50 χρόνια από τη μαύρη επέτειο
Του Χρήστου Σταμόπουλου
Σαν σήμερα - 21 Απριλίου – πριν σαράντα χρόνια, μαθητούδια της ΣΤ’ Δημοτικού, με το που μπήκαμε στην τάξη, δεχτήκαμε απ’ τον δάσκαλό μας την ερώτηση αν μάθαμε «τι έγινε απόψε;».
Η Κατερίνα, καλύτερα ενημερωμένη απ’ όλους μας, απάντησε κοφτά: «ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ». Ο δάσκαλος όμως διόρθωσε: «Στρατιωτικός Νόμος»!
΄΄Στρατιωτικός Νόμος΄΄ και ΄΄Επανάσταση΄΄ (!!) ήταν οι δύο ονομασίες που έδωσε επίσημα στο πραξικοπηματικό και ανελεύθερο καθεστώς που εγκαθίδρισε για εφτά χρόνια στη χώρα μας η χούντα των συνταγματαρχών.
Η «εθνοσωτήριος 21ηΑπριλίου 1967», που η Ελλάδα ξύπνησε με τα τανκς στους δρόμους, τα στρατιωτικά εμβατήρια να παιανίζουν στα ραδιόφωνα (η τηλεόραση, τουλάχιστο στην επαρχία, ήταν άγνωστη ακόμα) και τον λαό της στον γύψο, προστέθηκε ως τρίτη εθνική επέτειος δίπλα σ’ εκείνες της 25ηςΜαρτίου και 28ηςΟκτωβρίου! Τόσο μεγάλη ιδέα είχε η χούντα για τον εαυτό της.
Ο ατυχής φοίνικας, το μυθικό πουλί που αναγεννάται απ’ τις στάχτες του, μαζί με τον ένοπλο έλληνα φαντάρο, «φύλακα – φρουρό των οσίων της φυλής μας», έγινε το ΄΄εθνόσημο΄΄ των δικτατόρων. Ο λαός όμως του έδωσε άλλο όνομα: το όρνιο της χούντας!
Το δε «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια» υπήρξε η ιδεολογική προμετωπίδα της εφτάχρονης χουντικής δικτατορίας. Πατριδοκαπηλία, εκκλησιαστικός σκοταδισμός και ανυπόφορος συντηρητισμός, όπως συμβαίνει σε κάθε σχεδόν αντιδραστικό και οπισθοδρομικό καθεστώς. Για να θεμελιώσει πολιτικά η χούντα το αντιλαϊκό και ανελεύθερο καθεστώς της ενδιαφέρθηκε πρωτίστως να κάψει τα μυαλά των ανθρώπων και ιδίως των νέων.
Καθεστώς βίας
Η χούντα, στη διάρκεια της υπερεφτάχρονης εξουσίας της, κατάργησε την κοινοβουλευτική δημοκρατία, τις εκλογές, τα κόμματα και το Σύνταγμα. Έφτιαξε δικούς της θεσμούς, νόμους και συντάγματα. Αλλά κυρίως κατάργησε τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών, έστω στο βαθμό που προϋπήρχαν.
Κατάργησε τις συγκεντρώσεις πάνω από δύο άτομα! Οι φυλακές και τα ξερονήσια, που είχαν ΄΄δοξασθεί΄΄ στη μετεμφυλιακή Ελλάδα των κυβερνήσεων του κέντρου, του Παπάγου και του Καραμανλή, ξανάνοιξαν και γέμισαν και πάλι. Τους κομμουνιστές κι άλλους αριστερούς αγωνιστές, που πολλοί απ’ αυτούς μόλις είχαν απελευθερωθεί, ακολούθησαν τώρα στους νέους τόπους εξορίας και φυλακών κι άλλοι Έλληνες πατριώτες και δημοκράτες.
Παρθένι και Λακκί Λέρου, Ανάφη, Άη Στράτης κι άλλα ξερονήσια έγιναν οι τόποι εξορίας. Κέρκυρας, Αβέρωφ, Αίγινας οι γνωστότερες απ’ τις φυλακές που κρατούνταν οι δεσμώτες της χούντας. Ενώ το περιβόητο κολαστήριο τους ΕΑΤ /ΕΣΑ υπήρξε ο φρικτότερος τόπος βασανιστηρίων για τους αντιπάλους του δικτατορικού καθεστώτος.
