×

Προειδοποίηση

JUser: :_load: Αδυναμία φόρτωσης χρήστη με Α/Α (ID): 109

Φιλοσοφία και ρεμπέτικο τραγούδι. Του Θεοχάρη Παπαδόπουλου

Τετάρτη, 14/03/2018 - 16:00
Έχουν γραφτεί αρκετές σελίδες για τραγούδια, που έχουν φιλοσοφημένους στίχους και, που αναφέρονται, κυρίως, στο επονομαζόμενο «έντεχνο».
Όμως, εδώ, θα δούμε ένα άλλο είδος τραγουδιού, αρκετά παρεξηγημένο, ακόμα και σήμερα. Το ρεμπέτικο τραγούδι.

Θα 'λεγε κανείς, από τον τίτλο και μόνο του άρθρου, ότι πρόκειται για δυο θέματα άσχετα μεταξύ τους, όμως, οι παλιοί ρεμπέτες, αν και αγράμματοι ως επί το πλείστον, κατάφεραν και έγραψαν στίχους, που θα ζήλευαν και οι μεγαλύτεροι φιλόσοφοι. Μπορεί η χρησιμοποίηση της λαϊκής γλώσσας και η απλότητα των στίχων, να φαντάζει παρακατιανή, όμως, η αυστηρή λιτότητα είναι αρετή για τον στίχο και δημιουργεί μια αξιοπρόσεχτη αποφθεγματικότητα.

Για να κατανοήσουμε καλύτερα τα παραπάνω, ας δούμε, ένα πρώτο παράδειγμα από τον Παναγιώτη Τούντα: «Ο μερακλής ο άνθρωπος πονεί μα δεν το λέει / κι αν τραγουδά, ψεύτη ντουνιά, μέσα η καρδιά του κλαίει». Στίχοι, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ποίηση, γιατί μπορούν να συγκινήσουν, είτε τον αναγνώστη, που θα τους διαβάσει, είτε τον απλό άνθρωπο, που θα τους ακούσει. Τι μας θυμίζουν, όμως, αυτοί οι απλοί στίχοι; «Οι μεγαλύτεροι πόνοι είναι βουβοί» είχε γράψει ο Schiller, ενώ ο Blake αναφέρει: «Η υπερβολική λύπη γελάει». Ο Maurice Chapelan είχε γράψει πως: «Αυτοί που δεν κλαίνε ποτέ, είναι γεμάτοι δάκρυα».

Όμως, υπάρχουν και στίχοι ρεμπέτικων τραγουδιών, που διατυπώνουν μια ολόκληρη φιλοσοφία ζωής, αφού το νόημά τους έχει κοινωνικές προεκτάσεις. «Δεν μπορείς να ζήσεις στη ζωή ετούτη, / αν δεν έχεις πλάτες, αν δεν έχεις πλούτη», έχει γράψει ο Κώστας Μάνεσης και συνεχίζει: «Το λέω με παράπονο πικρό, / το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό». Σε ένα απλό τραγούδι διατυπωμένη όλη η κοινωνική αδικία, που συντελείται στο σύγχρονο εκμεταλλευτικό κοινωνικό σύστημα. «Φτωχόπαιδο με γνώρισες / κι από μικρός στην πιάτσα / παλεύω με τα μπράτσα» έχει γράψει ο Βασίλης Τσιτσάνης, ενώ ο Κώστας Ρούκουνας γράφει: «Ψεύτισε πλέον ο ντουνιάς / δεν έχει πια φιλία / μόνο στα πλούτη σ’ αγαπούν / κι όχι στη δυστυχία.»

Όμως, υπάρχουν και άνθρωποι, που ζώντας μια δυστυχισμένη ζωή, δεν ελπίζουν σε τίποτα καλύτερο και επιθυμούν να πεθάνουν, βλέποντας τον θάνατο σαν παρηγοριά και λύτρωση από τα βάσανά τους. «Τι πάθος ατελείωτο / που είναι το δικό μου / όλοι να θέλουν τη ζωή / κι εγώ το θάνατό μου» έχει γράψει ο Μάρκος Βαμβακάρης, φέρνοντάς μας στη μνήμη τον W.C. Fields, που έγραψε: «Όταν έχουμε χάσει τα πάντα, ακόμα και την ελπίδα, η ζωή γίνεται ατίμωση και ο θάνατος καθήκον», ενώ ο Αισχύλος είχε γράψει: «Θάνατος των ανηκέστων κακών ιατρός».

