Τον Αύγουστο του 1940 ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος κόντευε να συμπληρώσει έναν χρόνο. Η Ελλάδα, την οποία κυβερνούσε δικτατορικά ο Ιωάννης Μεταξάς, μπορεί να τηρούσε ουδέτερη στάση, αλλά ήταν εμφανές ότι βρισκόταν στο πλευρό της Αγγλίας, που εκείνη την περίοδο δοκιμαζόταν σοβαρά από τις αεροπορικές επιθέσεις της «Λουφτβάφε». Η φασιστική Ιταλία, σύμμαχος της ναζιστικής Γερμανίας, με τον ισχυρό στόλο της διεκδικούσε την πρωτοκαθεδρία στις θάλασσες της Μεσογείου από τη Μεγάλη Βρετανία.
Η διαταγή για τον τορπιλισμό της «Έλλης», ενός ελαφρού καταδρομικού πλοίου («ευδρόμου» με την ορολογία του μεσοπολέμου), δόθηκε από την Ιταλό διοικητή των Δωδεκανήσων Τσέζαρε Μαρία Ντε Βέκι, ηγετικό στέλεχος του Φασιστικού Κόμματος της Ιταλίας και πρέπει να ήταν σε γνώση του Ιταλού δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι. Το ιταλικό υποβρύχιο «Ντελφίνο» με διοικητή τον υποπλοίαρχο Τζουζέπε Αϊκάρντι ξεκίνησε από τη ναυτική βάση στο Παρθένι της Λέρου το βράδυ της 14ης Αυγούστου, με αποστολή να πλήξει εχθρικά πλοία στην Τήνο, τη Σύρο και στη συνέχεια να αποκλείσει τη Διώρυγα της Κορίνθου.
Τις πρωινές ώρες της 15ης Αυγούστου το ιταλικό υποβρύχιο βρέθηκε έξω από το λιμάνι της Τήνου «εν καταδύσει», με σκοπό να τορπιλίσει τα επιβατικά πλοία «Έλση» και «Έσπερος», που μετέφεραν προσκυνητές, αλλά οι Ιταλοί τα θεωρούσαν οπλιταγωγά και συνεπώς εχθρικά. Από το περισκόπιο ο Αϊκάρντι είδε να καταφθάνει στο λιμάνι ένα πολεμικό και δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη, όπως δήλωσε μετά τον πόλεμο. Επρόκειτο για το καταδρομικό «Έλλη», που κατέπλεε στην Τήνο για τις εορταστικές εκδηλώσεις της Μεγαλόχαρης.
Στις 8.25 π.μ., λίγη ώρα πριν από τη λιτάνευση της εικόνας της Παναγίας κι ενώ στην παραλία υπήρχε πολύς κόσμος, το «Ντελφίνο» έπληξε με τρεις τορπίλες το ελληνικό πολεμικό πλοίο. Η μία μόνο τορπίλη βρήκε στόχο, αλλά έπληξε καίρια το ελληνικό πλοίο στο μηχανοστάσιο και τις δεξαμενές πετρελαίου. Μία ώρα αργότερα, το «Έλλη» βυθίστηκε, παρά τις προσπάθειες του πληρώματος να το κρατήσουν στον αφρό. Οι άλλες δύο τορπίλες αστόχησαν και εξερράγησαν στην προκυμαία. Από την επίθεση του «Ντελφίνο» σκοτώθηκαν ένας υπαξιωματικός και οκτώ ναύτες του «Έλλη», ενώ οι τραυματίες ανήλθαν στους 24. Μία γυναίκα, που βρισκόταν στην παραλία, πέθανε από καρδιακή προσβολή μετά την έκρηξη της δεύτερη τορπίλης στην προκυμαία.
Μετά την εκτέλεση της αποστολής του, το «Ντελφίνο» απομακρύνθηκε χωρίς να γίνει γνωστή η ταυτότητά του. Μετά από λίγες ώρες κατέπλευσε στη Σύρο, αλλά αναχώρησε αμέσως άπρακτο, καθώς δεν υπήρχε κανένα πλοίο στο λιμάνι του νησιού. Το «Ντελφίνο» επέστρεψε εσπευσμένως στη Λέρο με διαταγή των ιταλικών αρχών, ακυρώνοντας την αποστολή του στην Κόρινθο. Η επιχείρηση δεν φαίνεται να ήταν σε γνώση των πολιτικών αρχών της Ρώμης (πλην ίσως του Μουσολίνι). Ο υπουργός Εξωτερικών, Γκαλεάτσο Τσιάνο, έγραψε στα απομνημονεύματά του ότι η βύθιση του ελληνικού πλοίου οφείλεται στη θρασύτητα του Ντε Βέκι.
Η έρευνα που διενήργησαν δύτες του Πολεμικού Ναυτικού, έδειξε ότι η τορπίλες ήταν ιταλικές και επομένως η επίθεση έγινε από ιταλικό υποβρύχιο. Η κυβέρνηση Μεταξά τήρησε απόλυτα μυστικό το πόρισμα της έρευνας, για να μην προκαλέσει την Ιταλία και διαταράξει την ουδετερότητα της Ελλάδας. Τελικά, δημοσιοποιήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1940, δύο ημέρες μετά την ιταλική επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Παρά ταύτα, από την πρώτη στιγμή η ελληνική κοινή γνώμη δεν είχε καμία αμφιβολία για την εθνικότητα του υποβρυχίου.
Το 1950, στο πλαίσιο των πολεμικών επανορθώσεων, η Ιταλία παραχώρησε στην Ελλάδα το ελαφρύ καταδρομικό «Ευγένιος της Σαβοίας» (Eugenio Di Savoia), το οποίο μετονομάστηκε σε «Έλλη» τον Ιούνιο του 1951 και ύψωσε την ελληνική σημαία. Στα μέσα της δεκαετίας του ‘50 το ναυάγιο του «Έλλη» ανελκύστηκε τμηματικά και πουλήθηκε για παλιοσίδερα (σκραπ). Το 1985 Έλληνες δύτες ανακάλυψαν στο βυθό της Τήνου τα απομεινάρια της ιταλικής τορπίλης που βύθισε το «Έλλη». Το εύρημα εκτίθεται στο Ναυτικό Μουσείο Πειραιά.
