ΤΟ ΛΑΘΟΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΤΣΙΟΔΡΑ
Το «έπος του '40» δεν έχει καμία σχέση με την προσπάθεια
ανάσχεσης της πανδημίας που συγκλονίζει τον πλανήτη. Και η
«ανδρειοσύνη», η λέξη που διάλεξε ο Σ. Τσιόδρας στο
φορτισμένο τηλεοπτικό μήνυμά του, δεν είναι το χαρακτηριστικό
που θα κρίνει την έκβαση της υγειονομικής κρίσης.
Ακόμη κι αν η πρόθεσή του να ήταν καλή για τη διέγερση του θυμικού, το ηθικοπλαστικό μοτίβο
που επέλεξε είναι εντελώς απρόσφορο για τη βελτίωση της εικόνας σε σχέση με την πορεία της
πανδημίας.
Ο επικεφαλής της επιτροπής εμπειρογνωμόνων εμφανίστηκε στην τακτική ενημέρωση μετά από
καιρό, τη μέρα που τα κρούσματα έσπασαν το φράγμα των 1000 και επιβλήθηκε lockdown στα
Γιάννενα και τις Σέρρες. Η επιστροφή του στο προσκήνιο συνδέεται με την κρισιμότητα της
συγκυρίας, την απώλεια του ελέγχου από την πλευρά της κυβέρνησης και την αγωνία για τις
αντοχές του δημόσιου συστήματος υγείας που δοκιμάζεται σκληρά.
«Περισσότερο από τη γλώσσα των αριθμών μιλάει η γλώσσα
της καρδιάς, μιλάει η φωνή της συνείδησης» είπε ο Σ. Τσιόδρας
που επικαλέστηκε την «προσωπική επιλογή καθενός»
υιοθετώντας πλήρως το κυβερνητικό δόγμα για την ατομική
ευθύνη που λειτουργεί ως πλυντήριο για τις πολιτικές
ευθύνες. Δεν υιοθέτησε όμως μόνο αυτό...
Μετά το lockdown ο Σ. Τσιόδρας εξαφανίστηκε. Το ρεπορτάζ και η κοινή λογική συνέκλιναν στη
διαπίστωση ότι η απόσυρσή του συνδεόταν με διαφωνίες για το άνευ όρων άνοιγμα του
τουρισμού και για την αύξηση της πληρότητας στα πλοία. Ο ίδιος όμως δεν μίλησε ποτέ, δεν
είπε τίποτα που θα μπορούσε να εκθέσει την κυβέρνηση. Παρέμεινε επικεφαλής της επιτροπής
εμπειρογνωμόνων, εξακολούθησε να συμβουλεύει τον πρωθυπουργό που τον αγνοούσε και
βολεύτηκε στη σιωπή του.
Η επανεμφάνισή του επιβεβαίωσε ότι η αγωνία του να προστατεύσει την κυβέρνηση είναι
μεγαλύτερη από την αγωνία του να προστατεύσει τη δημόσια υγεία. Αναφέρθηκε στον
συνωστισμό στα μέσα μαζικής μεταφοράς σαν να πρόκειται για αναγκαίο κακό, κάτι σαν
φυσικό φαινόμενο. «Δεν μπορούμε να επενδύσουμε σε Μέσα Μαζικής Μεταφοράς», είπε
σε ρόλο υπουργού, και ζήτησε από τους πολίτες να τα αποφεύγουν. Μα πώς είναι
δυνατόν να τα αποφύγουν οι άνθρωποι που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να
χρησιμοποιούν ταξί και δεν έχουν αυτοκίνητο; Και αλήθεια, δεν υπάρχει πολιτική ευθύνη
για την ανεπάρκεια λεωφορείων, για τη χαμηλή συχνότητα των δρομολογίων στο μετρό
και στον ηλεκτρικό;
Ο Σωτήρης Τσιόδρας δεν είπε επίσης τίποτα για τον συνωστισμό στις σχολικές
αίθουσες, για την προκλητική αυτοεξαίρεση της Εκκλησίας από τα μέτρα προστασίας,
για τον πλημμελή έλεγχο εφαρμογής των μέτρων στα γηροκομεία και τις βιομηχανίες.
Και για τόσα άλλα... όταν πλέον και μέλη της επιτροπής δημόσια αποκαλύπτουν ότι η
κυβέρνηση δεν εφαρμόζει όσα εισηγούνται οι επιστήμονες. Απευθύνθηκε και αυτός
στους νέους, όπως προχθές η ΠτΔ Κ. Σακελλαροπούλου έξω από την εκκλησία του
Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη όπου γινόταν το «πατείς με-πατώ σε» από
ηλικιωμένους.
