα εργαζόμενους.
• Στις μικρές επιχειρήσεις που απασχολούν κάτω από 20 εργαζόμενους και οι οποίες αποτελούν το 98% των επιχειρήσεων της χώρας συγκεντρώνεται το 87% του κόσμου της μισθωτής απασχόλησης.
Η πορεία προς την καταστροφή των μικρομεσαίων ξεκίνησε με την εκλογή Μητσοτάκη το 2019 και κάθε χρόνο επιταχύνεται (ακρίβεια και φόροι), προς δόξα του πορίσματος της επιτροπής Πισσαρίδη.