Ο ΓΙΓΑΝΤΙΟΣ ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ «Ο Κομμουνισμός είναι αγώνας»: Αποκλειστική συνέντευξη της Λίντας Αλμα για τα 40 χρόνια από τον θάνατό του

Της Εύας Νικολαΐδου

«Μάνο, το αίμα μας είναι ουρανός», του είχε γράψει ο Νικηφόρος Βρεττάκος.

Ο Μάνος Κατράκης μέσα στο θεατρικό πλανητικό σύστημα ήταν γιγάντιος σαν γαλαξίας, λαμπερός σαν τον ήλιο, φωτεινός σαν τα άστρα. Το έργο του τεράστιο σε όγκο και ποιότητα, άλλοτε ήρεμο και άλλοτε άγριο σαν τα τοπία και τα φαράγγια του Κισσάμου της Κρήτης, όπου γεννήθηκε. Αγέρωχος πάντα σαν το βενετσιάνικο κάστρο, το στολίδι στο Καστέλι, την πόλη του.

Θαλασσόλυκος της ζωής. Αγαπούσε πάντα τη θάλασσα και ήθελε να χάνεται στην απεραντοσύνη της. Ολα αυτά ήταν οι πόθοι του, τα όνειρά του. Ομως, έγραψε την ιστορία του στο θέατρο, με καθαρό φως, χωρίς φωτοσκιάσεις και ασυμμετρίες. Είχε τη μεγάλη ικανότητα να ερμηνεύει με ακρίβεια το μέγεθος του ρόλου. Σαν να είχε μέσα του τους χρυσούς αριθμούς του Πυθαγόρα, που πρέπει να αποδόσεις με λεπτομέρεια το παραμικρό. Ο Μάνος Κατράκης, όμως, πρόσθετε και την ελεύθερη έκφραση.

Δεν παρακολούθησα ποτέ μόνο μία φορά τις παραστάσεις του. Αυτή ήταν η μεγάλη αρετή του. Ενώ έπαιζε με απλό, άνετο τρόπο σπουδαία έργα, δεν ερμήνευε τίποτα μηχανικά. Ηταν σε κάθε έργο διαφορετικός. Αυτό οφειλόταν στην ολοκληρωμένη καλλιτεχνική του δύναμη, στην πλούσια ψυχοσύνθεσή του, στην ικανότητά του να συνομιλεί με τον θεατή. Εβλεπες πάνω του μια θεία χάρη, να τον ανεβάζει ψηλά σαν αερόστατο στις βουνοκορφές του θεάτρου, έτοιμος να πετάξει σαν αετός στα βουνά του Κισσάμου.

Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, προσεγγίζοντας τον υποκριτικό του κώδικα, τον περιγράφει σε διάφορα έργα, τονίζοντας πως χρησιμοποιούσε όλα τα εργαλεία του σώματός του για να ερμηνεύσει τους ρόλους του:

Το στήθος του Προμηθέα

«Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», θερινή περίοδος 1956, θέατρο στο Πεδίον του Αρεως (αρχείο «Elite»)

«Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», θερινή περίοδος 1956, θέατρο στο Πεδίον του Αρεως (αρχείο «Elite»)

«Πρώτα είδα τον Κατράκη, παιδί, στους Δελφούς να παίζει Προμηθέα σε κείνη την παράσταση του Καρζή σαν ήθελε να τιμήσει τα 25 χρόνια των Σικελιανών. Ελπίζω πως δεν θα φανεί παράξενο να πω ότι θυμάμαι μόνο το στήθος του. Δεν είναι η παιδική φαντασία που περιόρισε τη μνήμη σ' αυτό το καίριο σημείο του υποκριτικού σώματος. Τώρα ξέρω, και θα με καταλάβουν περισσότερο οι άξιοι ηθοποιοί, πως το κλειδί στον ρόλο του Προμηθέα είναι το στήθος του Τιτάνα. Ο Κατράκης είχε συλλάβει με το ένστικτο και με την πρόσφατη αιματηρή του πείρα πως ο τιμωρούμενος ή ο βασανιζόμενος πρέπει να ανακαλύψει στο δοκιμαζόμενο σώμα του ένα σημείο έσχατης αντοχής, ένα καταφύγιο επιβίωσης κι έναν αλτήρα ελπίδας. Το κέντρο βάρους της υπάρξεως. Ο Κατράκης βρήκε (οι μεγάλοι καλλιτέχνες δεν ψάχνουν, βρίσκουν) πως το σημείο του Προμηθέα είναι το στήθος του. Μ' αυτό το εργαλείο έπαιξε τον ρόλο. Το θυμάμαι αυτό το περήφανο στήθος να πάλλεται, να οργίζεται, να καραδοκεί, να ελπίζει, να φτύνει, να στοχάζεται, να αδημονεί και να οραματίζεται. Αυτό μιλούσε...

