Από τον Ponzi στον Minksy και από εκεί στην Λιτότητα

Δευτέρα, 26/06/2017 - 10:35
Από τον Ponzi στον Minksy και από εκεί στην Λιτότητα

Σπύρος Στάλιας, Οικονομολόγος Ph.D

Στην Γιώτα Χατζόγλου



Το θέμα μας είναι πως φτάνουμε από την ’άπληστη αιωνιότητα’ του Ponzi στην θλιβερή στιγμή του Minksy (MinksyMoment) και από εκεί στα μνημόνια και την λιτότητα.

Παραδοσιακά, ας πούμε από το 1933 έως το 2000, οι τράπεζες δάνειζαν με βάση την διαφαινομένη οικονομική εξέλιξη του δανειζομένου, τις υποθήκες που διέθετε για την εξασφάλιση του δανείου και τέλος λαμβάνοντας υπ’ όψη αυτή καθ αυτή την προσωπικότητα του δανειζομένου. Αν αυτά τα στοιχεία, κατά την κρίση της τράπεζας, ήσαν ικανοποιητικά για την αποπληρωμή του δανείου και των τόκων, τότε η τράπεζα προχωρούσε στην εκταμίευση του δανείου.

Αν η οικονομία πηγαίνει καλά, το ΑΕΠ αυξάνεται, η ανεργία μειώνεται, δηλαδή υπάρχει οικονομική ανάπτυξη, τότε οι τιμές των σπιτιών και οι τιμές της πάγιας περιουσίας, αυξάνονται. Παράλληλα αυξάνονται και οι τιμές κινητών αξιών, όπως είναι τα ομόλογα, οι μετοχές και τα άλλα χρηματοοικονομικά εργαλεία.

Αν οι τιμές αυτές αυξάνονται, τότε είναι μια καλή ευκαιρία οι τράπεζες, με υποθήκες αυτές τις αξίες, να δανείσουν ακόμα πιο πολύ τους πολίτες, με στόχο και αυτές, μέσω νέων δανεισμών, να πραγματοποιήσουν κέρδη, και οι πολίτες, το επενδυτικό κοινό, να πραγματοποιήσουν κέρδη βραχυχρονίως και μακροχρονίως.

Ο όλο και μεγαλύτερος δανεισμός όμως, αυξάνει την ζήτηση των ποικίλων αξιών, και έτσι ακόμα πιο πολύ οι τράπεζες μπορούν να δανείσουν και οι πολίτες να δανειστούν, παραβλέποντας τις αρχές του κλασσικού δανεισμού (όπως συνέβη σχηματικά από το 2000 και μετά). Οι σημερινές αυξανόμενες τιμές αποτελούν ένα καλό σημάδι για το μέλλον, με την έννοια ότι οι τιμές θα αυξηθούν και άλλο. Με άλλα λόγια το μέλλον είναι προβλεπτό με βάση τις σημερινές και τις παρελθούσες ανερχόμενες τιμές.

Αν όλοι προσδοκούν ότι οι τιμές και άλλο θα αυξηθούν, με πρώτες και καλύτερες τις τράπεζες, αφού δανείζουν για την αγορά σπιτιών, αυτοκινήτων, ομολόγων μετοχών και για οτιδήποτε άλλο, ας πούμε διακοπές στη Μύκονο, τότε τόσο και πιο πολλοί άνθρωποι ανεβαίνουν στο τραίνο της προσδοκώμενης αφθονίας του πλούτου και της ωραίας ανέφελης ζωής. Εξαιρετική σοφία.

Εδώ παίρνοντας μια ανάσα, ας δούμε τις κρυμμένες προϋποθέσεις που βασίζεται αυτή η σοφία. Οι Τράπεζες δανείζουν για να πραγματοποιήσουν κέρδη. Οι πολίτες, επιχειρήσεις, κράτη δανείζονται με στόχο να πραγματοποιήσουν επί της ουσίας και αυτοί κέρδη, όπως και αν ονομάζονται. Και οι τράπεζες και οι δανειζόμενοι, πίσω στο κεφάλι τους, έχουν ως δεδομένο, ότι πάντα οι τιμές των αξιών θα αυξάνονται. Άρα πουλώντας ένα μέρος των αξιών τους, που οι τιμές τους διαρκώς αυξάνονται, οι δανειζόμενοι θα μπορούν να εξοφλούν τα δάνεια τους πάντα. Άρα οι τράπεζες αενάως θα πραγματοποιούν κέρδη. Τι άλλο έχουν πίσω στο νους τους; Ότι πάντα θα υπάρχει ένας καινούργιος αγοραστής των αξιών αυτών που θα σηματοδοτεί μια νέα αύξηση των αξιών.