Η Μάχη της Κρήτης, που εξελίχτηκε το τελευταίο δεκαήμερο του Μάη του 1941, δεν ήταν για όλους μια ηρωική σελίδα που έγραψε ο κρητικός λαός, αμυνόμενος με σκαπέτια και αυτοσχέδια όπλα απέναντι στην τελειότερη πολεμική μηχανή της εποχής. Για τους φίλους των κατακτητών και τον τύπο τους, ήταν μια σελίδα ντροπής! Χαρακτηριστικό είναι ότι το ελεγχόμενο από τους κατακτητές «Ελεύθερον Βήμα» (πρόδρομος του σημερινού «Βήματος») έγραφε στην 1η σελίδα του στο φύλλο της 29ης Μαΐου, ημέρα που οι Γερμανοί έμπαιναν στο Ηράκλειο:
«ΑΙΣΧΟΣ!
Ως ανακοινούται εξ αρμοδίας πηγής, κατά τας μάχας εν Κρήτη διεπιστώθη στενοτάτη συνεργασία του ελληνικού αμάχου πληθυσμού μετά του αγγλικού στρατού. Ο πληθυσμός επολέμησεν εν μέρει με πολιτικάς ενδυμασίας και εν μέρει μάλιστα με στολάς Γερμανών αλεξιπτωτιστών εναντίον των Γερμανικών Στρατευμάτων. Παρά το Καστέλλι και εις Κάνδανος (sic) Γερμανοί αλεξιπτωτισταί και ορειβάται ηκρωτηριάσθησαν φρικωδώς. Κατόπιν των ως άνω άλλων απιστεύτων κρουσμάτων , η Ανωτάτη Διοίκησις των Γερμανικών στρατευμάτων απηύθυνε προς τον πληθυσμόν της Κρήτης την κατωτέρω προειδοποίησιν της».
Και ακολουθούσε η ανακοίνωση της γερμανικής διοίκησης για αμείλικτη τιμωρία, σε άνδρες και γυναίκες, για όσους θα «κακοποιούσαν» Γερμανούς. Και μάλιστα αν αυτό συνέβαινε κοντά σε χωριά, θα τα πυρπολούσαν οι γερμανικές δυνάμεις.
Στο ανάλογο ύφος ήταν τα κατευθυνόμενα «ρεπορτάζ» των εφημερίδων που κυκλοφορούσαν τις ημέρες εκείνες. Όλες οι εφημερίδες ήταν στο πλευρό των Γερμανών, σα να ήταν μια δική τους υπόθεση η κατάκτηση της Κρήτης! Χαρακτηριστικά τα «Αθηναϊκά Νέα» έγραφαν στις 7 Ιουνίου 1941, μετά δηλαδή την πτώση της Κρήτης: «Η μεγάλη νίκη των στρατευμάτων του Άξονος εις Κρήτην». Χρησιμοποιούσαν μάλιστα για τα ρεπορτάζ τους Γερμανούς πολεμικούς ανταποκριτές, όπως το έκανε, για παράδειγμα, η «Βραδυνή».
Σήμερα παρουσιάζουμε μερικές από τις εφημερίδες των ημερών που κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα (δεν μπορούμε προφανώς να τις προσδιορίσουμε ως «ελληνικές») αλλά και στο εξωτερικό, περιγράφοντας τα γεγονότα της Κρήτης. Η Μάχη στο νησί ήταν το κεντρικό θέμα επί μέρες για τις περισσότερες. Οι εφημερίδες αυτές έχουν φυσικά μεγάλη ιστορική αξία.
Πατώντας πάνω μπορείτε να τις δείτε σε μεγέθυνση.
Παρουσιάζουμε εφημερίδες από την Ελλάδα, τη Γερμανία, την Αυστρία, την Αμερική και τη Γαλλία. Προέρχονται από τη Βιβλιοθήκη της ελληνικής Βουλής και τα αντίστοιχα αρχεία της εθνικής βιβλιοθήκης κάθε χώρας.
Έχει χαρακτηριστεί ως η πιο παράδοξη μάχη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Ίσως από τις πλέον παράδοξες στη στρατιωτική ιστορία. Και είναι χαρακτηρισμός που δεν απέχει από την ιστορική πραγματικότητα. Πάντως σίγουρα αυτό που συνέβη προκάλεσε τον παγκόσμιο θαυμασμό για τον τρόπο που οι άοπλοι Κρήτες υπερασπίστηκαν το ουσιαστικά χωρίς άμυνα νησί τους, απέναντι στην 7η αερομεταφερόμενη μεραρχία των αλεξιπτωτιστών του Χίτλερ και του Γκαίριγκ, του αρχηγού της ναζιστικής αεροπορίας.
Η Μάχη Η Μάχη της Κρήτης, όπως πέρασε στην ιστορία, ξεκίνησε τα ξημερώματα της Τρίτης 20 Μαΐου 1941 και διήρκεσε σχεδόν 10 ημέρες.
Και διέψευσε το γερμανικό σχέδιο «Ερμής» που πρόβλεπε την κατάκτηση της Κρήτης μέσα σε μερικές ώρες.
Οι Γερμανοί ήθελαν το νησί εξαιτίας της στρατηγικής του θέσης, προκειμένου να μπορούν στη συνέχεια να οργανώσουν επιθέσεις στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Τα πράγματα όμως δεν ήλθαν όπως πίστευαν. Το σχέδιο της ταχείας κατάληψης της Μεγαλονήσου δεν πέτυχε.
