Η νοημοσύνη των άλλων (ζώων)

Κυριακή, 22/09/2019 - 13:00
Γιατί οι σημερινοί ελέφαντες είναι προικισμένοι με τον μεγαλύτερο εγκέφαλο (4,8 κιλά, κατά μέσο όρο) από όλα τα άλλα χερσαία ζώα, ακόμη και από τις φάλαινες; Και γιατί οι φάλαινες και τα δελφίνια διαθέτοντας μεγάλους και περίπλοκους εγκεφάλους μπορούν να δημιουργούν ένα είδος θαλάσσιου «πολιτισμού» ανάλογου με τον δικό μας;

Ενάμιση αιώνα μετά τη δημοσίευση των επαναστατικών ιδεών του Δαρβίνου, υπάρχουν πια αναμφισβήτητα παραδείγματα της νοημοσύνης των περισσότερων θηλαστικών, οι εκδηλώσεις της οποίας, όπως θα δούμε, μπορεί να διαφέρουν σημαντικά από είδος σε είδος.

Πρόκειται για επιστημονικές έρευνες των τελευταίων χρόνων, οι οποίες, χωρίς να διαπράττουν το μοιραίο ανθρωποκεντρικό λάθος να προβάλλουν στα ζώα που μελετούν τα συναισθήματα, τις προθέσεις και τους τρόπους σκέψεις των ανθρώπων, μας αποκαλύπτουν ότι η μοναδικότητα της ανθρώπινης νοημοσύνης δεν συνεπάγεται αυτομάτως και την ανωτερότητά της σε σχέση με τις άλλες, διαφορετικές μορφές ζωικής νοημοσύνης.

Σήμερα θα παρουσιάσουμε τις πιο σημαντικές ανακαλύψεις σχετικά με τη νοημοσύνη των ζώων. Επιστημονικές ανακαλύψεις που οδήγησαν πολλούς φιλοσόφους και ακτιβιστές του κινήματος για την απελευθέρωση των ζώων να απαιτήσουν να τεθούν σοβαροί περιορισμοί στην εκμετάλλευση των ζώων από τον άνθρωπο. Ομως, για τα σύνθετα ηθικο-πολιτικά προβλήματα που γεννά η ιδιοτελής εκμετάλλευση των ζώων θα μιλήσουμε εκτενέστερα στο επόμενο άρθρο.

Ή ο ανθρωπομορφισμός ως εμπόδιο για την κατανόηση και την αποδοχή
των διαφορετικών νοητικών φαινομένων

Μολονότι πολύ πρόθυμα αποδεχόμαστε ότι οι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι νοήμονα όντα, όταν μιλάμε για τα άλλα ζώα -ακόμη και για τα πρωτεύοντα θηλαστικά-, γινόμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί και πολύ δύσκολα τους αναγνωρίζουμε τη δυνατότητα να διαθέτουν κάποια μορφή νοημοσύνης ανάλογη με την ανθρώπινη. Εξάλλου, εδώ και χιλιετίες, οι περισσότερες θρησκείες έχουν αποφανθεί οριστικά για την ανωτερότητα του ανθρώπου σε σχέση με τα υπόλοιπα ζωντανά πλάσματα.

Διόλου τυχαία λοιπόν, οι περισσότεροι ανθρώπινοι πολιτισμοί υιοθετούν άκριτα και καλλιεργούν συστηματικά αυτή τη ναρκισσιστική ψευδαίσθηση επειδή τους επιτρέπει να εκμεταλλεύονται, κατά το δοκούν, τις άλλες «κατώτερες» μορφές ζωής.

Η πρώτη επιστημονική αμφισβήτηση αυτής της θεολογικής εικόνας του ανθρώπου ως του «εκλεκτού δημιουργήματος» θα διατυπωθεί ρητά μόνο κατά τα μέσα του 19ου αιώνα, από τον Κάρολο Δαρβίνο. Ισως γι’ αυτό η θεωρία του περί εξελικτικής και άρα αποκλειστικά φυσικής προέλευσης όλων ανεξαιρέτως των ζωικών φαινομένων -των ανθρώπινων νοητικών συμπεριλαμβανομένων- εξακολουθεί να είναι τόσο δύσπεπτη.

