Η τελευταία πράξη της Μικρασιατικής τραγωδίας
11 Σεπτεμβρίου 1922- Η επανάσταση στρατού και στόλου- Συλλήψεις και ανακρίσεις για τους υπεύθυνους της καταστροφής- Η Δίκη των Έξι
Tα ξημερώματα της 13ης Αυγούστου 1922 ξεκίνησε η γενική τουρκική επίθεση σε όλο το Μικρασιατικό Μέτωπο. Την πρώτη επίθεση δέχθηκαν οι ελληνικές δυνάμεις στο Αφιόν Καραχισάρ. Το Γ’ Σώμα Στρατού υποχρεώνεται να εκκενώσει το Δορύλαιο. Την επομένη υποχρεώνεται σε σύμπτυξη και το Α’ Σώμα Στρατού για να ακολουθήσει και το Β’.
Το Αφιόν Καραχισάρ καταλαμβάνεται από τις τουρκικές δυνάμεις. Αρχίζει η άτακτη υποχώρηση των ελληνικών δυνάμεων.
Στην Αθήνα η κυβέρνηση προσπαθεί να προετοιμάσει το λαό για το ενδεχόμενο αποχώρησης του Στρατού από τη Μικρά Ασία. Στην «Καθημερινή» δημοσιεύεται άρθρο του Γ. Α. Βλάχου με τίτλο «Οίκαδε» : «… Αύριον έρχεται το φθινόπωρον και μεθαύριον ο χειμών. Και η Ελλάς , δια λόγους σπουδαίους, δια λόγους αποβλέποντας εις την ιδίαν αυτής γαλήνην, έχει την υποχρέωσιν να διαχειμάση οίκαδε…».
Στις 19 Αυγούστου παραδίδεται στον τουρκικό στρατό το απόσπασμα που διοικούσαν οι μέραρχοι υποστράτηγος Δ. Δημαράς και συνταγματάρχης Π. Καλλιδόπουλος. Την ίδια μέρα ο Μουσταφά Κεμάλ διατάσσει τους άνδρες του: «Στρατιώτες, ο πρώτος σας στόχος είναι η Μεσόγειος. Εμπρός!».
Ένα εικοσιτετράωρο μετά παραδίδεται ο διοικητής του Α’ Σώματος Στρατού υποστράτηγος Νικόλαος Τρικούπης με 4.400 άνδρες. Ενδεικτικό της πλήρους σύγχυσης που επικρατούσε στις ελληνικές δυνάμεις είναι και το γεγονός ότι η κυβέρνηση των Αθηνών μη γνωρίζοντας ότι ο Τρικούπης έχει συλληφθεί αιχμάλωτος τον διόρισε αρχιστράτηγο στη θέση του Γ. Χατζανέστη.
Στις 27 Αυγούστου καταλαμβάνεται η Σμύρνη για να ακολουθήσει η σφαγή των χριστιανών και να μπει τέλος στην παρουσία του ελληνισμού της Ιωνίας.
Μετά την ήττα τα τμήματα του στρατού που παρέμειναν συγκροτημένα, συγκεντρώθηκαν στη Χερσόνησο της Ερυθραίας.
Από εκεί με την βοήθεια του στόλου διεκπεραιώθηκαν στη Χίο και τη Μυτιλήνη. Στους κύκλους των αξιωματικών έχουν ήδη αρχίσει συζητήσεις για την οργάνωση κινήματος που αποκρυσταλλώνονται στη Χίο και τη Μυτιλήνη στις 10 , 11 και 12 Σεπτεμβρίου.
Έλληνες στρατιώτες κατά την επιστροφή τους από την Μικρά Ασία
Επικεφαλής του κινήματος τίθενται δύο αξιωματικοί με μεγάλο κύρος που τους αποδέχεται όλο το Στράτευμα, ο βενιζελικός συνταγματάρχης των ευζώνων, Νικόλαος Πλαστήρας, ο αποκαλούμενος «μαύρος καβαλάρης» και ο ομοιόβαθμός του, μετριοπαθής φιλοβασιλικός, Στυλιανός Γονατάς . Στους επαναστάτες προσχωρεί και μεγάλο τμήμα του στόλου με επικεφαλής τον διοικητή της ναυτικής βάσης Χίου αντιπλοίαρχο Δημήτριο Φωκά.
