Μία μικρή μαρτυρία από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου

Κόρη Δράκου γέννα

Εικόνα 1.: Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 1973 : Νύχτα σχεδόν 12.00 το βράδυ. Τα φώτα όλα σβηστά τόσο από τον δρόμο της Πατησίων όσο και από Στουρνάρη και Τοσίτσα… Μαύρο πολύ μαύρο, δεν έβλεπες τίποτα.

Δύο κοπέλες, νέες γύρω στα 18 – 19 χρονών ανεβασμένες στη βεράντα της Αρχιτεκτονικής βλέπουν έξω από την πύλη του Πολυτεχνείου ένα τεράστιο τανκ σταθμευμένο ακριβώς μπροστά..

-     Φοβάσαι? Η ερώτηση της μίας προς την άλλη,- Ναι, Εσύ? Απάντησε η μια στην άλλη. – Ναι και εγώ - Ξέρεις, θα μπούνε και πρέπει να προετοιμαστούμε γι’ αυτό γιατί είμαστε οι δύο μας, θα πρέπει να βρούμε κάποιον φοιτητή ή οικοδόμο, ή αγόρι τέλοσπάντων να είμαστε μαζί του γιατί είμαστε δύο κοπέλες μόνες… - Δεν θα μπούνε, ούτε οι Γερμανοί δεν τόλμησαν, αφού η Σύγκλητος το απαγόρεψε… η απάντηση της άλλης, - Θα μπούνε και θα παραμπούνε γιατί είναι φασίστες και σιγά μην τους σταματήσει η απόφαση της συγκλήτου.
Γι αυτό πρέπει να βάλουμε τα πόδια στο κεφάλι και να τρέξουμε όσο μπορούμε πιο πολύ να σωθούμε, εντάξει? – Εντάξει… - πρέπει να αφήσεις το μαδέρι που έχεις δέσει στο χέρι σου γιατί δεν θα σε βοηθήσει να τρέξεις,,, - Ναι, εντάξει..

                                            
Εικόνα 2. : Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 1973 : Έχουν σβήσει όπως είπαμε πιο πάνω όλα τα φώτα από τις πολυκατοικίες, τους δρόμους γύρω από το Πολυτεχνείο και δεν βλέπεις πολλά πράγματα, ένας μεγάλος μαύρος όγκος κινείται έξω από τα κάγκελα, είναι κυρίως στρατιώτες αλλά και ορισμένοι αστυνομικοί φανατικά εναντίον των «αναρχοκομουνιστών» νέων, που διαδηλώνουν για την ελευθερία, γιατί έχουν έρθει μπροστά ενώ τα τμήματά τους είναι ακόμη πίσω.

Οι δύο κοπέλες πηγαίνουν στην επιτροπή προπαγάνδας που είχε φτιαχτεί – στο τραπέζι πίσω από τα κάγκελα της Στουρνάρα όπου φτιάχνανε όλοι μαζί οι νέοι τα τρυκ και τα χαρτιά με τα αντιχουντικά συνθήματα που τα κολλούσαν οι υπόλοιποι νέοι που βρίσκονταν απέξω από τα κάγκελα, σ’ όλα τα αυτοκίνητα, τα τρόλλευ τα λεωφορεία, που περνούσαν από εκεί από το πρωί έως το απόγευμα.

Υπήρχε ένας τρελός ενθουσιασμός από την αδρεναλίνη λόγω της αντίστασης που έκαναν τα παιδιά, το οποίο γίνεται στον άνθρωπο ασυνείδητα όταν ξεπερνάει τους φόβους του και παλεύει για το δίκιο, πόσο μάλλον για την ελευθερία…   Αυτό ακριβώς είναι που πλημμύριζε τις ψυχές των παιδιών, των νέων που δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό…  γι’ αυτό στην ανθρωπότητα πάντα θα υπάρχει ελπίδα εφόσον υπάρχει Νεολαία…

