Γυναικοκτονία στη Μακρινίτσα: Δεν είμαστε όλες εδώ. Λείπει ακόμη μια δολοφονημένη
Πότε θα αρχίσουμε να βρίσκουμε δικαίωση ζωντανές και όχι δολοφονημένες;
Από χθες το βράδυ μετράμε ακόμη μια νεκρή. Μετράμε ακόμη μια γυναικοκτονία. Μετράμε μια ακόμη υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας που κατέληξε στη δολοφονία μιας γυναίκας, μητέρας ενός παιδιού τεσσάρων ετών.
Ο 31χρονος γυναικοκτόνος σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν γίνει μέχρι αυτή τη στιγμή γνωστές, μπήκε χθες στο πατρικό σπίτι της πρώην συζύγου του και αφού καυγάδισε έντονα μαζί της, τη μαχαίρωσε στην κοιλιά και τα πλευρά, με αποτέλεσμα να υποκύψει στα τραύματα της την ώρα που μεταφερόταν στο νοσοκομείο. Ο αδερφός της, στην προσπάθεια του να αποτρέψει την επίθεση μπήκε στη μέση, ενώ ο δράστης τον τραυμάτισε στην κοιλιά και στην καρδιά προκαλώντας τον ακαριαίο θάνατο του.
Όπως αναφέρουν τα τοπικά μέσα, ο δράστης ενοχλούσε επανειλημμένα τη γυναίκα και την οικογένεια της, ενώ το θύμα είχε ζητήσει δικαστική συνδρομή ώστε να σταματήσει να τους ενοχλεί. Όπως μετέδωσε η ΕΡΤ, τη Δευτέρα η 28χρονη είχε ζητήσει εισαγγελική παρέμβαση και την προστασία της οικογένειας της με την επιβολή περιοριστικών μέτρων. Ωστόσο μετά τις απαραίτητες συστάσεις ο δράστης αφέθηκε ελεύθερος, ενώ λίγες ώρες αργότερα πραγματοποίησε το άγριο φονικό.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα ethessalia.gr η 28χρονη πριν χωρίσουν ζητούσε από τον δράστη να τον παρακολουθήσει ψυχίατρος καθώς ο πρώην σύζυγος της φέρεται να είχε κακοποιητική συμπεριφορά, ενώ όπως αναφέρει το thenewspaper.gr αλλά και άλλα τοπικά Μέσα «Δεν είναι η πρώτη φορά που ο φερόμενος ως δράστης συμπεριφέρεται βίαια στη σύζυγό του και στην οικογένειά της. Μάλιστα, την περασμένη Πέμπτη σύμφωνα με μαρτυρίες, μετέβη στο πατρικό σπίτι στη Μακρινίτσα και έστησε καβγά, χτυπώντας την άτυχη 28χρονη και τους γονείς της». Είχε συνεπώς κατ’ εξακολούθηση κακοποιητική συμπεριφορά.
Δυστυχώς, την ώρα που μετράμε ακόμη δυο νεκρούς από ένα οπλισμένο από την πατριαρχία χέρι, το υπό διαβούλευση επικίνδυνο νομοσχέδιο της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας δεν έχει αποσυρθεί ακόμη.
Το Άρθρο 13 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, το οποίο αντικαθιστά το Άρθρο 1520 του Αστικού Κώδικα, προβλέπει ότι «Αποκλεισμός ή περιορισμός της επικοινωνίας» (δηλαδή τον διαμοιρασμό του χρόνου διαβίωσης του παιδιού 2/3-1/3) «είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους, ιδίως όταν ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής».
Αυτό σημαίνει πως ο κακοποιητικός γονέας, ακόμη και αν έχει καταδικαστεί πρωτόδικα, θα μπορεί να έχει (1/3) επικοινωνία με το παιδί και πρόσβαση στην κακοποιημένη πρώην σύζυγο που έχει την κύρια επιμέλεια, μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη του. «Αμετάκλητη» δικαστική απόφαση θεωρείται όταν έχουν εξαντληθεί όλα τα ένδικα μέσα – στην πράξη «αμετάκλητη» είναι μόνο η απόφαση του Αρείου Πάγου.