Όλοι συμφωνούν πως άμεσα πρέπει να κατευθυνθούν στην Αθήνα, να την καταλάβουν, να καθαιρέσουν το βασιλιά Κωνσταντίνο, να παραπέμψουν σε δίκη και να τιμωρήσουν παραδειγματικά τους υπεύθυνους της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Η προκήρυξη των επαναστατών
Σ αυτό το πνεύμα συντάσσεται και η προκήρυξη που έριξε το στρατιωτικό αεροπλάνο που εμφανίστηκε στις 9.39 το πρωί της Τρίτης 13 Σεπτεμβρίου πάνω από την Αθήνα.Πλαστήρας- Γονατάς. Πίσω αριστερά ο Γεώργιος Παπανδρέου, πολιτικός σύμβουλος των επαναστατών.
Δέκα λεπτά αργότερα, ο ουρανός πάνω από το Σύνταγμα, την Ομόνοια και την οδό Σταδίου γέμισε από άσπρα χαρτιά σαν κόλλες αναφοράς. Η στρατιωτική επανάσταση του 1922, συνέπεια αλλά και αντίδραση στη μικρασιατική τραγωδία, είχε φτάσει και στην πρωτεύουσα. Οι διαβάτες που πήραν στα χέρια τους τα άσπρα χαρτιά διάβαζαν:
ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ
ΠΡΟΕΔΡΟΝ ΕΘΝΟΣΥΝΕΛΕΥΣΕΩΣ,
ΒΑΣΙΛΕΑ, ΔΙΑΔΟΧΟΝ,
ΠΡΟΕΔΡΟΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
Ο εν Μυτιλήνη και Χίω στρατός και στόλος μοι ανέθηκαν αυθορμήτως την ηγεσίαν αυτών, όπως διατυπώσω εν ονόματι των τας κάτωθι αξιώσεις, αν τη απολύτω πεποιθήσει ότι εις ταύτας είνε σύμφωνος και ο λοιπός στρατός και στόλος και ιδία ολόκληρος ο Ελληνικός Λαός, πλην ίσως ασημάντου μειοψηφίας, ουχί εξ ευγενών ελατηρίων, αντιφρονούσης.
Η σωτηρία της Πατρίδος και μόνη επιβάλλει τας αξιώσεις μας ταύτας:
1ον Παραίτησις του Βασιλέως χάριν της Πατρίδος υπέρ του Διαδόχου.
2ον Άμεσος διάλυσις της Εθνοσυνελεύσεως.
3ον Σχηματισμός Κυβερνήσεως αχρόου και εμπνεούσης εμπιστοσύνην εις την Αντάντ δια την ταχίστην και αμερόληπτον ενέργειαν εκλογών Εθνοσυνελεύσεως και την διαχείρισιν των εξωτερικών ζητημάτων, μέχρις ου ο λαός αποφασίση τελικώς δια των εκλογών περί της τύχης του.
4ον Άμεσος ενίσχυσις του Θρακικού μετώπου.
Ας επικρατήση και παρ’ υμίν ο αγνός πατριωτισμός προς αποσόβησιν αλληλοσπαραγμού και ταχυτέραν έναρξιν του έργου της εθνικής παλινορθώσεως , δι ης θα ανασταλή η πλήρης καταστροφή, προς ήν φερόμεθα, και θα επιτευχθή η σωτηρία της Πατρίδος.
Μυτιλήνη 11 Σεπτεμβρίου 1922
Σ. Γονατάς
Συνταγματάρχης
Η αμαχητί επικράτηση
Η Επανάσταση κυριάρχησε αμαχητί. Η κυβέρνηση του Νικ. Τριανταφυλλάκου πληροφορήθηκε το κίνημα από τις προκηρύξεις που ρίχτηκαν στην Αθήνα. Το ίδιο και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος. Οι προσπάθειες που κατέβαλαν να οργανώσουν αντίσταση εξοπλίζοντας τους επιστράτους, οι οποίοι είχαν παίξει καθοριστικό ρόλο στα γεγονότα του 1916, απέτυχαν.Ο στρατιωτικός διοικητής Αθηνών υποστράτηγος Γ. Κωνσταντινόπουλος στέλνει αγγελιοφόρους στα Μεσόγεια για να ξεσηκώσει τους κατοίκους, οι οποίοι στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι βασιλικοί. Αυτοί απαντούν πως με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση θα πάρουν τα όπλα και θα πολεμήσουν για τον «κουμπάρο τους τον Κώτσο» αλλά πρώτα πρέπει να τελειώσουν τον τρύγο!
