Κ.Κ.Ε.(μ-λ) : Νέα συμφωνία: άλλος ένας προσωρινός συμβιβασμός. Ο μόνος που δεν πρέπει να χαίρεται είναι ο ελληνικός λαός
Η νέα συμφωνία, που περιχαρής η κυβέρνηση θεωρεί επιτυχία της, αποτελεί έναν προσωρινό συμβιβασμό των ιμπεριαλιστών-δανειστών στο ακανθώδες ζήτημα του ελληνικού δημόσιου χρέους που, προς το παρόν, διατηρεί την ελληνική οικονομία και τη χώρα στην… μηχανική υποστήριξη του Μηχανισμού «Στήριξης» (ΕSM) και της αναμενόμενης δόσης. Κι αυτό γιατί μία στάση πληρωμών ή μία επανάληψη του 2015 –στις δεδομένες συνθήκες όξυνσης του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, αλλά και της κρίσης που δεν έχει ξεπεραστεί– δεν συμφέρει κανένα μέρος στις δυο μεριές του Ατλαντικού.
Παραμένει ως τεχνικός σύμβουλος το ΔΝΤ αρχικά, ώστε να λυθούν τα πολιτικά προβλήματα που θα προέκυπταν αν το ΔΝΤ έμενε έξω από τη συμφωνία. Ωστόσο, η οικονομική στήριξη του νέου προγράμματος από το ΔΝΤ παραμένει ασαφής, ενώ η καρικατούρα «προληπτικής γραμμής στήριξης» των δύο δισ. ευρώ το 2018 (και… βλέπουμε) κάθε άλλο παρά λύνει το ζήτημα της ουσιαστικής συμμετοχής του Ταμείου στο μέλλον. Αντίθετα, η ΕΕ εξακολουθεί να είναι «όμηρος» της έκθεσης για τη βιωσιμότητα του χρέους που το Ταμείο θα εκπονήσει το 2018, εκφράζοντας φυσικά τις αμερικάνικες πιέσεις στους ευρωπαίους «συμμάχους».
Ο συμβιβασμός ανάμεσα σε Γερμανία και Γαλλία, έτσι όπως εκφράζεται στην απόφαση για πιθανή επιμήκυνση των δανείων του προσωρινού μηχανισμού στήριξης από 0 έως 15 χρόνια αλλά και στη σύνδεση της εξυπηρέτησης του χρέους με τους ρυθμούς ανάπτυξης, είναι ζητήματα που η εφαρμογή τους στην πράξη θα κριθεί από πολλούς –αστάθμητους προς το παρόν– παράγοντες. Αποτελούν, επίσης, καρικατούρες μίας δήθεν μεσοπρόθεσμης ρύθμισης του χρέους που η κυβέρνηση ζητούσε.
Το άλλο «δώρο» της κυβέρνησης από τους δανειστές-ιμπεριαλιστές, δηλαδή η παραδοχή μικρότερων πλεονασμάτων μέχρι 2% μετά το 2018, πέρα από το ότι σημαίνει συνέχιση της άγριας πολιτικής αφαίμαξης του λαϊκού εισοδήματος και ισοπέδωσης ολόκληρων κοινωνικών τομέων, δεν αποτελεί μία «παραχώρηση», αλλά μία πιο «ρεαλιστική απαίτηση» από μεριάς των ευρωπαίων ιμπεριαλιστών και απέναντι στο ΔΝΤ και απέναντι στη δυνατότητα του ελληνικού λαού να… παράγει πλεονάσματα σε βάρος των ζωτικών του δικαιωμάτων.
Δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντισταθμίσει πάγιες ικεσίες της αστικής τάξης της χώρας –που αυτή την περίοδο εκφράζονται μέσω των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ– τόσο για τη μείωση του χρέους (από την οποία η κυβέρνηση παραιτείται ουσιαστικά) όσο και για τη συμμετοχή στη λεγόμενη ποσοτική χαλάρωση και στο πρόγραμμα αγοράς ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ. Η δε καρικατούρα της «προληπτικής γραμμής στήριξης» που υπόσχεται το ΔΝΤ αποτελεί πολύ ισχνή πριμοδότηση της εξόδου της χώρας στις χρηματαγορές. Ζήτημα, βέβαια, για το οποίο εκφράζονται αλληλοσυγκρουόμενες εκτιμήσεις μέσα στις τάξεις των ευρωπαίων ιμπεριαλιστών.