Μπορεί στο νησί να υπήρχαν μόνο 30.000 συμμαχικές δυνάμεις και οκτώ τάγματα ανεκπαίδευτων ακόμη για πόλεμο Ελλήνων νεοσυλλέκτων, που μεταφέρθηκαν από την Τρίπολη και το Ναύπλιο, όμως υπήρχαν άνθρωποι με καρδιά, που είχαν μάθει να μάχονται, να διεκδικούν και να υπερασπίζονται την ελευθερία τους. Οι Κρήτες, άλλωστε μόλις πριν από 43 χρόνια είχαν διώξει τον προηγούμενο δυνάστη. Έτσι, η ψυχή των άοπλων κατοίκων τα ‘βαλε με την πιο παράδοξη μάχη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στην Κρήτη έσβησε η περηφάνια του Χίτλερ, το επίλεκτο σώμα των αλεξιπτωτιστών, κι εδώ άλλαξε η πορεία του πολέμου, καθώς η 10ήμερη μάχη καθυστέρησε τους Γερμανούς να εισβάλουν στη Σοβιετική Ένωση.
Η Μάχη της Κρήτης έχει ξεφύγει πλέον από τα όρια της τοπικής ιστορίας και αποτελεί χρυσή σελίδα στην παγκόσμια ιστορία.
Ξεκίνησε τα ξημερώματα της Τρίτης 20 Μαΐου 1941 και ολοκληρώθηκε την Πέμπτη 29 Μαΐου με την κατάληψη του νησιού, που σήμανε βέβαια την έναρξη του περίφημου αντιστασιακού κινήματος από τη μια άκρη του νησιού έως την άλλη, αλλά παράλληλα τις μεγάλες θυσίες στον απελευθερωτικό αγώνα με τις εκατόμβες νεκρών.
Ο Τσώρτσιλ αναφέρει στα απομνημονεύματά του ότι ο Χίτλερ σπατάλησε άδικα τις δυνάμεις του στην Κρήτη, ενώ θα μπορούσε να κατακτήσει Κύπρο, Συρία, Ιράκ, ίσως και Περσία. Και μάλιστα κατέστρεψε το επίλεκτο σώμα των αλεξιπτωτιστών.
Ο Χίτλερ ομολόγησε αμέσως μετά ότι «η Κρήτη απέδειξε πως οι μεγάλες ημέρες των αλεξιπτωτιστών τελείωσαν»! Εκτός από τις φωτογραφίες που δημοσιεύουμε, παρουσιάζουμε επίσης ένα μικρό απόσπασμα από την περιγραφή ενός Γερμανού αλεξιπτωτιστή, από τους πρώτους που έπεσαν στην Κρήτη, των πρώτων στιγμών της πτώσης πάνω από το Μάλεμε. Επίσης ένα χρονικό των γεγονότων που οδήγησαν στη Μάχη της Κρήτης, αλλά του δεκαημέρου μέχρι το τέλος της.
Η περιγραφή ενός Γερμανού αλεξιπτωτιστή
Τις στιγμές της πτώσης των αλεξιπτωτιστών πάνω από το Μάλεμε περιέγραψε ένας από τους πρώτους Γερμανούς που έπεσαν στην περιοχή. Η αγωνία, ο φόβος, η τραγικότητα των στιγμών, είναι φανερή στην περιγραφή που έκανε στο ημερολόγιό του ο 28χρονος υποσμηναγός του Α΄ σώματος των αλεξιπτωτιστών Ernst Kleinlein. Η καταγραφή ξεκινά ενώ πετάει με ένα μεταγωγικό αεροπλάνο Junkers πάνω από την Κρήτη, έτοιμος ο ίδιος για την πτώση. Το κείμενο είχε σταλεί στο αμερικανικό περιοδικό “Life”, φυσικά ως προπαγανδιστικό υλικό, από το γερμανικό υπουργείο Προπαγάνδας και είχε δημοσιευτεί στις 14 Ιουλίου 1941, σχεδόν 1,5 μήνα μετά την κατάληψη της Κρήτης από τα γερμανικά στρατεύματα.
Μαζί είχαν σταλεί φωτογραφίες από την επιχείρηση στην Κρήτη
«Ο δείκτης πάνω στο μικρό ασημένιο μου ρολόι βρίσκεται κοντά στις 4 π. μ.» έγραφε ο Γερμανός υπολοχαγός. «Μας απομένουν ακόμα 15 λεπτά πτήσης. Κοιτώ έξω από το παράθυρο του αεροπλάνου. Τα άλλα αεροπλάνα του σμήνους έχουν πλησιάσει. Εκεί πέρα το πρόσωπο του Υπολοχαγού W. με κοιτάζει επίμονα πίσω από το τζάμι ενός άλλου παράθυρου. Βλέπω το σημάδι στο κούτελό του, κάτω από το ατσάλινο κράνος. Είμαστε τόσο κοντά που νομίζω ότι θα μπορούσαμε να φωνάξουμε ο ένας τον άλλο. Πίσω μας πετάει ο δεύτερος λόχος και πίσω ο τρίτος. Μετράω να δω μήπως κάποιο αεροπλάνο έχει μείνει πίσω – δώδεκα, 15, 23, 30, 32 – κι όπως φτάνω τα 60, εγκαταλείπω. Από το βαθυκύανο μπλε ανάμεσα στον ουρανό και στη θάλασσα τα αεροπλάνα σηκώνονται πίσω μας σαν ένας στρατός από ξελεπιασμένους δράκους. Υπάρχουν εκατοντάδες αεροπλάνα. Ο υποδεκανέας με χτυπά ελαφρά στον ώμο. Δείχνει μέσα από το αντικρινό παράθυρο. Να τη: η μικρή και στενή παραλία, τα ακρώρεια σε πρώτο πλάνο και πίσω η δεύτερη αναβαθμίδα οι λευκές βραχώδεις κορυφές των βουνών της Κρήτης.
Χτες πέταξα με τον ταγματάρχη Von T. στο αεροπλάνο παρατήρησης πάνω από το μέρος όπου σκοπεύαμε να γίνει η σύγκρουση. Ακόμα ακούω τη φωνή του: «όλα πρέπει να γίνουν σα να ήταν ελιγμοί – δεν υπάρχουν άλλα εχθρικά μαχητικά. Τα τρία κύματα των Messerschmitts μας, επιβάλλουν τη σιγή στις εχθρικές αντιαεροπορικές πυροβολαρχίες. Έπειτα η τελευταία επίθεση με στούκας ακολουθεί. Μετά πέφτεις – όπως στους ελιγμούς – κατάλαβες;».