Η εφημερίδα «Εμπρός» της 15ης Σεπτεμβρίου 1922 αναγγέλει την επικράτηση του κινήματος.
Ο Κωνσταντίνος καλεί τον πρώην αρχιστράτηγο Αναστάσιο Παπούλα και του ζητά να μεσολαβήσει στους επαναστάτες ώστε να παραμείνει στο θρόνο. Ο Παπούλας κατευθύνεται στο Λαύριο όπου ήδη έχουν φθάσει οι επαναστάτες και συναντά τα μέλη της Επαναστατικής Επιτροπής. Εκεί ακούει τον Πλαστήρα να του ξεκαθαρίζει : « Ο βασιλιάς όχι μόνο πρέπει να παραιτηθεί, αλλά και να φύγει αμέσως από την Ελλάδα».
Οι πρώτες συλλήψεις
Στην Αθήνα επικρατεί χάος. Ομάδες φιλοβασιλικών, που βλέπουν να χάνεται το έδαφος κάτω από τα πόδια τους, επιτίθενται και ξυλοκοπούν στους δρόμους βενιζελικούς αξιωματικούς, όπως τον απόστρατο υποστράτηγο Κολοκούβαρο.Πλαστήρας και Γονατάς εισέρχονται έφιπποι στην Αθήνα
Όμως την ίδια στιγμή κάνουν την εμφάνισή τους και οι ομάδες των βενιζελικών που συγκρότησε ο υποστράτηγος Θεόδωρος Πάγκαλος, ο οποίος είχε εγκατασταθεί στα γραφεία του «Ελευθέρου Βήματος» του Δημητρίου Λαμπράκη στην οδό Πανεπιστημίου 25. Πριν ακόμη μπουν στην πρωτεύουσα οι επαναστάτες αξιωματικοί, με εντολή μιας προσωρινής επαναστατικής επιτροπής, που αποτελούν ο Πάγκαλος οι απόστρατοι αξιωματικοί Μαζαράκης και Μελετόπουλος και από τον αντιβασιλικό δημοσιοϋπαλληλικό κόσμο ο Αλ. Σβώλος, αρχίζουν συλλήψεις φιλοβασιλικών.
Ο Κωνσταντίνος παραιτείται
Στις 14 Σεπτεμβρίου μετά την παραίτηση του Κωνσταντίνου ένας απλός ιερέας ορκίζει το νέο βασιλιά Γεώργιο Β’. Οι δρόμοι κατακλύζονται από αμέτρητα πλήθη που πανηγυρίζουν. Υπουργοί εξαφανίζονται . Στελέχη των φιλοβασιλικών κρύβονται. Οι ομάδες του Πάγκαλου συνεχίζουν τις συλλήψεις και συγκεντρώνουν τους κρατούμενους στο προαύλιο της καθολικής εκκλησίας που βρίσκεται απέναντι από τα γραφεία του «Ελευθέρου Βήματος». Μέχρι το τέλος της ημέρας οι συλληφθέντες ξεπερνούν τους 300. Από τους τελευταίους που συλλαμβάνονται είναι και αυτοί που σύντομα θα χαρακτηρισθούν ως «μεγάλοι ένοχοι» της τραγωδίας , θα δικασθούν και θα εκτελεσθούν. Οι πρώην πρωθυπουργοί Δημήτριος Γούναρης και Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης συλλαμβάνονται στο γραφείο του πρώην υπουργού Σπ. Στάη. Στο σπίτι του συλλαμβάνεται ο πρώην πρωθυπουργός Νικόλαος Στράτος. Στα σπίτια τους επίσης συνελήφθησαν ο πρώην υπουργός Στρατιωτικών Νικόλαος Θεοτόκης ,ο υποστράτηγος Ξενοφών Στρατηγός και ο υποναύαρχος Μιχαήλ Γούδας. Λίγες μέρες αργότερα συνελήφθη ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Γεώργιος Μπαλτατζής. Τελευταίος στις 26 Σεπτεμβρίου συνελήφθη στο σπίτι του στο Νέο Φάληρο ο πρώην αρχιστράτηγος Γεώργιος Χατζανέστης ο οποίος ήταν από τους λίγους που δεν έσπευσαν να κρυφθούν . Τις πρώτες μέρες οι συλληφθέντες κρατήθηκαν στην Αστυνομική Διεύθυνση στην οδό Πατησίων. Αργότερα προφυλακίσθηκαν στις φυλακές Αβέρωφ.Δημήτριος Γούναρης
Η Επαναστατική Επιτροπή θορυβημένη από τις κινήσεις του Πάγκαλου σπεύδει να τις αποκηρύξει με ανακοινωθέν στο οποίο τονίζονται τα εξής :
« Χθες και προ της εισόδου του επαναστατικού στρατού εις Αθήνας, αξιωματικοί τινες και υπάλληλοι, μη διατελούντες εν ενεργεία, κατάλαβον εν τη πρωτευούση Αρχάς τινάς προς εξασφάλισιν της τάξεως, εκδώσαντες μάλιστα και προκηρύξεις ως προσωρινή επαναστατική επιτροπή. Δηλούμεν ότι δια τας ενεργείας των ταύτας δεν εξουσιοδοτήθησαν παρά της Επαναστατικής Επιτροπής, ήτις θα εγκαταστήσει τας νέας Αρχάς, συμφώνως προς το πνεύμα της πρώτης προκηρύξεως της.