Συμπερασματικά, το ρεμπέτικο τραγούδι περιλαμβάνει πολύ φιλοσοφημένους στίχους, που μέσα στην απλότητά τους εκφράζουν αγωνίες, ερωτήματα και αναζητήσεις του ανθρώπου διαχρονικά και σαν τέτοιο πρέπει να το αναγνωρίζουμε.










Πηγή: vakxikon.gr

Η εκπομπή "ΕΡΤopen Πολιτισμός" τιμά τον συνθέτη και αγωνιστή ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ - Καλεσμένος της εκπομπής ο επίκουρος καθηγητής του ΑΠΘ, Παναγιώτης Δόϊκος

Πέμπτη, 28/09/2017 - 23:00
H ΕΡΤopen και η εκπομπή «ΕΡΤopen Πολιτισμός» συνεχίζουν το αφιέρωμά τους στον συνθέτη και αγωνιστή ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ.

Αυτή την Παρασκευή καλεσμένος της εκπομπής μας ο  Παναγιώτης Δόϊκος, επίκουρος καθηγητής της Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Αντικείμενο της συζήτησής μας η φιλοσοφική διάσταση του Μίκη Θεοδωράκη μέσα από τη θεωρία του περί Συμπαντικής Αρμονίας καθώς και η πρωτοβουλία του καθηγητή Παναγιώτη Δόϊκου να εντάξει στην πανεπιστημιακή ύλη του Τομέα Φιλοσοφίας, μάθημα κατεύθυνσης  με τίτλο «Ο Μίκης Θεοδωράκης και η θεωρία της συμπαντικής αρμονίας».

Την εκπομπή παρουσιάζουν οι Χρύσα Αριάδνη Κουσελά και Αναστασία Βούλγαρη.

Συντονιστείτε αυτή την Παρασκευή 29/9/2017 στις 21:00, στους 106.7fm και διαδικτυακά www.ertopen.com/radio.






Μπέρτραντ Ράσελ, φιλοσοφία και ακτιβισμός

Παρασκευή, 19/05/2017 - 21:00
«Τρία πάθη, απλά αλλά εξαιρετικά δυνατά, έχουν εξουσιάσει τη ζωή μου: η λαχτάρα για έρωτα, η αναζήτηση για γνώση και η αβάσταχτη λύπη για τα δεινά του κόσμου». Αυτά ήταν τα κινητήρια πάθη του Άγγλου φιλοσόφου, μαθηματικού και ειρηνιστή ακτιβιστή Bertrand Russell.

Πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους διανοητές και ακτιβιστές του 20ού αιώνα ο οποίος είχε επίσης λάβει το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1950. Υπήρξε δάσκαλος του Ludwig Wittgenstein, ο οποίος, όπως και ο δάσκαλός του, εξελίχθηκε σε έναν από τους θεμελιωτές της αναλυτικής φιλοσοφίας.

O Bertrand Arthur William Russell γεννήθηκε στην Ουαλία στις 18 Μαΐου του 1872.
Διακρίθηκε κατά τις σπουδές του στη φιλοσοφία και τα μαθηματικά, η σχέση του με τα οποία τον οδήγησε στη μελέτη της Λογικής, ενώ κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες προκειμένου να εκλαϊκεύσει την επιστήμη και τη φιλοσοφία. Το έργο του έχει επηρεάσει όχι μόνο τα Μαθηματικά, τη Φιλοσοφία και τη Λογική αλλά και τη Μεταφυσική, την Επιστημολογία, τη μελέτη της Γλώσσας και της Ηθικής.



Υπήρξε διακεκριμένος ειρηνιστής, που μάλιστα καταδικάστηκε σε φυλάκιση ως υποκινητής σε άρνηση στράτευσης κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ηγετική προσωπικότητα του αντιπολεμικού κινήματος του ’60, αντέδρασε έντονα στον πόλεμο των ΗΠΑ στο Βιετνάμ και αγωνίστηκε εναντίον της διάδοσης των πυρηνικών εξοπλισμών και της «ισορροπίας του τρόμου» κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Υπήρξε δραστήριος μέχρι τα τελευταία χρόνια της ζωής του, αφού για τελευταία φορά συνελήφθη σε ηλικία 89 ετών για συμμετοχή σε διαμαρτυρία.

