Το Τσόκαρο ΔΕΝ γίνεται Γόβα
Ένα από τα πιο διασκεδαστικά παιχνίδια για μία παρέα,
είναι όταν καλείσαι να προσδιορίσεις τούς φίλους σου
μέσα από σουρεαλιστικές ερωτήσεις τού τύπου
«Αν ήταν ζώο, τι ζώο θα ήταν;», «Αν ήταν αυτοκίνητο, τι αυτοκίνητο θα ήταν;»,
και ούτω καθ’ εξής.
Όταν προσφάτως η ασήμαντη τηλεπερσόνα επάτησε το πόδι της στη σκηνή
-και μάλιστα, με την υποστηρικτική συνοδεία μπράβων-
προκειμένου να διακόψει τον καταξιωμένο κωμικό Χριστόφορο Ζαραλίκο
και να λογοκρίνει τη σάτιρα που γινόταν στην παράσταση
για το αφεντικό της, τον αμφιλεγόμενο Βαγγέλη Μαρινάκη,
έκανε την εμφάνισή της στη σκέψη μου μία αντιστοίχου περιεχομένου ερώτηση:
«Αν αυτή η ασήμαντη τηλεπερσόνα ήταν παπούτσι, τι παπούτσι θα ήταν;».
Η απάντηση ήλθε ακαριαία: «ΤΣΟΚΑΡΟ».
Τσόκαρο θα ήταν.
…
Οι σημειολογίες είναι αμείλικτες·
το Τσόκαρο είναι θορυβώδες, είναι πομπώδες, είναι άχαρο,
είναι άβολο καθ’ ότι ξύλινο, είναι φτηνό και -κυρίως- φτηνιάρικο,
εκπροσωπεί τον Απόπατο τής Αισθητικής,
είναι ουραγός στις υποδηματικές επιλογές και προτιμήσεις.
Ως εκ τούτων, ακριβώς επειδή το Τσόκαρο βρίθει απελπισίας,
επιζητά μέσα από τη διαρκή περι-αυτολόγηση και αυτο-αναφορικότητα
να αποκτήσει αξία και να καλύψει τις αρχετυπικές μειονεξίες του.
Η Φαντασιοπληξία, η Ονείρωξη, το Παραλήρημα,
γίνονται τα μόνιμα καταφύγια για το Τσόκαρο
και έτσι επέρχεται η πλήρης διαστρέβλωση τής Πραγματικότητας:
η Αγένεια βαφτίζεται Ντομπροσύνη,
η Ασέβεια βαφτίζεται Ειλικρίνεια,
η Αναίδεια βαφτίζεται Άνεση,
η Φλυαρία βαφτίζεται Αυθορμητισμός,
η Ελευθεριότητα βαφτίζεται Ελευθερία,
η Χυδαιότητα βαφτίζεται Θάρρος,
το Θράσος βαφτίζεται Γενναιότητα,
η Γλοιωδία βαφτίζεται Φιλία,
η Δουλικότητα βαφτίζεται Οικειότητα,
η Κατάντια βαφτίζεται Μεγαλείο.
Σε μία τέτοια κρίση εκκωφαντικής κατάντιας και ανύπαρκτου μεγαλείου
βρέθηκε η εν λόγω ασήμαντη τηλεπερσόνα,
όταν εισέβαλε στη σκηνή με σκοπό να διατυμπανίσει την ύπαρξή της
και να πουλήσει εκδούλευση στο αφεντικό της·
το κακόμοιρο το «τσόκαρο» νομίζει ότι πήρε αξία
επειδή καταδέχονται να το φορούν
οι ανοικονόμητες πατούσες τού οικονομημένου Μαρινάκη.
Το Τσόκαρο δεν είναι αυτόφωτο,
το Τσόκαρο αδημονεί απεγνωσμένα να αναβαθμίζει την ύπαρξή του
μέσα από τούς «μεγαλοσχήμονες» που τού δίνουν στιγμιαίως σημασία·
ξέρει ότι ουδέποτε θα έχει τη δική του θέση στην «παπουτσοθήκη» τους,
αλλά είναι ευχαριστημένο όταν βρίσκεται έστω και στην αυλή μίας βίλας.
Το Τσόκαρο είναι ορκισμένος αυλικός·
το συγκεκριμένο στοιχείο καθίσταται -ενίοτε- άκρως ελκυστικό
για επιχειρηματίες που είναι ευεπίφοροι στην Κολακεία
και ψάχνουν στην πιάτσα για κάθε είδους επικοινωνιακά «πιστόλια».
Έτσι, με δεδομένο ότι μιλάμε για την εγχώρια τεταρτοκοσμική μπανανία,
το Τσόκαρο φτάνει -από το πουθενά- να γίνεται θεσμικός παράγοντας.
