Από την αστυνομοκρατία στον «αστυνομισμό»

Ελένη Γ. Καπετανίδου

 

Ο αστυνομισμός αφορά την διαρκή, καθολική, συνεχή και γενικευμένη αστυνόμευση όλου του φάσματος της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής

Μία καινούργια ιδεολογία- θα μπορούσε να ονομαστεί αστυνομισμός- συνυφασμένη με τον νεοφιλελευθερισμό κάνει, κατά τη γνώμη μου, την εμφάνισή της στις σύγχρονες δυτικές μεταδημοκρατίες. Ο αστυνομισμός αφορά την διαρκή, καθολική, συνεχή και γενικευμένη αστυνόμευση όλου του φάσματος της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής. Πρόκειται για την αντίληψη που επιδιώκει να αποκαθάρει την αστυνομοκρατία ως εξωδημοκρατική πολιτική έκφραση προκειμένου να την παρουσιάσει ως σύννομη με τον φιλελευθερισμό.

Αν κάτι διαφοροποιεί τον αστυνομισμό από την αστυνομοκρατία είναι αφενός το γεγονός ότι η δεύτερη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα αυταρχικά, δικτατορικά καθεστώτα, αφετέρου ότι στη συνείδηση της πλειονότητας των πολιτών ήταν απονομιμοποιημένη, επειδή ακριβώς αποτελούσε έκφραση και πρακτική τέτοιων καθεστώτων. Επιπλέον, η αστυνομοκρατία, για τον ίδιο λόγο, γινόταν αντιληπτή ως κατάσταση παροδική, μετακλητή και ανα(σ)τρέψιμη που θα εξέλιπε με την πτώση του απολυταρχισμού και την αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας. Για τις μεταπολεμικές δυτικές δημοκρατίες η αστυνομοκρατία αποτελούσε σαφή και διακριτή αντιδημοκρατική παρέκκλιση.

Με τον αστυνομισμό δεν συμβαίνει το ίδιο. Αυτός θεωρείται δομικό στοιχείο της δημοκρατίας, σύμφωνο μάλιστα με τη θεμελιώδη αρχή της ελευθερίας. Υπό την καλλιεργούμενη αίσθηση της συνεχούς απειλής από δυνάμεις (ορατές και αόρατες) που επιβουλεύονται την ύπαρξη και την ασφάλειά τους, ο αστυνομισμός νομιμοποιείται στη συνείδηση των πολιτών, αφού η συνεχής επιτήρηση της ζωής και της «ελευθερίας» στο όνομα της ατομικής και κοινωνικής προστασίας προβάλλεται ως όχι μόνο αιτιολογημένη αλλά και απολύτως αναγκαία. Τέλος, η εκδημοκρατισμένη αστυνόμευση ενέχει τη δυναμική σταθερής και απαρασάλευτης έννομης μονιμότητας.

Κεκαλυμμένη αρχικά η νέα ιδεολογία πίσω από την απαραίτητη, φαινομενικά αθώα, περιφρούρηση της τήρησης των μέτρων κατά της πανδημίας, τόσο με τις ένστολες περιπολίες στις πλατείες, στα πάρκα, στους δρόμους, στους χώρους εστίασης όσο και με τις επισκέψεις υγειονομικών κλιμακίων στους χώρους εργασίας, εν τέλει σε κάθε δημόσια αλλά και ιδιωτική εκδήλωση κοινωνικότητας (εισβολή αστυνομικών δυνάμεων σε σπίτια κατά τη διάρκεια εορταστικών συναθροίσεων), το τελευταίο διάστημα αρχίζει να γίνεται θεσμός. Η αστυνομική επιτήρηση, που καθιερώνεται από τα μέσα μαζικής μεταφοράς μέχρι τα πανεπιστήμια, σύντομα- φοβάμαι - θα εγκαθιδρυθεί μέσα σε σχολεία, καταστήματα, οικείες, ξενοδοχεία, χώρους αναψυχής και ψυχαγωγίας (θέατρα, κινηματογράφοι) οπουδήποτε εκ-δηλώνεται η ανθρώπινη παρουσία, ατομική ή συλλογική και θα εκλαμβάνεται ως κανονικότητα.

Ωστόσο, η νέα μορφή της υπό θέσμιση αστυνομευόμενης δημοκρατίας δεν αποτυπώνεται μόνο με την φυσική παρουσία των οργάνων της τάξης. Είναι αναγνώσιμη στην εκφορά του νεοφιλελεύθερου πολιτικού λόγου. Με τη λεκτική της μορφή εμφανίζεται, για παράδειγμα, κάθε φορά που, διά στόματος της εξουσίας, ο πολίτης προειδοποιείται πως βρίσκεται υπό στενή παρακολούθηση προκειμένου να μην υποπέσει στο παράπτωμα της ατομικής ανευθύνης, που θα του επιφέρει την τιμωρία δια της επιβολής προστίμων. (Το ύψος μάλιστα των προστίμων ανεβαίνει προκειμένου να εντείνει το μέγεθος της ενοχής του παραβάτη).

Πίσω, όμως, από τον απειλητικό προστατευτισμό υπολανθάνει η αναγκαιότητα της κατόπτευσης της ηθικής. Η επίρριψη ευθυνών στους γιατρούς για τους θανάτους ασθενών από covid-19 εκτός ΜΕΘ ή στους «αιώνιους» φοιτητές για τη δυσλειτουργία των πανεπιστημίων ή στους εργαζόμενους για την οικονομική κρίση υποδηλώνει τη μετάθεση της ευθύνης της ηθικότητας αποκλειστικά και μόνο στους εποπτευόμενους. Εξάλλου, ευδιάκριτη καθίσταται και η πνευματική επιτήρηση των πολιτών στην απόπειρα έκφρασης της γνώμης. Εφόσον η άποψη παραβιάζει το οριοθετημένο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής ορθότητας επικρίνεται με σφοδρότητα, δαιμονοποιείται, λογοκρίνεται, και τελικά πατάσσεται από τους κυρίαρχους διαχειριστές του διαμεσολαβημένου δημόσιου λόγου, τα τηλεοπτικά, κατά κύριο λόγο, μέσα μαζικής ενημέρωσης. Πέραν τούτων, η σχεδιαζόμενη χορήγηση υγειονομικού πιστοποιητικού ως υποχρεωτική προϋπόθεση επιτρεπόμενης συμμετοχής στην κοινωνική ζωή συνιστά, νομίζω, μορφή καταγεγραμμένης αστυνόμευσης της υγείας. Οι πολίτες (θα) εξαναγκάζονται να διαθέτουν μια ιδιότυπη δήλωση υγειονομικής -προς το παρόν μόνο τέτοιας- νομιμοφροσύνης, την οποία εθίζονται να αντιλαμβάνονται ως θεμιτή, στο πλαίσιο της υποεπιβαλλόμενης θωράκισης της κοινωνίας.

Το νεοφιλελεύθερο πανάγαθο κράτος-παντεπόπτης δικαιούται, λοιπόν, να έχει τον απόλυτο έλεγχο. Ο πολιτικός, ηθικός και διανοητικός αστυνομισμός παίρνει διαστάσεις πανδημίας πολύ πιο επικίνδυνης από οποιαδήποτε μεταδοτική ασθένεια.

Ελένη Γ. Καπετανίδου, Φιλόλογος     https://www.alfavita.gr/

 

Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 14/06/2013 - 23:54