Είναι αντιεπιστημονικό, είναι και λυπηρό. Η περιβόητη ατομική ευθύνη δεν μπορεί να
απαλλάσσει την πολιτεία από τη δική της ευθύνη. Ο Σ. Τσιόδρας που χθες έκανε δραματική
έκκληση για τη χρήση μάσκας είχε πει στην αρχή του πρώτου κύματος της πανδημίας ότι η
μάσκα μπορεί να γίνει επικίνδυνη. Αλλά τότε δεν υπήρχε επάρκεια. Και η επιστημονική
ορθότητα υποτάχθηκε στην πολιτική σκοπιμότητα.
Υπάρχουν λόγοι που η κοινή γνώμη, σε ένα βαθμό, είναι ζαλισμένη. Εκπέμπονται αντιφατικά
μηνύματα, οι διαρροές δημιουργούν σύγχυση, όπως και οι αλλεπάλληλες διαψεύσεις ειδήσεων
που λίγο μετά επιβεβαιώνονται στην πράξη. Το πρόβλημα είναι δομικό: Η επιτροπή των
επιστημόνων δεν δημοσιοποιεί τις εισηγήσεις της, όπως θα όφειλε, με αποτέλεσμα να είμαστε
στο έλεος φημών και προπαγάνδας, βυθισμένοι στην άγνοια για το πολύ κοντινό μέλλον και με
την τρομακτική αίσθηση ότι δεν υπάρχει ούτε σχέδιο ούτε κανόνες για τη διαμόρφωσή του.
Η επιτροπή εισηγείται (μυστικά), η κυβέρνηση αποφασίζει. Αυτή η μέθοδος δεν μας βγαίνει σε
καλό και αυτό είναι πλέον φανερό. Τι άλλο πρέπει να συμβεί για να αλλάξει;
Ο καθηγητής λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας έκανε λάθος παραλληλίζοντας την
εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου με τη σημερινή συγκυρία. Εκανε ακόμη μεγαλύτερο
λάθος ζητώντας από τους πολίτες να ακολουθήσουν το παράδειγμα των προγόνων
ογδόντα χρόνια πριν. Είναι απλοϊκή σκέψη, είναι υπεκφυγή και είναι κρίμα. Γιατί ο Σ. Τσιόδρας
εξασφάλισε τεράστια κοινωνική αποδοχή και τη στήριξη όλων των κομμάτων της
αντιπολίτευσης, κάτι καθόλου σύνηθες στη δημόσια ζωή, τον καιρό της καραντίνας.
Δεν μίλησε ως γιατρός. Μίλησε ως σύμβουλος του
πρωθυπουργού. Μακάρι την επόμενη φορά να μιλήσει ως
επιστήμονας.
ανάσχεσης της πανδημίας που συγκλονίζει τον πλανήτη. Και η
«ανδρειοσύνη», η λέξη που διάλεξε ο Σ. Τσιόδρας στο
φορτισμένο τηλεοπτικό μήνυμά του, δεν είναι το χαρακτηριστικό
που θα κρίνει την έκβαση της υγειονομικής κρίσης.
Ακόμη κι αν η πρόθεσή του να ήταν καλή για τη διέγερση του θυμικού, το ηθικοπλαστικό μοτίβο
που επέλεξε είναι εντελώς απρόσφορο για τη βελτίωση της εικόνας σε σχέση με την πορεία της
πανδημίας.
Ο επικεφαλής της επιτροπής εμπειρογνωμόνων εμφανίστηκε στην τακτική ενημέρωση μετά από
καιρό, τη μέρα που τα κρούσματα έσπασαν το φράγμα των 1000 και επιβλήθηκε lockdown στα
Γιάννενα και τις Σέρρες. Η επιστροφή του στο προσκήνιο συνδέεται με την κρισιμότητα της
συγκυρίας, την απώλεια του ελέγχου από την πλευρά της κυβέρνησης και την αγωνία για τις
αντοχές του δημόσιου συστήματος υγείας που δοκιμάζεται σκληρά.
«Περισσότερο από τη γλώσσα των αριθμών μιλάει η γλώσσα
της καρδιάς, μιλάει η φωνή της συνείδησης» είπε ο Σ. Τσιόδρας
που επικαλέστηκε την «προσωπική επιλογή καθενός»
υιοθετώντας πλήρως το κυβερνητικό δόγμα για την ατομική
ευθύνη που λειτουργεί ως πλυντήριο για τις πολιτικές
ευθύνες. Δεν υιοθέτησε όμως μόνο αυτό...
Μετά το lockdown ο Σ. Τσιόδρας εξαφανίστηκε. Το ρεπορτάζ και η κοινή λογική συνέκλιναν στη
διαπίστωση ότι η απόσυρσή του συνδεόταν με διαφωνίες για το άνευ όρων άνοιγμα του
τουρισμού και για την αύξηση της πληρότητας στα πλοία. Ο ίδιος όμως δεν μίλησε ποτέ, δεν
είπε τίποτα που θα μπορούσε να εκθέσει την κυβέρνηση. Παρέμεινε επικεφαλής της επιτροπής
εμπειρογνωμόνων, εξακολούθησε να συμβουλεύει τον πρωθυπουργό που τον αγνοούσε και
βολεύτηκε στη σιωπή του.