Εκ της Επαναστατικής Επιτροπής Συνταγματάρχαι Γονατάς, Πλαστήρας, Αντιπλοίαρχος Φωκάς».
Στο ίδιο πνεύμα και ο διορισθείς από την Επαναστατική Επιτροπή νέος φρούραρχος Αθηνών αντισυνταγματάρχης Μαυροσκότης, με προκήρυξή του προειδοποιούσε: «Επειδή παρετηρήθη ότι αναρμόδιοι ενήργησαν συλλήψεις ατόμων και κατ οίκον έρευνας, χωρίς ούτε δικαίωμα, ούτε διαταγήν προς τούτο να έχωσι, καθίσταται γνωστόν τοις πάσι ότι θέλει ποινικώς διωχθεί πας τις, ενεργών αναρμοδίως σύλληψιν ή κατ οίκον έρευναν, συλλαμβανόμενος αμέσως».
Όμως πριν περάσουν 24 ώρες και αφού οι ηγέτες της Επαναστατικής Επιτροπής συναντήθηκαν με τον Πάγκαλο, που έδωσε εξηγήσεις, κάλυψαν ουσιαστικά τις ενέργειές του με ένα «διασαφητικόν» ανακοινωθέν στο οποίο αναφερόταν πως «ουδεμία διαφωνία ή παρεξήγησις έλαβε χώραν».
Μετά από αυτό ουδείς από τους κρατουμένους αφέθη ελεύθερος.
Η παρέμβαση των πρεσβευτών
Εκείνες τις κρίσιμες ώρες η ζωή των συλληφθέντων κορυφαίων πολιτικών κρέμεται από μια κλωστή. Σε σύσκεψη που γίνεται πάνω στο θωρηκτό «Λήμνος», που αποτελεί και την έδρα της Επαναστατικής Επιτροπής, αποφασίζεται να μεταφερθούν σ αυτό οι σημαντικότεροι από τους συλληφθέντες (Γούναρης , Στράτος, Χατζανέστης , Πρωτοπαπαδάκης κ.α), να δικασθούν με συνοπτικές διαδικασίες και να εκτελεσθούν.Στις 15 Σεπτεμβρίου οι ηγέτες της Επανάστασης Πλαστήρας και Γονατάς εισέρχονται έφιπποι στην Αθήνα επικεφαλής των επαναστατικών τμημάτων, που γίνονται δεκτά με εκδηλώσεις λατρείας από δεκάδες χιλιάδες λαού. Το απόγευμα της ίδιας μέρας, οι δύο συνταγματάρχες καλούνται στην αγγλική πρεσβεία, όπου ήδη είχαν γίνει γνωστά τα σχέδια για δίκη με συνοπτικές διαδικασίες και εκτέλεση των «μεγάλων ενόχων».