Με δύο λόγια η χούντα του Παπαδόπουλου και στη συνέχεια του Ιωαννίδηένα κομμάτι του ελληνικού λαού το φυλάκισε, ένα άλλο το βασάνισε, ενώ για το υπόλοιπο προσπάθησε να φυλακίσει τη σκέψη του ή να το βάλει στον γύψο με την απειλή του τρόμου.Βέβαια υπήρξαν κι όλοι εκείνοι, που σε διάφορα επίπεδα, εθελούσια υπηρέτησαν τη δικτατορία, από ιδεολογία ή από συμφέρον. Πολλοί απ’ αυτούς δεν ζήτησαν ποτέ συγγνώμη απ’ τον ελληνικό λαό, ενώ κάποιοι εξακολουθούν και σήμερα να κατέχουν αξιώματα!
Χωρίς κοινωνική βάση
Το καθεστώς της 21ηςΑπριλίου 1967 μπορεί να υπήρξε μια φασιστική δικτατορία, δεν μπόρεσε όμως ν’αποκτήσει λαϊκή βάση και αποδοχή. Γι’ αυτό έμοιαζε πολύ λιγότερο με τα προπολεμικά καθεστώτα του Χίτλερ και του Μουσολίνι, που είχαν κερδίσει μαζική κοινωνική βάση και στηρίχθηκαν σε φασιστικά κινήματα, και περισσότερο με τις λατινοαμερικάνικες χούντες της εποχής (απ’ όπου μας ήρθε και ο όρος χούντα), που ήταν αμερικανοκίνητες και λειτούργησαν ως όχημα για να δημιουργηθούν οι «χώρες – μπανανίες» στο δυτικό ημισφαίριο.
Ξενοκίνητη χούντα
Η ελληνική χούντα ήταν γέννημα – θρέμμα της μεταπολεμικής αμερικανοκρατίας στη χώρα μας. Καθοδηγήθηκε και επιβλήθηκε απ’ τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Ήταν προϊόν συνεργασίας ξένων και ντόπιων αντιδραστικών δυνάμεων. Επιβλήθηκε πραξικοπηματικά, επειδή η μεγάλη ανάπτυξη των δημοκρατικών αγώνων και οι επαπειλούμενες πολιτικές εξελίξεις δεν άρεσαν στους στυλοβάτες και τους κυρίαρχους της κολοβής και αυταρχικής προχουντικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ελλάδα. Ήθελαν την ανοιχτή δικτατορική εξουσία για να υπηρετηθούν καλύτερα τα συμφέροντά τους. Γι’ αυτό πριμοδότησαν και στήριξαν την ημίτρελλη παρέα των συνταγματαρχών (δεν υπάρχει δικτάτορας ή δικτατορίσκος που να μην διαθέτει ποσοστό τρέλας και παραλογισμού).
Η στάση της ελίτ
Όχι μόνο το ελληνικό κεφάλαιο, αλλά και οι άλλες ντόπιες ελίτ στην πλειοψηφία τους, αν δεν στήριξαν ανοιχτά, τουλάχιστον σιώπησαν και ανέχτηκαν τη δικτατορία, κυρίως τα πρώτα χρόνια της επιβολής της. Αυτή είναι η μαύρη αλήθεια.
Πολλοί αστοί πολιτικοί σιώπησαν και κάποιοι υπηρέτησαν ανοιχτά τη χούντα. Η κορυφή της Δικαιοσύνης δεν αντιστάθηκε (ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου Κ. Κόλλιας υπήρξε ο πρώτος πρωθυπουργός – μαριονέτα της χούντας). Γι’ αυτό πολλοί μίλησαν για «στρατιωτικο – δικαστική» χούντα.
Η κορυφή της Εκκλησίας ευλόγησε τη χούντα (Ο Χριστόδουλος, όπως ο ίδιος μαρτύρησε, εκείνη την εποχή απλώς ΄΄διάβαζε΄΄!). ενώ η Ακαδημία Αθηνών άκουσε με προσοχή και στο τέλος χειροκρότησε τον δικτάτορα!
