Η δολοφονία του Παζολίνι ίσως συνδέεται με κλοπή κινηματογραφικού υλικού
Σάββατο, 17/12/2022 - 16:48Έρευνα της ιταλικής κοινοβουλευτικής επιτροπής κατά της μαφίας έφτασε στο συμπέρασμα ότι η δολοφονία του σκηνοθέτη Πιερ Πάολο Παζολίνι στην Όστια πιθανώς σχετίζεται με την κλοπή κινηματογραφικού υλικού από το έργο «Σαλό, 120 ημέρες στα Σόδομα».
Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι ο ποιητής, συγγραφέας και σκηνοθέτης μπορεί να πήγε στην Όστια, παραθαλάσσια περιοχή της Ρώμης, για να του επιστραφεί το υλικό που του είχε κλαπεί.
Η επιτροπή κατά της μαφίας αναφέρει ότι «σε αυτή την ενδεχόμενη εξέλιξη φέρεται να εμπλέκεται και το οργανωμένο έγκλημα, όπως η ισχυρή συμμορία Μαλιάνα της Ρώμης», εκφράζοντας την ελπίδα να προκύψουν νέα σχετικά στοιχεία, τουλάχιστον για την εξιχνίαση της υπόθεσης από ιστορικής, αν όχι δικαστικής, άποψης.
Ο Παζολίνι υπήρξε δηλωμένος μαρξιστής και αμετανόητος αντιφασίστας. Σχεδόν όλες οι ταινίες του περιέχουν κοινωνικά και πολιτικά σχόλια για τα λαϊκά και αστικά στρώματα, τα οποία συμβαδίζουν με τις αρχές του μαρξισμού, όπως «Το θεώρημα» και το «Το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο».
Δολοφονήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 1975 στην παραλία της Όστια. Πατήθηκε αρκετές φορές με το δικό του αυτοκίνητο, και μέρος του σώματός του κάηκε με βενζίνη μετά το θάνατό του. Το έγκλημα για πολύ καιρό θεωρήθηκε σαν φόνος εκδίκησης τύπου Μαφίας και είναι απίθανο ότι έγινε από ένα μόνο άτομο. Για τη δολοφονία του συνελήφθη τότε ο Πίνο Πελόζι, τότε 17 ετών, που εντοπίστηκε να οδηγεί το αυτοκίνητο του Παζολίνι και ομολόγησε τον φόνο. Καταδικάστηκε στο 1976. Το 2005, απέσυρε την ομολογία του, και υποστήριξε ότι άγνωστοι είχαν σκοτώσει τον Παζολίνι και πως αναγκάστηκε να ομολογήσει, γιατί δεχόταν απειλές για τη ζωή τους και τη ζωή της οικογένειάς του.
Μετά την αναίρεση της ομολογίας του Πελόζι, ξεκίνησε ξανά έρευνα, καθώς υπήρξαν ενδείξεις ότι ο φόνος έγινε από εκβιαστές, οι οποίοι είχαν κλέψει μερικές μπομπίνες της ταινίας «Σαλό ή 120 Μέρες στα Σόδομα» και ο Παζολίνι σχεδίαζε να τους συναντήσει στη Στοκχόλμη. Οι δικαστές πάντως έκριναν ότι οι νέες ενδείξεις δεν ήταν αρκετές για να ξανανοίξουν την υπόθεση.