Ομαδικός τάφος 4.500 ετών αποκάλυψε το τελικό στάδιο στο σχηματισμό του «ευρωπαϊκού γονιδιώματος»

Στην αποκάλυψη ότι το τελικό στάδιο στο σχηματισμό του ευρωπαϊκού γονιδιώματος εξακολουθεί να είναι παρόν σε πολλούς σημερινούς Ευρωπαίους, οδήγησε η υψηλής ανάλυσης εξέταση των γονιδιωμάτων ατόμων που ήταν θαμμένα σε έναν συλλογικό τάφο 4.500 ετών στο Μπρεβιάντ λε Πουάντ, κοντά στη γαλλική πόλη Τρουά.

Το ανθρώπινο γονιδίωμα είναι το σύνολο των γενετικών πληροφοριών που μεταφέρονται από το DNA μας, και αντικατοπτρίζει εν μέρει την ιστορία των προγόνων μας. Το γονιδίωμα των σημερινών Ευρωπαίων αναπτύχθηκε σε μια περίοδο μεγαλύτερη των 40.000 ετών, ως αποτέλεσμα των διαφόρων μεταναστεύσεων και της συνακόλουθης ανάμειξης των πληθυσμών.

Όπως αναφέρεται λεπτομερώς σε άρθρο στο περιοδικό Science Advances, το οποίο αναδημοσιεύει το Conversation, το γονιδίωμα αποτελείται έτσι από την πολύπλοκη κληρονομικότητα των μικρών πληθυσμών των κυνηγών-τροφοσυλλεκτών που κατέλαβαν την Ευρώπη μέχρι την άφιξη, πριν από περίπου 8.000 χρόνια, των πληθυσμών από την Ανατολία και την περιοχή του Αιγαίου, που κατάγονται από τους ανθρώπους που επινόησαν τη γεωργία και εξημέρωσαν τα ζώα στην Εύφορη Ημισέληνο.

Η τελευταία είναι μία περιοχή με σχήμα ημισελήνου στη Μέση Ανατολή, που εκτείνεται στο σύγχρονο Ιράκ, τη Συρία, τον Λίβανο, το Ισραήλ, την Παλαιστίνη, την Ιορδανία, την Αίγυπτο, μαζί με τη νοτιοανατολική περιοχή της Τουρκίας και τις δυτικές περιφέρειες του Ιράν. Ορισμένοι περιλαμβάνουν επίσης την Κύπρο.

Αυτοί οι αγρότες της Νεολιθικής Εποχής, διασταυρώνονταν γονιδιακά με τους τοπικούς κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες και συνέβαλαν σε ένα πολύ σημαντικό μέρος του γονιδιώματος πολλών από τους σημερινούς Ευρωπαίους.

Στο τέλος της Νεολιθικής Εποχής, 5.000 με 4.000 χρόνια πριν, νομαδικοί πληθυσμοί από τις στέπες του Πόντου μετανάστευσαν στην Ευρώπη και συνέβαλαν το τρίτο από τα κύρια γονιδιωματικά συστατικά που εξακολουθεί να βρίσκεται στο γονιδίωμα των Ευρωπαίων κατά τις επόμενες χιλιετίες, μέχρι σήμερα.

Αν και πλέον η αποκρυπτογράφηση -γνωστή και ως αλληλουχία- αυτής της γενετικής πληροφορίας είναι μια διαδικασία ρουτίνας, η συγκεκριμένη προσέγγιση παραμένει δύσκολη για τα γονιδιώματα των ατόμων που έζησαν στο παρελθόν, καθώς το μόνο που έχει απομείνει από αυτούς είναι μερικοί κατακερματισμένοι σκελετοί.