Το 1950 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, «εις αναγνώριση της προσφοράς του στα ανθρωπιστικά ιδεώδη και την ελευθερία της σκέψης». Ο Bertrand Russell αποβίωσε σε ηλικία 98 ετών, στις 2 Φεβρουαρίου του 1970, στην Ουαλία.

Πώς να ζούμε με την αβεβαιότητα, χωρίς ωστόσο να παραλύουμε απο το δισταγμό, ίσως είναι το κύριο πράγμα που μπορεί να μας διδάξει η φιλοσοφία– Bertrand Russell





πηγή tvxs

Συνεργασία εναντίον εγωισμού

Τρίτη, 21/02/2017 - 13:00
Θανάσης Γιαλκέτσης

Την περασμένη Τρίτη, πέθανε στα 77 του χρόνια ένας σημαντικός στοχαστής, ο βουλγαρικής καταγωγής Γάλλος φιλόσοφος, θεωρητικός της λογοτεχνίας και ιστορικός των ιδεών Τσβετάν Τοντορόφ.
Το ακόλουθο κείμενο του Τοντορόφ είναι η απάντηση που έδωσε σε ερώτημα που του έθεσε το περιοδικό «Cahiers Pedagogiques» για την ιδέα της συνεργασίας.

Ο Τσβετάν ΤοντορόφΟ Τσβετάν Τοντορόφ |

Είναι δύσκολο να μιλήσουμε για τη συνεργασία στο σχολείο ή στον κόσμο της εργασίας, επειδή είναι μεγάλος ο πειρασμός να διολισθήσουμε σε έναν λόγο ηθικολογικό: όλοι συμφωνούν στο να λένε ότι η συνεργασία είναι προτιμότερη από τον πόλεμο, αλλά και στο να υπαινίσσονται ότι αυτή δεν προκύπτει αυθόρμητα, ότι, στην καλύτερη περίπτωση, θα είναι το αποτέλεσμα μεγάλων προσπαθειών.

Η συνεργασία είναι το ιδεώδες, αλλά η πραγματικότητα είναι ο πόλεμος ή τουλάχιστον ο εγωισμός. Αυτή η άποψη δεν είναι καινούργια. Διαποτίζει εδώ και τέσσερις αιώνες τον λόγο για τον άνθρωπο που διατυπώνουν φιλόσοφοι και πολιτικοί, ψυχολόγοι και ανθρωπολόγοι. Στον 16ο και τον 17ο αιώνα συγκροτείται, πράγματι, μια θεωρία σύμφωνα με την οποία η ανθρώπινη φύση είναι βαθιά κακή (ο άνθρωπος είναι λύκος για τον άνθρωπο).

Αν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε, είναι επειδή δεν μας αρέσουν οι τόσο πικρές αλήθειες (από τότε συνηθίσαμε να συμπεραίνουμε και το αντίστροφο: Αν μια περιγραφή του ανθρώπου είναι πικρή, τότε πρέπει σίγουρα να είναι αληθινή).

Η ηθική είναι ενάντια στη φύση, η συνεργασία συγκρούεται με τον έμφυτο εγωισμό μας. Μπροστά σε αυτήν τη διαπίστωση, ορισμένοι θα κηρύξουν το καλό (χρειάζεται να υπερβαίνουμε τις αδυναμίες μας, διδάσκει ο Καντ, πιστός σε αυτό στη διδασκαλία της χριστιανικής Εκκλησίας), ενώ άλλοι θα υποστηρίξουν ότι πρέπει να απελευθερώσουμε τη φύση από κάθε καταπιεστική κηδεμονία («Το μοναδικό χρέος του ανθρώπου είναι να ακολουθεί σε όλα τις αδυναμίες της καρδιάς του», έλεγαν οι εγκυκλοπαιδιστές).