Οι δύο κοπέλες δεν είχαν φύγει από την Τετάρτη το μεσημέρι, που είχαν αρχίσει να έρχονται από παντού, σχολεία, πανεπιστήμια κλπ νέοι και έμπαιναν στο Πολυτεχνείο. Μετά φτιάχτηκε ο ραδιοφωνικός σταθμός, τη Πέμπτη το απόγευμα αργά έγινε μία ανακοίνωση από την οργανωτική επιτροπή είχαν έρθει να συμμετάσχουν οι αγρότες από τα Μέγαρα, τεράστια επιφωνήματα χαράς, επίσης πολλοί νέοι οικοδόμοι με στύλους στα χέρια λέγοντας ότι δεν θα αφήσουμε να χτυπήσουν οι «μπάτσοι» τους φοιτητές μας.

Εκεί όποιος έζησε ζούσε πραγματικά αυτό το πράγμα που λέγεται ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ. Και όχι μόνο. Όταν ο άνθρωπος παλεύει ειδικά για αξίες πανανθρώπινες όπως είναι η ελευθερία και ειδικά όταν είσαι νέος τα συναισθήματα που σε γεμίζουν είναι απίστευτης ωραιότητας, είσαι έξω από τον εαυτό σου, έξω από την σκληρή πραγματικότητα και βρίσκεσαι σε ανάταση. Ο ένας βοηθούσε τον άλλον, όποιος δε, ρωτούσε το όνομά σου ήξερες ότι ήταν χαφιές της αστυνομίας.  Οι δύο κοπέλες ήδη οργανωμένες σε αντιστασιακή νεολαιίστικη οργάνωση ξέραν τους συνωμοτικούς κανόνες και εύκολα πρόσεχαν ποιοι τις πλησίαζαν.

Την Παρασκευή το απόγευμα όπου η οργανωτική επιτροπή δήλωσε στους νέους που είχαν κάνει τη κατάληψη ότι θα κλείδωναν τη πύλη και όποιος ήθελε να φύγει έπρεπε να το πράξει εκείνη τη στιγμή, και όποιος ήθελε να μείνει έπρεπε να σηκώσει ψηλά τη ταυτότητά του για να δηλώσει ότι θα μείνει μέχρι τέλους. Εκείνη τη στιγμή ήρθε αυτός που καθοδηγούσε από τη νεολαιίστικη οργάνωση τις δύο κοπέλες και τους είπε ότι πρέπει να αποχωρήσουν από το χώρο του Πολυτεχνείου διότι το συγκεκριμένο κόμμα θεωρεί ότι όλη αυτή η ιστορία ήταν προβοκάτσια της Χούντας. Οι δύο κοπέλες τον κοίταξαν περιφρονητικά και είπαν μαζί και οι δύο – Εμείς θα μείνουμε μέχρι το τέλος… Αυτός έφυγε λέγοντας ότι δεν θα είχαν θέση πια στην συγκεκριμένη οργάνωση διότι δεν υπάκουσαν στους πιο πάνω. (καμία σχέση αυτό ποτέ δεν ίσχυσε μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου). Οι δύο κοπέλες σήκωσαν ψηλά τη ταυτότητά τους.

Εικόνα 3. Μεσημέρι Τετάρτης 14 Νοεμβρίου 1973. Οι δύο κοπέλες πήγαν και βοήθησαν να φτιαχτεί η επιτροπή προπαγάνδας των φοιτητών.