Νικόλαος Πλαστήρας
Οι πρεσβευτές της Αγγλίας, σερ Φράνσις Λίντλευ και της Γαλλίας, ντε Μαρσιγί, εκπροσωπόντας και τους συναδέλφους τους της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Ολλανδίας, ζητούν να δικασθούν οι συλληφθέντες από πολιτικό δικαστήριο, μετά την εγκατάσταση κανονικής κυβέρνησης. Οι Πλαστήρας και Γονατάς υποχωρούν μπροστά στην πίεση και τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας εκδίδεται Επαναστατική Απόφαση που ορίζει ότι: « Οι μέχρι του σχηματισμού της κυβερνήσεως συλληφθέντες ως ένοχοι των επελθουσών εθνικών συμφορών θα παραμείνωσιν εν προφυλακίσει μέχρις ότου η μέλλουσα Συνέλευσις αποφασίση περί του τρόπου της ταχυτέρας δίκης των».
Στυλιανός Γονατάς
Στη συζήτηση με τους Γονατά και Πλαστήρα οι ξένοι πρεσβευτές έδωσαν και την συγκατάθεσή τους για τον σχηματισμό πολιτικής κυβέρνησης που ορκίστηκε στις 17 Σεπτεμβρίου. Πρωθυπουργός υπό αίρεσιν, αφού έλειπε στο εξωτερικό και δεν είχε απαντήσει αν δέχεται ή όχι την πρωθυπουργία, θα ανελάμβανε ο Αλέξανδρος Ζαΐμης. Προεδρεύων του Υπουργικού Συμβουλίου ήταν ο Σωτήριος Κροκιδάς, που ανέλαβε και το υπουργείο Εσωτερικών. Το υπουργείο Εξωτερικών ανέλαβε ο Νικόλαος Πολίτης, ο οποίος απουσίαζε στο Παρίσι και τον αντικαθιστούσε προσωρινά ο Ευθύμιος Κανελλόπουλος. Άλλοι υπουργοί που ορίστηκαν ήταν οι Αν. Χαραλάμπης (Στρατιωτικών), Φιλ. Βασιλείου (Δικαιοσύνης), Π. Καλλιγάς (Συγκοινωνιών), Δ. Παπαχρήστου (Ναυτικών). Η συγκρότηση της κυβέρνησης αυτής έγινε δυνατή μετά και την διαβεβαίωση που δόθηκε στου ξένους διπλωμάτες ότι οι συλληφθέντες θα δικαστούν από τα προβλεπόμενα από το νόμο δικαστήρια.
«Θέλουν κρέμασμα οι Γουναραίοι»
Η απόφαση της Επαναστατικής Επιτροπής για παραπομπή του θέματος της δίκης στην «μέλλουσα Συνέλευση» μπορεί να ικανοποίησε τους πρεσβευτές, αλλά προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων τόσο στο Στρατό όσο και στο λαό και ειδικότερα στους κατώτερους αξιωματικούς και τους πρόσφυγες.Ο παραιτηθείς βασιλιάς Κωνσταντίνος κατά την αναχώρηση του για το Παλέρμο της Ιταλίας.
Οι εφημερίδες που πρόσκεινται στην Επανάσταση ζητούν «Θάνατο για τους προδότες». Οι ίδιες εφημερίδες κατακλύζονται από ψηφίσματα εργατικών σωματείων, επαγγελματικών ενώσεων, εκπροσώπων προσφύγων που ζητούν να δικασθούν άμεσα και να τιμωρηθούν οι πρωταίτιοι της τραγωδίας. Συνθήματα όπως «Θέλουν κρέμασμα οι Γουναραίοι» ακούγονται σε όλες τις γωνιές της χώρας. Στους κορυφαίους «αδιάλλακτους» όπως ο Θεόδωρος Πάγκαλος προστίθεται και ο στρατηγός Αλέξανδρος Οθωναίος, ένας αξιωματικός με μεγάλο κύρος στους κόλπους του Στρατεύματος. Από κοντά και οι κορυφαίοι του στρατοπέδου των δημοκρατικών. Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου απευθυνόμενος στους στρατιωτικούς τονίζει πως «έχομεν ανάγκην ενός εξαγνισμού πλήρους» . Στο στρατόπεδο των βενιζελικών υπερτερούν συντριπτικά οι υπέρμαχοι των εκτελέσεων. Άλλοι όπως ο στρατηγός Δαγκλής κάνουν ότι μπορούν για να τις αποτρέψουν, όμως είναι μειοψηφία. Όσο για τον ίδιο τον Βενιζέλο, που έχει αναλάβει τις διαπραγματεύσεις στο εξωτερικό, στις συζητήσεις του με τους ξένους διπλωμάτες όταν θίγεται το θέμα των εκτελέσεων είναι ιδιαίτερα προσεκτικός και περιορίζεται να τους συστήσει να αποφύγουν οποιαδήποτε «δέσμευση ή παρότρυνση».