Στην ίδια πάντοτε σοφία βρισκόμαστε και σήμερα, αν και προτιμάμε να την εκφράζουμε με το λεξιλόγιο των ψυχαναλυτών μάλλον παρά των ηθικολόγων. Μια τέτοια αντίληψη του ανθρώπου δεν είναι εντελώς εσφαλμένη (διαφορετικά δεν θα είχε διατηρηθεί επί τόσους αιώνες), αλλά είναι υπερβολικά σχηματική.

Και αν λέγαμε ότι η ανθρώπινη φύση είναι, αντίθετα, καλή; Τότε θα πέφταμε από την ηθικολογία στην αγγελική θεώρηση των πραγμάτων. Ενας τρόπος για να βγούμε από αυτές τις απορίες θα ήταν να έρθουμε σε ρήξη με το ηθικό πλαίσιο αυτών των υποθέσεων και να ξεκινήσουμε από την ακόλουθη απλή διαπίστωση: Περισσότερο από καλή ή κακή, η ανθρώπινη φύση είναι πάνω απ’ όλα κοινωνική. Οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων θεμελιώνουν το ανθρώπινο.

Εξάλλου, η κοινωνικότητα δεν είναι μόνον ανθρώπινη. Αν έκανε κάποιος τον κόπο να παρατηρήσει αυτόν τον φουκαρά τον λύκο, αντί να τον μετατρέπει σε φόβητρο για τον άνθρωπο, θα αντιλαμβανόταν ότι ο λύκος δεν είναι «λύκος» για τον λύκο.

Οπως και τα άλλα θηλαστικά, οι λύκοι αρχίζουν τη ζωή τους με μιαν ισχυρή κοινωνική σχέση, εκείνη που συνδέει το λυκόπουλο με τη μητέρα του. Αργότερα, οργανώνονται σε ομάδες που υποτάσσονται σε μια αυστηρή ιεραρχία. Οι συγκρούσεις δεν λείπουν, αλλά απέχουν πολύ από το να είναι η κυρίαρχη μορφή αλληλεπίδρασης. Επικρατεί, και μάλιστα κατά πολύ, η συνεργασία.

Η ανθρώπινη ύπαρξη, με τη σειρά της, δεν γνωρίζει κόσμο στερούμενο κοινωνικότητας. Το παιδί εξαρτάται από τους άλλους όχι μόνον για την επιβίωση, αλλά και για την ύπαρξή του στον κοινωνικό κόσμο. Μέσα στο βλέμμα του άλλου (της μητέρας του) βρίσκει την πρώτη αναγνώριση της ύπαρξής του.

Είμαι αυτό που εσύ βλέπεις: έτσι γεννιέται η αυτοσυνείδηση. Και σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξής μας θα συνεχίσουμε να νιώθουμε αυτήν την ανάγκη της αναγνώρισης από τους άλλους (ή, για να το πούμε διαφορετικά, παραμένουμε καταδικασμένοι σε μιαν αθεράπευτη ατέλεια), ακόμη και αν μαθαίνουμε βαθμιαία να αποκρύπτουμε ή να αμβλύνουμε αυτήν την ανάγκη. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είμαστε όλοι σε διαρκή ανταγωνισμό για την ίδια αναγνώριση.

Είναι η ίδια η πράξη της αναγνώρισης του άλλου αυτή που επιφέρει την ανταπόδοσή της: ο άλλος με αναγνωρίζει ως εκείνον που μπορεί να τον αναγνωρίσει. Δεν είναι μόνον το παιδί που επωφελείται από το βλέμμα της μητέρας του. Και η μητέρα, με τη σειρά της, αναγνωρίζεται χάρη στο ίδιο αίτημα του παιδιού της.

Χρειάζομαι την αναγνώριση, αλλά ακόμη περισσότερο χρειάζομαι να έχει κάποιος ανάγκη από τη δική μου αναγνώριση. Αυτή είναι η βάση πάνω στην οποία θα μπορούσαμε έπειτα να οικοδομήσουμε τη συνεργασία μας. Ποιες πρακτικές συνέπειες θα μπορούσε να αντλήσει ο εκπαιδευτικός από αυτή τη διαπίστωση; Είναι σχετικά εύκολο να διαγνώσουμε ορισμένες συνέπειες, που θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουν αποφασιστική σημασία.