Τι ήταν αυτό? Ένα μεγάλο ξύλινο τραπέζι από το χώρο της αρχιτεκτονικής που μεταφέρθηκε δίπλα στα κάγκελα και την είσοδο της Στουρνάρη από τη μέσα πλευρά φυσικά του Πολυτεχνείου. Εκεί με μαρκαδόρους άπειρους που είχε φέρει ο κόσμος και χαρτιά που είχαν πάρει από τις αίθουσες, φτιάχτηκαν άπειρα τρυκ, προκηρύξεις με συνθήματα εναντίον των συνταγματαρχών και των ΗΠΑ ζητώντας ελευθερία, και προτάσσοντας το βασικό σύνθημα ΨΩΜΙ, ΠΑΙΔΕΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.   Επίσης ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ, ΕΞΩ ΑΙ ΗΠΑ κ. άλλα

Δούλευαν ασταμάτητα μέχρι που έπεσε η νύχτα. Όλα αυτά τα τρυκ και οι προκηρύξεις τα έδιναν στους νέους που ήταν απ’ έξω από τα κάγκελα στο πεζοδρόμιο και αυτοί με τη σειρά τους τα κολλούσαν παντού….

Εκείνο που ως εικόνα δεν θα ξεχάσουν οι δύο κοπέλες είναι η εξής σκηνή, απ’ έξω είχαν έρθει και τα μικρά παιδιά ( ηλικίας δημοτικού) που ήταν φτωχά παιδιά λουστράκια. Η μία κοπέλα έδινε σ’ αυτό το συγκεκριμένο παιδάκι τα τρυκ που έφτιαχνε. Αυτό κράτησε τρείς ημέρες. Την Παρασκευή το απόγευμα που αποφάσισαν όσοι ήταν να μείνουν μέσα και είχε αρχίσει να βραδιάζει η κοπέλα έπιασε το μικρό αγόρι και τον έβαλε να της υποσχεθεί ότι τώρα πια θα πήγαινε σπίτι του και εάν το έκανε αυτό εκείνη θα του έδινε ένα ολόκληρο πακέτο με ωραίους και καινούργιους μαρκαδόρους και χαρτιά για να ζωγραφίσει στο σπίτι του. Εκείνος στην αρχή αντέδρασε, - όχι θέλω να μείνω κι εγώ της είπε, εκείνη όμως επέμεινε και τελικά του έδωσε τους μαρκαδόρους (όπου αυτός χάρηκε πολύ) και όντως έφυγε και πήγε σπίτι του… Ευτυχώς..

Εικόνα 4. Παρασκευή 16 Νοεμβρίου → Σάββατο 17 Νοεμβρίου 1973 ξημερώματα, Δεν βλέπουν πια τίποτα, όλα τα ηλεκτρικά φώτα σβηστά. Τραγουδάνε όλοι μαζί τον εθνικό μας ύμνο. Μετά βλέπουνε να παρατάσσονται οι στρατιώτες έξω από τη κεντρική πύλη. Αρχίζει να πέφτει το σύνθημα : στρατός λαός αδέλφια, οι δύο κοπέλες δεν το φωνάζουν.. Επίσης κάποια στιγμή φωνάζουν όλοι μαζί οι νέοι : Ανάψτε τα φώτα ! καμία απάντηση, καμία ανταπόκριση..

Και τέλος έρχεται το μακελειό. Το Τανκ κάνει εφόρμηση πάνω στη πύλη που βρίσκονται και πολλοί νέοι, τσαλακώνει σαν χαρτί τη πόρτα.. Τεράστιες κραυγές από τα παιδιά και τρέχουν όλοι προς τα μέσα έτσι γίνεται μία τρομακτική πίεση στις δύο πλαϊνές εισόδους από Στουρνάρη και Τοσίτσα. Τα κάγκελα από τη Στουρνάρη πέφτουν στο πεζοδρόμιο από την πίεση των παιδιών και οι πρώτοι νέοι που πηδάνε από το πεζούλι αρχίζουν να τρέχουν προς κάθε κατεύθυνση, τότε οι στρατιώτες αρχίζουν να βοηθούν τους νέους λέγοντάς τους που είναι οι αστυνομικοί που περιμένουν ως λύκοι με κλόμπ και πιστόλια όπου πυροβολούν κιόλας.

