Νοσταλγία με την Ταινιοθήκη της ΕΡΤ3

Σε πρώτη πανελλήνια προβολή η αναπαλαιωμένη κόπια της ταινίας όπως παρουσιάστηκε το 2009, στις Κάννες, με αφορμή τη συμπλήρωση είκοσι χρόνων από τον θάνατο του σκηνοθέτη
 ΗΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ή ΚΑΤΩ ΤΑ ΚΕΦΑΛΙΑ
Σκηνοθεσία: Σέρτζιο Λεόνε
 
 
του Ν. Γκακίδη
 
Ένας λούμπεν μεξικανός και ένας σπεσιαλίστας στα εκρηκτικά Ιρλανδός συναντιούνται στη δίνη της μεξικάνικης επανάστασης στη δεκαετία του 1910. Ήταν τότε που είχαν ξεσηκωθεί οι αγρότες ενάντια στον δικτάτορα Πορφίριο Ντίαζ και τους γαιοκτήμονες που τους εκμεταλλεύονταν.  
Βέβαια, έβαλαν το χεράκι τους και οι δυσαρεστημένοι αστοί της εποχής, αν και όχι ακραιφνείς αστοί, καθότι στο Μεξικό βρισκόταν σε μιαν ημιφεουδαρχική κατάσταση. Τον σημαντικότερο ρόλο έπαιξαν οι Πάντσο Βίγια, λαθρέμπορος και ληστής, που μοίραζε τα κλοπιμαία στους φτωχούς, και ο Εμιλιάνο Ζαπάτα, εκλεγμένος στο χωριό του για να υπερασπίζεται την κοινοτική γη από τους άρπαγες τσιφλικάδες. Αυτά επιγραμματικά για την μεξικάνικη επανάσταση.
Ο Σέρτζιο Λεόνε τοποθετεί την ιστορία του μέσα στο χρονικό πλαίσιο αυτής της σημαντικής ιστορικής περιόδου του Μεξικού. Η ταινία,  στις μέρες της πρώτης προβολής της, συνάντησε το ευρύ κοινό, καθότι επιφανειακά είναι μια ταινία γουέστερν. Ωστόσο πρόκειται για μια βαθύτατη πολιτική ταινία με πολλά σημαινόμενα, τα οποία άπτονται, χωρίς ενδοιασμούς, και με τη σύγχρονη πραγματικότητα της παγκόσμιας κοινότητας.
Δύο ετερόκλητα στοιχεία, ο Χουάν Μιράντα ένας ληστής, λούμπεν, οικογενειάρχης με έξι παιδιά, που βιοπορίζεται ληστεύοντας και σκοτώνοντας, και ο Τζόν Μάλορι, με προϋπηρεσία στον ΙΡΑ, που έχει συνάψει συμβόλαιο συνεργασίας με τους αστούς επαναστάτες. Ο πρώτος γνωρίζει από ληστείες, ο δεύτερος από εκρηκτικά. Υπό την επιμονή του πρώτου θα οδηγηθούν σε συνεργασία. Πως; Μα έχοντας τον ίδιο στόχο, την τράπεζα «Mesa Verde». Βέβαια για διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Ο Χουάν ξέρει τι σημαίνει επανάσταση, «αυτοί που διαβάζουν βιβλία, πλησιάζουν αυτούς που δεν διαβάζουν και τους λένε να ξεσηκωθούν, επειδή έχουν μια ευκαιρία για μια καλύτερη τύχη». Αντίθετα ο Τζον δεν μας δείχνει τι ξέρει  για την επανάσταση. Αλλά αφήνεται να εννοηθεί πως ξέρει πολλά.
Αμφότεροι, θα συγκλίνουν στο τέλος της κοινής εμπειρίας τους. Ο Λεόνε μας αποπροσανατολίζει εκπληκτικά. Παιχνιδίζει ασύστολα και με πολλά υπονοούμενα, ανάμεσα στις γραμμές. Ξεκινά με μια ρήση του Μάο, «επανάσταση είναι μια πράξη βίας» και μετά μας λανσάρει στην οθόνη φαρδιά πλατιά την «κωμικομπρουτάλ» φιγούρα του Χουάν. Λίγο αργότερα την καλτ φυσιογνωμία του Τζον εποχούμενο σε μοτοσικλέτα και ζωσμένο με εκρηκτικά. Και όταν οι δύο τους θα εισέλθουν στην τράπεζα η έκπληξη θα είναι μεγάλη, τόσο για τον Χουάν όσο και για τους θεατές. Ο Τζον γνώριζε. Εμείς αποζημιωνόμαστε. Όμως ο Χουάν θα πληρώσει ακριβά την επιμονή του να ληστέψει την τράπεζα «Mesa Verde».
Είναι η στιγμή που θα δούμε τον σκληρό και τραχύ ληστή να σπάει και να δακρύζει. Είναι η στιγμή που συνέλαβα τον εαυτό μου να θέλει να φωνάξει «και οι λούμπεν έχουν ψυχή». Είναι η στιγμή όπου αυτός ο περιθωριακός τύπος, ο πορευόμενος εν πλήρει ιδοτέλεια και με λακωνική συμπύκνωση λόγου είχε σχεδόν αποδομήσει την ιδέα της επανάστασης, εμπλεκόμενος για τα καλά μαζί της. Οι επαναστάσεις θέλουν την προσωπική εμπλοκή με τα συμβαίνοντα. Προϋποθέτουν την θρυαλλίδα της ανάγκης, απαιτούν την απόλυτη γύμνια του ατόμου, χρειάζονται τη συνάντηση με την απόλυτη μοναξιά. Ο έτερος της παρέας, ο συνειδητά εμπλεκόμενος με τους σκοπούς της επανάστασης, καθότι έχει γνώση τού πώς και του γιατί, έχει ένα όπλο απαραίτητο, όντας μοναχικός καβαλάρης πια, αυτό της «τεχνολογίας». Είναι γνώστης των εκρηκτικών, του δυναμίτη  και του μυδραλιοβόλου.