Οι συμπεριφορές μας είναι κοινωνικές, αλλά οι πλέον συνήθεις τρόποι σκέψης μας δεν υπολογίζουν ορθά αυτό το δεδομένο. Οι τρόποι σκέψης μας όμως επηρεάζουν με τη σειρά τους τις συμπεριφορές μας.

Εξαιτίας του ότι ακούμε να λένε ότι ζούμε σε μια κατάσταση πολέμου όλων εναντίον όλων, ότι η ζωή του ανθρώπου διέπεται από την αρχή της απόλαυσης, ότι η βούληση για δύναμη είναι το κρυφό κίνητρο όλων των ενεργειών μας, θα καταλήξουμε να μοιάζουμε σε αυτήν την εικόνα.

Χρειάζεται να καταπολεμάμε αυτά τα στερεότυπα και να θυμίζουμε αυτό που καθένας μας μπορεί να παρατηρήσει γύρω του: οι ανθρώπινες υπάρξεις ζουν χάρη στις μεταξύ τους σχέσεις και αλληλεπιδράσεις.

Είναι πιο δύσκολο να πούμε από την αρχή ποιες μπορεί να είναι οι εποικοδομητικές συνέπειες αυτής της πιο ρεαλιστικής αντίληψης του ανθρώπου. Κι εγώ, που δεν είμαι επαγγελματίας εκπαιδευτικός, θα απέφευγα να παραστήσω κάποιον που παραδίδει μαθήματα. Μπορούμε να υποδείξουμε ότι πρέπει να επωφεληθούμε από την αμοιβαία μας εξάρτηση.

Οι μαθητές είναι, όπως κι ο καθένας μας, σε αναζήτηση της αναγνώρισης της ύπαρξής τους. Η καλύτερη όμως αναγνώριση προέρχεται από αυτό που σας ζητάει να αναγνωρίσετε κάποιος άλλος.

Ολοι μας έχουμε ανάγκες, αλλά η πιο έντονη ανάγκη είναι κάποιος να μας έχει ανάγκη. Το να δίνεις σε ανταμείβει περισσότερο από το να καταναλώνεις. Οχι επειδή το ένα είναι πιο ηθικό από το άλλο, αλλά επειδή το όφελος είναι πραγματικά μεγαλύτερο. Χρειάζεται να γίνουμε ικανοί να αντιλαμβανόμαστε αυτό το όφελος και ο εκπαιδευτικός σίγουρα μπορεί να συμβάλει σ’ αυτό.





πηγή efsyn

«Σκότω λιμός ξύνοικος»

Πέμπτη, 28/04/2016 - 13:14
Ελένη Καρασαββίδου

Η πείνα συγκατοικεί με το σκοτάδι, έγραψε ο Αισχύλος, σε μια από τις πιο πυκνές πολιτικοκοινωνικές φράσεις που γράφτηκαν ποτέ. Αποδείχθηκε από τότε χιλιάδες φορές στην Ιστορία. Ποδηγετήθηκε πολλές για να γεμίσει η ανθρωπότητα πραγματικούς και σημειολογικούς τάφους. Ξεπεράστηκε, με θυσίες φυσικά, αρκετές για να φυτρώσει στις γωνιές του πλανήτη η ελπίδα. Αναλύθηκε με μυριάδες τρόπους. Παρεξηγήθηκε με άλλους τόσους. Δεν επιλύθηκε ποτέ.

Τώρα ξαναεπιστρέφει στην απελπισμένη μορφή των προσφύγων που, συνηθισμένοι σε μια μεσοαστική ζωή οι περισσότεροι, πούλησαν τα πάντα ή τοποθέτησαν το καταπίστευμά τους σε μια προσπάθεια να τρέξουν μακριά από τον τρόμο και βρέθηκαν καθηλωμένοι στη μέση του πουθενά, στερημένοι πια από δυνατότητα για καθημερινή υγιεινή, καλή τροφή και υπηρεσίες υγείας και παιδείας.