Εκεί παρόλο που οι δύο κοπέλες είναι πιασμένες χέρι χέρι και έχουν μόλις πηδήξει το πεζούλι, παρεμβάλλεται ένας κάκιστος μπάτσος ο οποίος προσπαθεί να πιάσει την μία κοπέλα που φοράει πόντσο και δεν μπορεί εύκολα να την ακινητοποιήσει, χωρίζονται οι δύο και από πίσω ακριβώς από την κοπέλα με το πόντσο έρχεται η αδελφή της η οποία του δίνει μία κλωτσιά στα «αχαμνά» ο μπάτσος διπλώνεται στα δύο αφήνοντας την κοπέλα και η αδελφή της την τραβάει με θάρρος και τρέχουν προς ένα στενό προς τα Εξάρχεια. Η άλλη κοπέλα που χωρίστηκε από την φίλη της τρέχει στην Στουρνάρη προς τα επάνω και κάνει το λάθος να στρίψει αριστερά στη Μπουμπουλίνας, εκεί όπως τρέχει βλέπει ξαφνικά μπροστά της από τη μία πλευρά μέχρι την άλλη του δρόμου έναν μαύρο όχλο να κινείται απέναντί της με τρομερές φωνές αλαλάζοντας και καταλαβαίνει ότι βρίσκεται μπροστά στον Χάρο.   Οι αστυνομικοί είναι με σηκωμένα χέρια με γκλόπ και πιστόλια ακριβώς μπροστά της. Σταματάει σαστισμένη και εκείνη την ώρα ως ο από μηχανής θεός ανοίγει η βαριά σιδερένια εξώπορτα μίας πολυκατοικίας στη Μπουμπουλίνας και την κυριολεκτικά αρπάζουν δύο αντρικά χέρια και την τραβάνε μέσα στην Πολυκατοικία κλείνοντας σε δευτερόλεπτα τη πόρτα.   Σώθηκε ! και μάλιστα βρήκε αυτόν τον άνδρα τέλοσπάντων, που έλεγε στη φίλη της, ο οποίος ήταν φοιτητής της Αρχιτεκτονικής, δεν γνώρισε ποτέ το όνομά του και δεν τον ξαναείδε ποτέ μετά από εκείνη τη βραδιά. Θυμάται μόνο τα υπέροχα σκούρα γαλανά του μάτια και ότι ήταν ψηλός και μελαχρινός.

Χτυπώντας τις πόρτες των διαμερισμάτων της πολυκατοικίας, όπου μόνο ένα διαμέρισμα άνοιξε τη πόρτα και έβαλε μέσα όλους τους νέους και νέες για δύο ώρες και μετά τους παρακάλεσαν να φύγουν αφού τους είχαν φτιάξει ροφήματα κι έτσι από τον φωταγωγό ανέβηκαν στην ταράτσα όπου από εκεί πήδηξαν στην διπλανή ταράτσα (ο νέος βοήθησε τη κοπέλα και πάλι) διότι εκεί υπήρχε ένα μικρό πλυσταριό και μπήκαν όλοι μέσα..

Ακούγονταν κραυγές, φωνές και τρομεροί θόρυβοι, πυροβολισμοί και κλάματα… Όλο το ξημέρωμα μέχρι τις 8.00 μείνανε μέσα στο πλυσταριό. Έτυχε μέσα στους νέους που κρύβονταν εκεί να βρίσκεται και ένα νέο ζευγάρι Εγγλέζων ο οποίος νέος ήταν δημοσιογράφος. Έτσι, η κοπέλα που ήξερε πολύ καλά αγγλικά του εξήγησε και έκανε μία περίληψη των όσων προϋπήρχαν από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, Νομική κλπ… του είπε την άποψή της για την αντίσταση της νεολαίας και του λαού και τον παρακάλεσε να γράψει τα πάντα το τι συνέβη και τι συμβαίνει στην Ελλάδα. Αυτός υποσχέθηκε να το κάνει. Κατά τις 10.00 το πρωϊ επειδή η κοπέλα είχε γνώσεις από παρανομία, είπε στα παιδιά ότι έπρεπε να κατέβουν από την πολυκατοικία με διαφορά 5 λεπτών ως ζευγάρια, χωρίς να βιάζονται ούτε να τρέχουν αλλά να περπατήσουν και να φύγουν σιγά σιγά.