Είχα καταλάβει. Ο υποσμηναγός W. εκεί πέρα, με την ουλή στο μέτωπο που απέκτησε στο Ρότερνταμ, πετάει κάτω στα δυτικά του αεροδρομίου. Παίρνουμε το λόφο προς τα ανατολικά.
Ο υποδεκανέας με χτυπά ξανά ελαφρά στον ώμο. «Herr Oberleutnant». Ναι, ξέρω. Ξανά είναι αυτή η πιεστική αίσθηση στο στομάχι μου που μου ’ρχεται όταν το αεροπλάνο προσγειώνεται.
«Πόρτα ανοιχτή»
Ο σμηνίας στέκεται στην πόρτα. Δίνει το σύνθημα να γλιστρήσουμε με ένα χτύπημα του αριστερού του χεριού στην πλάτη κάθε άνδρα που γρήγορα εμφανίζεται μπροστά από την πόρτα του αεροπλάνου. Ο Schroeder, o Grammelsberg, o Hansen, o Berg, o Wenstaedt, τώρα ο υποδεκανέας, τώρα εγώ.
Έχω τεσσεράμισι δευτερόλεπτα από τη στιγμή που το αλεξίπτωτο θα ανοίξει μέχρι την προσγείωση. Ο αέρας μας μεταφέρει απευθείας στο λόφο. Τα βομβαρδιστικά αεροσκάφη μας ρίχνονται εναντίον των πυροβολαρχιών από ψηλά σα μαχαίρια που εκσφενδονίζονται. Τώρα ανακαλύπτω το τσιριχτό σφύριγμα του αεροπλάνου που κινείται με συριστικό ήχο προς τα κάτω μόνο 50 μέτρα από εμάς – υπάρχει ένας ξερός κρότος των κανονιών του. Έρχεται αμέσως και το επόμενο. Σε απόσταση είναι τα κοίλα των εκρήξεων από βόμβες που πέφτουν με γδούπο. Εκεί πέρα, το πρώτο μας πολυβόλο ξεκινάει. Ο υπολοχαγός W. επιτίθεται ήδη. Έπειτα κι εγώ ο ίδιος βρίσκομαι κάτω.
Ο υποδεκανέας στέκεται στον κρατήρα από τη βόμβα δίπλα στο πολυβόλο, δίπλα του ο Schroeder, δίπλα του ο λοχίας. Τα βομβαρδιστικά έχουν αποσυρθεί και κάνουν κύκλους τριγύρω σα χελιδόνια στον αέρα. Θα έρθουν τα αγγλικά μαχητικά;
Κανένα δεν έρχεται. Από το λόφο μας μπορούμε να κοιτάξουμε κάτω στο πεδίο μάχης [Αεροδρόμιο του Μάλεμε – ED]. Στα δεξιά, το υπόστεγο των αεροσκαφών, φτιαγμένο από παλιό πηλό, ξύλινους στύλους και σανίδες. Μερικές φορές, ένα μικρό όπλο κροταλίζει από το σκιώδες βάθος. Τέσσερις χακί φιγούρες προχωρούν και πέφτουν μαζί. Από δω μοιάζουν με μαριονέτες. Δεν είδαμε τους πυροβολισμούς».
Το χρονικό μέχρι την κατάληψη της Κρήτης
Νοέμβριος 1940: Η άμυνα της Κρήτης αναλαμβάνεται από τους Βρετανούς. Η 5η Μεραρχία Κρητών μεταφέρεται στην Αθήνα.
15 Απριλίου: Μετά από αλλεπάλληλες συσκέψεις, αποφασίζεται η κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς. Στο δεύτερο 15ήμερο του Απριλίου σχεδιάζεται η μεταφορά Ελληνικών και Βρετανικών δυνάμεων από την ηπειρωτική Ελλάδα στην Κρήτη.
23 Απριλίου: Μετά την κατάληψη της Αθήνας η ελληνική κυβέρνηση, υπό τον Ρεθύμνιο Εμμανουήλ Τσουδερό, μαζί με τον μονάρχη Γεώργιο Β΄, μεταφέρεται στην Κρήτη, το μόνο ακόμη ελεύθερο τμήμα της Ελλάδας.
25 Απριλίου: Μεταφέρεται στην Κρήτη σημαντική δύναμη Νεοζηλανδών.
28 Απριλίου: Υπό την προεδρία του ‘Έλληνα πρωθυπουργού Ε. Τσουδερού πραγματοποιείται στα Χανιά σύσκεψη της ελληνικής ηγεσίας και των Βρετανών αξιωματούχων. Ζητείται ενίσχυση για τη στρατιωτική προετοιμασία και την αποτελεσματικότερη άμυνα του νησιού.
29 Απριλίου: Ο διοικητής της νεοζηλανδικής μεραρχίας στρατηγός Μπέρναντ Φράιμπεργκ φτάνει στην Κρήτη και αναλαμβάνει τη διοίκηση των συμμαχικών δυνάμεων του νησιού.
14 Μαΐου: Στρατιωτικοί στόχοι της Κρήτης βομβαρδίζονται συστηματικά από τη γερμανική αεροπορία. Είναι ουσιαστικά ο προάγγελος της επίθεσης που θα ακολουθήσει.
18-19 Μαΐου: Στα αεροδρόμια της Αττικής και σε άλλα της νότιας Ελλάδας προσγειώνονται πολεμικά αεροπλάνα της γερμανικής αεροπορίας και προετοιμάζονται για την επίθεση.
20 Μαΐου: Στις 6.30 το πρωί αρχίζει η Γερμανική επίθεση. Το αεροδρόμιο του Μάλεμε δέχεται έναν ανελέητο βομβαρδισμό από το επίλεκτο σώμα των γερμανικών αλεξιπτωτιστών. Οι Γερμανοί στοχεύουν στην κατάληψή του ώστε να μεταφέρουν απ’ αυτό νέες δυνάμεις.
