Απαντήσεις χωρίς ερωτήσεις;

γράφει ο Κώστας Καναβούρης 

Χωρίς διάθεση πολεμικής, αλλά μονάχα με πρόθεση κατανόησης των πραγμάτων είναι το κείμενο που ακολουθεί. Υποθέτω ότι ως αριστερός δικαιούμαι να κατανοώ τα πράγματα με τον δικό μου τρόπο, έναν τρόπο ελεύθερο μέσα στον σύλλογο της σκέψης και της πράξης μιας ομοιότροπης αντίληψης του κόσμου. Μιας ομοιότροπης αντίληψης της ελευθερίας.

Με βάση αυτό, λοιπόν, θα ήθελα, τρέμοντας μήπως παρεξηγηθώ από την τόσο ετοιμοπόλεμη πρόθεση κριτικής, να γράψω λίγα λόγια χωρίς πρόθεση για οτιδήποτε περαιτέρω. Άλλωστε τι είμαι εγώ; Ένας απλός απολυμένος της ΕΡΤ είμαι, δεν είμαι «ποσόστωση» για να έχω κεντρικό πολιτικό λόγο, μη σου πω και γραμματικό στο κυβερνών κόμμα. Συνεπώς «πρόσω ήρεμα» με την παράκληση να μην έχουμε -μέρες που είναι- προδιάθετες παρεξηγήσεις.

Ας ξεκινήσουμε με έναν στίχο του Μανόλη Αναγνωστάκη, ένα μονόστιχο ποίημα από το «Υ.Γ.», την Άκρα Μινώα δηλαδή της ποιητικής του προσπάθειας: «Και πώς να τον βρίσεις κάθαρμα, όταν έχει κάτσει είκοσι χρόνια φυλακή». Ο στίχος είναι συγκλονιστικός. Και είναι συγκλονιστικός επειδή θέτει αισθητικά ένα ηθικό δίλημμα. Και άρα ένα κριτικό δικαίωμα. Δηλαδή καταθέτει μια απεύθυνση που αφορά όλους. Δεν εγκαλεί. Προσκαλεί στην καταβύθιση ενός εκάστου στα έγκατα του καθρέφτη του, χωρίς να αφήνει έξω από το κάδρο το θολό πρόσωπο του ανώνυμου πρωταγωνιστή.

Και επίσης ο Μανόλης Αναγνωστάκης καταθέτει έναν στίχο που χρειάζεται σελίδες επί σελίδων ανάλυσης της ψυχικής οντότητας του «καθάρματος», ανάλυσης της ψυχικής επίπτωσης της ιστορικής στιγμής στο προσωπικό «ον» και άλλα πολλά, ων ουκ έστι αριθμός. Αυτό πάντως που προέχει -και επιμένω- είναι το τεράστιο ηθικό δίλημμα το οποίο θέτει ο Μανόλης Αναγνωστάκης και με το οποίο πάλεψε η μετεμφύλια (όπως και με άλλους όρους η προ του Β' Παγκοσμίου Πολέμου) Αριστερά, άλλοτε με μεγαλύτερη, άλλοτε με μικρότερη και άλλοτε με καθόλου επιτυχία. Και φυσικά πρόκειται για δίλημμα του οποίου η απάντηση είναι ερώτημα και άλλο ερώτημα και άλλο ερώτημα και πάει λέγοντας.

Και το πιο δύσκολο; Κάπως έτσι, με τέτοια ηθικά διλήμματα, η Αριστερά αναμύθευσε, αναδιηγήθηκε και ανασήμανε τον εαυτό της αναμοχλεύοντας την ιστορική ύλη του χρόνου παρουσίας της. Και έφτασε εδώ επειδή κατάφερε μέσα από απέραντη εσωτερική προσπάθεια να κατανοήσει ότι το τραύμα δεν σημαίνει αναγκαστικά αγιότητα και ότι η αγιότητα (που θα πει αφοσίωση) δεν είναι η φιλοσοφική μέθοδος της αλλαγής του κόσμου. Και η πολιτική επίσης.

Είναι γι' αυτό που διαφωνώ -πολιτικά και ηθικά- με το σκίτσο του Τάσου Αναστασίου στην «Αυγή» της Τετάρτης 25 Φεβρουαρίου του 2015. Γνωρίζω ότι ο άνθρωπος έχει υποστεί των παθών του τον τάραχο από το σκίτσο με τον Σόιμπλε, ωστόσο η δική μου διαφωνία έχει εντελώς διαφορετική βάση.

