Αγία Παρασκευή 10/9/2021
Είναι προφανές ότι το «επιτελικό» κράτος του κ. Μητσοτάκη επενδύει ανοικτά και απροκάλυπτα στον κοινωνικό διχασμό, κηρύσσοντας χωρίς ενδοιασμούς την εγκαθίδρυση ενός υγειονομικού απαρτχάιντ τόσο μέσα στις δομές των εργασιακών χώρων αλλά και στον κοινωνικό ιστό ευρύτερα με ότι αυτό συνεπάγεται.
Η ΠΟΣΠΕΡΤ είχε καταγγείλει με προηγούμενες Ανακοινώσεις την πολιτική αυτή, αλλά και είχε προειδοποιήσει για την πρακτική εντός της ΕΡΤ, όταν οι κάθε είδους πρόθυμοι έσπευσαν να ασκήσουν πρώιμα τους εκβιασμούς και το bullying σε συναδέλφους, αναφορικά με τα πιστοποιητικά εμβολιασμών. Σήμερα έρχεται πλέον και επίσημα η Διοίκηση της Εταιρείας δια της Εγκυκλίου της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού να δικαιώσει τις καταγγελίες και τις ενστάσεις μας, θέτοντας σε εφαρμογή τη νομιμοποίηση της πολιτειακής εκτροπής, που συντελείται μεθοδικά από την «επιτελική» κυβέρνηση, και πάντα βέβαια στο όνομα της Δημόσιας Υγείας.
Το υποχρεωτικό μέτρο της κατάθεσης πιστοποιητικών εμβολιασμών ή νόσησης από τους εργαζόμενους, είτε το θέλουμε είτε όχι, θέτει ζητήματα και οδηγεί σε αδιαμφισβήτητα τετελεσμένα κατά όλων των συναδέλφων, εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων:
α) τόσο κατά της ελεύθερης επιλογής των εργαζομένων να εμβολιαστούν, επιβάλλοντάς τους την άρση ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων έναντι διευθυντικού δικαιώματος,
β) της ελεύθερης επιλογής των εργαζομένων να μην εμβολιαστούν δημιουργώντας καθεστώς διακρίσεων
γ) λειτουργεί τελικά ενάντια στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος ειδικά στον τομέα της δημόσιας υγείας και θέτει αμείλικτα ερωτήματα:
1. Εγκαθιδρύει καθεστώς διακρίσεων από την στιγμή που η Διοίκηση έχει την πρακτική ευχέρεια να κατατάξει το προσωπικό σε δύο κατηγορίες. Σε αυτούς που έχουν προσκομίσει το ψηφιακό πιστοποιητικό ή σχετική βεβαίωση νόσησης, και σε αυτούς που δεν το έχουν.
Η κατηγοριοποίηση αυτή αναμένεται καταρχήν να οδηγήσει σε μια άνιση ή διακριτική (κατά διάκριση) ενάσκηση του διευθυντικού δικαιώματος σε βάρος των πράγματι ή κατά τεκμήριο ανεμβολίαστων εργαζομένων, όπως άλλωστε αναμένεται από τη νέα οδηγία, που θα υποχρεώσει σε μια δυσανάλογη οικονομική αιμορραγία διενέργειας διαγνωστικών τεστ αποκλειστικά στον ιδιωτικό τομέα.
Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε εδώ, ότι η άρνηση των διακρίσεων και η εφαρμογή της αρχής της ισότητας στο ατομικό εργατικό δίκαιο και στη σχέση εξηρτημένης εργασίας δεν απορρέει μόνο από τις Διεθνείς Συμβάσεις (ΔΣ) και τον ν. 4808/2021, στον βαθμό που απαγορεύει τις εκ των ΔΣ διακρίσεις, αλλά και ευθέως από το άρθρο 4 παρ.1 του Συντάγματος δηλαδή την γενική αρχή της ισότητας, το δικαίωμα στην ίση μεταχείριση και το απαράδεκτο, κατ’ αρχάς, των δυσμενών διακρίσεων.
Επίσης, να υπογραμμίσουμε ότι το διευθυντικό δικαίωμα είναι ένα πλαίσιο άσκησης ιδιωτικής εξουσίας, το οποίο απορρέει από την ατομική σύμβαση εργασίας. Η σύμβαση εργασίας δεν περιέχει όρους ή προϋποθέσεις που σχετίζονται με την κατάσταση υγείας του εργαζόμενου. Ούτε και θα μπορούσε να περιέχει.
Από πότε το διευθυντικό δικαίωμα λοιπόν, μπορεί να φτάνει στην άρση του ατομικού και μάλιστα του σωματικού αυτοκαθορισμού του εργαζόμενου, και την υποχρεωτική ενημέρωση από τον εργαζόμενο για ιατρικές επεμβάσεις στο σώμα του ή για την κατάσταση τυχόν νόσησης ή μη; Τέτοιες απαιτήσεις που επιβάλλονται μάλιστα με διατάξεις νόμου σε βάρος του εργαζομένου είναι πρωτοφανείς και δεν έχουν, τουλάχιστον στο ελληνικό δίκαιο, κανένα νομικό προηγούμενο.