Η παραπάνω συμπεριφορά των διάφορων ελίτ, όταν ο λαός δοκιμάζεται και τα δημοκρατικά δικαιώματα ποδοπατούνται, είναι πολύ διδακτική.
Το Πολυτεχνείο και το μήνυμά του
Μέσα σε συνθήκες απουσίας δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, ιδεολογικού ΄΄μεσαίωνα΄΄, πνευματικού – εκπαιδευτικού σκοταδισμού και γενικευμένης πολιτικής αδιαφορίας, αλλά με γενικευμένη την … ΄΄ποδοσφαιροφιλία΄΄, διήλθε η δική μου γενιά τα προεφηβικά και εφηβικά της χρόνια. Γι’ αυτό η εξέγερση του Πολυτεχνείου, που τράνταξε το καθεστώς της χούντας, είχε και την εσωτερική για μας διάσταση.
Προκάλεσε σεισμό στις συνειδήσεις μας.Όχι μόνο σ’ όσους από μας συμμετείχαμε στα γεγονότα, αλλά και γενικότερα στη νεολαία της εποχής εκείνης. Το πνεύμα αυτό της δημοκρατίας, της συμμετοχής, του αγώνα και της διεκδίκησης απόκτησε καθολικό σχεδόν χαρακτήρα τα επόμενα, τα μεταπολιτευτικά χρόνια.
Το εξεγερτικό πνεύμα του Πολυτεχνείου και γενικότερα της αντίστασης του ελληνικού λαού στην εφτάχρονη χουντική δικτατορία θα ζει και θα εμπνέει όσο υπάρχουν προβλήματα κι οι άνθρωποι θα θέλουν να ζουν ελεύθερα και δημιουργικά.
Επίκαιρα διδάγματα
Στη σημερινή Ελλάδα των μνημονίων και του νεοαποικιακού καθεστώτος, την Ελλάδα της κατακρεούργησης των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων του λαού και της εθνικής υποτέλειας, μπορεί η «κοινοβουλευτική μας δημοκρατία» να μην κινδυνεύει από στρατιωτική δικτατορία, ωστόσο όλο και πυκνώνουν οι «φωνές» που, ποντάροντας και στην απόσταση του χρόνου, επιδιώκουν, με ραφιναρισμένο τρόπο, αλλά και ξετσίπωτα (όπως οι ναζιφασίστες της Χρυσής Αυγής), την αποενοχοποίηση της χούντας. Στην πραγματικότητα επιδιώκουν ν’ αθωώσουν τις δυνάμεις που την επέβαλαν και τη στήριξαν. Ν’ αθωώσουν τη μήτρα που την γέννησε και την εξέθρεψε. Ν’ αθωώσουν τα μεγάλα συμφέροντα που τότε ωφελήθηκαν απ’ αυτήν και τώρα ωφελούνται μ’ άλλο πολίτευμα ή και με το μνημονιακό καθεστώς της νεοαποικιοκρατίας (χωρίς σε καμμιά περίπτωση να παραβλέπουμε τις διαφορές). Αυτούς επιδιώκουν ν’ αθωώσουν οι υπηρέτες τους, όταν μας καλούν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να δούμε ΄΄μ’ άλλο μάτι΄΄ τη χούντα. Προσπαθούν να μας πείσουν, ότι η επιβολή της χούντας και ο αγώνας του ελληνικού λαού και της νεολαίας του εναντίον της δεν διατηρούν καμμιά επικαιρότητα πλέον. Βλαπτικές πολιτικά είναι και οι ανούσιες μνημονεύσεις της μαύρης επετείου, που είναι αποσυνδεδεμένες απ’ τα σημερινά προβλήματα του λαού και τους αγώνες του (κυρίως αυτούς που αναπόφευκτα θα ξεσπάσουν).
Στις τωρινές συνθήκες του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, της καπιταλιστικής παγκοσμιοκρατίας, της παντοδυμίας των ΜΜΕ, των πολιτικών - υπαλλήλων του κεφαλαίου και των μεγαλύτερων δυνατοτήτων του για ασφυκτική ιδεολογική χειραγώγηση των πολιτών, των μνημονίων και της υποτέλειας, η επιβολή της χουντικής δικτατορίας και ο αγώνας εναντίον της διατηρούν και σήμερα, τηρουμένων των αναλογιών, ακέραιη την επικαιρότητά τους και στέλνουν καθαρά τα μηνύματά τους.