Ελευθέριος Βενιζέλος
Ο Λίντλευ σε επίσημες εκθέσεις του επισημαίνει ότι θα μπορούσε να αποτρέψει τις εκτελέσεις. Αλλά, και κορυφαία στελέχη από τον αντιβενιζελικό κόσμο ζητούν παρασκηνιακά την αυστηρότερη των ποινών για τους κρατούμενος πολιτικούς. Ένας από αυτούς ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς που ήλπιζε να μείνει μόνος και αδιαμφισβήτητος ηγέτης των αντιβενιζελικών.
ΣΕΚΕ: «Με μίαν φωνήν όλος ο λαός, το θύμα των, ζητεί την κεφαλήν των»
Υπέρ της αυστηρής τιμωρίας των ενόχων τάσσονται με συνεχή δημοσιεύματα στο «Ριζοσπάστη» το νεαρό τότε Σοσιαλιστικό Εργατικό (Κομμουνιστικό ) Κόμμα της Ελλάδας και η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας. « O Ελληνικός λαός σύσσωμος, ελεύθερος και υπόδουλος, καταδικάζει και καταράται εκείνους που έφερε εις την εξουσίαν η εκδηλωθείσα την 1ην Νοεμβρίου θέλησις του. Από όλας τας γωνίας της Ελλάδος μία κατάρα υψώνεται εναντίον των μαύρων ανθρώπων, που με ασυνείδητον εγκληματικότητα ωδήγησαν την χώραν εις την καταστροφήν και εβύθισαν εις την δυστυχίαν και την απόγνωσιν ένα ολόκληρο έθνος.. Με μίαν φωνήν όλος ο λαός, το θύμα των, ζητεί την κεφαλήν των…»(«Ριζοσπάστης», 2.11. 1922). Μαζί μ όλα τα παραπάνω το κλίμα βαραίνει και η συνειδητοποίηση πως χάνεται οριστικά και η Ανατολική Θράκη.Η πρώτη σελίδα του «Ριζοσπάστη» στις 2 Νοεμβρίου 1922. Τα λευκά διαστήματα είναι τα σημεία των κειμένων που διέγραψε η λογοκρισία.
Μπροστά στην πίεση αυτή και φοβούμενοι την ανατροπή τους από τον Πάγκαλο, οι ηγέτες της Επαναστατικής Επιτροπής υποχρεώνονται σε αλλαγή γραμμής. Ο Πλαστήρας σε μια ύστατη προσπάθεια καλεί τους Πάγκαλο και Οθωναίο ελπίζοντας να τους κάνει ν αλλάξουν γνώμη επικαλούμενος τις συνέπειες από μια άμεση δίκη και καταδίκη. Ο ιστορικός του μεσοπολέμου Γρηγόριος Δαφνής (« Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων 1923-1940» ) αναφέρει: « Ο Πλαστήρας, προ της καταστάσεως αυτής, εκάλεσε τους Θ. Πάγκαλον και Αλεξ. Οθωναίον εις το γραφείον του. Τους είπε: «Θέλετε να τους δικάσουμε αμέσως . Σύμφωνοι. Αλλά ο ένας από σας θα είναι Πρόεδρος του Στρατοδικείου που θα τους δικάση και ο άλλος Βασιλικός Επίτροπος. Δέχεσθε να τους δικάσετε εσείς;». Οι δύο στρατηγοί εδίστασαν προς στιγμήν ενώπιον της ευθύνης. Κατόπιν του είπαν: «Δεχόμεθα, αλλά πρέπει να ξέρωμε ότι η απόφασις που θα εκδώσωμε θα εκτελεσθή». « Σας δίνω τον λόγο της στρατιωτικής μου τιμής», ήτο η απάντησις του Πλαστήρα, ο οποίος ασφαλώς δεν επίστευεν ότι το Στρατοδικείον θα απήγγελλε θανατικάς εκτελέσεις. Ο διάλογος αυτός έκρινε την τύχη των Εξ».