Ενάμιση αιώνα μετά τη διατύπωση των επαναστατικών ιδεών του Δαρβίνου, οι σχετικές έρευνες -από τη Ζωολογία και τη Γενετική μέχρι τη Φυσική Ανθρωπολογία και την Ηθολογία- επιβεβαιώνουν την κοινή εξελικτική καταγωγή των ανθρώπων και των ανθρωποειδών πιθήκων.

Πιο πρόσφατες νευροβιολογικές έρευνες, μάλιστα, μας επιφύλασσαν ακόμη μεγαλύτερες εκπλήξεις σχετικά με τις δήθεν ριζικές διαφορές της ανθρώπινης από τη «ζωική» νοημοσύνη των θηλαστικών, όπως π.χ. αυτή που εκδηλώνουν οι ανθρωποειδείς πίθηκοι, οι ελέφαντες και τα θαλάσσια κήτη.

Η νοητική ζωή των ανθρωποειδών

Αν την εποχή του Δαρβίνου δεν διαθέταμε επαρκείς γνώσεις για να αποδεχτούμε την ύπαρξη της πλούσιας νοητικής ζωής των ανθρωποειδών πιθήκων -χιμπαντζήδες, γορίλες μπονόμπο-, σήμερα αυτό δεν ισχύει. Δεν είναι μόνο το κοινό DNA που μας ενώνει, αλλά και μια σειρά από παρόμοιες νοητικές συμπεριφορές. Πράγματι, εκτός του ότι τα κύτταρά μας διαθέτουν ταυτόσημες -κατά 96%- αλληλουχίες DNA με αυτά τα εξελικτικά «πρώτα ξαδέλφια μας», μοιραζόμαστε και πολλές παρόμοιες -αλλά όχι ταυτόσημες!- νοητικές ικανότητες, που οφείλονται προφανώς στην κοινή εξελικτική καταγωγή μας.

Δεν είναι μόνο το κοινό γενετικό παρελθόν αλλά και η κοινή εξελικτική μας ιστορία που συνδέουν τους σημερινούς ανθρώπους με τους ανθρωποειδείς πιθήκους, δεδομένου ότι οι σχετικές έρευνες δείχνουν πως διαφοροποιήθηκαν πριν από περίπου 7 εκατομμύρια χρόνια και έκτοτε εξελίχθηκαν ως πολύ συγγενικά διαφορετικά είδη.

Οι νέες παλαιοντολογικές ανακαλύψεις διαφωτίζουν πολλά μέχρι χθες αναπάντητα ερωτήματα στην Ηθολογία των πρωτευόντων. Οπως για παράδειγμα, το ερώτημα αν και αυτά τα πρωτεύοντα διαθέτουν -και σε ποιον βαθμό- συνείδηση, βούληση και άλλες τυπικά ανθρώπινες νοητικές ικανότητες.

Η δυσχέρεια να απαντήσουμε τελεσίδικα σε αυτά τα ερωτήματα δεν οφείλεται μόνο στην εγγενή δυσκολία μελέτης και αυστηρού ορισμού αυτών των νοητικών ικανοτήτων, αλλά, σε μεγάλο βαθμό, και στις συχνά ανθρωπομορφικές και ανθρωποκεντρικές προσεγγίσεις τους. Την τάση δηλαδή να προβάλλουμε και να αναγνωρίζουμε στα παρατηρούμενα ζώα τις δικές μας ανθρώπινες προκαταλήψεις.

Παρά τις δυσκολίες όμως, μια σειρά από έρευνες έδειξαν ότι οι χιμπαντζήδες και οι μπονόμπο διαθέτουν όντως συνείδηση και διακρίνουν σαφώς τον εαυτό τους από τους άλλους, γεγονός που τους επιτρέπει να έχουν μια σαφή αυτοβιογραφική μνήμη και, βάσει όλων αυτών, να ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους. Ικανότητες που τους επιτρέπουν να κάνουν σχέδια για το μέλλον και να επιδεικνύουν κοινωνικές συμπεριφορές που, ενίοτε, θυμίζουν εντονότατα αυτές των ανθρώπων.

Θαλάσσια κήτη και ελέφαντες με «ανθρώπινες» ικανότητες

Διάφορες πρόσφατες έρευνες επιβεβαιώνουν ό,τι οι περισσότεροι άνθρωποι υποψιάζονταν ανέκαθεν: τα θαλάσσια κήτη (δελφίνια, φάλαινες, φυσητήρες) επικοινωνούν πολύ καλά μεταξύ τους, διαθέτουν υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη και ενσυναίσθηση, επιδεικνύουν εντυπωσιακές συνεργατικές ικανότητες όταν κυνηγάνε ομαδικά, προστατεύουν την αγέλη και επιδεικνύουν μεγάλη φροντίδα στην εκπαίδευση των μικρών τους.