Σαν σήμερα - 21 Απριλίου – πριν σαράντα χρόνια, μαθητούδια της ΣΤ’ Δημοτικού, με το που μπήκαμε στην τάξη, δεχτήκαμε απ’ τον δάσκαλό μας την ερώτηση αν μάθαμε «τι έγινε απόψε;».
Η Κατερίνα, καλύτερα ενημερωμένη απ’ όλους μας, απάντησε κοφτά: «ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ». Ο δάσκαλος όμως διόρθωσε: «Στρατιωτικός Νόμος»!
΄΄Στρατιωτικός Νόμος΄΄ και ΄΄Επανάσταση΄΄ (!!) ήταν οι δύο ονομασίες που έδωσε επίσημα στο πραξικοπηματικό και ανελεύθερο καθεστώς που εγκαθίδρισε για εφτά χρόνια στη χώρα μας η χούντα των συνταγματαρχών.
Η «εθνοσωτήριος 21ηΑπριλίου 1967», που η Ελλάδα ξύπνησε με τα τανκς στους δρόμους, τα στρατιωτικά εμβατήρια να παιανίζουν στα ραδιόφωνα (η τηλεόραση, τουλάχιστο στην επαρχία, ήταν άγνωστη ακόμα) και τον λαό της στον γύψο, προστέθηκε ως τρίτη εθνική επέτειος δίπλα σ’ εκείνες της 25ηςΜαρτίου και 28ηςΟκτωβρίου! Τόσο μεγάλη ιδέα είχε η χούντα για τον εαυτό της.
Ο ατυχής φοίνικας, το μυθικό πουλί που αναγεννάται απ’ τις στάχτες του, μαζί με τον ένοπλο έλληνα φαντάρο, «φύλακα – φρουρό των οσίων της φυλής μας», έγινε το ΄΄εθνόσημο΄΄ των δικτατόρων. Ο λαός όμως του έδωσε άλλο όνομα: το όρνιο της χούντας!
Το δε «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια» υπήρξε η ιδεολογική προμετωπίδα της εφτάχρονης χουντικής δικτατορίας. Πατριδοκαπηλία, εκκλησιαστικός σκοταδισμός και ανυπόφορος συντηρητισμός, όπως συμβαίνει σε κάθε σχεδόν αντιδραστικό και οπισθοδρομικό καθεστώς. Για να θεμελιώσει πολιτικά η χούντα το αντιλαϊκό και ανελεύθερο καθεστώς της ενδιαφέρθηκε πρωτίστως να κάψει τα μυαλά των ανθρώπων και ιδίως των νέων.
Καθεστώς βίας
Η χούντα, στη διάρκεια της υπερεφτάχρονης εξουσίας της, κατάργησε την κοινοβουλευτική δημοκρατία, τις εκλογές, τα κόμματα και το Σύνταγμα. Έφτιαξε δικούς της θεσμούς, νόμους και συντάγματα. Αλλά κυρίως κατάργησε τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών, έστω στο βαθμό που προϋπήρχαν.
Κατάργησε τις συγκεντρώσεις πάνω από δύο άτομα! Οι φυλακές και τα ξερονήσια, που είχαν ΄΄δοξασθεί΄΄ στη μετεμφυλιακή Ελλάδα των κυβερνήσεων του κέντρου, του Παπάγου και του Καραμανλή, ξανάνοιξαν και γέμισαν και πάλι. Τους κομμουνιστές κι άλλους αριστερούς αγωνιστές, που πολλοί απ’ αυτούς μόλις είχαν απελευθερωθεί, ακολούθησαν τώρα στους νέους τόπους εξορίας και φυλακών κι άλλοι Έλληνες πατριώτες και δημοκράτες.
Παρθένι και Λακκί Λέρου, Ανάφη, Άη Στράτης κι άλλα ξερονήσια έγιναν οι τόποι εξορίας. Κέρκυρας, Αβέρωφ, Αίγινας οι γνωστότερες απ’ τις φυλακές που κρατούνταν οι δεσμώτες της χούντας. Ενώ το περιβόητο κολαστήριο τους ΕΑΤ /ΕΣΑ υπήρξε ο φρικτότερος τόπος βασανιστηρίων για τους αντιπάλους του δικτατορικού καθεστώτος.