22 Μαΐου: Η Γερμανική αεροπορία εξαπολύει κατά του Αγγλικού ναυτικού σφοδρή επίθεση και βυθίζει πολλά πλοία . Το απόγευμα της ίδιας μέρας γίνεται επίθεση στο Ρέθυμνο και το Ηράκλειο. Η επίθεση συνάντησε τη σθεναρή αντίσταση των αμυνομένων που περίμεναν τον εχθρό στα σημεία επιθέσεων αφού οι Άγγλοι γνώριζαν το σχέδιο της Γερμανικής επιθέσεως. Η αντίσταση του λαού ήταν καθολική και άμεση. Οι Έλληνες στρατιώτες και οι συμμαχικές δυνάμεις και όσοι από τους κατοίκους είχαν στην κατοχή τους οπλισμό αποδεκάτισαν τα πρώτα κύματα των επιτιθεμένων.
21 Μαΐου: Τα αεροδρόμια παραμένουν στα χέρια των συμμαχικών δυνάμεων. Οι αλεξιπτωτιστές αποδεκατίζονται, από την αντίσταση που συναντούν. Πολλά επίσης από τα γερμανικά αεροπλάνα ή καταρρίπτονται ή συντρίβονται χτυπημένα στο έδαφος. Στο Ηράκλειο και στο Ρέθυμνο αποτυγχάνουν καθ’ ολοκλήρου. Οι προσπάθειες των Γερμανών να αποβιβάσουν στρατεύματα από τη θάλασσα δεν είχαν αποτέλεσμα. Ο Αγγλικός στόλος που έπλεε γύρω από το νησί , εξουδετερώνει τη γερμανική νηοπομπή που κατευθύνεται προς την Κρήτη. Βυθίζονται 15 επιταγμένα σκάφη με άγνωστο αριθμό θυμάτων. Το απόγευμα της 21ης Μαΐου. Οι αλεξιπτωτιστές του 1ου συντάγματος καταλαμβάνουν το αεροδρόμιο του Μάλεμε, στο οποίο προσγειώνονται οπλιταγωγά με ένα σύνταγμα της 5ης ορεινής μεραρχίας.
Γίνεται προσπάθεια ανακατάληψης του αεροδρομίου του Μάλεμε από ελληνικές και συμμαχικές δυνάμεις χωρίς αποτέλεσμα. Η 5η ορεινή μεραρχία αντεπιτίθεται και διεξάγονται μερικές από τις πιο αιματηρές μάχες όλης της επιχείρησης. Οι Έλληνες και οι σύμμαχοι πολεμούν υποχωρώντας , όμως υποκύπτουν στην τέλεια οργάνωση και τον εξοπλισμό του εχθρού, πράγματα που οι υπερασπιστές της Κρήτης δεν διέθεταν.
23 Μαΐου: Ο Τσόρτσιλ στέλνει μήνυμα στο στρατηγείο και τονίζει «Η μάχη της Κρήτης πρέπει να κερδηθεί».
24 Μαΐου: Οι βομβαρδισμοί των πόλεων της Κρήτης συνεχίζονται. Στα Χανιά οι Γερμανοί παίρνουν την πρωτοβουλία των κινήσεων. Οι αμυνόμενοι στο Ρέθυμνο και το Ηράκλειο δηλώνουν ότι θα συνεχίσουν τη μάχη «μέχρι εσχάτων».
25 Μαΐου: Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την Κάνδανο
26 Μαΐου: Καταλαμβάνεται ο Γαλατάς. Οι συμμαχικές δυνάμεις μάχονται για να προστατέψουν τα Χανιά. Ο στρατηγός Φράϊμπεργκ με δήλωσή του επισημαίνει τη δύσκολη θέση στην οποία έχουν περιέλθει οι συμμαχικές δυνάμεις.
27 Μαΐου: Ο αρχιστράτηγος της Μέσης Ανατολής Ουέιβελ στέλνει μήνυμα να αποχωρήσουν οι συμμαχικές δυνάμεις από την Κρήτη. Για τη μεταφορά και διάσωσή τους στέλνονται πλοία του βρετανικού στόλου. Καταλαμβάνονται τα Χανιά και το λιμάνι της Σούδας.
28 Μαΐου: Αρχίζει η αποχώρηση των συμμαχικών δυνάμεων προς τα Σφακιά. Οι Βρετανοί χωρίς να ενημερώσουν τις ελληνικές δυνάμεις τη νύχτα εκκενώνουν την πόλη του Ηρακλείου και επιβιβάζονται στα πλοία που για το σκοπό αυτό καταφθάνουν στο λιμάνι. Ιταλικά στρατεύματα που προέρχονται από τα Δωδεκάνησα, αποβιβάζονται στην Σητεία και καταλαμβάνουν το νομό Λασιθίου.
29 Μαΐου: Καταλαμβάνονται το Ηράκλειο και το Ρέθυμνο κάτω από την πίεση των Γερμανικών δυνάμεων, που προχωρώντας προς ανατολάς ενώνονται με τους αλεξιπτωτιστές.
30 Μαΐου: Ο στρατηγός Φράϊμπεργκ αποχωρεί από την Κρήτη.
1η Ιουνίου: Ολοκληρώνεται η αποχώρηση των Βρετανικών δυνάμεων, που είχαν συγκεντρωθεί στα νότια παράλια της Κρήτης. Με πλοία του συμμαχικού στόλου μεταφέρονται αρχικά στην Αίγυπτο, μετά στην Νότια Αφρική για να καταλήξουν στο Λονδίνο.
Μαζί τους έφυγαν και ο βασιλιάς και η ελληνική κυβέρνηση.
Οι δυνάμεις που δεν κατορθώνουν να επιβιβαστούν και που ο αριθμός τους ανέρχεται σε 5.500 άτομα περίπου παραδίδονται, συλλαμβάνονται ή καταφεύγουν στα βουνά.
Η γερμανική κατοχή ξεκινά, μαζί και τα αντίποινα κατά των κατοίκων που αντιστάθηκαν. Η γερμανική σημαία κυματίζει παντού. Αρχίζει η αντίσταση του κρητικού λαού. Μέσα στον Ιούνιο οργανώνονται οι πρώτες αντιστασιακές ομάδες.