Το ότι η συμπεριφορά αυτών των θαλάσσιων θηλαστικών θυμίζει εκείνη των ανθρώπων και άλλων πρωτευόντων ήταν γνωστό στους ζωολόγους, μέχρι πρόσφατα όμως καμία μελέτη δεν είχε καταφέρει να συσχετίσει την υψηλή νοημοσύνη που επιδεικνύουν στην κοινωνική συμπεριφορά τους με το μέγεθος του εγκεφάλου τους.

Αυτό ακριβώς πέτυχαν με τις έρευνές τους η Βρετανίδα βιολόγος Susane Shulz και η ομάδα της και τα εντυπωσιακά συμπεράσματά τους δημοσιεύτηκαν πριν από δύο χρόνια στο εγκυρότατο επιστημονικό περιοδικό «Nature Ecology & Evolution».

Η έρευνα αρχικά βασίστηκε στη μελέτη 90 διαφορετικών ειδών από θαλάσσια κήτη, στα οποία οι ερευνητές διαπίστωσαν μια σειρά από κοινωνικές συμπεριφορές καθ’ όλα όμοιες με αυτές των πρωτευόντων. Για παράδειγμα, παρατήρησαν ότι τα δελφίνια, οι φάλαινες και οι φυσητήρες επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω μιας ιδιαίτερης για κάθε ομάδα «διαλέκτου», καλούν το ένα το άλλο με το «όνομά του» και μέσω ιδιαίτερων σφυριγμάτων εκδηλώνουν ενσυναίσθηση και εντυπωσιακές συνεργατικές και οργανωτικές ικανότητες όταν προστατεύουν την αγέλη ή όταν εκπαιδεύουν τα μικρά τους.

Το επόμενο βήμα των ερευνητών ήταν να συσχετίσουν αυτές τις εντυπωσιακές συμπεριφορές με το ακριβές μέγεθος του εγκεφάλου κάθε κήτους. Αυτό που ήθελαν να διαπιστώσουν ήταν αν οι περίπλοκες κοινωνικές συμπεριφορές και οι ιδιαίτερες νοητικές ικανότητες που διέθεταν τα μέλη ενός είδους εξαρτώνται από το μέγεθος του εγκεφάλου τους.

Πράγματι, συσχετίζοντας τις κοινωνικές συμπεριφορές με τον «δείκτη εγκεφαλοποίησης», δηλαδή τη μάζα εγκεφάλου σε σχέση με τη μάζα του σώματος, οι ερευνητές αυτοί διαπίστωσαν ότι όσο μεγαλύτερος ήταν ο δείκτης εγκεφαλοποίησης τόσο πιο περίπλοκες ήταν οι συμπεριφορές που εκδήλωναν τα θαλάσσια κήτη. Σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα, η συμπεριφορά τους παρουσιάζει εντυπωσιακή ομοιότητα με αυτή των ανθρώπων και των άλλων πρωτευόντων.

«Η ικανότητά μας ως ανθρώπων να αλληλεπιδρούμε μεταξύ μας και να αναπτύσσουμε κοινωνικές σχέσεις μας επέτρεψε να κατακτήσουμε και να εγκατασταθούμε σε όλα σχεδόν τα οικοσυστήματα του πλανήτη. Οι φάλαινες και τα δελφίνια, διαθέτοντας εξαιρετικά μεγάλους και περίπλοκους εγκεφάλους, δημιούργησαν ένα είδος θαλάσσιου “πολιτισμού” ανάλογου με τον δικό μας. Αυτό σημαίνει ότι η εξέλιξη του εγκεφάλου και η πλούσια κοινωνική συμπεριφορά αυτών των θαλάσσιων θηλαστικών προσφέρει ένα μοναδικό παράδειγμα στους ειδικούς και μας αποκαλύπτει πολλά για την εξέλιξη των πρωτευόντων», όπως δήλωσε η δρ Susane Shulz.