Η ιστορία έχει για καύσιμο τη βία, χωρίς αυτήν δεν αλλάζουν και δεν προχωρούν τα πράγματα. Δεκάδες, χιλιάδες κορμιά, μετατράπηκαν σε κουφάρια από τις σφαίρες και τα εκρηκτικά. Ένα εκατομμύριο νεκρούς είχε η μεξικανική επανάσταση σε σύνολο πληθυσμού δέκα πέντε. Ο Λεόνε δεν χορογραφεί τη βία, αλλά φροντίζει με μαεστρία να είναι παρούσα και επώδυνη. Άλλοτε με κοντινά πλάνα των προσώπων  και voice over  και άλλοτε με εκπληκτικά πανοραμικά όπου εμφαίνεται η αιματοχυσία ωμή χωρίς μεν και αλλά. αυτή. Εξαιρετική η σκηνή που υποδηλώνει την απώλεια της οικογένειας του Χουάν. Μόνο με την καταγραφή των βλεμμάτων του άφωνου και δακρυσμένου Χουάν και του ενοχικά συνοφρυωμένου Τζον.
Και μέσα σ’ όλα ο Λεόνε θέτει το ερώτημα περί προδοσίας, της συνυφασμένης με τα βασανιστήρια. Νομιμοποιείται κάποιος να προδώσει υπό την επήρεια βασανισμού, ποια μπορεί να είναι τα όρια ανοχής και αντοχής; Την προδοσία πολλοί εκμεταλλεύτηκαν ή και αγάπησαν, μα ουδείς αγάπησε τον προδότη. Δύο από τους επικεφαλής προδίδουν τους συντρόφους τους, για να σώσουν το τομάρι τους. Ο ένας θα εισπράξει την άμεση τιμωρία, ο άλλος θα παρουσιαστεί εκ νέου ως αμόλυντος περιστερά, διεκδικώντας οφίτσια. Όμως κάποιος έχει φροντίσει για ην τιμωρία του. Όχι ως εκπρόσωπος Κυρίου, αλλά ως εκπρόσωπος της συνείδησής του. Και όμως ο Λεόνε φροντίζει να κάνει νύξη και για το θρησκευτικό συναίσθημα και την θεϊκή παρουσία ή απουσία. Ο Χουάν, αυτός ο λούμπεν τύπος που, δεν βλέπει τίποτα άλλο παρά την εξοικονόμηση χρήματος με κάθε τρόπο και κυρίως με εγκληματικές πράξεις, έχει κρεμασμένο στον λαιμό του έναν σταυρό. Θα πετάξει αυτόν τον σταυρό όταν αντικρίσει τα πτώματα των παιδιών του και των συντρόφων του. Ο σταυρός δεν είναι πια σύμβολο θεϊκής βοήθειας αλλά σύμβολο μαρτυρίου. Και τούτο θέλει να το αποποιηθεί ο Χουάν. Θα τον πάρει στα χέρια του ο συνειδητός επαναστάτηςΤζον.
Στο τέλος με έναν τρόπο απομυθοποιείται η επανάσταση, επιβεβαιώνεται η μοναξιά του επαναστάτη και μένει μόνο η έκρηξη οργής, ως εκτόνωση, ως εκδίκηση, ως ισορροπιστική κατάσταση, κόντρα στην οδυνηρή πραγματικότητα. «Κάποτε πίστευα σε πολλά πράγματα, σήμερα πιστεύω μόνο στον δυναμίτη» δηλώνει ο Τζον. Δεν ξέρω, αλλά η φράση αυτή έχει διττή σημασία. Την μία την ανέφερα ήδη, είναι η απομυθοποίηση της επανάστασης, η άλλη είναι η επιβεβαίωση της επανάστασης ως πρακτική ζωής. Διαλέγετε κα παίρνετε. Πλην όμως η επανάσταση δεν είναι γυμναστική. Κοστίζει ακριβά. Και όπως όλοι γνωρίζουμε ό,τι χαρίζεται μας το ζητάνε πίσω και με τόκο, δυσβάσταχτο.
Στις μέρες μας μάλλον περιοριζόμαστε στη νοσταλγική θέαση ή ανάμνηση, αυτών που κάποτε έδρασαν, έστω κι ημών των ιδίων (για ορισμένους βέβαια). Έχουμε πάρει διαζύγιο από τη δράση. Και η σημειολογία του τίτλου, τόσο του ελληνικού όσο και του πρωτότυπου,  χαρακτηρίζει και το σήμερα. Και μεις βέβαια δεν έχουμε σκύψει μόνο το κεφάλι.
Αξιοσημείωτη η υποκριτική παρουσία των Ροντ Στάιγκερ, Τζέιμς Κόμπερν και του πολύ καλού Ρόμολο Βάλι. Στην εξαιρετική φωτογραφία ο Τζιουζέπε Ρουζολίνι και στη μουσική ο μεγάλος Ένιο Μορικόνε. Το ΗΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ είναι η δεύτερη ταινία μιας τριλογίας με θέμα την Αμερικάνικη Δύση που φέρει την υπογραφή του μεγάλου σκηνοθέτη.  Η πρώτη ήταν το «Κάποτε στη Δύση» (1968) και η τρίτη το «Κάποτε στην Αμερική" (1984).
 
Τελευταία τροποποίηση στις Κυριακή, 27/04/2014 - 12:56