Σε κάθε περίπτωση, ο «θαυμασμός» Αμερικάνων και Ευρωπαίων δυναστών για τις θυσίες που κάνει ο ελληνικός λαός, όχι μόνο δεν κρύβει μία χαλάρωση της επίθεσης, αλλά, αντίθετα, προμηνύει νέα έντασή της, και πολύ περισσότερο όταν –μετά από αυτόν τον προσωρινό συμβιβασμό– η αντιπαράθεσή τους θα συνεχιστεί, και όχι μόνο στο πεδίο της οικονομίας.
Το γεγονός ότι από τα 7,7 δισ. της δόσης τα 6,9 δισ. θα πάνε για την εξυπηρέτηση του χρέους και τα υπόλοιπα προς την ελληνική οικονομία και σε λειτουργικούς τομείς της χώρας (και αυτά με υπο-δόσεις και ύστερα από τεχνικές εκθέσεις)δείχνει το ποιόν του αφηγήματος της δήθεν «ανάπτυξης» που τα κυβερνητικά επιτελεία συντηρούν και διαδίδουν. Η εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και Ανάπτυξης που υπονοεί η απόφαση του Eurogroup, σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί αυτήν την κατάσταση πραγμάτων και θα επισυμβεί στο έδαφος των μηδενικών εργασιακών δικαιωμάτων.
Μόνο η ένταση της λαϊκής πάλης, η αποδέσμευση από λογικές και προτάσεις μίας «άλλης διαχείρισης» του χρέους, η ενίσχυση και ο συντονισμός των εστιών αντίστασης, η κοινή δράση ενάντια στην μεγαλύτερη πρόσδεση της χώρας στους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς των ιμπεριαλιστών (που πλασάρονται ως πιθανά αντισταθμιστικά οφέλη –βλέπε Καμένος– ενώ οδηγούν σε ακόμη μεγαλύτερους κύκλους θυσιών και καταστροφών) συγκροτούν τη μόνη απάντηση που μπορεί να δώσει η εργατική τάξη και ο λαός: για την ανακοπή της βάρβαρης επίθεσης και τη δρομολόγηση πολιτικών εξελίξεων που θα αναιρούν την αντιδραστική στροφή στα πολιτικά πράγματα την ένταση της φασιστικοποίησης της δημόσια ζωής, τη λεηλασία της ζωής και των δικαιωμάτων μας.
Παραμένει ως τεχνικός σύμβουλος το ΔΝΤ αρχικά, ώστε να λυθούν τα πολιτικά προβλήματα που θα προέκυπταν αν το ΔΝΤ έμενε έξω από τη συμφωνία. Ωστόσο, η οικονομική στήριξη του νέου προγράμματος από το ΔΝΤ παραμένει ασαφής, ενώ η καρικατούρα «προληπτικής γραμμής στήριξης» των δύο δισ. ευρώ το 2018 (και… βλέπουμε) κάθε άλλο παρά λύνει το ζήτημα της ουσιαστικής συμμετοχής του Ταμείου στο μέλλον. Αντίθετα, η ΕΕ εξακολουθεί να είναι «όμηρος» της έκθεσης για τη βιωσιμότητα του χρέους που το Ταμείο θα εκπονήσει το 2018, εκφράζοντας φυσικά τις αμερικάνικες πιέσεις στους ευρωπαίους «συμμάχους».
Ο συμβιβασμός ανάμεσα σε Γερμανία και Γαλλία, έτσι όπως εκφράζεται στην απόφαση για πιθανή επιμήκυνση των δανείων του προσωρινού μηχανισμού στήριξης από 0 έως 15 χρόνια αλλά και στη σύνδεση της εξυπηρέτησης του χρέους με τους ρυθμούς ανάπτυξης, είναι ζητήματα που η εφαρμογή τους στην πράξη θα κριθεί από πολλούς –αστάθμητους προς το παρόν– παράγοντες. Αποτελούν, επίσης, καρικατούρες μίας δήθεν μεσοπρόθεσμης ρύθμισης του χρέους που η κυβέρνηση ζητούσε.