Πιο πρόσφατες έρευνες έδειξαν σαφώς ότι σε ορισμένα κητώδη θηλαστικά ο δείκτης εγκεφαλοποίησης είναι μεγαλύτερος από αυτόν των ανθρωποειδών πιθήκων και ο νεοφλοιός του εγκεφάλου τους αρκετά πολύπλοκος, ώστε δικαιολογείται επαρκώς η ικανότητά τους για αυτοσυνείδηση, επικοινωνία και για το ότι επιδεικνύουν υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη.

Σχολιάζοντας τα νέα εντυπωσιακά δεδομένα, ο Kieran Fox, κορυφαίος νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ των ΗΠΑ, θεωρεί ότι από αυτά ανακύπτει ένα πολύ ενδιαφέρον ερώτημα: «Πώς είναι δυνατόν τόσο διαφορετικά πρότυπα οργάνωσης του εγκεφάλου σε τόσο διαφορετικά είδη ζώων να γεννούν νοητικές και κοινωνικές συμπεριφορές τόσο όμοιες μεταξύ τους;».

Η ανάπτυξη μεγάλων και περιπλοκότερων εγκεφάλων στο ζωικό βασίλειο είναι η εξελικτική απάντηση στις προκλήσεις ενός διαρκώς μεταβαλλόμενου και πλούσιου σε πληροφορίες περιβάλλοντος και αυτό δεν ισχύει μόνο για το ανθρώπινο είδος και τα άλλα πρωτεύοντα που ζουν στη στεριά, αλλά και για τα θαλάσσια θηλαστικά, όπως τα δελφίνια και οι φάλαινες, τα οποία έπρεπε να προσαρμοστούν στο πολύ διαφορετικό -και καθόλου πιο εύκολο- θαλάσσιο περιβάλλον.

Προφανώς, το θαλάσσιο περιβάλλον όπου ζουν αυτά τα θηλαστικά -που μοιάζουν με μεγάλα ψάρια- επηρέασε σημαντικά όχι μόνο τη φυσιολογία τους, αλλά και τη συμπεριφορά τους. Ωστόσο, τα κητώδη παραμένουν θερμόαιμα, αναπνέουν με πνεύμονες, γεννούν και θηλάζουν τα πλήρως σχηματισμένα παιδιά τους και η κοινωνική συμπεριφορά τους μοιάζει εντυπωσιακά με τα θηλαστικά που ζουν στην ξηρά. Και παρότι διαθέτουν εντυπωσιακές νοητικές ικανότητες, το γεγονός ότι δεν έχουν ελεύθερα χέρια με μακρύ και ευκίνητο αντίχειρα τους απαγορεύει να αναπτύξουν τις τεχνικές δεξιότητες των άλλων πρωτευόντων θηλαστικών.

Παρ’ όλα αυτά, η έρευνα των κητωδών ανοίγει απρόσμενες δυνατότητες για την κατανόηση της ανθρώπινης ιδιαιτερότητας, γιατί, όπως επισημαίνει ο Michael Muthukrishna, εξελικτικός ψυχολόγος που συμμετείχε στην έρευνα της S. Shulz: «Η έρευνά μας δεν αφορά μόνο τη νοημοσύνη των φαλαινών και των δελφινιών, αλλά έχει και σημαντικές ανθρωπολογικές επιπτώσεις. Αν θέλουμε να αποκτήσουμε μια ευρύτερη θεωρία για την ανθρώπινη συμπεριφορά, οφείλουμε να κατανοήσουμε τι καθιστά τις ανθρώπινες υπάρξεις τόσο διαφορετικές από τα υπόλοιπα ζώα και για να το πετύχουμε αυτό χρειαζόμαστε μια ομάδα ελέγχου για τον έλεγχο των θεωριών μας: τα θαλάσσια κήτη αποτελούν την ιδανική ομάδα ελέγχου, αφού είναι πολύ πιο απόμακρη από εμάς απ’ ό,τι τα άλλα πρωτεύοντα».

Πολύ διαφωτιστικές είναι και οι πιο πρόσφατες ανακαλύψεις σχετικά με την κοινωνική και συναισθηματική νοημοσύνη των μεγάλων παχύδερμων θηλαστικών, όπως ο αφρικανικός ελέφαντας (Loxodonta africana) και ο ασιατικός ελέφαντας (Elephas maximus). Δύο είδη ελεφάντων που δημιουργούν εύρυθμες μητριαρχικές κοινότητες με ιδιαίτερα σύνθετα χαρακτηριστικά: δύο ή τρεις ελεφαντίνες, που συνήθως έχουν κάποια συγγένεια μεταξύ τους, μαζί με τα μικρά τους, συγκροτούν σε μια κοινωνική ομάδα γύρω από μια πιο γέρικη ελεφαντίνα, ώστε να εκμεταλλευτούν την πλούσια εμπειρία και τις γνώσεις της.