Το δεύτερο ήταν τα χέρια του... Τα χέρια του είχαν ιδεολογία. Αεικίνητα, γαμψά, αρπακτικά. Ψαχούλευαν συνεχώς τα έπιπλα για να βεβαιωθούν πως είναι εκεί, δικά του. Τα χέρια του Κατράκη αφηγούνταν την ιστορία της ανθρωπότητας μέσα από την ιστορία του ανθρώπινου χεριού...».

Η πλάτη του Μίσκιν

«Το τρίτο ήταν οι πλάτες του. Έπαιζε στο Ρεξ τον "Ηλίθιο" του Ντοστογιέφσκι, στη διασκευή του Σκουλούδη... Κυριαρχούσε στην απέραντη σκηνή η πλάτη του Κατράκη (Μίσκιν). Καθόταν σιωπηλός, κοντά στη σκάλα, με την πλάτη γυρισμένη στο κοινό. Κυριαρχούσε με την απουσία του...».

Τα μάτια του Δον Κιχώτη

«Ένα άλλο σήμα του Κατράκη μού δόθηκε στον "Δον Κιχώτη". Ήταν τα μάτια του. Πυρετικά και θλιμμένα. Πονετικά και ταυτόχρονα αγέρωχα. Πονηρά και αφοπλιστικά αθώα. Κολασμένα και παρθενικά... Τα μάτια του Κατράκη - Δον Κιχώτη κλαίγανε μαζί και γελούσαν, θρηνούσαν τη θλιβερή πραγματικότητα ενός κόσμου χωρίς όραμα και πίστη, και υμνούσαν τη ανατολή ενός κόσμου που ανέβαινε γεμάτος όνειρο, πίστη, αθωότητα και αγάπη».

«Οι Προστάτες»

«Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη», θερινή περίοδος 1982, Ηρώδειο (αρχείο Ηνωμένων Φωτορεπόρτερ)

«Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη», θερινή περίοδος 1982, Ηρώδειο (αρχείο Ηνωμένων Φωτορεπόρτερ)

Εκτός όμως από το θέατρο, παραμένουν θησαυροί και οι ταινίες του: «Συνοικία το Ονειρο», «Τα κόκκινα φανάρια», «Ταξίδι στα Κύθηρα», «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» και πλήθος άλλων. Τον Μάνο Κατράκη τον θαύμασα ιδιαίτερα στην ταινία του Τάσιου «Οι Προστάτες», όπου υποδύεται τη ζωή του ζωγράφου Παρθένη. Να βλέπεις με ανεπανάληπτο τρόπο τον Μάνο Κατράκη να διδάσκει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Σ' αυτήν ο Παρθένης είχε δημιουργήσει ένα σύστημα διδασκαλίας πρωτοποριακό, επαναστατικό, προσαρμοσμένο στην έμπνευση και στη χαρά της δημιουργίας. Ολες αυτές τις ιδέες προσπαθούσε να τις διδάξει, όμως συνάντησε αντιδράσεις.

Ο Μάνος Κατράκης σ' αυτήν την ταινία ένιωσε τόσο βαθιά τον χαρακτήρα και τη ζωή του ζωγράφου, που το μετέδιδε απευθείας στον θεατή με τόσο αληθινό τρόπο ώστε νόμιζες ότι είχες μπροστά σου τον ίδιο τον Παρθένη. «Φυλακίσατε την Τέχνη», τους έλεγε. Ενώ, απευθυνόμενος στην κόρη του, της είπε: «Πρέπει να βρούμε τη χαμένη μας ανθρωπιά, και ανθρωπιά θα πει ελευθερία».

Συνομιλώντας με την Λίντα Αλμα

22 χρόνια έζησαν μαζί, αχώριστα, γαλήνια, με τρυφερότητα και αγάπη. Συνάντησα την Λίντα Αλμα λίγο καιρό μετά τον θάνατό του, το 1984. Είχα ήδη αρχίσει τη σειρά συνεντεύξεων «Γυναίκες δίπλα σε σημαντικούς άντρες». Μέσα στα πρώτα ονόματα ήταν και το δικό της. Στο σπίτι τους με υποδέχτηκε με ζεστασιά και εγκαρδιότητα. Κάθε γωνιά και μια ανάμνηση. Κάθε στιγμή και μια θύμηση. Μου χάρισε και δύο φωτογραφίες, που δεν τις έχω δει πουθενά δημοσιευμένες και έρχονται στο φως σήμερα.