Το άλλο «δώρο» της κυβέρνησης από τους δανειστές-ιμπεριαλιστές, δηλαδή η παραδοχή μικρότερων πλεονασμάτων μέχρι 2% μετά το 2018, πέρα από το ότι σημαίνει συνέχιση της άγριας πολιτικής αφαίμαξης του λαϊκού εισοδήματος και ισοπέδωσης ολόκληρων κοινωνικών τομέων, δεν αποτελεί μία «παραχώρηση», αλλά μία πιο «ρεαλιστική απαίτηση» από μεριάς των ευρωπαίων ιμπεριαλιστών και απέναντι στο ΔΝΤ και απέναντι στη δυνατότητα του ελληνικού λαού να… παράγει πλεονάσματα σε βάρος των ζωτικών του δικαιωμάτων.
Δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντισταθμίσει πάγιες ικεσίες της αστικής τάξης της χώρας –που αυτή την περίοδο εκφράζονται μέσω των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ– τόσο για τη μείωση του χρέους (από την οποία η κυβέρνηση παραιτείται ουσιαστικά) όσο και για τη συμμετοχή στη λεγόμενη ποσοτική χαλάρωση και στο πρόγραμμα αγοράς ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ. Η δε καρικατούρα της «προληπτικής γραμμής στήριξης» που υπόσχεται το ΔΝΤ αποτελεί πολύ ισχνή πριμοδότηση της εξόδου της χώρας στις χρηματαγορές. Ζήτημα, βέβαια, για το οποίο εκφράζονται αλληλοσυγκρουόμενες εκτιμήσεις μέσα στις τάξεις των ευρωπαίων ιμπεριαλιστών.
Σε κάθε περίπτωση, ο «θαυμασμός» Αμερικάνων και Ευρωπαίων δυναστών για τις θυσίες που κάνει ο ελληνικός λαός, όχι μόνο δεν κρύβει μία χαλάρωση της επίθεσης, αλλά, αντίθετα, προμηνύει νέα έντασή της, και πολύ περισσότερο όταν –μετά από αυτόν τον προσωρινό συμβιβασμό– η αντιπαράθεσή τους θα συνεχιστεί, και όχι μόνο στο πεδίο της οικονομίας.
Το γεγονός ότι από τα 7,7 δισ. της δόσης τα 6,9 δισ. θα πάνε για την εξυπηρέτηση του χρέους και τα υπόλοιπα προς την ελληνική οικονομία και σε λειτουργικούς τομείς της χώρας (και αυτά με υπο-δόσεις και ύστερα από τεχνικές εκθέσεις)δείχνει το ποιόν του αφηγήματος της δήθεν «ανάπτυξης» που τα κυβερνητικά επιτελεία συντηρούν και διαδίδουν. Η εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και Ανάπτυξης που υπονοεί η απόφαση του Eurogroup, σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί αυτήν την κατάσταση πραγμάτων και θα επισυμβεί στο έδαφος των μηδενικών εργασιακών δικαιωμάτων.
Μόνο η ένταση της λαϊκής πάλης, η αποδέσμευση από λογικές και προτάσεις μίας «άλλης διαχείρισης» του χρέους, η ενίσχυση και ο συντονισμός των εστιών αντίστασης, η κοινή δράση ενάντια στην μεγαλύτερη πρόσδεση της χώρας στους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς των ιμπεριαλιστών (που πλασάρονται ως πιθανά αντισταθμιστικά οφέλη –βλέπε Καμένος– ενώ οδηγούν σε ακόμη μεγαλύτερους κύκλους θυσιών και καταστροφών) συγκροτούν τη μόνη απάντηση που μπορεί να δώσει η εργατική τάξη και ο λαός: για την ανακοπή της βάρβαρης επίθεσης και τη δρομολόγηση πολιτικών εξελίξεων που θα αναιρούν την αντιδραστική στροφή στα πολιτικά πράγματα την ένταση της φασιστικοποίησης της δημόσια ζωής, τη λεηλασία της ζωής και των δικαιωμάτων μας.