Εταιρείες τροφίμων: Κάνουν χρυσές δουλειές - «Κλαίγονται», αλλά έχουν υπερκέρδη
Στέλιος Μορφίδης
Βιομηχανίες τροφίμων και εταιρείες με είδη προσωπικής υγιεινής εξακολουθούν να στέλνουν νέους τιμοκαταλόγους στα σούπερ μάρκετ με αυξήσεις που ζητούν να τεθούν σε ισχύ από τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο. Αυτό κάνει δυσοίωνη οποιαδήποτε πρόβλεψη για το πότε τελικά θα αρχίσει ο πληθωρισμός στα τρόφιμα, που τρέχει με ρυθμό +12,3%, να υποχωρεί αισθητά, κάνοντας ακόμα πιο δύσκολη την πρόκληση για την κυβέρνηση στο να διαχειριστεί αυτή την κρίση ώστε να προστατευτούν τα νοικοκυριά.
Μάλιστα σε μια περίοδο που φουντώνει η συζήτηση περί «πληθωρισμού της απληστίας» ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας δεν διστάζει να δείξει και προς την πλευρά των επιχειρήσεων και των κερδών τους. «Βασικά, θέλουμε δύο πράγματα: πρώτον, οι μισθολογικές αυξήσεις να μην υπερβαίνουν το άθροισμα του πληθωρισμού και του ρυθμού ανόδου της παραγωγικότητας και δεύτερον, οι επιχειρήσεις, ιδίως σε ορισμένους τομείς, να μειώσουν τα περιθώρια κέρδους τους, τα οποία έχουν διευρυνθεί σημαντικά.
Ιδίως στην ενέργεια, στα είδη διατροφής, αλλά και σε πολλούς άλλους τομείς», σημείωσε σε συνέντευξή του στο κινεζικό δίκτυο CGTN ο διοικητής της ΤτΕ. «Για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια ο ρυθμός αύξησης των τιμών είαι κατά πολύ υψηλότερος από τον ρυθμό αύξησης των μισθών. Επίσης, η αύξηση των τιμών είναι ταχύτερη από την αύξηση του κόστους, που σημαίνει ότι τα περιθώρια κέρδους έχουν αυξηθεί. Ακούω διάφορα επιχειρήματα ότι πρέπει να δημιουργήσουμε αποθέματα ασφαλείας για το μέλλον, αλλά αυτό θα ενίσχυε τις τάσεις στασιμοπληθωρισμού. Αν συνεχιστεί κάτι τέτοιο, θα αποβεί μοιραίο. Θα προκαλέσει στασιμοπληθωρισμό. Θα προκαλέσει πληθωρισμό μέσω ενός σπιράλ αυξήσεων μισθών - τιμών και μείωση της παραγωγής και του ΑΕΠ, κάτι που δεν θα είναι καλό για τις κοινωνίες», πρόσθεσε.
«Θολώνει» το αφήγημα
Βιομηχανίες πάντως εξακολουθούν να στέλνουν νέους αυξημένους τιμοκαταλόγους στη λιανική επικαλούμενες τώρα τις τιμές των καυσίμων, κάποιων πρώτων υλών, όπως τα σιτηρά ή το ελαιόλαδο, που εσχάτως πήραν και πάλι την ανιούσα στις χρηματαγορές. Το πρόβλημα όμως είναι πως αυτό το αφήγημα που συμπεριλαμβάνει τη φράση «απορροφούμε το μεγαλύτερο μέρος του αυξημένου κόστους που αντιμετωπίζουμε και μετακυλίουμε μόνο ένα μέρος στους καταναλωτές» από το σύνολο των εταιρειών έχει αρχίσει να θολώνει υπερβολικά. Σε σημείο δε που φράσεις που έχουν χρησιμοποιήσει δημοσίως κατά καιρούς εκπρόσωποι εταιρειών όπως «κάνουμε ανατιμήσεις με ενσυναίσθηση των καταναλωτών», που ξαφνικά έχουν βρεθεί να χάνουν ένα σημαντικό μέρος του διαθέσιμου εισοδήματός τους, πλέον δείχνει ασέβεια.
