Η ΕΥΠ «εξαφάνισε» τις υποκλοπές της
Κώστας Ζαφειρόπουλος
Στην έκθεση πεπραγμένων για την περίοδο Σεπτεμβρίου 2022-Αυγούστου 2023 δεν γίνεται καμία αναφορά στο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, στην παραίτηση Κοντολέοντος και στο Predator ● Ως επιτεύγματα παρουσιάζονται η στοχοποίηση ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στο προσφυγικό, ο εντοπισμός της «Ρωσίδας κατασκόπου» από το Παγκράτι και η προστασία κρατικών φορέων σε θέματα κυβερνοασφάλειας.
Γεμάτη αοριστολογίες και σοβαρές παραλείψεις είναι η απολογιστική έκθεση της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών για το χρονικό διάστημα από τον Σεπτέμβριο του 2022 μέχρι τον Αύγουστο του 2023. Είναι η πρώτη φορά στα χρονικά που η ΕΥΠ δημοσιεύει μια τέτοια έκθεση, από την οποία ωστόσο απουσιάζουν εκκωφαντικά το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, η παραίτηση του τέως διοικητή της, το γεγονός ότι υπάλληλοι της υπηρεσίας στοχοποιήθηκαν από το Predator, όπως και ότι στελέχη της κλήθηκαν στη Βουλή για να δώσουν εξηγήσεις και «κρύφτηκαν» πίσω από το απόρρητο. Δεν υπάρχει καμία άμεση αναφορά στο σκάνδαλο των υποκλοπών, παρά μόνο μια φράση του διοικητή της ΕΥΠ, Θεμιστοκλή Δεμίρη, ότι ανέλαβε σε «μια ομολογουμένως δύσκολη στιγμή για την υπηρεσία».
Η έκθεση εστιάζει στην προσπάθεια της ΕΥΠ να εκμοντερνιστεί αλλά και να ανακτήσει τη χαμένη εμπιστοσύνη των πολιτών. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Θ. Δεμίρης στον πρόλογο, «είναι γεγονός ότι, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε πολλές άλλες χώρες με επίσης δημοκρατική παράδοση, όπου όμως οι Υπηρεσίες Πληροφοριών απολαμβάνουν της πλήρους εμπιστοσύνης του λαού και αναγνωρίζονται ως θεσμός κρίσιμης σημασίας για την ασφάλεια και ευημερία της χώρας, στην Ελλάδα, για μια σειρά λόγων που παραπέμπουν στην ταραγμένη ιστορία μας με εμφυλίους και δικτατορικά, ή και αυταρχικά, καθεστώτα, η ΕΥΠ πρέπει ακόμα να προσπαθήσει αρκετά για να κατακτήσει στην κοινή συνείδηση τη θέση που πρέπει να έχει ως ένας εθνικός κρατικός φορέας στην υπηρεσία του κράτους και του λαού, στο σύνολό του». Ποια εμπιστοσύνη όμως μπορεί να έχει η κοινωνία σε μια υπηρεσία η οποία αποδεδειγμένα και συστηματικά συμμετείχε σε ένα δίκτυο παράνομων παρακολουθήσεων με κακόβουλα λογισμικά, όπου παρακολουθούνταν πρόεδροι κομμάτων, υπουργοί, ο αρχηγός του στρατού, στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ανώτατοι εισαγγελείς, δικηγόροι και δημοσιογράφοι, ακόμα και υπάλληλοι της ίδιας της υπηρεσίας;
Σύμφωνα με την έκθεση στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού της ΕΥΠ, δημιουργήθηκε Ακαδημία Πληροφοριών και Αντικατασκοπίας για την εκπαίδευση, μετεκπαίδευση και επιμόρφωση του προσωπικού της υπηρεσίας, καθιερώθηκε Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου για τη διασφάλιση της τήρησης της νομιμότητας από όλους, ιδρύθηκε Γραφείο Τύπου και Επικοινωνίας, ενώ ορίστηκαν πρόσθετες ασφαλιστικές δικλίδες για τις άρσεις του απορρήτου των επικοινωνιών (Ν.5002/2022).
Επίθεση σε ΜΚΟ
Στα «επιτεύγματα» της τελευταίας περιόδου, αναφέρονται -αορίστως- «η αποκάλυψη της παρουσίας και του τρόπου δράσης στην Ελλάδα ειδικής κατηγορίας κατασκόπων, η αποτροπή τρομοκρατικής ενέργειας κατά συγκεκριμένης ομάδας συμπολιτών μας και η εξάρθρωση του δικτύου που την προετοίμαζε, οι αποκαλύψεις για τον τρόπο που κυκλώματα, αλλά και ορισμένες ΜΚΟ δρουν σε σχέση με μεταναστευτικές ροές, εκμεταλλευόμενα ανθρώπινα δράματα, αλλά και ενίοτε συνειδητά εξαπατώντας αρχές και κοινή γνώμη». H συγκεκριμένη αναφορά, ταυτισμένη με την κυβερνητική γραμμή, αποτελεί ακόμα μία στοχοποίηση ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στο προσφυγικό και μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί.