Μερικά τμήματα αυτών των σκελετών μπορεί να περιέχουν ίχνη συντηρημένου DNA, αλλά είναι μοιρασμένα και αραιά, κάτι που καθιστά πρόκληση για την ανάλυσή τους. Η ομάδα ερευνητών στο Ινστιτούτο Jacques Monod ανέλαβε την πρόκληση αυτή και βελτιστοποίησε τις μεθόδους της, ώστε ν’ αποδώσει αξιόπιστα αποτελέσματα.

Αυτό επέτρεψε στους επιστήμονες ν’ αναλύσουν τα αρχαία γονιδιώματα χρησιμοποιώντας πιο προηγμένες μεθόδους.

Οι αναλύσεις για τα γονιδιώματα 7 ατόμων

Σε συνδυασμό με αναλύσεις της μορφολογίας των οστών που έγιναν από ανθρωπολόγους του Inrap, αποκαλύφθηκε ότι ο τάφος περιείχε:

– Μια γυναίκα που ήταν πάνω από 60 χρονών κατά τον χρόνο του θανάτου της

– Τον γιο της, έναν ενήλικο άνδρα, ηλικίας περίπου 20-39 ετών

– Τον εγγονό της, ηλικίας περίπου 4-8 ετών

– Την μητέρα του εγγονού, ηλικίας 20-39 ετών

– Μία νεαρή γυναίκα ηλικίας 20-39 ετών

– Ένα νεογέννητο

– Ένα παιδί ηλικίας μεταξύ 6-10 ετών.

Τι έδειξε η ανάλυση

Τα τελευταία τρία άτομα δεν σχετίζονταν με τα άλλα στον τάφο και το τελευταίο παιδί δεν είχε καμία σχέση με τα άλλα. Οι πατέρες του ενήλικου άνδρα, του νεογέννητου μωρού και του άλλου παιδιού δεν ήταν παρόντες. Μπορεί, επομένως, να υποτεθεί ότι δεν πρόκειται για τον τάφο μιας βιολογικής οικογένειας.

Από την άλλη πλευρά, όλα τα θηλυκά κουβαλούσαν ένα κληρονομικό στοιχείο, χαρακτηριστικό των πληθυσμών της νότιας Γαλλίας και της νοτιοδυτικής Ευρώπης, και αυτή η κοινή καταγωγή, έξω από τα όρια του τάφου θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί θάφτηκαν μαζί.

Επιπλέον, το γονιδίωμα του ενήλικα άνδρα διαχωρίστηκε μεταξύ των γαλλικών νεολιθικών καταβολών της μητέρας του και από τον πατέρα του, το γονιδίωμα των νομαδικών λαών της στέπας, βόρεια της Μαύρης Θάλασσας. Αυτοί οι νομάδες μετανάστευσαν στην κεντρική Ευρώπη περίπου 5.000 χρόνια στο παρελθόν, και ενσωματώθηκαν με τους τοπικούς νεολιθικούς πληθυσμούς πριν συνεχίσουν τη μετανάστευση τους προς τα ανατολικά, βόρεια και βορειοδυτικά της Ευρώπης.

Μέσα στα επτά άτομα που είναι θαμμένα στον τάφο, παρατηρείται σχεδόν σε «πραγματικό χρόνο» η εισαγωγή του γονιδιώματος των νομάδων της στέπας στον νεολιθικό πληθυσμό της περιοχής.

Η εξαιρετική αυτή κατάσταση, η οποία δεν είχε περιγραφεί προηγουμένως, επέτρεψε στους επιστήμονες να ανακατασκευάσουν το τμήμα του γονιδιώματος του ενήλικα ανθρώπου που είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του, ο οποίος απουσίαζε από τον τάφο και, ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να αναλυθεί άμεσα.

Οι ερευνητές είχαν προηγουμένως λάβει ένα παρόμοιο αποτέλεσμα για έναν άλλο άνθρωπο με καταγωγή από τη στέπα, ο οποίος τάφηκε στην κοιλάδα Έιν. Αυτοί οι δύο άνδρες θα μπορούσαν επομένως να ανήκουν στον ίδιο πληθυσμό.