Η 19η Μαΐου αποτελεί μια άκρως σημαντική επέτειο για ολόκληρο τον ελληνισμό, Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, όπως αυτή καθιερώθηκε το 1994 με ομόφωνη απόφαση της Βουλής των Ελλήνων
Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντουαναφέρεται ευρέως στις σφαγές και τους εκτοπισμούς εναντίον Ελληνικών πληθυσμών στην περιοχή του Πόντου που πραγματοποιήθηκαν από το κίνημα των Νεότουρκων και των εθνικιστών του Κεμάλ κατά την περίοδο 1914-1923.
Τα γεγονότα αυτά κατέληξαν στην εξαφάνιση του ελληνικών κοινοτήτων από την περιοχή όπου διαβιούσαν επί τρεις χιλιετίες.
Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν για αυτές τις πράξεις των Νεότουρκων ήταν η εκτόπιση, η εξάντληση από έκθεση σε κακουχίες, τα βασανιστήρια, η πείνα και η δίψα, οι πορείες θανάτου στην έρημο και συχνότατα οι εν ψυχρώ δολοφονίες ή εκτελέσεις.
Ο αριθμός των θυμάτων σύμφωνα με τις περισσότερες Ελληνικές, αλλά και κάποιες ξένες, πηγές υπολογίζεται σε πάνω από 300.000 (το Κεντρικό Συμβούλιο Ποντίων στη Μαύρη Βίβλο του κάνει αναφορά σε 353.000 θύματα). Υπάρχουν ωστόσο και άλλες μεμονωμένες πηγές που κατεβάζουν τα θύματα σε περίπου 100 ως 150 χιλιάδες άτομα. Οι επιζώντες κατέφυγαν στον Άνω Πόντο (στην ΕΣΣΔ) και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922, στην Ελλάδα.
Η διεθνής βιβλιογραφία και τα κρατικά αρχεία πολλών χωρών εμπεριέχουν πλήθος μαρτυριών για τις δολοφονίες και τους διωγμούς που διαπράχθηκαν κατά των Ποντίων κατοίκων της οθωμανικής αυτοκρατορίας, κάτι που συνέβη παράλληλα και με διώξεις ή και για πολλούς γενοκτονίες εις βάρος και άλλων πληθυσμών, δηλαδή των Αρμενίων και των Ασσυρίων, με αποτέλεσμα ορισμένοι ερευνητές να θεωρήσουν τις επιμέρους διώξεις ως τμήματα μιας ενιαίας πολιτικής εις βάρος των Ελλήνων ή γενικότερα των Χριστιανών της Μικράς Ασίας.
Κατόπιν εισήγησης του τότε Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, η Βουλή των Ελλήνων αναγνώρισε τη γενοκτονία το 1994 και ψήφισε την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως «Ημέρας Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο». Το 1998 η Βουλή ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 14ης Σεπτεμβρίου ως «ημέρα εθνικής μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος».
Η Ελλάδα διεξάγει από τότε μια εκστρατεία για τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας Ποντίων. Πέρα από το ελληνικό κράτος ο διωγμός των Ποντίων αναγνωρίζεται επισήμως ως γενοκτονία από την Κύπρο, την Αρμενία, την Σουηδία, ορισμένες ομοσπονδιακές δημοκρατίες της Ρωσίας, εννέα πολιτείες των ΗΠΑ (Φλόριντα, Τζώρτζια, Μασαχουσέτη, Νιου Τζέρσεϊ, Νέα Υόρκη, Πενσυλβάνια, Νότια Καρολίνα, Ρόουντ Άιλαντ και από τις 11/9/2019 Καλιφόρνια, ενώ υπάρχει και μια γενική αναφορά -οιονεί αναγνώριση- σε γενοκτονία Ελλήνων και από την πολιτεία της Αλαμπάμα), τη βουλή της αυστραλιανών πολιτειών της Νότιας Αυστραλίας και της Νέας Νότιας Ουαλίας, την Αυστρία (ακολουθούμενη λίγες ημέρες αργότερα από το Δήμο της Βιέννης) και την Ολλανδία.
Στο Καναδά οι πόλεις Οττάβα και Τορόντο έχουν αναγνωρίσει την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης της Ποντιακής γενοκτονίας.
Ωστόσο η Ποντιακή γενοκτονία έχει οριστεί και αναγνωριστεί από τη Διεθνή Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών (IAGS) το Δεκέμβριο 2007 και εξέδωσε το εξής ψήφισμα
«ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η άρνηση μιας γενοκτονίας αναγνωρίζεται παγκοίνως ως το έσχατο στάδιο γενοκτονίας, που εξασφαλίζει την ατιμωρησία για τους δράστες της γενοκτονίας, και ευαπόδεικτα προετοιμάζει το έδαφος για τις μελλοντικές γενοκτονίες, ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η Οθωμανική γενοκτονία εναντίον των μειονοτικών πληθυσμών κατά τη διάρκεια και μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, παρουσιάζεται συνήθως ως γενοκτονία εναντίον μόνο των Αρμενίων, με λίγη αναγνώριση των ποιοτικά παρόμοιων γενοκτονιών, εναντίον άλλων χριστιανικών μειονοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΤΑΙ ότι είναι πεποίθηση της Διεθνούς Ένωσης των Μελετητών Γενοκτονιών, ότι η Οθωμανική εκστρατεία εναντίον των χριστιανικών μειονοτήτων της αυτοκρατορίας, μεταξύ των έτων 1914 και 1923, συνιστούν γενοκτονία εναντίον των Αρμενίων, Ασσυρίων, Ποντίων και των Έλλήνων της Ανατολίας. ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΤΑΙ η Ένωση να ζητήσει από την κυβέρνηση της Τουρκίας να αναγνωρίσει τις γενοκτονίες εναντίον αυτών των πληθυσμών, να ζητήσει επίσημα συγγνώμη, και να λάβει τα κατάλληλα και σημαντικά μέτρα προς την αποκατάσταση (μη επανάληψη).»