Βεβαίως,
πίσω από την ασήμαντη τηλεπερσόνα
που διέθετε το υπέρτατα παραληρηματικό θράσος να διακόψει σατιρική παράσταση,
βρίσκεται ένα ολόκληρο «σύστημα»·
είναι το «Σύστημα» που διοικεί επί δεκαετίες την Ελλάδα
και τη βυθίζει συστηματικά στην Παρακμή, στην Αλλοτρίωση, στην Ξευτίλα.
…
Εδώ είναι που καταρρίπτεται αυτό το ποταπό και σεσημασμένο στερεότυπο
που έχουμε ακούσει να ειπώνεται αναρίθμητες φορές στα ξεπουλημένα κανάλια.
Ο περιβόητος «Πολύτιμος Τηλεοπτικός Χρόνος» ξοδεύεται αφειδώς
όταν πρόκειται να προαχθούν θλιβερά πρόσωπα και πρότυπα,
αλλά επανέρχεται κάθε φορά που επιχειρείται να εκφραστεί λόγος
ο οποίος θα έθετε εν κινδύνω το Σύστημα.
Ουδόλως συμπτωματικά,
η φράση «Συγγνώμη, δεν έχουμε άλλον χρόνο.»
θεωρείται πια συνώνυμη με την οπορτουνιστική-μακιαβελική αντίληψη
«Σάς κόβουμε στον “αέρα”, επειδή δεν μάς συμφέρουν αυτά που λέτε.».
Η ασήμαντη τηλεπερσόνα είναι πρώτης τάξεως «Δούρειος Ρύπος»
προκειμένου να διατηρείται ο επιθυμητός χαμηλός πήχυς στο «γυαλί»
και να διασπείρονται ως πρότυπα η Αταλαντοσύνη, η Σάχλα, η Αισχρότητα.
Συνάμα, όμως, έχει και μία ακόμη πιο εκμαυλιστική χρησιμότητα,
καθώς κινητοποιεί τις έντονες αποδοκιμασίες τής συντριπτικής πλειοψηφίας των τηλεθεατών
και συνεισφέρει τοιουτοτρόπως στην προσδοκώμενη κοινωνική αποσυμπίεση·
η οργή των πολιτών για τη δυστοπική καθημερινότητα
εκτονώνεται και κατευνάζεται -έστω προσωρινά- πάνω σε ένα «τσόκαρο»
που έχει αναβαθμιστεί σε «αχυράνθρωπο(ς)».
Οποία κωμικοτραγικότης·
τώρα πια, μία ασήμαντη τηλεπερσόνα συνοδεύεται από μπράβους,
τώρα πια, μία ασήμαντη τηλεπερσόνα διακόπτει σατιρικές παραστάσεις,
τώρα πια, μία ασήμαντη τηλεπερσόνα λογοκρίνει την Τέχνη,
τώρα πια, μία ασήμαντη τηλεπερσόνα προστατεύεται από άτομα που κινούν τα νήματα.
Διόλου τυχαίως,
το εξαιρετικά σοβαρό συμβάν αποσιωπήθηκε-εξαφανίστηκε από τούς τηλεοπτικούς σταθμούς·
τσιμουδιά στα «πρωϊνάδικα», τσιμουδιά στα «μεσημεριανάδικα»,
τσιμουδιά στις δημοσιογραφικές εκπομπές, τσιμουδιά στα δελτία ειδήσεων.
Είναι πασίδηλο ότι έπεσε «σύρμα» να θαφτεί το θέμα,
με συνέπεια οι δημοσιογράφοι και οι παρουσιαστές να βρεθούν προ αδιεξόδου,
καθώς η «άνωθεν εντολή» ήταν ρητή και αδιαπραγμάτευτη.
Το «τσόκαρο» έπρεπε να προστατευθεί,
διότι έπρεπε να προστατευθούν οι ανοικονόμητες πατούσες των οικονομημένων,
που το φοράνε για να προκαλούν αποπροσανατολιστική ηχορύπανση
και να επιδίδονται ανενόχλητοι στους αθόρυβους ρασπουτινισμούς τους.
Συνελόντι ειπείν,
η Εθνική Κατάντια έχει φτάσει σε τέτοιες σουρεαλιστικές διαστάσεις,
ώστε μέχρι και ο εμβληματικός «Νόμος τής Σιωπής» που διέπει τη Μαφία,
κατέκτησε το απώτατο σημείο γελοιοποίησης.
Η Ομερτά προστατεύει το Τσόκαρο.
Όμως, ό,τι κι αν κάνει το εκάστοτε «τσόκαρο»,
όσο πλούσιες κι αν είναι οι πατούσες που προς στιγμήν καταδέχονται να το φορούν,
όποιοι κι αν είναι οι προς στιγμήν προστάτες του,
η Αλήθεια είναι μία, είναι σκληρή, αμείλικτη, αδιαπραγμάτευτη, διαχρονική:
Το Τσόκαρο ΔΕΝ γίνεται Γόβα.
Ο Υπο-Κοσμικός
(Twitter: @Ypokosmikos