Αυτός είναι ο κόσμος του Ponzi.

Αν όμως αυτός ο νέος αγοραστής δεν προσέλθει στο ραντεβού της ’παράλογης έξαρσης’, όπως την ονόμασε ο κύριος Greenspan, τότε το όλον οικοδόμημα κινδυνεύει. Φυσικά το ραντεβού δεν πραγματοποιείται, γιατί ο τελευταίος αγοραστής έχει τόσα χρήματα όσα το πραγματικό ΑΕΠ του επιτρέπει να έχει, και άρα στο ραντεβού με αυτές τις τιμές είναι αδύνατον να έλθει.

Με άλλα λόγια οι τιμές δεν ανταποκρίνονται στην αξία του πραγματικού ΑΕΠ και το όλον οικοδόμημα καταρρέει. Όλα πληρώνονται με βάση την πραγματική παραγωγή στο τέλος. Όταν οι τιμές πλέον δεν αυξάνονται, οι δανειζόμενοι και οι δανειστές κατανοούν την θέση τους, με την έννοια δεν μπορούν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους και σπεύδουν να πουλήσουν για να βρουν πραγματικό χρήμα.

Αυτή είναι η στιγμή του Minsky και η κατάρρευση του Ponzi. Επιστροφή στην πραγματικότητα. Τα χαρτιά δεν φέρνουν πλούτο.

Η στιγμή του Minsky είναι εκείνη κατά την οποία το τραπεζικό σύστημα κινείται από την ευστάθεια στην αστάθεια. Είναι η στιγμή και το σημείο εκείνο στην εξέλιξη των πραγμάτων, όπου μια βαρειά δανεισμένη κοινωνία αρχίζει να πουλάει με μανία κάθε αξία, για να μπορεί να αποπληρώσει τον δανεισμό της. Αυτό έχει σαν αιτία την πτώση των τιμών των αξιών και της απώλειας της εμπιστοσύνης. Αυτό έχει ως αιτία οι τράπεζες να μην έχουν ρευστότητα για να αντιμετωπίσουν την ζήτηση για πραγματικό χρήμα, πράγμα που οδηγεί στην καταστροφή του τραπεζικού συστήματος με βαρειές μακροχρόνιες συνέπειες για την πραγματική οικονομία. Συνοψίζοντας η στιγμή του Minsky έρχεται όταν ο δανεισμός και τα χρέη φτάσουν σε επίπεδα που είναι αδύνατον να σταθούν.

Από αυτή την στιγμή και μετά, με χαμένη την εμπιστοσύνη στην οικονομία, η πραγματική οικονομία εισέρχεται σε βαθειά ύφεση. Μείωση του ΑΕΠ, αύξηση της ανεργίας, πτώση των τιμών.

Ο HymanMinsky ήταν καθηγητής οικονομικών στην Αμερική και ανήκε στη μετακεϋνσανή σχολή πειθούς, του οποίου οι εργασίες, για την αστάθεια των χρηματοδοτικών αγορών, αγνοήθηκαν κατά την διάρκεια των δεκαετιών του ’70, ’80 και ’90 που ο νεοφιλελευθερισμός κάλπαζε, που πάσα πρόταση για μια υπό έλεγχο λειτουργία του τραπεζικού συστήματος αντιμετωπιζόταν σαν χολέρα.

Ο Minsky πιστός στην Κεϋνσιανή Ακαδημία Σκέψης, που είχε αποδείξει ότι ο καπιταλισμός εκ φύσεως τείνει προς την αστάθεια, με συνέπεια βαθιές οικονομικές κρίσεις, έκρινε ότι είναι αναγκαία η παρέμβαση του κράτους με την δημιουργία κανονισμών, για την λειτουργία του χρηματοδοτικού οικοδομήματος μέσα σε ένα κράτος.