Οι αρσενικοί ελέφαντες έχουν έναν περιορισμένο ρόλο σε αυτές τις θηλυκές κοινότητες και τις εγκαταλείπουν μόλις ενηλικιώνονται για να ζήσουν μόνοι τους ή για να δημιουργήσουν μικρές «αντροπαρέες», ομάδες αρσενικών ελεφάντων που όμως έχουν λιγότερο συνεκτικούς δεσμούς απ’ ό,τι οι θηλυκές κοινότητες.

Πώς εξηγούνται τέτοιες συνθέτες κοινωνικές συμπεριφορές; Ανασυγκροτώντας την εξελικτική ιστορία των σημερινών ελεφάντων, οι παλαιοντολόγοι διαπίστωσαν κάποια κοινά χαρακτηριστικά στην εξέλιξη αυτών των ειδών με το ανθρώπινο είδος: οι πρόγονοι των σημερινών ελεφάντων (τα μαμούθ), όπως και οι δικοί μας πρόγονοι, έζησαν και εξελίχθηκαν στην Αφρική πριν από 3 έως 5 εκατομμύρια χρόνια και, όπως συνέβη με εμάς, η μάζα του εγκεφάλου τους αυξήθηκε εντυπωσιακά κατά την εξέλιξή τους.

Αναμφίβολα, οι σημερινοί ελέφαντες είναι προικισμένοι με τον μεγαλύτερο εγκέφαλο (4,8 κιλά, κατά μέσο όρο) από όλα τα άλλα χερσαία ζώα, αλλά και από τις φάλαινες. Ομως, δεν πρόκειται απλώς για μια ποσοτική διαφορά.

Οπως έδειξαν οι νευροανατομικές έρευνες της Βραζιλιάνας νευρολόγου Suzana Herculano-Huzel στο Πανεπιστήμιο του Ρίο ντε Τζανέιρο, ο εγκέφαλος των ελεφάντων περιέχει περίπου 257 δισεκατομμύρια νευρώνες, τον τριπλάσιο αριθμό από τους νευρώνες του ανθρώπινου εγκεφάλου!

Οι περισσότεροι όμως από αυτούς τους νευρώνες δεν βρίσκονται στον εγκεφαλικό φλοιό που, ως γνωστόν, συνδέεται με τις ανώτερες και πιο αφηρημένες νοητικές λειτουργίες, αλλά στη γιγάντια παρεγκεφαλίδα, η οποία ελέγχει τους καρδιακούς ρυθμούς, την αναπνοή και τις κινήσεις του σώματος και της προβοσκίδας των ελεφάντων. Ετσι, η παρεγκεφαλίδα των ελεφάντων διαθέτει 250 δισεκατομμύρια νευρώνες, ενώ ο εγκεφαλικός τους φλοιός «μόνο» 5,5 δισεκατομμύρια νευρώνες.

Οι τεράστιοι αυτοί αριθμοί και η οργάνωση των νευρώνων εξηγούν τις ιδιαίτερα ανεπτυγμένες επικοινωνιακές, συναισθηματικές και μαθησιακές ικανότητες αυτών των ζώων που, στις μέρες μας, απειλούνται δυστυχώς με εξαφάνιση, λόγω του αθέμιτου ανταγωνισμού με το πολύ πιο βίαιο και καταστροφικό ανθρώπινο είδος.

Ολες αυτές οι ανακαλύψεις οδήγησαν πολλούς φιλοσόφους και ακτιβιστές του κινήματος για την απελευθέρωση των ζώων να απαιτήσουν να τεθούν, άμεσα, σοβαροί περιορισμοί στην εκμετάλλευση από τον άνθρωπο αυτών των ζώων. Ομως, για τα σύνθετα ηθικά και πολιτικά προβλήματα της άνισης σχέσης μας και της ιδιοτελούς συμπεριφοράς μας απέναντι στα πιο νοήμονα αλλά και στα άλλα «κατώτερα» ζώα, θα μιλήσουμε εκτενέστερα στο επόμενο άρθρο.




ΠΗΓΉ // Έντυπη Έκδοση ΈΦ.ΣΥΝ. // Σπύρος Μανουσέλης //