Σύντομα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μιας Δύσης που ενεπλάκη στην ανατροπή καθεστώτων -μόνο για να εγκαθιδρύσει χειρότερα- και στο ξέσπασμα πολέμων -τους οποίους αρνείται να αναγνωρίσει ως αιτία προσφυγιάς μετά- θα μετατραπούν σε νησίδες παραγωγής και αναπαραγωγής ενός πολιτικού οικονομικού και πολιτιστικού μοντέλου όπου οι πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, αποκομμένες από τις συνθήκες διαβίωσης, θα επιστρατεύονται για να δικαιολογήσουν δείκτες αναλφαβητισμού και εγκληματικότητας, αφήνοντας αλώβητες τις δομές μιας κυνικής κοινωνικής συνθήκης όπου όλο και περισσότερο θα αποκόβεται ο άνθρωπος από το ανθρώπινο.

Σύντομα (γιατί τίποτε δεν πρέπει να μένει ανεκμετάλλευτο τελικά, ιδίως η απελπισία) η Ευρώπη ενδέχεται να μιμηθεί το σύστημα των ιδιωτικών φυλακών των ΗΠΑ, εμπνευσμένο από τα στρατόπεδα του νεοναζισμού, όπου οι «εκ φύσεως βάρβαροι» θα προσφέρουν τις κατάλληλες εργασίες ουσιαστικά δωρεάν προς ισοπέδωση της εργασιακής αγοράς και προς κερδοφόρα δόξα των ιδιωτικών επιχειρήσεων που θα έχουν υπογράψει τις συμβάσεις.

Ο παγκοσμιοποιημένος ανεξέλεγκτος καπιταλισμός έχει μια τέτοια «μηχανική» (στηριγμένη όχι απαραίτητα στο προσχεδιασμένο μα στην τυχαία ευκαιρία κάθε τραγωδίας σε έναν χαοτικό πλανήτη) που δεν μπορεί να λειτουργήσει έχοντας τον Κινέζο (χειρωνάκτη ή πνευματικό) εργάτη με μεροκάματο του ενός ευρώ και τον Ευρωπαίο με 20...

Στα ίδια αυτά στρατόπεδα γεννιούνται αυτήν την εποχή οι γενιές και γενιές Βάρβαρων και Φιλισταίων και Προλετάριων, που χρησιμοποίησε ο Μάθιου Αρνολντ για να περιγράψει την αποκτήνωση εκμεταλλευόμενων κι εκμεταλλευτών, μα και την απίστευτη δυστυχία των πρώτων, στις πρόχειρα φτιαγμένες γύρω από τα εργοστάσια παραγκουπόλεις της Ευρώπης, στις απαρχές της εκβιομηχάνισης.

Οι ηγεσίες της Δύσης (εκμεταλλευόμενες και τις προφανείς ευθύνες των αραβικών πολιτικών και θρησκευτικών ηγεσιών και την παθητικότητα των τοπικών και διεθνών «κοινωνιών») τυφλωμένες ή ανιστόρητες, δεν συνειδητοποιούν πως τα στρατόπεδα συγκέντρωσης αλλόθρησκων πληθυσμών επικεντρώνονται κυρίως στην περιοχή των Βαλκανίων, χώρο όπου ιστορικά η θρησκευτική συνείδηση εθνικοποιήθηκε (Μπαλιμπάρ και Βάλερσταϊν, 1991), συμβάλλοντας στο παρελθόν ως «πυριτιδαποθήκη» στην ενδυνάμωση ακραίων φωνών και στο ξέσπασμα συγκρούσεων που πολύ γρήγορα αιματοκύλισαν όλη την ήπειρο...

Η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται ως φωτοτυπία... Αλλά κάθε εποχή αναπαράγει μερικές βασικές λειτουργίες ή «αλήθειες» με τον τρόπο της. Μια από αυτές τις αλήθειες που επαναλαμβάνεται σαν μια σκοτεινή προφητεία (στην πραγματικότητα ως παρατήρηση), στις λειτουργίες της κοινωνίας εξακολουθεί να είναι η εφιαλτική ρήση του Αισχύλου: Η πείνα όντως συγκατοικεί με το σκοτάδι. Αλλά παρ’ όλες τις βολικές ρητορικές των χορτάτων, που αποδέχονται άκριτα πολλοί που δεν ανήκουν στις τάξεις τους, δεν φταίνε πρώτιστα οι πεινασμένοι.