Τι είναι αυτό που τινάζει στον αέρα αυτό το αφήγημα; Τα ίδια τα οικονομικά αποτελέσματα που ανακοινώνουν πλέον οι εταιρείες για τη χρήση του 2022, της πιο δύσκολης δηλαδή χρονιάς, κατά την οποία εκδηλώθηκε το πληθωριστικό κύμα φέρνοντας τα πάνω κάτω στην οικονομία και την κοινωνία. Κι αυτό διότι κόντρα στο γενικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί, ξαφνικά εμφανίζονται εταιρείες, μεγάλες ή μικρότερες, που όχι μόνο δεν εμφανίζουν συγκράτηση των κερδών τους, αλλά σημαντική αύξησή τους! Κάτι που πρώτα απ’ όλα καταρρίπτει το επιχείρημα που χρησιμοποίησαν πολλές απ’ αυτές περί εξάντλησης όλων των περιθωρίων που είχαν πριν επιβάλουν ανατιμήσεις. Γιατί, κατά τα άλλα, κάθε εταιρεία μπορεί να επικαλεστεί διάφορους λόγους γι’ αυτή την αύξηση κερδών (αύξηση των εξαγωγών της, προώθηση πιο premium προϊόντων, κάποιο έκτακτο γεγονός κ.ο.κ.) παραμένοντας εντός των ορίων του νόμου που θέσπισε η κυβέρνηση επιβάλλοντας πλαφόν στο περιθώριο κέρδους σε βασικά αγαθά, το οποίο δεν πρέπει να ξεπερνά αυτό που είχαν το 2021.
Παραδείγματα εταιρειών
Καθώς η περίοδος των ανακοινώσεων των αποτελεσμάτων των εταιρειών για τη χρήση του 2022 στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ) θα κορυφωθεί μέσα στο επόμενο τρίμηνο, μια και οι περισσότερες φροντίζουν να εξαντλήσουν τα περιθώρια του σχετικού νόμου, πάμε να δούμε κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις που κατάφεραν να αυξήσουν την κερδοφορία τους μέσα στο 2022 παρά το γεγονός ότι βρέθηκαν στη δίνη του κυκλώνα.
Η πιο μεγάλη από άποψη μεγέθους εταιρεία αλλά και με μία εντυπωσιακή επίδοση είναι η Coca Cola Τρία Εψιλον. Η εταιρεία, ακολουθώντας τη γενικότερη στρατηγική της μητρικής Coca Cola HBC για «εργαλειοποίηση» του μείγματος τιμών στα προϊόντα της ώστε να ενισχυθούν τα έσοδα και η κερδοφορία, κατάφερε το 2022 να δει τα καθαρά της κέρδη να αυξάνονται κατά 56%. Σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις, τα κέρδη μετά τους φόρους έφθασαν τα 26,6 εκατ. ευρώ, από 17,1 εκατ. ευρώ που ήταν προ πληθωρισμού, το 2021.
Σημαντικά κέρδη εμφάνισε επίσης η Αθηναϊκή Ζυθοποιία, θυγατρική του Ομίλου Heineken. Με βάση την τελευταία οικονομική κατάσταση που κοινοποίησε προκειμένου να δώσει προμέρισμα 11,76 εκατ. ευρώ στη μητρική, στο εννεάμηνο Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου 2022 είχε καθαρά κέρδη 33,23 εκατ. ευρώ. Επίδοση οριακά αυξημένη από αυτή του εννεαμήνου του 2021, σε μία κατά τα άλλα χρονιά προκλήσεων. Αξιοσημείωτη και η επίδοση του Ομίλου Μπάρμπα Στάθης, στον οποίο πέραν της ομώνυμης εταιρείας κατεψυγμένων λαχανικών συμπεριλαμβάνονται οι εταιρείες κατεψυγμένης ζύμης Μιχ. Αραμπατζής ΑΒΕΕ-Ελληνική Ζύμη και Αλεσις ΑΒΕΕ-Χρυσή Ζύμη. Σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις που κοινοποίησε την περασμένη εβδομάδα, τα καθαρά κέρδη του ομίλου, που είναι υπό την ιδιοκτησία του Ομίλου Vivartia, αυξήθηκαν κατά 21,6%, φθάνοντας τα 12,45 εκατ. ευρώ, από 10,24 εκατ. ευρώ έναν χρόνο πριν.
Εντυπωσιακή κερδοφορία εμφάνισε και η εταιρεία ζυμαρικών Μέλισσα Κίκιζας, η οποία έχει επεκταθεί πλέον και στην αγορά ελαιολάδου μετά την εξαγορά της Terra Creta. Δύο βασικά αγαθά που εξακολουθούν να είναι μεταξύ των βασικών πρωταγωνιστών των ανατιμήσεων. Σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις, τα καθαρά κέρδη για το 2022 αυξήθηκαν 353%! Συγκεκριμένα έφθασαν τα 3,31 εκατ. ευρώ, από 730.000 ευρώ που ήταν το 2021.
