Αθεράπευτο το ΕΣΥ με τις χημειοθεραπείες

Κάθε χρόνο, τα τελευταία δέκα μνημονιακά έτη, οι πετσοκομμένοι προϋπολογισμοί στη φαρμακευτική περίθαλψη των ασθενών έκαναν τους βαριά πάσχοντες «μπαλάκι» μεταξύ των εκάστοτε ηγεσιών του υπουργείου Υγείας και των μνημονιακών απαιτήσεων, που άλλοτε τους έστελναν να βρουν τα φάρμακά τους στα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ κι άλλοτε στα ήδη πολυάσχολα και υποστελεχωμένα φαρμακεία των νοσοκομείων και χωρίς διαχρονικά να έχει προβλεφθεί επιπλέον κονδύλι για τα φάρμακα υψηλού κόστους (ΦΥΚ).

Μετά το βέτο της τρόικας επί υπουργίας Λοβέρδου για μη διάθεση των φαρμάκων για τους βαριά πάσχοντες μέσω της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης από τα ιδιωτικά φαρμακεία και λόγω της υποχρηματοδότησης των νοσοκομείων, οι ασφαλισμένοι στήνονταν στις ουρές των φαρμακείων του ΕΟΠΥΥ επί ώρες για να πάρουν τις απαραίτητες θεραπείες.

Το καλοκαίρι του 2015, με απόφαση της τότε πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υγείας, αποφασίστηκε οι άνθρωποι αυτοί να απευθύνονται ξανά στα νοσοκομεία για τις θεραπείες τους.

Ομως, οι ήδη ανεπαρκείς προϋπολογισμοί των δημόσιων νοσοκομείων, που επιβαρύνθηκαν επιπλέον με τη δαπάνη για τα φάρμακα υψηλού κόστους, εξαντλούνταν περί τα τέλη του καλοκαιριού, με αποτέλεσμα την εμφάνιση φαινομένων όπως το πρόσφατο της διακοπής των προγραμμάτων χημειοθεραπειών σε δύο πανεπιστημιακά νοσοκομεία: Λάρισας και «Αττικόν».

Δεκάδες ογκολογικοί ασθενείς, για άλλη μια φορά, ειδοποιήθηκαν να μην προσέλθουν στα προγραμματισμένα ραντεβού τους, χωρίς να τους παρέχεται ενημέρωση για το πότε θα πραγματοποιηθούν οι κρίσιμες για την πορεία της υγείας τους συνεδρίες.

Τότε, το 2015, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας έσπευδε, όπως και τώρα, να αυξήσει το όριο πιστώσεων στα νοσοκομεία για να... βγει ο χρόνος και να αποφευχθεί η ταλαιπωρία των καρκινοπαθών. Το πάθημα έγινε μάθημα φαίνεται και πέρυσι ήταν η πρώτη χρονιά που τέτοια φαινόμενα δεν εμφανίστηκαν.

Φυσικά, χρειάστηκε πάλι να αυξηθεί το όριο πιστώσεων καθώς οι προϋπολογισμοί παρέμεναν χαμηλοί σε σχέση με τις ανάγκες των ασθενών, ωστόσο δεν διακόπηκαν χημειοθεραπείες, δεν ταλαιπωρήθηκε ο κόσμος, δεν προκλήθηκε ανασφάλεια. «Κάθε χρόνο επαναλαμβανόταν το ίδιο μοτίβο.

Εκτός από πέρυσι που δόθηκε εγκαίρως η αύξηση των πιστώσεων και για πρώτη φορά μετά την κρίση δεν είχαμε ελλείψεις των απαραίτητων φαρμάκων», λέει η Ζωή Γραμμάτογλου, συνταξιούχος εκπαιδευτικός, πρόεδρος και ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου Καρκινοπαθών, Εθελοντών, Φίλων και Ιατρών Αθηνών (ΚΕΦΙ).