Ειδικότερα ο Minsky πρότεινε την θέσπιση κανονισμών για την απαγόρευση δανεισμών τύπου Ponzi, την επιβολή στις τράπεζες της υποχρέωσης να έχουν αποδεδειγμένη διαρκή ρευστότητα, την δημιουργία ειδικού αποθεματικού κεφαλαίου από τις τράπεζες, σε περιόδους ανόδου της οικονομίας, για να μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιόδους στενότητας της οικονομίας, επιβολή αυστηρών κανονισμών για την παροχή δανείων, την υποχρέωση αύξησης των επιτοκίων σε τυχόν απροσδόκητη και αδικαιολόγητη αύξηση των τιμών των αξιών, διαχωρισμό των εμπορικών τραπεζών από τις επενδυτικές τράπεζες, που δρουν στη χρηματιστηριακή αγορά, και όλα αυτά υπό την καθοδήγηση μιας Κεντρικής Τράπεζας που θα έπαιζε και τον ρόλο του έσχατου σωτήρα δανειστεί του συστήματος αν αυτό έφτανε σε σημείο καταστροφής.

Η κρίση του 2008 στην Ευρώπη και στην Αμερική έφερε τον Minsky στην επιφάνεια, έστω και μετά τον θάνατο του. Η υπόθεση του για την εγγενή αστάθεια των χρηματοδοτικών αγορών, μας δίνει μια καθαρή εικόνα του τι συμβαίνει στην οικονομία, δηλαδή όταν οι αποταμιεύσεις είναι μεγαλύτερες από τις επενδύσεις, όταν το χρήμα δεν επιστρέφει στην πραγματική οικονομία.

Η μεταπήδησει από τον εξασφαλισμένο δανεισμό σε δανεισμό τύπου ponzi επεξηγεί τον δανεισμό στην Αμερική σε αγορά σπιτιών, με περιορισμένη εξασφάλιση, πράγμα που έγινε και στο Νότο της Ευρώπης.

Η καλλιέργεια εμπιστοσύνης ότι διαρκώς η τιμή των πάσης φύσεως τιμών των αξιών θα αυξάνεται, με βάση μια απρόσκοπτη αύξηση του ΑΕΠ, οδήγησε σε μεγάλους δανεισμούς των Κρατών.

Η βαθειά πιστή ότι μια ελεύθερη αγορά από μόνη της ενσωματώνει κάθε γεγονός μελλοντικό και άρα καλώς τιμολογεί τις σημερινές αξίες. Εδώ ας υπογραμμίσουμε την σοβαροφάνεια αυτών των μεγάλων οργανισμών που και σκουπίδια ακόμα τα αξιολογούσαν ως άριστες επενδύσεις.

Η παράλογη πίστη των τραπεζιτών στο καλό μέλλον, τους οδηγούσε στο να αναλαμβάνουν κινδύνους δυσανάλογους με τα κεφάλαια τους και την ρευστότητα τους, να δανείζονται και να δανείζουν, και μάλιστα να επιβραβεύονται με εκατομμύρια μπόνους. Επί της ουσίας έσκαβαν τον λάκκο της πραγματικής οικονομίας.

Έτσι φτάσαμε στη στιγμή του HymanMinsky, που δεν θα φτάναμε αν οι νεοφιλελεύθερες μπούρδες δεν είχαν επικρατήσει.

Άλλη μια παρατήρηση. Όταν ξέσπασε η κρίση του 2008 στην Αμερική την ξεπέρασαν χωρίς να επιβαρύνουν τον Αμερικανικό Λαό. Μόνο του το σύστημα με βάση την Κεντρική Τράπεζα το ξεκαθάρισε το θέμα και άκουσε τον Minsky.

Άλλα στην Ευρωζώνη τα πράγματα δεν ξεκαθάρισαν και ήδη διατρέχουμε τον 8ο χρόνο λιτότητας που αποτελεί ξευτίλα για την οικονομική επιστήμη τουλάχιστον. Ας το δούμε λίγο το θέμα. Είπαμε πριν ότι όλος ο δανεισμός θα πρέπει να εξοφλείται με πραγματικό χρήμα που θα πρέπει να αντιστοιχεί στα έσοδα κάποιου που έχει από την πραγματική οικονομία, από την δουλειά του. Αν η πραγματική οικονομία δεν αναπτύσσεται πιο γρήγορα από την οικονομία της δημιουργίας δανείων, με άλλα λόγια αν τα δάνεια δεν επιστρέφουν στην πραγματική οικονομία, σε στοιχεία που συνθέτουν το μέγεθος της οικονομίας, ή αλλιώς, αν οι επενδύσεις στην πραγματική οικονομία δεν είναι μεγαλύτερες από τις αποταμιεύσεις στο επίπεδο στοιχείων του ΑΕΠ, τότε όλοι αναγκαστικά θα βρεθούμε καταχρεωμένοι, οι τράπεζες η μια στην άλλη, ο ιδιωτικός τομέας και το κράτος με συνακόλουθη κατάρρευση της οικονομίας. Είμαστε στο σημείο Minsky.