Με δύο λόγια η χούντα του Παπαδόπουλου και στη συνέχεια του Ιωαννίδηένα κομμάτι του ελληνικού λαού το φυλάκισε, ένα άλλο το βασάνισε, ενώ για το υπόλοιπο προσπάθησε να φυλακίσει τη σκέψη του ή να το βάλει στον γύψο με την απειλή του τρόμου.Βέβαια υπήρξαν κι όλοι εκείνοι, που σε διάφορα επίπεδα, εθελούσια υπηρέτησαν τη δικτατορία, από ιδεολογία ή από συμφέρον. Πολλοί απ’ αυτούς δεν ζήτησαν ποτέ συγγνώμη απ’ τον ελληνικό λαό, ενώ κάποιοι εξακολουθούν και σήμερα να κατέχουν αξιώματα!
Χωρίς κοινωνική βάση
Το καθεστώς της 21ηςΑπριλίου 1967 μπορεί να υπήρξε μια φασιστική δικτατορία, δεν μπόρεσε όμως ν’αποκτήσει λαϊκή βάση και αποδοχή. Γι’ αυτό έμοιαζε πολύ λιγότερο με τα προπολεμικά καθεστώτα του Χίτλερ και του Μουσολίνι, που είχαν κερδίσει μαζική κοινωνική βάση και στηρίχθηκαν σε φασιστικά κινήματα, και περισσότερο με τις λατινοαμερικάνικες χούντες της εποχής (απ’ όπου μας ήρθε και ο όρος χούντα), που ήταν αμερικανοκίνητες και λειτούργησαν ως όχημα για να δημιουργηθούν οι «χώρες – μπανανίες» στο δυτικό ημισφαίριο.
Ξενοκίνητη χούντα
Η ελληνική χούντα ήταν γέννημα – θρέμμα της μεταπολεμικής αμερικανοκρατίας στη χώρα μας. Καθοδηγήθηκε και επιβλήθηκε απ’ τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Ήταν προϊόν συνεργασίας ξένων και ντόπιων αντιδραστικών δυνάμεων. Επιβλήθηκε πραξικοπηματικά, επειδή η μεγάλη ανάπτυξη των δημοκρατικών αγώνων και οι επαπειλούμενες πολιτικές εξελίξεις δεν άρεσαν στους στυλοβάτες και τους κυρίαρχους της κολοβής και αυταρχικής προχουντικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ελλάδα. Ήθελαν την ανοιχτή δικτατορική εξουσία για να υπηρετηθούν καλύτερα τα συμφέροντά τους. Γι’ αυτό πριμοδότησαν και στήριξαν την ημίτρελλη παρέα των συνταγματαρχών (δεν υπάρχει δικτάτορας ή δικτατορίσκος που να μην διαθέτει ποσοστό τρέλας και παραλογισμού).
Η στάση της ελίτ
Όχι μόνο το ελληνικό κεφάλαιο, αλλά και οι άλλες ντόπιες ελίτ στην πλειοψηφία τους, αν δεν στήριξαν ανοιχτά, τουλάχιστον σιώπησαν και ανέχτηκαν τη δικτατορία, κυρίως τα πρώτα χρόνια της επιβολής της. Αυτή είναι η μαύρη αλήθεια.
Πολλοί αστοί πολιτικοί σιώπησαν και κάποιοι υπηρέτησαν ανοιχτά τη χούντα. Η κορυφή της Δικαιοσύνης δεν αντιστάθηκε (ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου Κ. Κόλλιας υπήρξε ο πρώτος πρωθυπουργός – μαριονέτα της χούντας). Γι’ αυτό πολλοί μίλησαν για «στρατιωτικο – δικαστική» χούντα.
Η κορυφή της Εκκλησίας ευλόγησε τη χούντα (Ο Χριστόδουλος, όπως ο ίδιος μαρτύρησε, εκείνη την εποχή απλώς ΄΄διάβαζε΄΄!). ενώ η Ακαδημία Αθηνών άκουσε με προσοχή και στο τέλος χειροκρότησε τον δικτάτορα!
Η παραπάνω συμπεριφορά των διάφορων ελίτ, όταν ο λαός δοκιμάζεται και τα δημοκρατικά δικαιώματα ποδοπατούνται, είναι πολύ διδακτική.