Η επανεμφάνισή του επιβεβαίωσε ότι η αγωνία του να προστατεύσει την κυβέρνηση είναι
μεγαλύτερη από την αγωνία του να προστατεύσει τη δημόσια υγεία. Αναφέρθηκε στον
συνωστισμό στα μέσα μαζικής μεταφοράς σαν να πρόκειται για αναγκαίο κακό, κάτι σαν
φυσικό φαινόμενο. «Δεν μπορούμε να επενδύσουμε σε Μέσα Μαζικής Μεταφοράς», είπε
σε ρόλο υπουργού, και ζήτησε από τους πολίτες να τα αποφεύγουν. Μα πώς είναι
δυνατόν να τα αποφύγουν οι άνθρωποι που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να
χρησιμοποιούν ταξί και δεν έχουν αυτοκίνητο; Και αλήθεια, δεν υπάρχει πολιτική ευθύνη
για την ανεπάρκεια λεωφορείων, για τη χαμηλή συχνότητα των δρομολογίων στο μετρό
και στον ηλεκτρικό;
Ο Σωτήρης Τσιόδρας δεν είπε επίσης τίποτα για τον συνωστισμό στις σχολικές
αίθουσες, για την προκλητική αυτοεξαίρεση της Εκκλησίας από τα μέτρα προστασίας,
για τον πλημμελή έλεγχο εφαρμογής των μέτρων στα γηροκομεία και τις βιομηχανίες.
Και για τόσα άλλα... όταν πλέον και μέλη της επιτροπής δημόσια αποκαλύπτουν ότι η
κυβέρνηση δεν εφαρμόζει όσα εισηγούνται οι επιστήμονες. Απευθύνθηκε και αυτός
στους νέους, όπως προχθές η ΠτΔ Κ. Σακελλαροπούλου έξω από την εκκλησία του
Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη όπου γινόταν το «πατείς με-πατώ σε» από
ηλικιωμένους.
Είναι αντιεπιστημονικό, είναι και λυπηρό. Η περιβόητη ατομική ευθύνη δεν μπορεί να
απαλλάσσει την πολιτεία από τη δική της ευθύνη. Ο Σ. Τσιόδρας που χθες έκανε δραματική
έκκληση για τη χρήση μάσκας είχε πει στην αρχή του πρώτου κύματος της πανδημίας ότι η
μάσκα μπορεί να γίνει επικίνδυνη. Αλλά τότε δεν υπήρχε επάρκεια. Και η επιστημονική
ορθότητα υποτάχθηκε στην πολιτική σκοπιμότητα.
Υπάρχουν λόγοι που η κοινή γνώμη, σε ένα βαθμό, είναι ζαλισμένη. Εκπέμπονται αντιφατικά
μηνύματα, οι διαρροές δημιουργούν σύγχυση, όπως και οι αλλεπάλληλες διαψεύσεις ειδήσεων
που λίγο μετά επιβεβαιώνονται στην πράξη. Το πρόβλημα είναι δομικό: Η επιτροπή των
επιστημόνων δεν δημοσιοποιεί τις εισηγήσεις της, όπως θα όφειλε, με αποτέλεσμα να είμαστε
στο έλεος φημών και προπαγάνδας, βυθισμένοι στην άγνοια για το πολύ κοντινό μέλλον και με
την τρομακτική αίσθηση ότι δεν υπάρχει ούτε σχέδιο ούτε κανόνες για τη διαμόρφωσή του.
Η επιτροπή εισηγείται (μυστικά), η κυβέρνηση αποφασίζει. Αυτή η μέθοδος δεν μας βγαίνει σε
καλό και αυτό είναι πλέον φανερό. Τι άλλο πρέπει να συμβεί για να αλλάξει;
Ο καθηγητής λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας έκανε λάθος παραλληλίζοντας την
εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου με τη σημερινή συγκυρία. Εκανε ακόμη μεγαλύτερο
λάθος ζητώντας από τους πολίτες να ακολουθήσουν το παράδειγμα των προγόνων
ογδόντα χρόνια πριν. Είναι απλοϊκή σκέψη, είναι υπεκφυγή και είναι κρίμα. Γιατί ο Σ. Τσιόδρας
εξασφάλισε τεράστια κοινωνική αποδοχή και τη στήριξη όλων των κομμάτων της
αντιπολίτευσης, κάτι καθόλου σύνηθες στη δημόσια ζωή, τον καιρό της καραντίνας.
Δεν μίλησε ως γιατρός. Μίλησε ως σύμβουλος του
πρωθυπουργού. Μακάρι την επόμενη φορά να μιλήσει ως
επιστήμονας.