Το 2008 οι τράπεζες βρέθηκαν με διπλό πρόβλημα, λόγω τερατωδών δανεισμών πέραν πάσης προσδοκίας, λόγω απληστίας. Βρέθηκαν σε κρίση φερεγγυότητας δηλαδή, δεν είχαν επαρκή κεφάλαια να καλύψουν τα κόκκινα τους δάνεια, και σε κρίση ρευστότητας, δηλαδή δεν είχαν επαρκείς αξίες άμεσα ρευστοποιήσιμες για να καλύψουν τις άμεσες υποχρεώσεις τους. Τι είχε γίνει; Οι αποταμιεύσεις ήσαν μεγαλύτερες από τις επενδύσεις.

Τότε έντρομοι οι ηγέτες της Ευρώπης και οι τραπεζίτες κατάλαβαν ότι δεν είχαν τα μέσα και τους τρόπους να αντιμετωπίσουν το θέμα της κρίσης.

Κατάλαβαν ότι το τραπεζικό σύστημα σε κάθε χώρα της ευρωζώνης, ήταν εκτός παντώς ελέγχου. Είχε γίνει τόσο μεγάλο, που η κάθε μια χώρα χωριστά δεν μπορούσε από μόνη της να σώσει το τραπεζικό της σύστημα. Αντελήφθησαν επίσης ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι τράπεζα μαϊμού, που σαν στόχο είχε μόνο να μας σώσει από ένα καλπάζοντας πληθωρισμό τύπου Γερμανίας του 1923 ή Ζιμπάμπουε, κάτι που ήταν εκτός πραγματικότητας. Όπως ήταν και είναι φτιαγμένη η ΕΚΤ, δεν μπορούσε να σώσει ούτε μια τράπεζα από την πτώχευση, ούτε ένα κράτος. Δεν ήταν, και δεν είναι ακόμα, μια πραγματική Κεντρική Τράπεζα που θα μπορούσε να σταθεροποιήσει το σύστημα. Δεν μπορούσε –και ακόμα δεν μπορεί- να ασκήσει την λειτουργία του lender-of-last-resort όπως η FED στην Αμερική ή η Τράπεζα της Αγγλίας ή κάθε σοβαρή Κεντρική Τράπεζα σε όλο τον κόσμο.

Αφού οι ηγέτες μας βρεθήκαν στην κατάσταση να μην μπορούν να αποπληθωρίσουν, για να αποφύγουν το πρόβλημα, να μην μπορούν να υποτιμήσουν για να αποφύγουν το πρόβλημα (δεν υπήρχε εθνικό νόμισμα), τους απέμενε ή να πτωχεύσει η Ευρώπη, πράγμα που θεώρησαν ότι θα ζούσαμε στιγμές δευτέρας παρουσίας, ή να εφαρμοστεί γενική λιτότητα σε όλη την Ευρώπη για να σώσουμε εμείς οι λαοί τις Τράπεζες, αφού η Κεντρική Τράπεζα δεν μπορούσε. Με άλλα λόγια κληθήκαμε εμείς οι λαοί, εμείς οι απλοί άνθρωποι, να σώσουμε τις τράπεζες μέσα από την φορολογία. Δηλαδη αυτό το κακο που προκλήθηκε από την διαφθορά και το φαγοπότι των Τραπεζιτών κληθήκαμε εμείς να το διορθώσουμε. Η ιδέα να αλλάξει η δομή του ευρώ δεν τους πέρασε από το μυαλό.

Η απάτη λοιπόν των τραπεζών είναι αυτή που μας οδήγησε στην λιτότητα και η πλημμελής κατασκευή του ευρώ. Άλλα αυτό είναι ένα μεγάλο θέμα. Αλλά αυτή είναι η αλήθεια και όχι αυτό που λένε ότι τα κράτη υπήρξαν διεφθαρμένα.

Ακριβώς αυτός είναι και ο λόγος που το χρέος είναι παράνομο, και ακριβώς αυτός είναι ο λόγος που πρέπει να αντιδράσουμε στους πλειστηριασμούς των σπιτιών του κόσμου. Ο τρώσας και ιάσεται.