Συμφώνησαν και έτσι σώθηκαν. Βγαίνοντας από την πολυκατοικία έτσι ακριβώς όπως είχαν συμφωνήσει, παρότι στα πρόσωπά τους φαινόταν τι είχαν περάσει την προηγούμενη βραδιά διότι ήταν υπερβολικά μουτζουρωμένοι στα πρόσωπα τα μάτια ήταν κόκκινα και δακρυσμένα από τα χημικά που είχαν δεχτεί και επίσης τα ρούχα ήταν σε δραματική κατάσταση. Οι αστυνομικοί που ήταν διάσπαρτοι παντού τους κοίταγαν και ήταν τόσο άγριοι που ήταν σαν να τους έλεγαν – την άλλη φορά θα σας πιάσουμε, τώρα παλιόπαιδα τη γλιτώσατε.. Τα «ζευγαράκια» όμως έφευγαν με κανονικό βήμα και ψηλά το κεφάλι.   Στις 12.00 αφού είχαν καθαρίσει από τα αίματα τον χώρο γύρω από το Πολυτεχνείο (διότι όταν κατέβηκαν στις 10.00 τα παιδιά, η Χούντα είχε φέρει τα πυροσβεστικά οχήματα και με τις μάνικες προσπαθούσαν να καθαρίσουν τους δρόμους από τα αίματα) εμφανίστηκαν ελικόπτερα με ελεύθερους σκοπευτές οι οποίοι πυροβολούσαν στις ταράτσες γύρω από το Πολυτεχνείο και όπου έβλεπαν νέους για να τους αναγκάσουν να κατέβουν και να τους συλλάβουν με την ησυχία τους. Όσοι νέοι δεν κατέβαιναν, ή τους πυροβολούσαν ή ανέβαιναν οι αστυνομικοί και τους συλλαμβάνανε.

Οι δύο κοπέλες μεγάλωσαν, δεν εγκατέλειψαν τα κινήματα, παρότι έκαναν και οι δύο οικογένειες.

Μπορώ εδώ να μιλήσω για την μία κοπέλα που σήμερα είναι μία μεσήλικας γυναίκα. Δεν μετανιώνει αλλά να είστε σίγουροι ότι έχει μια πικρόχολη γεύση στο στόμα. Και ποτέ δεν συμμετέχει στη πορεία του Πολυτεχνείου από τότε που η πορεία έγινε πανηγύρι, εναποθέτει όμως λίγα γαρύφαλλα κόκκινα πάντα στην πλαϊνή είσοδο του Πολυτεχνείου από Στουρνάρη για τα παιδιά που δεν τα κατάφεραν και βγήκαν από εκεί μετά από εκείνη.

Από την γενιά του Πολυτεχνείου αυτό που πάντα κρατάω είναι η ανιδιοτέλεια του αγώνα μας τότε και αυτό που μου είπε η μητέρα μου όταν μπήκα πια στο σπίτι (αφού όλες τις ημέρες του Πολυτεχνείου εκείνη κάθονταν στη βεράντα τυλιγμένη με μία κουβέρτα όλη την ημέρα αλλά και την νύχτα) – μπράβο κόρη μου, είσαι άξια κόρη του πατέρα σου και πήρες το βάπτισμα του πυρός… εγώ μετά ξέσπασα σε κλάματα έχοντας στα αυτιά μου επί μιάμιση εβδομάδα τους ήχους των συνθημάτων που φωνάζαμε σφηνωμένους μέσα στο μυαλό μου..








πηγή sxedio-b

Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 14/06/2013 - 23:54