Όταν ο Παπανδρέου έλεγε ότι το ΝΑΤΟ δεν εγγυάται σύνορα και εφοδιάζει με οπλισμό την Τουρκία
Συνέντευξη του Ανδρέα Παπανδρέου στο BBC στις αρχές τις δεκαετίας του '80.
Ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου (Χίος, 5 Φεβρουαρίου 1919 – Εκάλη Αττικής, 23 Ιουνίου 1996) ήταν Έλληνας πολιτικός, πρόεδρος και ιδρυτής του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑ.ΣΟ.Κ.), του οποίου η ιδρυτική διακήρυξη της 3ης Σεπτεμβρίου συμπυκνώνεται στο τρίπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία - Λαϊκή Κυριαρχία - Κοινωνική Απελευθέρωση». Διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας (21 Οκτωβρίου 1981 - 2 Ιουλίου 1989 και 13 Οκτωβρίου 1993 - 18 Ιανουαρίου 1996) μετά τη νίκη του στις εκλογές του Οκτωβρίου 1981, του Ιουνίου 1985 και του Οκτωβρίου 1993. Πριν αναμειχθεί στην πολιτική, ήταν καθηγητής Οικονομικών στις ΗΠΑ και συγγραφέας.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου υπήρξε ηγέτης με ευρύτατη λαϊκή αποδοχή: σε έρευνα της εφημερίδας Καθημερινή το 2007, η πρώτη κυβέρνησή του αναδείχθηκε η καλύτερη της Μεταπολίτευσης και ο ίδιος ο σημαντικότερος πρωθυπουργός της περιόδου. Ομοίως, σε δημοσκόπηση για την εφημερίδα Real News το 2010 και σε έρευνα της εταιρείας ALCO το 2013, ψηφίσθηκε ως ο καλύτερος πρωθυπουργός μετά το 1974.[1][2] Από την άλλη δημιούργησε πολλούς φανατικούς εχθρούς στο εσωτερικό, και προκάλεσε συχνά την αγανάκτηση της δυτικής κοινής γνώμης και σωρεία επικριτικών κειμένων στα δυτικά ΜΜΕ.[3] Ήταν ίσως ο πολιτικός με τη μεγαλύτερη συμβολή στη διαμόρφωση του πολιτικού και κομματικού συστήματος στη σύγχρονη Ελλάδα. Ανέτρεψε τον κυρίαρχο πολιτικό διαχωρισμό «Εθνικόφρονες-Κομμουνιστές» και στη θέση του επέβαλλε το δίπολο «Δεξιά-Αντιδεξιά».
Το ΠΑΣΟΚ που δημιούργησε ήταν το πρώτο κόμμα εξουσίας στην ελληνική ιστορία με μαζική οργάνωση (στα πρότυπα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας), αντί του παραδοσιακού κόμματος στελεχών, ένα πρότυπο οργάνωσης που θα υιοθετούσε από τον Παπανδρέου και η Νέα Δημοκρατία.[4] Από το κυβερνητικό του έργο ξεχωριστή θέση στη νεοελληνική πολιτική ιστορία έχουν η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης,[5] ο εκδημοκρατισμός του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, η δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας και του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ) και η συνταγματική αναθεώρηση του 1985-1986, η οποία παγίωσε το σύστημα κοινοβουλευτικής εξουσίας που ισχύει έως και σήμερα, περιορίζοντας δραστικά τις «βασιλικές» εξουσίες του Προέδρου.
Άλλες σημαντικές τομές των κυβερνήσεών του ήταν η νομιμοποίηση του πολιτικού γάμου, η ψήφος στα 18, η εισαγωγή του μονοτονικού συστήματος γραφής (1982), η κατάργηση της σχολικής ενδυμασίας (1982), η θέσπιση των επιδομάτων (τέκνων, αναπηρίας κτλ.), η αναγνώριση του εργατικού ατυχήματος, οι αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο όπως η καθιέρωση της ισότητας των δύο φύλων και η απαγόρευση του αναχρονιστικού θεσμού της προίκας, η κατάργηση πλείστων μεταξικών και μετεμφυλιακών νόμων, όπως αυτοί του τεντιμποϊσμού και της κατασκοπείας, η άσκηση ακηδεμόνευτης και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής και η μεγάλη ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, η αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου και η παραχώρηση άδειας επιστροφής στην Ελλάδα στους πολιτικούς πρόσφυγες του Δημοκρατικού Στρατού.[6][4][7][8][9] Οι αντίπαλοι του Ανδρέα Παπανδρέου από τον συντηρητικό και τον φιλελεύθερο χώρο αναγνώρισαν τις προσπάθειές του να αποκαταστήσει μεγάλα τμήματα της κοινωνίας που είχαν υποστεί διώξεις και ταπεινώσεις από το αυταρχικό μετεμφυλιακό κατεστημένο και να χτίσει κράτος πρόνοιας, αλλά επέκριναν την μεγάλη αύξηση των δημοσίων δαπανών και του δημοσίου χρέους στην οικονομική του διαχείριση, την προσπάθεια επιβολής στη δημόσια διοίκηση που του καταλόγισαν και την εξωτερική του πολιτική, την οποία θεωρούσαν μαξιμαλιστική και επικίνδυνη στις μεθόδους και τους στόχους της,[10] ενώ από τον χώρο της Αριστεράς υπήρξαν επικρίσεις για την αθέτηση προεκλογικών υποσχέσεων καθώς και για το καθεστώς προσωπολατρίας με το οποίο τον περιέβαλλαν τα πλήθη των πολιτικών οπαδών του.