ενώ έχει τύχει αναγνώρισης και από μερικές διεθνείς οργανώσεις και φορείς, όπως οι Ευρωπαίοι Δημοκράτες Φοιτητές.
Τέλος ψηφίσματα της Γερουσίας των ΗΠΑ κάνουν αναφορά γενικά για γενοκτονία κατά Ελλήνων.
Το κύμα διωγμού και εξόντωσης των ελληνικών πληθυσμών του Πόντου διακρίνεται ιστορικά σε τρεις συνεχόμενες φάσεις: από την έναρξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ως την κατάληψη της Τραπεζούντας από τον ρωσικό στρατό (1914-1916), η δεύτερη τελειώνει με το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου (1916-1918) και η τελευταία ολοκληρώνεται με την εφαρμογή του Συμφώνου για την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (1918-1923).
Α' και Β' φάση
Το κύμα διώξεων ξεκίνησε στον Πόντο με την μορφή εκτοπίσεων το 1915. Η τουρκική ήττα κατά τον ρωσσο-τουρκικό πόλεμο στην περιοχή, στο Σαρικαμίς στην βόρεια περιοχή της Μικράς Ασίας το 1915, αποδόθηκε στους Έλληνες που υπηρετούσαν στον οθωμανικό στρατό. Ως συνέπεια αυτού, όλοι οι στρατολογημένοι Πόντιοι εξαναγκάστηκαν σε στρατολόγηση στα τάγματα εργασίας. Έτσι δεν άργησαν να εκδηλώνονται κύματα λιποταξίας, με τον κόσμο να καταφεύγει στα βουνά. Μάλιστα στην επαρχία Κερασούντας, για αυτό τον λόγο, κάηκαν 88 χωριά ολοσχερώς μέσα σε τρεις μήνες. Οι Έλληνες της επαρχίας, περίπου 30.000, αναγκάστηκαν να διανύσουν, πεζοί, πορεία προς την Άγκυρα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Αναπόφευκτα το ένα τέταρτο αυτών πέθαναν καθ' οδόν .
Οι εκτοπίσεις συνεχίζονταν ακατάπαυστα και κατά την εποχή που τα ρωσικά στρατεύματα εισήλθαν στην Τραπεζούντα στις αρχές του 1916. Ιδιαίτερα με το πρόσχημα ότι οι Πόντιοι υποστήριζαν τις κινήσεις των Ρώσων μεγάλος αριθμός κατοίκων από τις περιοχές της Σινώπης και της Κερασούντας εκτοπίστηκαν στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας. Σημειώθηκαν επίσης και εξαναγκαστικοί εξισλαμισμοί γυναικών.
Πόντιοι αντάρτες.
Οι διώξεις προκάλεσαν τη δημιουργία θυλάκων αντίστασης από τους Πόντιους. Τελικά οι διώξεις εντάθηκαν με την έκδοση διατάγματος, τον Δεκέμβριο του 1916, που προέβλεπε την εξορία όλων των ανδρών από 18 ως 40 ετών και τη μεταφορά των γυναικόπαιδων στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Η εφαρμογή αυτού του μέτρου ξεκίνησε από την Άνω Αμισό και στην Μπάφρα. Στην επαρχία Αμάσειας 72.375 Έλληνες, από τους συνολικά 136,768, εκτοπίστηκαν, από τους οποίους το 70% πέθανε από τις κακουχίες. Πολλοί Πόντιοι θέλησαν να αντισταθούν οργανώνοντας, στις ορεινές εκτάσεις του Πόντου, αντάρτικα εναντίον του τακτικού στρατού, όπως στη Σάντα.
Στον Άγιο Γεώργιο Πατλάμ της Κερασούντας είχαν συγκεντρωθεί 3.000 Έλληνες, οι οποίοι έγκλειστοι και σε συνθήκες ασιτίας από τις οθωμανικές αρχές, βρήκαν αργό θάνατο. Κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου εξορίστηκαν συνολικά 235.000 Πόντιοι, ενώ 80.000 μετανάστευσαν στη Ρωσία. Ταυτόχρονα όμως, λιγότερο έντονες ήταν οι διώξεις που υπέστησαν, τότε, οι Έλληνες του ανατολικού Πόντου, στην περιοχή της Τραπεζούντας, κυρίως λόγω της ικανότητας του μητροπολίτη Χρύσανθου να συνδιαλλάσσεται με τις τοπικές αρχές, αλλά και από το γεγονός ότι από τον Απρίλιο του 1916 η περιοχή καταλήφθηκε από τον ρωσικό στρατό.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του επίσκοπου Τραπεζούντας, ο αριθμός των θυμάτων αυτών των πολιτικών ανήλθε, για εκείνο το διάστημα, σε 100.000 περίπου. Δεν έπαψαν και οι διαμαρτυρίες από Αυστριακούς και Αμερικανούς διπλωμάτες κατά της οθωμανικής κυβέρνησης.
Γ' φάση
Εκτοπίσεις της Σαμψούντας
Ύστερα από την συνθηκολόγηση της Ρωσίας και την απόσυρση του ρωσικού στρατού από την περιοχή, εντάθηκαν οι διώξεις στην περιοχή. Με την άφιξη του Κεμάλ Ατατούρκ, τον Μάιο του 1919, στην περιοχή και την έξαρση του κινήματός του εντάθηκε η δράση ατάκτων ομάδων (τσετών) κατά των χριστιανικών πληθυσμών.
O Τοπάλ Οσμάν.