Ενάντια σε κάθε κεκτημένο δικαίωμα δηλαδή, μια κακοποιημένη γυναίκα δεν θα μπορεί να παρουσιάσει στοιχεία στο δικαστήριο για την επιμέλεια, για την βία που υφίσταται εκείνη ή το παιδί της αν δεν υπάρχει αυτή η αμετάκλητη απόφαση.
Το νομοσχέδιο έχει δεχτεί επικρίσεις από φεμινιστικές συλλογικότητες, νομικούς, αλλά και από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων οι οποίοι μάλιστα με επιστολή παρατηρήσεων που απέστειλαν και στον Κώστα Τσιάρα τονίζουν ότι : «Θεωρούμε πως η προϋπόθεση της αμετάκλητης καταδίκης του γονέα για τα αναφερόμενα ποινικά αδικήματα δεν διασφαλίζει το τέκνο, που θα εξακολουθήσει να διαμένει ή να επικοινωνεί για μεγάλο διάστημα με έναν γονέα που έχει την ανωτέρω εγκληματική συμπεριφορά. Η αναμονή έκδοσης αμετάκλητης απόφασης για τόσο σοβαρά αδικήματα, που είναι μια μακρόχρονη διαδικασία, δύναται να έχει καταστροφικές συνέπειες για το τέκνο. Προτείνουμε ο αποκλεισμός ή ο περιορισμός της επικοινωνίας, στις περιπτώσεις αυτές, να λαμβάνει χώρα μετά από εμπεριστατωμένη έκθεση κοινωνικών λειτουργών και παιδοψυχολόγων δημοσίου φορέα περί της ακαταλληλότητας του γονέα να ασκήσει το δικαίωμα της επιμέλειας ή της επικοινωνίας, η συνδρομή των οποίων πρέπει να λαμβάνει χώρα άμεσα, αφενός για την προστασία του τέκνου, αφετέρου για την προστασία του γονέα που κατηγορείται κακόβουλα».
Ωστόσο οι χειρότερες και πιο επώδυνες επικρίσεις του νομοσχέδιου, έρχονται από την πραγματικότητα. Διότι αν αυτό το νομοσχέδιο είχε περάσει, η γυναίκα που δολοφονήθηκε χθες θα ήταν αναγκασμένη να περιμένει την αμετάκλητη καταδίκη του πρώην συζύγου της για ενδοοικογενειακή βία ώστε να μην αφήσει το παιδί της στα χέρια ενός κακοποιητικού πατέρα. Και δεν θα ήταν η μόνη. Η πραγματικότητα, μας έχει διδάξει -μάλλον μόνο σε εμάς και όχι στον Κώστα Τσιάρα- ότι οι γυναίκες προκειμένου να μην αφήσουν τα παιδιά τους μόνα με έναν βίαιο πατέρα, εγκλωβίζονται και οι ίδιες εντός του γάμου ή της σχέσης υπομένοντας κακοποιητικές και βίαιες συμπεριφορές.
Το ερώτημα είναι πλέον ένα: Πόσα θύματα θα πρέπει να θρηνήσουμε, πόσες γυναικοκτονίες θα πρέπει να μετρήσουμε, για να συμπεριλαμβάνουν τα νομοσχέδια την πραγματικότητα που βιώνουν εκατοντάδες γυναίκες και παιδιά; Πόσο αίμα θα πρέπει θα χυθεί για να προστατευτούμε από την τα κοινωνικά και θεσμικά πατριαρχικά μοτίβα; Πότε θα αρχίσουμε να βρίσκουμε δικαίωση ζωντανές και όχι δολοφονημένες;
Πηγή: koutipandoras.gr