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

























Νομισματική Πολιτική και Συνταγματική Αναθεώρηση

Σάββατο, 02/07/2016 - 21:03
Σπύρος Στάλιας, Οικονομολόγος Ph.D

Τα Συντάγματα όπως έχει αποδειχθεί ιστορικά, δεν είναι εκείνα τα κείμενα που εγγυώνται την πρόοδο των Λαών πλην ελάχιστων εξαιρέσεων. Αντίθετα είναι κείμενα που μπορούν να οδηγήσουν στην οπισθοδρόμηση και ένα τέτοιο παράδειγμα είναι τα Ελληνικά Συντάγματα. Κανένα Σύνταγμα οικονομικά και πολιτικά δεν προστάτευε τον Ελληνικό Λαό από συμφορές. Θα προσπαθήσω αυτό να το εξηγήσω και να πω την άποψη μου για το τι θα πρέπει να γίνει.

Πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ευρώπη υπήρχαν τρία μόνο αβασίλευτα πολιτεύματα. Το 1918 με την λήξη του πολέμου προστέθηκαν αλλά δέκα. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία ενθρονίστηκε σε όλη την Ευρώπη ως φυσική μορφή διακυβέρνησης των Λαών. Αυτοκράτορες, Βασιλείς, Τσάροι, Σουλτάνοι, Δούκες εκθρονίσθηκαν, καταργήθηκαν ή αποδυναμώθηκαν. Η δημοκρατία είχε θριαμβεύσει, ο αυταρχισμός είχε ηττηθεί ως υπαίτιος του πολέμου. Εκείνη την εποχή υπήρξαν 22 νέα  δημοκρατικά συντάγματα σε όλη Ευρώπη. Οι καθηγητές του Συνταγματικού Δικαίου ήσαν οι μεγάλες βεντέτες της εποχής.

 Όλα τα Συντάγματα άρχιζαν με την πρόταση ότι όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον λαό ή το έθνος και ασκούνται υπέρ αυτού, αποσκοπούσαν να τιθασεύσουν, ως αντίδραση στην προηγούμενη εκτελεστική ηγεμονία, την εκτελεστική εξουσία, δίνοντας δύναμη στο Κοινοβούλιο. Τα μελή του Κοινοβουλίου υποτίθεται ότι θα εκλέγονταν  με τέτοιο τρόπο, ώστε να εκπροσωπούν όλα τα στρώματα του Λαού.

Τα πιο πολλά Συντάγματα στόχευαν πέραν της κατοχύρωσης των πολιτικών ελευθεριών των πολιτών, στη υλοποίηση στόχων κοινωνικής πολιτικής που αφορούσαν στην υγεία, στην παιδεία, στην κοινωνική ασφάλιση, στην κοινωνική πρόνοια, στις  αγροτικές μεταρρυθμίσεις και στα εργατικά δικαιώματα.

 Όλα τέλος πάντων  είχαν κατασκευαστεί με τέτοιο τρόπο, που φαινόταν ότι ελάμβαναν υπόψη κάθε πλευρά του κοινωνικού και πολιτικού βίου και υπόσχονταν στους νικητές και ηττημένους που επέστρεψαν από τα μέτωπα, που δεν ήσαν τίποτα άλλο από εργάτες και αγρότες, ένα νέο υψηλότερο βιοτικό επίπεδο, κοινωνική σταθερότητα, ηρεμία στη σχέση εργασίας και κεφαλαίου, συνεργασία των Λαών. Υπόσχονταν συνοπτικά ‘σπίτια που πρέπει σε ήρωες’.

Αλλά αυτός ο θρίαμβος της Δημοκρατίας απεδείχθη βραχύβιος. Όπως γρήγορα ενθρονίστηκε άλλο τόσο γρήγορα εκθρονίστηκε. Από τις αρχές του 1920 έως τα μέσα του 1930 οι Δημοκρατίες κατέρρευσαν και αντικαταστάθηκαν με αυταρχικά καθεστώτα, πιο βάρβαρα ακόμα από τα προηγούμενα βασιλικά καθεστώτα.

Τα νέα αυταρχικά καθεστώτα, ως αντίληψη και πράξη, δεν ήσαν βεβαίως ξένα στους ευρωπαϊκούς λαούς και ούτε ήσαν λιγότερα αποτελεσματικά στην οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας.

Πάντως δεν ήσαν δημοκρατικά, και ήσαν προϊόντα της κούρασης των Ευρωπαίων από την προηγηθείσα Δημοκρατία που δεν μπόρεσε να υλοποίηση τις υποσχέσεις της στους Λαούς.