Ξεχάστηκαν;

Φέτος, φαίνεται, η φρέσκια πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας αλλά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης... ξεχάστηκαν μέσα στην επικοινωνιακή καταιγίδα για «τολμηρό άλμα στο μέλλον προς όφελος πάντα των πολιτών», μετάλλαξη του υπουργείου Υγείας «από υπουργείο της απόγνωσης σε υπουργείο της ελπίδας» και συγκεκριμένα για τους βαριά πάσχοντες για «το ζήτημα των ουρών στα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, το οποίο πρέπει και θα αντιμετωπιστεί άμεσα» ακόμα και με την κατ’ οίκον διανομή φαρμάκων!

Την ώρα δηλαδή που η νέα κυβέρνηση διατυμπάνιζε όπου στεκόταν και βρισκόταν ότι θα λύσει το θέμα της ταλαιπωρίας ειδικά των ογκολογικών ασθενών, «Αττικόν» και Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας τηλεφωνούσαν σε καρκινοπαθείς ότι ακυρώνονται οι χημειοθεραπείες τους! «Είχαμε εκλογές, είχαν άλλες προτεραιότητες, δεν το πήραν ζεστά;» διερωτάται η πρόεδρος του ΚΕΦΙ και προσθέτει: «Ιδού τα αποτελέσματα».

Για να κατανοήσουμε το μέγεθος της αναστάτωσης που προκαλεί η ελλιπής χρηματοδότηση των νοσοκομείων, μόνο το «Αττικόν» πραγματοποιεί ημερησίως 30-40 χημειοθεραπείες, εξηγεί στην «Εφ.Συν.» ο Γιώργος Σιδέρης, νοσοκομειακός γιατρός, αντιπρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων Νοσοκομείου «Αττικόν». «Το πρόβλημα που προέκυψε αφορούσε δέκα ασθενείς κάθε μέρα» προσθέτει.

Ο ίδιος αριθμός ασθενών επηρεάστηκε και στη Λάρισα: 10 τη μέρα. Από τις 19/9 που διακόπηκαν οι συνεδρίες, κάθε μέρα που περνά και μέχρι το πρόγραμμα να επανέλθει στην κανονικότητά του...

«Δεν καταλαβαίνει κανείς την ψυχολογία ενός ανθρώπου που κάνει χημειοθεραπείες και όταν του τις σταματάς το άγχος που τον καταλαμβάνει. Είναι κάτι το ασύλληπτο», περιγράφει στην «Εφ.Συν.» η 50χρονη Ευαγγελία Μ., που περνάει τον Γολγοθά του καρκίνου του μαστού και των ακυρωμένων συνεδριών στο «Αττικόν».

Κατόπιν αυτών, ο υπουργός Υγείας έσπευσε να αυξήσει το όριο πιστώσεων για τα φάρμακα στους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων κατά 54,2 εκατομμύρια, που κατά την εκτίμηση της Αριστοτέλους «θα καλύψουν, μεταξύ άλλων, και τις ανάγκες προμήθειας ογκολογικών φαρμάκων, για την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση των ασθενών».

Από την επόμενη εβδομάδα τα δύο πανεπιστημιακά νοσοκομεία -«Αττικόν» και Λάρισας- σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας θα αρχίσουν να ειδοποιούν τους ογκολογικούς ασθενείς τους για τον προγραμματισμό των συνεδριών τους.

Παράλληλα, η ηγεσία του υπουργείου Υγείας ζήτησε «από τις διοικήσεις των νοσοκομείων εβδομαδιαία ενημέρωση για τις σχετικές πιστώσεις φαρμάκων», προφανώς για να μην την ξαναπατήσει.