Στις 26 Σεπτεμβρίου υπογράφεται διάταγμα για την αμνήστευση πολιτικών και άλλων συναφών αδικημάτων διαπραχθέντων από τις 8 Νοεμβρίου 1920 έως τις 15 Σεπτεμβρίου 1922, την περίοδο δηλαδή των αντιβενιζελικών κυβερνήσεων. Από το Διάταγμα αυτό εξαιρέθηκαν οι υπεύθυνοι της μικρασιατικής καταστροφής. Την ίδια μέρα συνελήφθη ο πρώην αρχιστράτηγος Χατζανέστης και τρεις μέρες μετά στις 29 Σεπτεμβρίου οι κρατούμενοι πολιτικοί και στρατιωτικοί μεταφέρονται στις φυλακές Αβέρωφ.
Παρ όλα αυτά, ο Πλαστήρας εξακολουθεί δημόσια τουλάχιστον να κρατά χαμηλούς τόνους και να παραπέμπει στην κυβέρνηση…
Σε συνέντευξη του, που δημοσιεύεται στο φύλλο της 1ης Οκτωβρίου στο αντιβενιζελικό «Σκριπ» δηλώνει: «Η Επανάστασις θα επεθύμει την ταχίστην αυτών εκδίκασιν, αλλά τούτο είναι ζήτημα νομικόν. Η κυβέρνησις είναι αρμοδία ν’ αποφασίση επί της λεπτομερείας ταύτης».
«Εχθροί της πατρίδος»
Όμως οι πιέσεις συνεχίζονται, ενώ στην Αθήνα φθάνει στις 2 Οκτωβρίου, σταλμένος από τον Βενιζέλο, ο Νικόλαος Πολίτης που μία μέρα μετά ορκίζεται υπουργός Εξωτερικών. Και στις 5 Οκτωβρίου σε όλες τις εφημερίδες δημοσιεύεται το «Διάγγελμα της Επαναστάσεως προς τον λαόν» που συνέταξε ο Γεώργιος Παπανδρέου, πολιτικός σύμβουλος των επαναστατών. Με το Διάγγελμα που υπογράφουν οι Γονατάς, Πλαστήρας, Σακελλαρόπουλος , Χατζηκυριάκος και Φωκάς, γίνεται σαφές πως επιταχύνονται οι διαδικασίες για την δίκη και την παραδειγματική τιμωρία των «εχθρών της; Πατρίδος:« …Συνεπώς η Επανάστασις ευρίσκεται αντιμέτωπος και θεωρεί ΕΧΘΡΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ όλους ανεξαιρέτως τους πρωτοστατήσαντας παράγοντας του Κωνσταντινισμού, εις τους οποίους οφείλεται η μεγάλη τραγωδία του Γένους. Και τέλος η πολιτική της Εθνικής σωτηρίας , συνίσταται εις την προσπάθειαν προς έξαρσιν του εθνικού φρονήματος και συναδέλφωσιν . Αλλ’ η συναδέλφωσις θα ήτο αρχή ανήθικος αν επρόκειτο να σημάνη λήθην, ή μετάθεσιν των τρομερών ευθυνών, σύγχυσιν των αθώων και των ενόχων. Η Επανάστασις αποβλέπει εις συναδέλφωσιν του πλανηθέντος λαού, ο οποίος υπέστη υπό των αναξίων Αρχόντων, τας σκληροτάτας θυσίας αίματος, χρήματος και τιμής. Αλλά θεωρεί επιβεβλημένην την παραδειγματικήν ποινικήν τιμωρίαν των «Εχθρών της Πατρίδος», εις τους οποίους οφείλεται η κατάρρευσις του Μικρασιατικού μετώπου, καθώς και η διεθνής καταδίκη της Θράκης – η οποία δυστυχώς είχε προηγηθεί της Επαναστάσεως- καθώς και τον οριστικόν, ηθικόν και πολιτικόν θάνατον των πρωταγωνιστών της καταστροφής (…) Τότε μόνον θα έχη επιτύχη ολόκληρον τον προορισμόν της, εάν επακολουθήσουν και βαθύτεραι μεταβολαί ηθικαί, εάν επέλθη η έξαρσις των ψυχών και των συνειδήσεων …».
Η εφημερίδα «Σκριπ» αναγγέλει στις 11/9/1922 την υπογραφή της συνθήκης των Μουδανιών με την οποία παραδίδεται η Αν. Θράκη στους Τούρκους.
Η δημοσίευση του Διαγγέλματος επιβεβαιώνει αυτούς που προέβλεπαν πώς η τύχη των κατηγορουμένων είναι προδιαγεγραμένη.