Αλήθεια τι συνέβη και οι Δημοκρατίες κατέρρευσαν και οδηγηθήκαμε στον Β’ ΠΠ; Γιατί δεν αμύνθηκε επί της ουσίας κανένας Ευρωπαίος γι αυτή, και γιατί όλοι θεώρησαν ότι ο ναζισμός ή ο φασισμός ή οι αστικές δικτατορίες ή το σταλινικό υπόδειγμα, έδιναν λύσεις εκείνη την ταραγμένη εποχή;

Ας ρίξουμε λίγο φως σε αυτή την ιστορία και να δούμε ακόμα τι σημαίνει αυτή σήμερα για μας.

Θα διακινδυνεύσω μια υπόθεση και ένα ορισμό.

Στη Δημοκρατία υποτίθεται ότι οι Λαοί διοικούν την οικονομία και όχι μια μικρή ομάδα τραπεζιτών και γραφειοκρατών, που δεν απολογούνται πουθενά, με μια ομάδα πολιτικών που τους ακολούθου.

Δημοκρατία είναι η διαδικασία εκείνη που μετατρέπει τις  πολιτικές ελευθερίες σε ισοδύναμες ατομικές και κοινωνικές οικονομικές ελευθερίες, αλλιώς οι πολιτικές ελευθερίες είναι γράμμα κενό.

Η Δημοκρατία, συνταγματικά συνεπώς,  θα πρέπει να εξοπλίζεται με τους μηχανισμούς εκείνους έτσι ώστε να μπορεί να ικανοποιεί την παραπάνω αναγκαιότητα που οδηγεί σε περισσότερη ελευθερία των προσώπων και των Λαών.

Τι έγινε τότε; Οι Βασιλείς θυσιάστηκαν, η Δημοκρατία εγκαθιδρύθηκε, μέσω Συνταγμάτων, που κατασκεύασαν όμως καθηγητές-νομικοί χωρίς γνώση της οικονομίας και της βασικής φιλοσοφίας της ανάγκης του συνυπάρχειν μέσα από την οικονομία. Η καθεστηκυία τάξη έτσι σε κάθε χώρα παρέμεινε μαζί με τα συμφέροντα της.

Τα πράγματα έπρεπε να επανέλθουν στη υποτιθέμενη σταθερότητα πριν από το 1914. Και έτσι επεβλήθη και πάλιν, χάριν της σταθερότητας, ο κανόνας του χρυσού, με άλλα λόγια ο χρυσός ως νόμισμα. Έθνη και κράτη σταυρώθηκαν πάνω σε χρυσό σταυρό.

Οι Δημοκρατίες επέλεξαν λοιπόν να ζουν υπό καθεστώς ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων και σταθερών ισοτιμιών σε σχέση με τον χρυσό, και άρα να μην ασκούν ανεξάρτητη Νομισματική Πολιτική. Έτσι έβαλαν στα θεμέλια τους και την νάρκη που θα τις τίναζε στον αέρα σε λίγο χρόνο και θα τις οδηγούσε σε πόλεμο. Οι Δημοκρατίες δεν μπορούσαν πια να ανταποκριθούν στα φιλόδοξα Συντάγματα τους. 

Πως λειτουργούσε το σύστημα; Όταν οι οικονομίες λειτουργούν υπό καθεστώς σταθερών ισοτιμιών και ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων τότε κάθε προσπάθεια να αναζωπυρωθεί η οικονομία, μέσω της πτώσης των επιτοκίων, οδηγεί σε έξοδο των κεφαλαίων από την χώρα -αναζητούν καλύτερη απόδοση- που οδηγεί  στην πτώση της ισοτιμίας του νομίσματος. Αλλά ζούσαν υπό καθεστώς σταθερών ισοτιμιών. Η Κυβέρνηση υποχρεωμένη να διατηρεί την ισοτιμία σταθερή, ύψωνε ξανά τα επιτόκια και βρισκόταν  εκεί που άρχισε. Στην αδυναμία να αναθερμάνει την οικονομία.

Τι απέμενε σε μια Κυβέρνηση να κάνει που δεν μπορεί να ασκήσει ανεξάρτητη νομισματική πολιτική. Η λιτότης. Η βάρβαρη μείωση μισθών, συντάξεων, κοινωνικών παροχών, διάλυσης τους κράτους με σκοπό μέσω της ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας και διατήρησης της ‘εξωτερικής αξίας του νομίσματος’, να βάλει μπρος της οικονομία.