Υπενθυμίζεται πως μόλις τον περασμένο Αύγουστο, κατά τη διάρκεια των καταστροφικών πυρκαγιών στον Εβρο, διακινήθηκε από συγκεκριμένους ιστότοπους -με εμφανείς πηγές εντός κρατικών υπηρεσιών- η ανυπόστατη φήμη περί μεταναστών που «βάζουν τις φωτιές». Η συγκεκριμένη «διαρροή» φέρεται να προέκυψε μέσα από στελέχη της ίδιας της ΕΥΠ, σε μια αντιπολιτευτική κίνηση ως προς τη διοίκηση της μονάδας στην Αλεξανδρούπολη, η οποία κατ’ αυτούς απέτυχε να δει τι συνέβαινε. Ακολούθησαν οι δηλώσεις του Κυριάκου Βελόπουλου αλλά και του υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, Δημήτρη Καιρίδη, ο οποίος άφησε αντίστοιχες υπόνοιες.
Στην έκθεση γίνεται ακόμα αναφορά στην υπόθεση της «Ρωσίδας κατασκόπου» («Μαρία Τσαλλά») από το Παγκράτι, που είχε γίνει γνωστή τον περασμένο Μάρτιο, χωρίς βεβαίως η ίδια να συλληφθεί: «Η υπόθεση αυτή είναι αποκαλυπτική του τρόπου σκέψης και δράσης των ξένων υπηρεσιών πληροφοριών, καθώς για την οικοδόμηση της ψευδούς ταυτότητας της εν λόγω κατασκόπου εργάστηκαν συστηματικά για πολλά έτη με την κατάλληλη εκμετάλλευση προσώπων, διαδικασιών και φορέων. Είναι προφανές ότι η δράση της συγκεκριμένης κατασκόπου δεν θα περιοριζόταν στην ελληνική επικράτεια, αλλά θα επεκτεινόταν σε όλη την Ευρώπη και σε άλλες χώρες, όπου θα μπορούσε εύκολα και με ασφάλεια να μεταβαίνει και να δρα κάνοντας χρήση του ελληνικού διαβατηρίου της. Γι’ αυτό και η υπόθεση προσέλκυσε το ενδιαφέρον πολλών ομολόγων υπηρεσιών αλλά και της διεθνούς κοινής γνώμης», αναφέρεται.
Σε γενικότερο πλαίσιο η ΕΥΠ χαρακτηρίζει την τρομοκρατία μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις για την ασφάλεια παγκοσμίως και για την Ελλάδα, σημειώνοντας ότι βρίσκεται σε διαρκή επαγρύπνηση για τον κίνδυνο των επονομαζόμενων «μοναχικών λύκων» αλλά και για το ενδεχόμενο «παρείσφρησης τρομοκρατών στις μεταναστευτικές ροές». Στο πεδίο της μετανάστευσης, στην έκθεση πεπραγμένων της υπηρεσίας γίνεται αναφορά στην υπόθεση της νησίδας του Εβρου, με την επισήμανση ότι «στο πλαίσιο πληροφοριακής επιχείρησης, αποκαλύφθηκε κατασκευασμένο αφήγημα μεταναστών σχετικά με τη δήθεν ύπαρξη νεκρού ανήλικου κοριτσιού».
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται από την ΕΥΠ και σε ζητήματα κυβερνοασφάλειας. Οπως εξηγεί, ως Αρχή Ασφάλειας Πληροφοριών (INFOSEC) είναι αρμόδια για τη σύνταξη πολιτικών ασφάλειας και οδηγιών διαχείρισης των διαβαθμισμένων πληροφοριών και δικτύων και αναλαμβάνει συντονιστικό ρόλο στην προστασία των κρατικών φορέων σε κάθε είδους σχετικά περιστατικά ασφάλειας. Επιπλέον, «παρέχει συμβουλές, οδηγίες και τεχνική συνδρομή σε φορείς του Δημοσίου για θέματα ασφάλειας επικοινωνιών και πληροφοριακών συστημάτων, ενώ εκδίδει πολιτικές για διαβαθμισμένα κυβερνητικά συστήματα, αξιολογεί και πιστοποιεί διαβαθμισμένα προϊόντα επικοινωνιών και πληροφορικής». Τέλος, η ΕΥΠ -ως Εθνική Αρχή CRYPTO- αναφέρει πως «υποστηρίζει τους φορείς του Δημοσίου και τις Ενοπλες Δυνάμεις σε θέματα κρυπτασφάλειας και παρήγαγε τους εθνικούς κώδικες και τις εθνικές κλείδες, ενώ ταυτόχρονα εξέδωσε πλήθος πολιτικών ασφάλειας σχετικά µε τη χρήση των πάσης φύσεως κρυπτογραφικών προϊόντων».
Πηγή: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