Εδώ, να σπεύσουμε να ενημερώσουμε σε όσους επικαλεστούν ότι η άρνηση των διακρίσεων επιδέχεται ορισμένες κάμψεις ή εξαιρέσεις, ότι η όποια άνιση ρύθμιση θα πρέπει:
α) να ακολουθεί γενικά, αφηρημένα και αντικειμενικά κριτήρια και όχι «προσωποποιημένα»,
β) να μην οδηγεί σε έκδηλη άνιση μεταχείριση, όπως έχει δεχθεί γενικότερα και η νομολογία του ΣτΕ και
γ) να στηρίζεται σε ειδικά αιτιολογημένο γενικό και δημόσιο συμφέρον.
Αλήθεια ποιο ακριβώς δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται, όταν πληθαίνουν οι αναφορές για μολύνσεις σε εμβολιασμένους υγειονομικούς, ειδικά με την μετάλλαξη Δέλτα και όταν ο ίδιος ο επιστημονικός συνεργάτης της διορισμένης Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου Τ. Βιδάλης επισημαίνει ότι με τα σημερινά δεδομένα της Βρετανίας και του Ισραήλ καθίστανται αμφιβόλου αποτελεσματικότητας τα εμβόλια για το χτίσιμο του τείχους ανοσίας, και άρα επί ματαίω αποσιωπάται ότι οι εν λόγω υποχρεωτικότητες δεν μπορεί να εφαρμόζονται στο όνομα του δημόσιου συμφέροντος;
2. Θέτει ζητήματα και εγείρει σοβαρά ερωτήματα αναφορικά με την τήρηση, επεξεργασία και αρχειοθέτηση ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων από τον εργοδότη, αφού κατά κανόνα αυτά δεν επιτρέπονται σε σχέση με την ισχύουσα νομοθεσία περί προσωπικών δεδομένων (ν.4624/2019, Κανονισμός Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 2016/679 περί GDPR).
Οι όποιες εξαιρέσεις (αρ.22 4624/2019) που αφορούν στο όνομα του δημόσιου συμφέροντος και που σχετίζονται με την δημόσια υγεία συμβάλουν κατά τρόπο πρόσφορο, αναγκαίο και αναλογικό στην μη μετάδοση της νόσου (δεδομένου και όπως προαναφέρθηκε ότι ο εμβολιασμένος και αυτός μπορεί να νοσήσει, ή και να μεταδώσει τον ιό) ή αποτελούν δυσανάλογο περιορισμό των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των ευαίσθητων προσωπικών τους δεδομένων; Οφείλει ναι ή όχι ο εργοδότης στην τήρηση και επεξεργασία αυτών των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων να έχει την ρητή προγενέστερη συναίνεση του εργαζόμενου, τον οποίον να έχει πληροφορήσει σχετικώς;
3. Τέλος αναφορικά με την επερχόμενη διάταξη που θα υποχρεώνει τους μη εμβολιασμένους συναδέλφους να προσκομίζουν διαγνωστικά τεστ (rapid) ανά εβδομάδα με αποκλειστικά δικά τους έξοδα: Γιατί παραβιάζεται και δεν εφαρμόζεται το αρ. 18 του ν. 3850/2010, που προβλέπει, ότι οι συμπληρωματικές ιατρικές εξετάσεις είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του ιατρού εργασίας και οι δαπάνες που προκύπτουν αφορούν αποκλειστικά τον εργοδότη;
Για όλα αυτά, η ΠΟΣΠΕΡΤ τάσσεται κατά της κατάθεσης πιστοποιητικών εμβολιασμού ή νόσησης, απαιτεί από την Διοίκηση την ίση και οριζόντια μεταχείριση όλων των εργαζομένων, εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων καθώς και την διενέργεια των απαιτούμενων διαγνωστικών ελέγχων (rapid test) ανεξαιρέτως χωρίς επικίνδυνους και ανόητους διαχωρισμούς και διακρίσεις, με την μέριμνα και το κόστος να βαρύνει αποκλειστικά την εταιρεία.
Κάθε άλλη κατά παρέκβαση, κατάχρηση των δικαιωμάτων που απορρέουν τόσο από το Διεθνές και Συνταγματικό Δίκαιο αλλά και την εργατική νομοθεσία, καθιστά την Διοίκηση και τους εντολοδόχους της υπόλογους.
Ο επιχειρούμενος τεχνητός διχασμός, δεν θα τους περάσει!
Η ΠΟΣΠΕΡΤ επιφυλάσσεται για την άσκηση παντός νόμιμου δικαιώματός της.
Για το Δ. Σ.
Ο Πρόεδρος
Κούνης Δημήτριος
Ο Γενικός Γραμματέας
Συμβουλόπουλος Θεμιστοκλής