Αλλά αυτό σήμαινε ότι η χώρα αυτή, η Α ας την ονομάσουμε, κάνοντας αυτό, εξήγε το πρόβλημα της στη χώρα Β. Καθώς η Α, λόγω μείωσης των αμοιβών, μείωνε τις εισαγωγές της από την χώρα Β, της  χώρας Β το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών έμπαινε σε πρόβλημα με το νόμισμα της να υποτιμάται. Μπρος σε αυτή την κατάσταση, η χώρα Β αύξανε τα επιτόκια της, για να συγκρατήσει και να προσελκύσει κεφάλαια για να διατηρήσει την ‘εξωτερική αξία του νομίσματος της’, και ασκούσε και αυτή εισοδηματική πολιτική άγριας περικοπής δαπανών και αμοιβών με στόχο την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας, εξάγοντας έτσι το πρόβλημα στη χώρα Γ. Κάνοντας έτσι όλες οι χώρες, να εξάγουν και ελάχιστα να εισάγουν, ανταγωνιζόντουσαν η μια την άλλη στη  κατάκτηση αγορών, έθεταν σε δοκιμασία την εσωτερική τους σταθερότητα και δημιουργούσαν θανάσιμη ανεργία στην οικονομία συνολικά. Δημιουργούσαν φτώχεια στους πολλούς και πλούτο στους τραπεζίτες.

 Αυτά τα απελπισμένα τεχνάσματα διατήρησης της εξωτερικής αξίας του νομίσματος ήταν η αιτία που φτάσαμε στο θάνατο των δημοκρατιών και στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Έχουν γράφει θεωρίες που διαφωτίζουν, αλλά καμία δεν ερμηνεύει το φαινόμενο εκείνης της εποχής.  Η αιτία ήταν ο χρυσός. Οι Κυβερνήσεις δεν ασκούσαν Ανεξάρτητη Νομισματική Πολιτική. Στα Δημοκρατικά Συντάγματα τους ούτε κατ’ ιδέαν δεν υπήρχε τέτοια πρόνοια και οι Δημοκρατίες κατέρρευσαν.

Έπρεπε μέσα από τις στάχτες του Πολέμου να γίνει κατανοητή η άσκηση της Ανεξάρτητης Νομισματικής Πολιτικής και ότι αυτή δεν την αφήνεις σε τραπεζίτες, σε άθλιους κερδοσκόπους και σε γλείφτες πολιτικούς.

Τι σημαίνει  ‘Άσκηση Ανεξάρτητης Νομισματικής Πολιτικής’; Σημαίνει επί της ουσίας, ότι είναι προτιμότερο να απασχολείς το εργατικό δυναμικό να παράγει υπηρεσίες και προϊόντα στη χώρα σου, τα οποία θα μπορούσαν να παραχθούν στο εξωτερικό πιο φθηνά, εάν η εναλλακτική λύση είναι να έχεις ανεργία ή να εξάγεις την ανεργία σου, αν μπορείς,  σε άλλη χώρα, όπως κάνει σήμερα η Γερμανία προς όλους  τους Λαούς της Ευρωζώνης, οι όποιοι δεν μπορούν να αμυνθούν αφού δεν ασκούν νομισματική πολιτική.

Τι σημαίνει αυτό για την συνεργασία των Λαών; Αντί να παρεμποδίζεις την ανάπτυξη με την άνοδο των επιτοκίων για την διατήρηση της ‘εξωτερικής αξίας του νομίσματος’, είναι προτιμότερη η ανάπτυξη μέσω της διατήρησης της εσωτερικής σταθερότητας. Με άλλα λόγια είναι προτιμότερο τα νομίσματα των κρατών να διακυμαίνονται μεταξύ τους και έτσι κάθε χώρα να αμύνεται από μόνη της σε υφεσιακές  πιέσεις από το εξωτερικό. Αυτό δεν σημαίνει περιορισμό στο εξωτερικό εμπόριο.  Αντιθέτως τα μέτρα της πλήρους απασχόλησης στο εσωτερικό, καθιστούν την ανταλλαγή προϊόντων και υπηρεσιών για τα έθνη επωφελή παρά εχθρική κατάκτηση.

Μετά τα παραπάνω θα έγινε σε όλους αντιληπτό ότι τα κράτη της  Ευρωζώνης ζουν υπό καθεστώς ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων και ακόμα χειρότερα, με ένα νόμισμα το ευρώ, που έχει τις ιδιότητες του χρυσού.