Το Πολυτεχνείο και το μήνυμά του
Μέσα σε συνθήκες απουσίας δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, ιδεολογικού ΄΄μεσαίωνα΄΄, πνευματικού – εκπαιδευτικού σκοταδισμού και γενικευμένης πολιτικής αδιαφορίας, αλλά με γενικευμένη την … ΄΄ποδοσφαιροφιλία΄΄, διήλθε η δική μου γενιά τα προεφηβικά και εφηβικά της χρόνια. Γι’ αυτό η εξέγερση του Πολυτεχνείου, που τράνταξε το καθεστώς της χούντας, είχε και την εσωτερική για μας διάσταση.
Προκάλεσε σεισμό στις συνειδήσεις μας.Όχι μόνο σ’ όσους από μας συμμετείχαμε στα γεγονότα, αλλά και γενικότερα στη νεολαία της εποχής εκείνης. Το πνεύμα αυτό της δημοκρατίας, της συμμετοχής, του αγώνα και της διεκδίκησης απόκτησε καθολικό σχεδόν χαρακτήρα τα επόμενα, τα μεταπολιτευτικά χρόνια.
Το εξεγερτικό πνεύμα του Πολυτεχνείου και γενικότερα της αντίστασης του ελληνικού λαού στην εφτάχρονη χουντική δικτατορία θα ζει και θα εμπνέει όσο υπάρχουν προβλήματα κι οι άνθρωποι θα θέλουν να ζουν ελεύθερα και δημιουργικά.
Επίκαιρα διδάγματα
Στη σημερινή Ελλάδα των μνημονίων και του νεοαποικιακού καθεστώτος, την Ελλάδα της κατακρεούργησης των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων του λαού και της εθνικής υποτέλειας, μπορεί η «κοινοβουλευτική μας δημοκρατία» να μην κινδυνεύει από στρατιωτική δικτατορία, ωστόσο όλο και πυκνώνουν οι «φωνές» που, ποντάροντας και στην απόσταση του χρόνου, επιδιώκουν, με ραφιναρισμένο τρόπο, αλλά και ξετσίπωτα (όπως οι ναζιφασίστες της Χρυσής Αυγής), την αποενοχοποίηση της χούντας. Στην πραγματικότητα επιδιώκουν ν’ αθωώσουν τις δυνάμεις που την επέβαλαν και τη στήριξαν. Ν’ αθωώσουν τη μήτρα που την γέννησε και την εξέθρεψε. Ν’ αθωώσουν τα μεγάλα συμφέροντα που τότε ωφελήθηκαν απ’ αυτήν και τώρα ωφελούνται μ’ άλλο πολίτευμα ή και με το μνημονιακό καθεστώς της νεοαποικιοκρατίας (χωρίς σε καμμιά περίπτωση να παραβλέπουμε τις διαφορές). Αυτούς επιδιώκουν ν’ αθωώσουν οι υπηρέτες τους, όταν μας καλούν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να δούμε ΄΄μ’ άλλο μάτι΄΄ τη χούντα. Προσπαθούν να μας πείσουν, ότι η επιβολή της χούντας και ο αγώνας του ελληνικού λαού και της νεολαίας του εναντίον της δεν διατηρούν καμμιά επικαιρότητα πλέον. Βλαπτικές πολιτικά είναι και οι ανούσιες μνημονεύσεις της μαύρης επετείου, που είναι αποσυνδεδεμένες απ’ τα σημερινά προβλήματα του λαού και τους αγώνες του (κυρίως αυτούς που αναπόφευκτα θα ξεσπάσουν).
Στις τωρινές συνθήκες του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, της καπιταλιστικής παγκοσμιοκρατίας, της παντοδυμίας των ΜΜΕ, των πολιτικών - υπαλλήλων του κεφαλαίου και των μεγαλύτερων δυνατοτήτων του για ασφυκτική ιδεολογική χειραγώγηση των πολιτών, των μνημονίων και της υποτέλειας, η επιβολή της χουντικής δικτατορίας και ο αγώνας εναντίον της διατηρούν και σήμερα, τηρουμένων των αναλογιών, ακέραιη την επικαιρότητά τους και στέλνουν καθαρά τα μηνύματά τους.