Ψάχνοντας για να μου δείξει τα ενθύμια, τις φωτογραφίες τους, τα δημοσιεύματα για τη ζωή του, μου αφηγήθηκε: «Ο Μάνος έζησε εποχές επαναστατικές, έλαβε μέρος σε κοινωνικούς αγώνες ως πατριώτης, με αγωνιστικό ηρωισμό. Δεν δέχτηκε επιδράσεις μόνο από το οικογενειακό του περιβάλλον, αλλά και από το πολιτικό σύστημα που πίστευε. Μου έλεγε ότι ο κομμουνισμός είναι αγώνας».

Χειρόγραφο του Νικηφόρου Βρεττάκου αφιερωμένο στον Μάνο Κατράκη (αρχείο ΕΛΘ, Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά)

Χειρόγραφο του Νικηφόρου Βρεττάκου αφιερωμένο στον Μάνο Κατράκη (αρχείο ΕΛΘ, Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά)

-- Συζητούσατε για την εποχή που ήταν εξόριστος, φυλακισμένος;

Λίντα Αλμα: Βέβαια. Πέρασε από Μακρόνησο, Ικαρία, Αη Στράτη. Του ζήτησαν να υπογράψει δήλωση. Αρνιόταν συνέχεια. Εκεί μου είχε πει ότι ολοκλήρωσε την ιδεολογία του. Πίστεψε περισσότερο στον κομμουνισμό. Μου έλεγε μάλιστα ότι «το ΚΚΕ είναι ένα». Είχε στεναχωρηθεί τότε με τη διάσπαση. «Δεν είναι ούτε του Εσωτερικού ούτε του Εξωτερικού. Είναι ένα». Με μόχθο, αγώνες, εξορίες, κακουχίες, απογοητεύσεις, ο Μάνος είχε πάντα σίγουρα βήματα. Γι' αυτό άνοιξε και δρόμους που προκαλούν θαυμασμό και δέος.

Στους απελευθερωτικούς αγώνες που πήρε μέρος είχε σαν όπλο του την Τέχνη. Παρόλο που απολύθηκε, βασανίστηκε, ταλαιπωρήθηκε για να υπογράψει δηλώσεις μετάνοιας. Τον στήριζε βέβαια και η μητέρα του, Ειρήνη, που τον μεγάλωσε με πολλές στερήσεις. Πάντα θυμόταν έναν διάλογο μεταξύ τους:

- Τι είναι, Μανόλη;

- Θες να 'ρθω στο σπίτι, μάνα; Θέλεις; Θέλεις;

- Πώς θα 'ρθεις;

- Ε... Θα υπογράψω και θα 'ρθω...

- Ιντα θα υπογράψεις;

- Δήλωση.

- Ιντα 'ναι η δήλωση;

- Οτι δεν είμαι αυτό που είμαι.

- Και δεν είσαι;

- Είμαι.

- Μην υπογράψεις, κερατά... μην υπογράψεις...

-- Υπάρχει κάτι που να τον πίκρανε στον χώρο του θεάτρου;

Λ. Α.: Σ' αυτόν τον χώρο πάντα υπάρχουν συμπάθειες και αντιπάθειες. Ο καθένας προσπαθεί για την προβολή του. Τον στεναχώρησε που ενώ ήταν ο πρώτος Ελληνας ηθοποιός που τιμήθηκε με διεθνές βραβείο, το 1961 στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο για την ερμηνεία του στην «Αντιγόνη», δεν το ανέφεραν, δεν το πρόβαλαν πουθενά.

-- Πόσο δύσκολη είναι η ζωή με μια τέτοια προσωπικότητα;

Λ. Α.: Είναι δύσκολο και σημαντικό. Πρέπει να προσαρμόζεσαι στη ζωή του. Στις ιδιομορφίες του. Ο χαρακτήρας, η ζωή μου, πραγματικά άλλαξε από τον καιρό που γνώρισα τον Μάνο. Κατάφερα να βρω τον σωστό δρόμο δίπλα του. Σε εντυπωσίαζε η απλότητα, η αποφασιστικότητα, η εντιμότητά του.

Ο Μάνος Κατράκης με την Λίντα Αλμα

Ο Μάνος Κατράκης με την Λίντα Αλμα

Η Λίντα Αλμα

Η Λίντα Αλμα

-- Σας ένιωθε στήριγμα στη ζωή του;

Λ. Α.: Η αγάπη μου και μόνο τον εμψύχωνε. Τον βοήθησα με την αφοσίωσή μου. Εκείνος όμως είχε μια σιγουριά, συναίσθημα που του έδινε δύναμη να συνεχίζει. Επαιρνε, φυσικά, κουράγιο και από το δικό μου ενδιαφέρον. Τον συμπαραστεκόμουν σε όλες τις δυσκολίες του. Δεν είχαμε πολύ μεγάλες διαφορές. Πιστεύαμε τα ίδια πράγματα και τα αγαπούσαμε.