Στις 29 Μαϊου ο Κεμάλ ανέθεσε στον τσέτη Τοπάλ Οσμάν την επιχείρηση για τη διενέργεια μαζικών επιχειρήσεων κατά του τοπικού πληθυσμού. Σε αυτό το πλαίσιο, πραγματοποιήθηκαν οι σφαγές και οι εκτοπίσεις των Ελλήνων στη Σαμψούντα και σε 394 χωριά της περιοχής, κατοικημένα από ελληνικούς πληθυσμούς. Σχετικές αναφορές έχουν καταγραφεί από το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, καθώς και από τον Αμερικανό πρέσβη Χένρυ Μοργκεντάου.[31]
Μεταξύ Φεβρουαρίου και Αυγούστου 1920 πραγματοποιήθηκε η πυρπόληση της Μπάφρας και η μαζική εξόντωση των 6.000 Ελλήνων που είχαν σπεύσει να βρουν προστασία στις εκκλησίες της περιοχής. Συνολικά από τους 25.000 Έλληνες που ζούσαν στις περιοχές της Μπάφρας και του Ααζάμ, το 90% δολοφονήθηκε, ενώ από τους υπόλοιπους, οι περισσότεροι εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας.
Οι προύχοντες και οι προσωπικότητες του πνεύματος, συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο από τα αποκαλούμενα "Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας" στην Αμάσεια, κατά τον Σεπτέμβριο του 1921. Παράλληλα, σημειώνονταν και εξαναγκαστικές αποσπάσεις νεαρών κοριτσιών και αγοριών από τις οικογένειές του, τα οποία δίνονταν για τα χαρέμια των εύπορων Τούρκων.
Πλήθος θυμάτων
Το ζήτημα του πλήθους των θυμάτων των διωγμών κατά τη δεκαετία που διήρκεσε ως και τη Μικρασιατική Καταστροφή απασχολεί μελετητές και ακτιβιστές που επιζητούν την αναγνώρισή των γεγονότων ως γενοκτονίας και συναρτάται με το ερώτημα του πλήθους των Ελλήνων που ζούσαν στη Μικρά Ασία την περίοδο έναρξης του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Στην περίπτωση του Πόντου, ο μελετητής και πρόσφυγας ο ίδιος Γεώργιος Βαλαβάνης καθιέρωσε το 1925 τον αριθμό των 353 χιλιάδων θυμάτων, τον οποίο εν συνεχεία αναπαρήγαγαν οι ακτιβιστές της ποντιακής γενοκτονίας με αποτέλεσμα να γίνει επίσημα αποδεκτός και να επαναλαμβάνεται σε όλες τις σχετικές τελετές μνήμης. Ο πολιτικός επιστήμονας Ρούντολφ Ράμμελ εκτιμά ότι στοίχισε τη ζωή περίπου 326.000-382.000 Ελλήνων.
Τον αριθμό των 350.000 νεκρών στον Πόντο κατά την περίοδο της Αρμενικής γενοκτονίας, 1915-1923, επαναλαμβάνουν οι μελετητἐς γενοκτονιών Σάμιουελ Τότεν και Πωλ Μπάρτροπ. Όπως απέδειξε, ωστόσο, ο δημοσιογράφος Τάσος Κωστόπουλος, ο αριθμός αυτός του Βαλαβάνη προέκυψε με την αυθαίρετη πρόσθεση 50.000 στον αριθμό των 303.238 εκτοπισθέντων που ανέφερε ένα φυλλάδιο του 1922, οι οποίο παρουσιάζονταν όχι ως εκτοπισμένοι αλλά ως εξολοθρευθέντες. Ο Κωστόπουλος υπολογίζει σε περίπου 100-150.000 τους εξολοθρευθέντες την περίοδο 1912-1924 στον Πόντο.
πηγές wikipedia
βιβλιoγραφία
Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού Ελληνισμού, Ιστορία-Λαογραφία-Πολιτισμός, τ.Γ, έκδοση Μαλλιάρης-Παιδεία.
Ι Σαλτσή, Και πάλι για τους Πόντιους και τους Λαζούς, εξ οικείων τα βέλη-αδέσποτα όμως, Ποντιακή Εστία, έτος 11ον, τ.130-132, 1960.
Ι. Κανδηλάπτου, Εθνολογικά μελετήματα, Βήματα προς την αλήθειαν, Ποντιακή Εστία, έτος 12ον, τ.133-134, 1961.
Γεώργιος Ν. Κοφινάς, , Περί του διωγμού των εν Τουρκία ελλήνων, Αθήνα: 1919.
Χάρης Τσιρκινίδης, Επιτέλους τους ξεριζώσαμε... Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, της Θράκης και της Μ. Ασίας, μέσα από τα γαλλικά αρχεία, Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη, 2002.
Χάρης Τσιρκινίδης, Συνοπτική ιστορία της γενοκτονίας των Ελλήνων της Ανατολής: Ντοκουμέντα ξένων διπλωματικών αρχείων, Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη, 2009.
Κωνσταντίνος Α. Βακαλόπουλος, Διωγμοί και Γενοκτονία του Θρακικού Ελληνισμού – Ο Πρώτος Ξεριζωμός (1908-1917), Θεσσαλονίκη: Ηρόδοτος, 1998.
Το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα (ΕΣΔΟΓΕ) προκειμένου να τιμήσει την 75η επέτειο της λήξης του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών και να κλιμακώσει τον Αγώνα Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών διοργανώνει διαδικτυακή συζήτηση – εκδήλωσητο Σάββατο 9 Μάη, 9.00 μμ.
Κύρια θέματατης συζήτησης:
Η σημασία της αντιφασιστικής νίκης των λαών
Ο αγώνας ενάντια στη λήθη και την παραχάραξη της Ιστορίας
Η Αντίσταση και η θυσία της Ελλάδας απαιτούν Δικαιοσύνη & Αποζημίωση!
Ο ανυποχώρητος αγώνας για τη διεκδίκηση των Γερμανικών Οφειλών κλιμακώνεται!
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
8/9 ΜΑΗ 2020: 75η ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΗΣ ΛΗΞΗΣ ΤΟΥ Β’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
ΤΙΜΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΝΙΚΗ ΤΩΝ ΛΑΩΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΟΜΑΣΤΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΜΝΗΜΗ ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ & ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ!
Μεγάλη επιτυχία σημείωσε η εκδήλωση της Ομάδας Μελέτης Ιστορίας Κοινωνικών Αγώνων που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών και της συμβολής του Μηχανικού Ολύμπου στην υπόθεση αυτή.