Και πάμε σε μία ιδιαίτερη κατηγορία, αυτή των αλευροβιομηχανιών, που επίσης βρέθηκαν στο προσκήνιο μετά την κατακόρυφη αύξηση της τιμής των σιτηρών που πυροδότησε πέρυσι η έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Τελικά οι εταιρείες του κλάδου όχι μόνο δεν βγήκαν ζημιωμένες απ’ αυτή την ιστορία, αλλά είδαν τα κέρδη τους να αυξάνονται.
Κατ’ αρχάς η μεγαλύτερη εταιρεία του κλάδου, Μύλοι Λούλη (πλέον Loulis Food Ingredients), κατάφερε με τις ανατιμήσεις να αυξήσει τις πωλήσεις της κοντά στα 200 εκατ. ευρώ (από περίπου 135 εκατ. ευρώ έναν χρόνο πριν) και παρά τις αυξήσεις στο κόστος που είχε 47%, να αυξήσει την κερδοφορία της κατά 55%. Συγκεκριμένα τα καθαρά κέρδη ήταν 1,84 εκατ. ευρώ, έναντι 1,19 εκατ. ευρώ το 2021. Αντίστοιχα και η επίσης εισηγμένη στο Χ.Α. Μύλοι Κεπενού. Τα καθαρά της κέρδη αυξήθηκαν 36%, φθάνοντας περίπου τις 900.000 ευρώ, από 660.000 ευρώ περίπου. Ακόμα και οι Κυλινδρόμυλοι Σαράντη, που παλεύουν με τις ζημίες, κατάφεραν πέρυσι να τις περιορίσουν σε 1,31 εκατ. ευρώ, από 2,34 εκατ. ευρώ έναν χρόνο πριν.
Ολα τα παραπάνω έρχονται να ενισχύσουν τις καταγγελίες που έκανε πρόσφατα η Ομοσπονδία Αρτοποιών Ελλάδος για αδικαιολόγητες νέες αυξήσεις που θέλουν να περάσουν οι βιομηχανίες από 1ης Σεπτεμβρίου επικαλούμενες την αποχώρηση της Ρωσίας από τη συμφωνία για τα σιτηρά που οδήγησε σε χρηματιστηριακή άνοδο των τιμών των σιτηρών. Ηδη, πάντως, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, έχουν ξεκινήσει έρευνες της ΔΙΜΕΑ στις αλευροβιομηχανίες προκειμένου να διαπιστωθεί εάν τηρούν το πλαφόν στο περιθώριο κέρδους από την πώληση προϊόντων. Υπενθυμίζεται ότι πρόσφατα επιβλήθηκε σε εταιρεία του κλάδου πρόστιμο 25.000 ευρώ για παραβίαση της συγκεκριμένης νομοθεσίας, χωρίς ωστόσο να αποκαλυφθεί το όνομά της. Βέβαια το συγκεκριμένο πρόστιμο αφορά παλαιότερη υπόθεση και δεν συνδέεται με τις τελευταίες καταγγελίες των αρτοποιών.
Περίπου αντίστοιχη είναι και η εικόνα σε έναν άλλο κλάδο που πρωταγωνίστησε πέρυσι στις ανατιμήσεις που συνδέθηκαν με τις εξελίξεις στην Ουκρανία, αυτόν των ελαίων. Από τη μία, το κερδοσκοπικό παιχνίδι που στήθηκε στις χρηματαγορές με τις τιμές των σπορελαίων ως commodity οδηγώντας σε τετραπλασιασμό των τιμών και από την άλλη η εκρηκτική αύξηση στις τιμές του ελαιολάδου, που συνεχίζεται ακόμα και σήμερα λόγω των προβλημάτων στην παραγωγή της Ισπανίας, φάνταζαν ως τεράστιο πρόβλημα για τις εταιρείες τυποποίησης και εμπορίας. Τελικά μάλλον κατάφεραν να το εκμεταλλευθούν, όπως φαίνεται από τις οικονομικές καταστάσεις δύο εκ των σημαντικότερων εταιρειών του κλάδου που έχουν κοινοποιήσει οικονομικές καταστάσεις για τη χρήση του 2022. Πρόκειται για τις εταιρίες ΚΟΡΕ και Nutria. Αμφότερες ζημιογόνες το 2021, που κατάφεραν να γυρίσουν σε κερδοφόρα τροχιά μέσα στη «χρονιά του πληθωρισμού». Η πρώτη είχε καθαρά κέρδη 4,38 εκατ. ευρώ, από καθαρές ζημίες 1,78 εκατ. ευρώ έναν χρόνο πριν, η δεύτερη 1,04 εκατ. ευρώ, από ζημίες 1,34 εκατ. ευρώ.