-- Ήταν μοναχικός;

Λ. Α.: Προτιμούσε τη μοναξιά, την απομόνωση, παρά τις πολλές συναναστροφές.

-- Σας ενθάρρυνε στο δικό σας επάγγελμα;

Λ. Α.: Παραδεχόταν την αξία μου. Στην εμφάνισή μου ήθελε να μη βάφομαι πολύ ή να μην πιάνω ψηλά τα μαλλιά μου. Κι εγώ πέρασα τρομερά δύσκολα χρόνια, όταν συνεργαζόμουν με τον Γιάννη Φλερύ, 25 χρόνια. Έκανα και διεθνή καριέρα, όταν γνώρισα την Εντίθ Πιάφ, με την οποία συνεργαστήκαμε επί 5 χρόνια.

-- Τι γνώμη έχετε για τους νέους;

Λ. Α.: Έχουν ταλέντο, αλλά βιάζονται. Τους λείπει η υπομονή. Για να γίνουν ονόματα που θα κερδίσουν χρήματα. Ο Μάνος ενώ ήταν από μόνος του ένας ολόκληρος θίασος, ενδιαφερόταν μόνο για την πνευματική προσφορά και όχι τόσο για την οικονομική. Έζησα 22 χρόνια δίπλα σ' αυτήν την τεράστια προσωπικότητα και μετά τον θάνατό του νιώθω τη ζωή μου άδεια.

«Σε χαιρετώ, δεν σε αποχαιρετώ, αθάνατε αδερφέ μου, σύντροφέ μας»

Από την εξορία: Κατράκης, Ρίτσος, Κέτσης (αρχείο ΕΛΘ, Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά)

Από την εξορία: Κατράκης, Ρίτσος, Κέτσης (αρχείο ΕΛΘ, Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά)

Ο Γιάννης Ρίτσος χαιρέτησε τον Μάνο Κατράκη:

«Μάνο μου, σύντεκνέ μου, αδέρφι μου, ρωμιέ κρητίκαρε, λυράρη και χορευταρά κι αγωνιστή αγονάτιστε, σύντροφέ μας, αισχυλικέ Προμηθέα, σαιξπηρικέ Ληρ, πώς να σε πω; Πώς να σε τραγουδήσω παληκάρι μου; Που μέσα στο λαρύγγι μου στριμώχτηκαν ο μέγας βόγγος κεραυνός κι ο πυκνωμένος θαυμασμός για σένα πληγωμένο μου λιοντάρι, κυνηγημένο απ' τα κακά σκυλιά με πάντα ολόρθο κι άτρωτο το χαιτοφόρο σου κεφάλι, πώς να σε τραγουδήσω εσένα πρωτοξάδερφε του Ψηλορείτη, αχ, κείνη η κρητικιά τεράστια χέρα σου, που κράταγε πάντα ψηλά το φλάμπουρο της Επανάστασης, πώς ήξερε απαλά και να χαϊδεύει ανθρώπους, ζώα, πουλιά και γιασεμιά, πώς ήξερε, στο Μακρονήσι, σε απαγορευμένους χώρους, να μαζεύει χόρτο χορταράκι να ετοιμάζεις δείπνο ταπεινό για τους ανήμπορους, τους πικραμένους που δεν είχαν τη δική σου αντρειά, μεγάλε εσύ και στα μικρά και στα μεγάλα, σε χαιρετώ, δεν σε αποχαιρετώ, αθάνατε αδερφέ μου, σύντροφέ μας Μάνο».

Ο Οδυσσέας Ελύτης στο μνημόσυνο των δύο χρόνων από τον θάνατο του Μάνου Κατράκη:

«Η ωχρή μορφή του Μάνου Κατράκη, χαραγμένη με επιμονή και με κόπο πάνω στο μέταλλο της νεοελληνικής πραγματικότητας, εξακολουθεί να αντιστέκεται στις αλλοιώσεις του χρόνου και να ακτινοβολεί όλο ήθος. Η καθαρότητα της φωνής του. Δεν έχω ακούσει ποτέ πιο ωραία ελληνικά. Οι λέξεις βγαίνουν απ' τα χείλη του λαμπερές και στρογγυλές, μ' ένα περίγραμμα φωτεινό, όπως τα βότσαλα κάποιου παρθένου γιαλού. Σαν ποιητής θέλω, για τη μεγάλη προσφορά που έκανε ο έξοχος αυτός καλλιτέχνης σ' όλο το μάκρος της ζωής του προς τον ζωντανό νεοελληνικό λόγο, να του πω ένα μεγάλο ευχαριστώ».

(Αναδημοσίευση από τον «Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου»)