Δεν ασκούν ανεξάρτητη νομισματική πολιτική και κατά συνέπεια δεν ασκούν ανεξάρτητη δημοσιονομική πολιτική, συναλλαγματική πολιτική, εμπορική πολιτική, και εισοδηματική πολιτική. Δεν ασκούν τις πολιτικές που ασκεί ένα επικυρίαρχη κράτος. Όλα εξαρτώνται από τα επιτόκια της ΕΚΤ και των ‘αγορών’ και από την μη λογοδοτούσα πουθενά γραφειοκρατία των Βρυξελλών, με ότι αυτό συνεπάγεται. Δηλαδή, σε εποχές άνθησης της οικονομίας, 2002-2008, καμία κυβέρνηση δεν μπορούσε να φρενάρει τον υπερδανεισμό αφού δεν ασκούσε νομισματική πολιτική. Μετά το τραπεζικό φιάσκο του 2008, που φορτώθηκε ανενδοιάστως στους Λαούς, καμία Κυβέρνηση δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την ύφεση πάλι για τον ίδιο λόγο.

Η Ευρώπη ζει ξανά μέρες το ‘20 και του ‘30. Η Δημοκρατία συρρικνώνεται. Απίθανοι τραπεζίτες και γραφειοκράτες επιβάλουν την θέληση μέσω εξαργυρωμένων πολιτικών φοβίζοντας τους λαούς και στρέφοντας τους τον έναν εναντίον των άλλου. Η λιτότητα ποτέ δεν δούλεψε αλλά έφερε την καταστροφή. 

Η Ευρώπη έχει ανάγκη λοιπόν από άλλη επιλογή. Πρέπει τα κράτη να προστατεύονται, ασκώντας τα ίδια την νομισματική πολιτική που τους αρμόζει, με σταθερές ισοτιμίες, για την προστασία του ευρωπαϊκού εμπορίου και των επενδύσεων, πράγμα που συνεπάγεται τον έλεγχο της διακίνησης των κεφαλαίων.

Μόνο έτσι θα αποκατασταθεί η ισορροπία στην οικονομία και μόνο έτσι θα αποφύγουμε ξανά το φαινόμενο της κρίσης του 2008 και την άθλια λιτότητα που οδηγεί στη φτώχεια και στη σύγκρουση των Λαών.

Η οικονομία έχει καταδείξει ότι αν αφεθεί στις ορέξεις των τραπεζιτών, γραφειοκρατών  και κερδοσκόπων δεν οδηγεί στο πλούτο αλλά στο χάος.

Ο έλεγχος της διακίνησης των κεφαλαίων και η άσκηση της ανεξάρτητης νομισματικής πολιτικής, θα καταστήσει πάλι την Ευρώπη τόπο ειρήνης, αμοιβαίας συνεργασίας και χώρο προόδου για τους Ευρωπαϊκούς Λαούς.

Αλλά τα λάθη του παρελθόντος δεν πρέπει να τα επαναλάβουμε.

Συνταγματικά θα πρέπει να κατοχυρώσουμε την ανεξαρτησία της άσκησης της νομισματικής πολίτικης σε κάθε κράτος της Ευρώπης και τον έλεγχο της διακίνησης των κεφαλαίων.

Κάθε αναθεώρηση του Συντάγματος που δεν περιλαμβάνει αυτή την πρόνοια, αφήνει τα πράγματα  ως έχουν, με αποτέλεσμα τα κοινοβούλια να είναι υποχείρια υπόπτων αντιδημοκρατικών δυνάμεων και κάλλιστα  να συνυπάρχουν με το ψεύδος, την αυθαιρεσία, την διαφθορά, τις πελατειακές σχέσεις, με την οπισθοδρόμηση, με την αισθητική χυδαιότητα, όπως ακριβώς είναι σήμερα η Βουλή των Ελλήνων. Νομοθετεί εις βάρος των Ελλήνων και υπέρ των Τραπεζιτών. Την σιχαίνεσαι.

Κατά συνέπεια εν όψη της αναθεώρησης του Συντάγματος οφείλουμε εν ονόματι του Πατριωτισμού μας να καταλύσουμε ούτως ή άλλως το παρόν Σύνταγμα και να το αντικαταστήσουμε με ένα νέο Σύνταγμα που τις πολιτικές ελευθερίες τις καθίστα ουσία μετατρεποντάστες σε οικονομικές ελευθερίες.

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.



 πηγή sxedio-b.