Στη γαλακτοβιομηχανία, από την άλλη, τα πράγματα ήταν ιδιαιτέρως «άγρια» την περασμένη χρονιά λόγω και της παράλληλης κρίσης στο γάλα που είχε ωθήσει σε επίπεδα-ρεκόρ τις τιμές. Ελάχιστες ήταν οι περιπτώσεις που γλίτωσαν από την πίεση που υπήρξε σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα παρά τις μεγάλες ανατιμήσεις που έγιναν (σ.σ.: η αύξηση των τιμών των προϊόντων γάλακτος, ιδίως των τυροκομικών, στα ράφια των σούπερ μάρκετ ήταν από τις μεγαλύτερες που έγιναν). Ως εξαίρεση σε αυτό το μεγάλο κύμα εμφανίζεται η εισηγμένη στο Χ.Α. γαλακτοβιομηχανία του Εβρου, Εβροφάρμα. Η τελευταία κατάφερε από ζημίες 350.000 ευρώ που είχε το 2021 να γυρίσει σε κέρδη 1,42 εκατ. ευρώ, επικαλούμενη κυρίως την αύξηση των πωλήσεων στα τυροκομικά, και ιδίως στη φέτα. Αντίθετα, όσοι από τους μεγάλους του κλάδου έχουν ανακοινώσει αποτελέσματα για το 2022 είτε γνωστοποίησαν συρρίκνωση κερδών, όπως π.χ. η ΚΡΙ ΚΡΙ (3,17 εκατ. ευρώ, από 13,2 εκατ. το 2021) είτε κατέγραψαν ζημίες, όπως η ΦΑΓΕ Ελλάδος (3,21 εκατ. ευρώ) και η Δωδώνη (4,5 εκατ. ευρώ). Ωστόσο, αυτές που στηρίζονται κυρίως στο αγελαδινό γάλα, του οποίου το κόστος φέτος έχει υποχωρήσει σχεδόν 40%, σε συνδυασμό με τη μείωση όλων των υπόλοιπων παραγόντων κόστους (ενέργεια, συσκευασία κ.ο.κ.) αλλά και τον τελευταίο γύρο ανατιμήσεων που έκαναν στην αλλαγή της χρονιάς, έχουν καταφέρει να έχουν φέτος άκρως εντυπωσιακές επιδόσεις, ουσιαστικά υπερκαλύπτοντας το χαμένο έδαφος πέρυσι.
Ενδεικτικά η ΚΡΙ ΚΡΙ στο α’ τρίμηνο της φετινής χρήσης είχε αύξηση καθαρών κερδών 1.380% σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2022, φθάνοντας τα 6,68 εκατ. ευρώ. Εντυπωσιακές επιδόσεις είχε και η ΦΑΓΕ. Αν και αναλυτικά στοιχεία για την ελληνική θυγατρική δεν συνοδεύουν τις οικονομικές καταστάσεις εξαμήνου που δημοσίευσε η μητρική, με έδρα το Λουξεμβούργο, Fage International, υπογραμμίζεται ως σημαντικός παράγοντας η μείωση του κόστους του αγελαδινού γάλακτος κατά σχεδόν 40% στο τελικό αποτέλεσμα. Συγκεκριμένα, η Fage International είχε αύξηση καθαρών κερδών 450% στο α’ εξάμηνο του 2023 φθάνοντας τα 48,8 εκατ. ευρώ, από 8,9 εκατ. ευρώ στο α’ εξάμηνο του 2021.
Στο παλμαρέ των «εντυπωσιακών» επιδόσεων για τα δεδομένα των δυσκολιών του 2022 θα πρέπει να συμπεριληφθούν και αυτές της Μπισκότα Παπαδοπούλου. Τα καθαρά κέρδη μπορεί να υποχώρησαν περίπου 9,6%, εν τούτοις παρέμειναν σε υψηλά επίπεδα (11,59 εκατ. ευρώ) και προστέθηκαν στο «βουνό» των συσσωρευμένων -από παλαιότερες χρήσεις - κερδών της εταιρείας, που πλέον φθάνουν τα 116 εκατ. ευρώ. Κάτι βέβαια που δείχνει πως η εταιρεία μάλλον είχε κι άλλα περιθώρια για να απορροφήσει κάτι παραπάνω από το «μεγάλο ποσοστό του αυξημένου κόστους» που λέει στις οικονομικές καταστάσεις ότι απορρόφησε «με ιδιαίτερη ενσυναίσθηση προς τους πελάτες μας και τους τελικούς καταναλωτές των προϊόντων μας».