Εξηγούμαι. Το σκίτσο του Τάσου Αναστασίου παρουσιάζει ένα νεογνό πουλάκι που μόλις έχει σκάσει από το αυγό να λέει στην αριστερή «φούσκα»: «Ο κάθε άσχετος που έχει πέντε χρόνια στην εξορία, έντεκα χρόνια στη φυλακή, τρεις καταδίκες σε θάνατο και κατέβασε μια σβάστικα από την Ακρόπολη βγαίνει και λέει τη γνώμη του!». Και στη δεξιά φούσκα το νεογνό πουλάκι συνεχίζει τη σκέψη του: «Εμάς μας ρώτησε;». Φυσικά πρόκειται για σκίτσο υπεράσπισης του Μανώλη Γλέζου.

Και πώς να μην διαφωνήσεις; Το σκίτσο αυτό δεν αφήνει περιθώρια. Δεν θέτει κανένα ηθικό δίλημμα όπως ο στίχος του Αναγνωστάκη (προς θεού, ας μην γίνουν αφρώδεις συσχετισμοί με το «κάθαρμα» που λέει ο ποιητής), απλώς εκπέμπει συντηρητική ηθικοπλασία δημογεροντίας. Και αυτό δεν νομίζω ότι συνάδει με τον κριτικό λόγο της Αριστεράς. Επειδή προ πολλού έχω περάσει την ηλικία του νεοσσού δεν νομίζω ότι η κάθε είδους κριτική μου (και η θετική για να εξηγούμαστε) χρειάζεται την ηλικιακή μου επιβεβαίωση. Και θεωρώ προσβλητικό να εξομοιώνουν τον κάθε χρόνο ζωής με την αξία της άποψης.

Δηλαδή; Τι θα πει; Αφού δεν έχουμε την ιστορία του Γλέζου δεν δικαιούμαστε να διαφωνούμε; Ας είμαστε σοβαροί. Κι ας είναι σοβαροί οι αριστεροί επικριτές μιας αριστερής κυβέρνησης που κυβερνά για περίπου 40 μέρες μέσα σε 200 χρόνια ιστορίας του νέου ελληνικού κράτους.

Και για να αντιστρέψω το ερώτημα που λέει ο νεοσσός, που ακόμα δεν βγήκε από το αυγό και τολμά να κριτικάρει τον «πέραν του καλού και του κακού». Όντως «...εμάς μας ρωτήσατε;». Ο Μανώλης Γλέζος. Οι ανθυποσυνιστώσες και οι ακριβές περικλειστίες της Αριστεράς. Όντως μας ρώτησαν αν θέλουμε να ζητούν συγγνώμη και να λυπούνται και να ζητούν αλλαγή ηγεσίας και να οδύρονται γιατί το περιβάλλον είναι αλλιώς αλλιώτικο και επιμένει να είναι νικητικά εχθρικό απέναντι στην προσπάθεια μιας χώρας που έχει οδυνηρά ξεκινήσει; Μας ρώτησαν εμάς για τη συνείδησή μας; Για την αιδώ μας; Για την υπομονή μας; Όχι. Δεν ρωτούν. Αυτοί ξέρουν. Αυτοί δεν έχουν ηθικά διλήμματα. Γιατί δεν υπήρξαν ποτέ νεοσσοί. Μεγάλωσαν ξαφνικά. Και είναι αριστεροί χωρίς νερό στο κρασί τους.

Δηλαδή χωρίς ζάλη στο επιχείρημα. Χωρίς ταραχή στο ελπίζειν. Χωρίς επιείκεια στο πρώτο -και τι πρώτο!- πέταγμα. Χωρίς ριψοκινδύνευση στο συμπέρασμα που ήθελε προκύψει. Δεν μας ρώτησαν. Ούτε τώρα, ούτε πριν. Και αντί να επιδιώξουν τη συμμετοχή μας στα ποιητικά (της ζωής) διλήμματα, επιδιώκουν την κατάργηση (διά της στυγνής παράταξης γραμματικών ελπίδων) της επιχειρηματικής έκπληξης.

Με όλο μου τον σεβασμό προς τον Μανώλη Γλέζο και προς το σκίτσο, θα ήθελα να πω ότι καλά είναι και να ρωτάς. Έτσι φτιάχνονται οι απαντήσεις. Από τις ερωτήσεις, όχι από τις εκφωνήσεις. Οι απαντήσεις άλλωστε χωρίς ερωτήσεις είναι τέρατα.

Κώστας Καναβούρης

πηγή : avgi.gr


Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 14/06/2013 - 23:54