«Η φθίνουσα επικίνδυνα χρηματοδότηση των νοσοκομείων από τον κρατικό προϋπολογισμό, τα τελευταία 10 χρόνια, οδηγεί και στην έλλειψη φαρμάκων και αναλώσιμων», τονίζει μιλώντας στην «Εφ.Συν.» ο Ηλίας Σιώρας, καρδιολόγος, πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων της ναυαρχίδας του ΕΣΥ «Ευαγγελισμός» και αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του μεγαλύτερου πρωτοβάθμιου σωματείου νοσοκομειακών γιατρών της χώρας, ΕΙΝΑΠ.

«Κάθε Ιούνιο καλούμε για έκτακτη επιχορήγηση πριν έρθει το φθινόπωρο και αποκαλυφθεί η γύμνια. Οι κυβερνήσεις, και η σημερινή, χορηγούν... αέρα, δηλαδή πιστώσεις και όχι άμεση επιχορήγηση για να καλυφθούν οι ανάγκες των αρρώστων», σημειώνει.

Οπου φτωχός κι η μοίρα του

Τα λαϊκά στρώματα είναι αυτά που κυρίως πλήττονται από τους προϋπολογισμούς λιτότητας. «Το θέμα δεν είναι ότι δεν έχει φάρμακα το κράτος. Είναι ότι ξεμένουν από χρήματα τα νοσοκομεία και ταλαιπωρείται ο φτωχός κόσμος», λέει η Ζωή Γραμματόγλου.

Στον αντίποδα των ανθρώπων που καταφεύγουν στο δημόσιο σύστημα υγείας, οι έχοντες, που απευθύνονται στις ιδιωτικές κλινικές για τις θεραπείες τους, εξηγεί, βρίσκουν τα φάρμακά τους μέσω του ΕΟΠΥΥ.

Οι ιδιωτικές κλινικές μαζεύουν τα παραπεμπτικά των δικών τους ογκολογικών ασθενών, απευθύνονται στον ΕΟΠΥΥ και λαμβάνουν τα φάρμακα. «Δεν έχασε κανείς τη χημειοθεραπεία του μέσω ΕΟΠΥΥ ή ιδιωτικής κλινικής», προσθέτει.

«Επομένως, γιατί δεν κάνουν το ίδιο τα δημόσια νοσοκομεία όταν τελειώνει η χρηματοδότηση;» διερωτάται η πρόεδρος του ΚΕΦΙ.

Οσον αφορά τη διάθεση των φαρμάκων από τα ιδιωτικά φαρμακεία, που έχει υποσχεθεί η νέα κυβέρνηση, οι ασθενείς λένε ναι.

«Εμάς ως ασθενείς μας εξυπηρετεί να μπορούμε να προμηθευόμαστε όλα τα απαραίτητα για την υγεία μας φάρμακα από τα φαρμακεία της γειτονιάς», λέει η Ζ. Γραμματόγλου και εκτιμά ότι οι υποσχέσεις περί αποστολής των φαρμάκων στο σπίτι από τη νέα κυβέρνηση είναι περιττές και υπερβολικές τη στιγμή που οι άνθρωποι θα μπορούν να προμηθεύονται τα φάρμακά τους από τα φαρμακεία της γειτονιάς.

Εξαιρούνται, βεβαίως, οι περιπτώσεις ασθενών που διαμένουν σε δύσβατες και δυσπρόσιτες περιοχές, οι οποίοι ήδη με ρύθμιση της προηγούμενης κυβέρνησης λαμβάνουν τα φάρμακά τους στο σπίτι.

Αξιο αναφοράς είναι και το γεγονός ότι η νέα κυβέρνηση, παρά τον σωτήριο ρόλο που αποδίδει στον εαυτό της σε όλους τους τομείς, κι ενώ πλησιάζει η κατάθεση των προϋπολογισμών του 2020, δεν έχει προβεί σε καμία δέσμευση για τη χρηματοδότηση του πολύπαθου χώρου της Υγείας. Κοντός ψαλμός αλληλούια.


Πηγή / Εντυπη Έκδοση της ΕΦ.ΣΥΝ / Ντάνι Βέργου /

Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 14/06/2013 - 23:54