Οσο η διαδικασία γνωστοποίησης των οικονομικών αποτελεσμάτων των εταιρειών για τη χρήση του 2022 προχωρά, τόσο θα γίνεται και πιο ευδιάκριτη η εικόνα για το τι τελικά συμβαίνει στην αγορά και ποιοι κερδίζουν. Τουλάχιστον όσοι φαίνονται, διότι υπάρχουν και οι πρακτικές των πολυεθνικών που με τριγωνικές συναλλαγές αποκρύπτουν το πραγματικό μέγεθος των περιθωρίων κέρδους τους.
Τα δυσοίωνα διεθνή μηνύματα
Σε κάθε περίπτωση, το φθινόπωρο φαίνεται ότι θα φέρει περισσότερα προβλήματα στα νοικοκυριά, κάτι που ήδη διαφαίνεται με το «χαλί» που στρώνεται στις διεθνείς αγορές.
Πρώτα απ’ όλα τα καύσιμα, που αποτελούν παράγοντα κόστους που επηρεάζει όχι μόνο τα νοικοκυριά αλλά και όλο το μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας, από την παραγωγή ως την πώληση προϊόντων. Τα 2 ευρώ το λίτρο η αμόλυβδη έχουν γίνει η νέα συνθήκη, καθώς συνεχίζουν τις «υψηλές πτήσεις» οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου. Την περασμένη εβδομάδα οι τιμές του αργού πετρελαίου brent διαπραγματεύονταν στην περιοχή των 86 δολ. το βαρέλι, έχοντας σημειώσει άνοδο περίπου 10% τον τελευταίο μήνα.
Επίσης προβληματισμός υπάρχει για τις τιμές ενέργειες τον ερχόμενο χειμώνα. Ηδη τον τελευταίο μήνα έχει γίνει χρηματιστηριακά μία ανοδική κίνηση στις τιμές των συμβολαίων TTF στο φυσικό αέριο, οι οποίες έχουν υποχωρήσει έως και 90% τον τελευταίο χρόνο (από 300 ευρώ η θερμική μεγαβατώρα τον Αύγουστο πέρυσι, σε κάτω και από 30 ευρώ τον Ιούνιο), ωστόσο εκ νέου «σηκώνουν κεφάλι» αγγίζοντας τα 40 ευρώ μετά από ένα μίνι ράλι 30% τον τελευταίο μήνα.
Επίσης η διεθνής τιμή του ελαιολάδου, έχοντας διπλασιαστεί τον τελευταίο χρόνο λόγω των μεγάλων προβλημάτων στην παραγωγή της Ισπανίας, πλέον βρίσκεται σε νέο ιστορικό υψηλό. Την προηγούμενη εβδομάδα η τιμή χονδρικής για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο σκαρφάλωσε στο ιστορικό υψηλό των 8.500 δολαρίων ανά μετρικό τόνο, περίπου 125% υψηλότερα από τη μέση τιμή κατά το χρονικό διάστημα 2000-2020! Συγκριτικά, πάντως, ένας μετρικός τόνος έξτρα παρθένου ελαιολάδου πλέον κοστίζει το δωδεκαπλάσιο απ’ ό,τι ένας μετρικός τόνος αργό πετρέλαιο!
Και μέσα σ’ αυτά είναι ο παράγοντας του ρωσο-ουκρανικού πολέμου, που εξακολουθεί να επηρεάζει όσο κανείς τη χρηματιστηριακή πορεία των τιμών των σιτηρών, όπως διεφάνη από την άνοδο που πυροδότησε η απόφαση της Ρωσίας να αποχωρήσει από τη «συμφωνία για τα σιτηρά» που επέτρεπε την εξαγωγή ουκρανικών σιτηρών μέσω της Μαύρης Θάλασσας. Βέβαια έκτοτε οι τιμές των σιτηρών, όπως φαίνεται από τον σχετικό δείκτη του Χρηματιστηρίου Euronext, έχουν κάπως αποκλιμακωθεί και τα συμβόλαια Σεπτεμβρίου διαπραγματεύονται στα 235 ευρώ ο μετρικός τόνος.
Προβληματισμός επίσης επικρατεί τόσο για τα επίπεδα των τιμών στη διεθνή αγορά του καφέ όσο και για το ρύζι, καθώς η κλιματική κρίση έχει επηρεάσει φέτος την παραγωγή σε σειρά ασιατικών χωρών, όπως η Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ. Κάτι που έχει οδηγήσει τις τιμές των διαφόρων ποικιλιών και στα δύο commodities στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 15 ετών.
Πηγή: protothema.gr